Ο Νικολό Μακιαβέλι και πώς να επιλέξετε έναν υπουργό

«Αντικείμενο ουσιωδέστατο για έναν ηγεμόνα είναι ο τρόπος με τον οποίο θα επιλέξει τους υπουργούς που θα συμμετέχουν στην κυβέρνησή του. Το αν είναι καλοί ή κακοί εξαρτάται από την φρόνηση και τις ικανότητες του.»

Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας

Η τέχνη να κυβερνάς τους ανθρώπους, να κατευθύνεις δηλαδή τη δράση τους προς έναν επιδιωκόμενο σκοπό, είναι ένα από τα βασικά θέματα που διαπραγματεύεται ο Ιταλός πολιτικός και στοχαστής Νικολό Μπερνάρντο Μακιαβέλι στο βιβλίο του ο Ηγεμόνας (Il principe, 1513). Η ιδιότητα του ανθρώπου, ειδικά τα στοιχεία εκείνα που θεωρούνται αμετάβλητα στον ιστορικό χρόνο, απασχολούν έντονα τον συγγραφέα, καθώς επιχειρεί να ορίσει με ακρίβεια τις ικανότητες και τα γνωρίσματα του χαρακτήρα που πρέπει να έχει κάποιος, προκειμένου «να κατακτήσει ή να διατηρήσει την εξουσία σε ένα κράτος.» Για τις διανοητικές ικανότητες των ανθρώπων γράφει: «Τρεις βαθμούς διάνοιας διακρίνουμε στους ανθρώπους. Όσοι έχουν τον πρώτο βαθμό αντιλαμβάνονται τα πράγματα στηριζόμενοι στις δικές τους δυνάμεις. Οι έχοντες τον δεύτερο βαθμό μπορούν να καταλάβουν ότι τους διδάσκουν οι άλλοι, ενώ αυτοί που βρίσκονται στον τρίτο βαθμό ούτε μόνοι τους, ούτε με τη βοήθεια άλλων κατανοούν τίποτα. Οι πρώτοι έχουν διάνοια υψηλότατη, οι δεύτεροι υψηλή και οι τρίτοι κακή.»

Pieter Brueghel l'Ancien | Le Combat de Carnaval et Carême | 1559
Pieter Brueghel l’Ancien | Le Combat de Carnaval et Carême | 1559

Ο Ηγεμόνας, λέει ο Μακιαβέλι, δεν είναι εντελώς απαραίτητο να βρίσκεται στον πρώτο βαθμό της διάνοιας, αν και κάτι τέτοιο θα ήταν σαφώς επιθυμητό, αρκεί στοιχειωδώς «να μπορεί να διακρίνει το καλό από το κακό.» Μεταξύ άλλων απλών παραδειγμάτων αναφέρεται και ένας σώφρων ηγεμόνας, ο οποίος ήταν άξιος θαυμασμού, επειδή είχε διαλέξει έναν υπουργό περίφημο για τις ικανότητες, το ήθος και την εντιμότητά του: «Ο Πετρύκκιος, αν δεν ήταν άντρας του πρώτου βαθμού διανοίας, είχε οπωσδήποτε διάνοια δευτέρου βαθμού, διότι, όταν έχει κάποιος την ικανότητα να διακρίνει το καλό από το κακό που πράττει κάποιος άλλος, και αν ακόμα ο νους του δεν είναι εφευρετικός, μπορεί να γνωρίζει τα ωφέλιμα και τα επιβλαβή έργα του υπουργού του, ώστε επαινώντας τα πρώτα και διορθώνοντας τα δεύτερα να τού αφαιρεί κάθε ελπίδα για απάτες και να τον διατηρεί αδιάφθορο.»

Οι άνθρωποι συχνά επαινούνται ή κατηγορούνται, σύμφωνα με ορισμένα χαρακτηριστικά τους: «Σε όλους τους ανθρώπους, και μάλιστα στους ηγεμόνες, οι οποίοι κατέχουν υψηλότερη θέση, αποδίδονται ορισμένες ιδιότητες, σύμφωνα με τις οποίες χαρακτηρίζονται αξιόμεμπτοι ή αξιέπαινοι. Γι’ αυτό κάποιοι λογίζονται ελευθέριοι, άλλοι φειδωλοί, άλλοι γενναιόδωροι, άλλοι άρπαγες, άλλοι ωμοί άλλοι επιεικείς. Παρομοίως, ο μεν θεωρείται άπιστος, ο δε πιστός, ο μεν θηλυπρεπής και δειλός, ο δε αντρείος και γενναιόψυχος, ο μεν φιλάνθρωπος, ο δε υπερόπτης, ο μεν φιλήδονος, ο μεν σώφρων, ο μεν ειλικρινής, ο δε πονηρός, ο μεν σκληροτράχηλος, ο δε ευάγωγος, ο μεν σοβαρός, ο δε ελαφρόμυαλος, ο μεν θρήσκος, ο μεν άθρησκος και ούτως εφ εξής.» (1)

Οι κόλακες

Ειδικά ο νέος ηγέτης οφείλει να αποφεύγει τους κόλακες και να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός στην επιλογή των συμβούλων του. Ούτε να ακούει τον καθένα, ούτε όμως και να πράττει ως κρυψίνους, χωρίς να ζητάει τη γνώμη κανενός· κοντολογής, χρειάζεται να θέτει σαφώς τα όρια της ελευθερίας του λόγου, με πρακτικό στόχο να μην πελαγοδρομεί ανάμεσα σε πολλές εκτιμήσεις διαφορετικών κάθε φορά υφισταμένων και να διατηρεί το κύρος του. Οι αυλές των ηγεμόνων είναι γεμάτες από ανθρώπους που επιδίδονται σε κολακείες για να ικανοποιήσουν ιδιοτελείς σκοπούς, επειδή «οι άνθρωποι τόσο πολύ αγαπούν τον εαυτό τους και τόσο εύκολα απατώνται, προκειμένου να γίνεται λόγος γι’ αυτούς, ώστε δύσκολα μπορούν να αποφύγουν την πανώλη της κολακείας· θέλοντας δε να γλιτώσουν απ’ αυτήν, κινδυνεύουν να περιφρονηθούν, γιατί το καταλληλότερο μέσο για να προφυλάσσεται κάποιος από τις κολακείες είναι να κάνει κατανοητό στους ανθρώπους ότι είναι ανεκτικός απέναντί τους, όποτε μιλάνε τη γλώσσα της αλήθειας· όταν όμως ο καθένας ανεξαιρέτως είναι σε θέση να σου λέει την αλήθεια, εκλείπει ο σεβασμός προς το πρόσωπο σου.» Γι’ αυτό κάθε συνετός ηγεμόνας οφείλει «να βαδίζει μια μέση οδό», και αυτό σημαίνει να διαλέγει φρόνιμους ανθρώπους, στους οποίους να δίνει την άδεια να του μιλούν με ειλικρίνεια, αλλά μόνο για όποια πράγματα θα τους ζητάει ο ίδιος πληροφορίες: «Οφείλει όμως ο ηγεμόνας να τους ρωτάει για κάθε πράγμα και να ακούει τις γνώμες τους και μετά από αυτά να αποφασίζει σύμφωνα με τη θέληση του. Εκτός από αυτούς τους συμβούλους να μην ακούει κανέναν και να μένει σταθερός στις αποφάσεις του. Εκείνος που πράττει αλλιώς κινδυνεύει από τους κόλακες ή μεταβάλλει συνεχώς τις πεποιθήσεις του, επειδή ακούει ποικίλες γνώμες.  Από αυτά μάλιστα ελαττώνεται και η υπόληψη προς τον εαυτό του.» (1)

Και μόνη η εμφάνιση ενός πραγματικού ηγέτη, εκείνου δηλαδή που έχει το φυσικό χάρισμα της ηγεσίας, λέει ο Μακιαβέλι,  είναι ικανή «να κάνει τους ανεπαρκείς να παραμερίσουν και τους υφισταμένους να υποκλιθούν.» Όταν πάλι παρουσιάζονται πολλοί δήθεν Ηγέτες που σκοτώνονται μεταξύ τους για το ποιος είναι «ανώτερος, ικανότερος, δυνατότερος και εξυπνότερος, τότε σίγουρα όλοι τους δεν είναι παρά μετριότητες. Το μόνο που κάνουν είναι να προσφέρουν θέαμα στους υπηκόους.»

Η φιλαρχία και η πλεονεξία θα χαρακτηρίζουν πάντοτε την ανθρώπινη φύση και οι άνθρωποι θα ενεργούν πάντοτε ιδιοτελώς, με σκοπό να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους, εκτός αν είναι  αναγκασμένοι να πράξουν διαφορετικά. Είναι στη φύση τους να αποφεύγουν τους κινδύνους, αλλάζουν εύκολα διαθέσεις, επιδιώκουν το προσωπικό κέρδος και είναι «αχάριστοι και υποκριτές» σε τέτοιο βαθμό, ώστε είναι προτιμότερο κάποιος να είναι επίφοβος στους άλλους παρά αγαπητός, εφόσον βέβαια δεν μπορεί να συνδυάσει τον φόβο με την αγάπη και την αφοσίωση των υπηκόων του: «Με περισσότερο θάρρος βλάπτουν οι άνθρωποι τον αξιαγάπητο παρά εκείνον που προκαλεί φόβο. Γιατί η αγάπη εξαρτάται από έναν δεσμό υποχρεωτικό, τον οποίο, επειδή από τη φύση τους είναι κακοί τον διαλύουν σε κάθε περίσταση κατά την οποία μπορεί να έχουν προσωπικό όφελος. Ο φόβος όμως που εμπνέεται από την απειλή της τιμωρίας δεν εκλείπει ποτέ· η αγάπη των ανθρώπων εξαρτάται από τους ίδιους και πάντοτε μπορεί να την απαρνηθούν, ο φόβος όμως εξαρτάται από τον ηγεμόνα.»

Ο Νικολό Μακιαβέλι (ιταλικά: Niccolò di Bernardo dei Machiavelli) (3 Μαΐου 1469 - 21 Ιουνίου 1527), ήταν Ιταλός διπλωμάτης, πολιτικός στοχαστής και συγγραφέας.
Ο Νικολό Μακιαβέλι (ιταλικά: Niccolò di Bernardo dei Machiavelli) (3 Μαΐου 1469 – 21 Ιουνίου 1527), ήταν Ιταλός διπλωμάτης, πολιτικός στοχαστής και συγγραφέας.

Αλάνθαστος κανόνας

Για να επιλέξουμε τον κατάλληλο, ή έστω αδιάφθορο υπουργό, αρκεί να τηρήσουμε τον σίγουρο κανόνα: «Περί του πώς ο ηγεμόνας μπορεί να γνωρίζει τον χαρακτήρα ενός υπουργού του, υπάρχει ο επόμενος αλάνθαστος κανόνας, όταν βλέπεις τον υπουργό σου να φροντίζει περισσότερο για τον εαυτό του παρά για εσένα και με όλες τις πράξεις του να επιζητά το ίδιον όφελος, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να είναι καλός υπουργός, ούτε είναι ποτέ δυνατόν να του έχεις εμπιστοσύνη, διότι όποιος αναλαμβάνει και δέχεται την διεύθυνση των πραγμάτων μιας ηγεμονίας, δεν πρέπει ποτέ να φροντίζει για τον εαυτό του αλλά πάντοτε για τον ηγεμόνα, προσέχοντας συνεχώς να μην του προτείνει ποτέ πράγματα που δεν θα αποβούν σε καλό του.»(1)

Η ηθική

Νομίζω άδικα αλλά όχι ανεξήγητα ο Μακιαβέλι κατηγορήθηκε ως ανήθικος· σε πολλά σημεία του Ηγεμόνα όχι μόνο δεν υποκλίνεται στον «ηθικό σχετικισμό» που του αποδίδουν, αλλά παίρνει ξεκάθαρα «ηθική» πολιτική θέση, αδιάφορο εδώ ποια. Η ηθική του ταυτίζεται σχεδόν με τις ιστορικά σύγχρονες λαϊκές αντιλήψεις: ο ηγεμόνας οφείλει να σέβεται την τιμή των υπηκόων του, να μην ατιμάζει τις γυναίκες και τις κόρες του λαού και να μην αρπάζει την περιουσία του. Άλλωστε, ένας βασικός στόχος του είναι να ερμηνεύσει τις συμπεριφορές των ανθρώπων και να ορίσει ένα φάσμα από κανονικότητες και νόμους, ώστε να γίνει δυνατή η πολιτική πρόβλεψη, τουλάχιστον σε πρακτικά χρήσιμο βαθμό. Όποιος λοιπόν επιλέγει υπουργούς ή συνεργάτες που αποδεικνύονται ανάξιοι εμπιστοσύνης ή ακόμα χειρότερα καταχραστές και κοινοί απατεώνες είτε δεν κατέχει τον κοινό νου, ώστε να διακρίνει εγκαίρως τα προκλητικά σημάδια της διαφθοράς και της αναξιοπιστίας, είτε συνειδητά γνωρίζει τον βίο και την πολιτεία των υπουργών του, αλλά δεν παίρνει τα κατάλληλα μέτρα.

Οι συμβουλές

Οι συνετές συμβουλές είναι άχρηστες σε όποιον δεν είναι ο ίδιος συνετός και ο προνοητικός ηγεμόνας δεν μπορεί να βασίζεται στην τύχη ή την φρονιμάδα ενός μόνου υπουργού: «Κανόνας απαράβατος, ότι όποιος δεν είναι από μόνος  του συνετός δεν ωφελείται από τις συμβουλές των άλλων, εκτός αν κατά τύχη αφεθεί στη διοίκηση ενός μόνου φρόνιμου υπουργού·  με αυτόν τον τρόπο ένας τέτοιος ηγεμόνας χειραγωγείται, αλλά η χειραγώγηση διαρκεί λίγο χρόνο, γιατί ο υπουργός που τον έχει στο χέρι μπορεί γρήγορα να του αρπάξει την εξουσία.» (1) Ένας αξιωματούχος του κράτους χρειάζεται βεβαίως να απολαμβάνει τιμές, να έχει σεβαστή περιουσία και κυρίως να κατέχει την θέση του χάρη στην εύνοια και την ισχύ του ηγεμόνα: «Από την άλλη όμως ο ηγεμόνας οφείλει να προνοεί για τον υπουργό του, να τον τιμάει, να τον πλουτίζει και να τον υποχρεώνει με βαθμούς και κάθε είδους τιμές με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξακολουθήσει να είναι καλός υπουργός, αφού θα βλέπει ότι δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την βοήθεια του ηγεμόνα· έτσι, απολαμβάνοντας αρκετές τιμές να μην επιθυμεί περισσότερες, κατέχοντας αρκετά πλούτη να μην θέλει μεγαλύτερα, και επειδή διατελεί σε υψηλά αξιώματα να φοβάται τις μεταβολές.» (1)

Στην τρέχουσα ιστορική πραγματικότητα, ο ηγεμόνας θα μπορούσε να είναι πρόεδρος ενός κράτους, πρωθυπουργός, πολιτικός αρχηγός ή και ένα ολόκληρο κόμμα. Ο ηγεμόνας ενσαρκώνει την συλλογική βούληση και είναι γνωστό ότι ο ίδιος ο Μακιαβέλι ουδόλως διεκδικούσε για τον εαυτό του την θέση του Ηγέτη. Ο λαός φυσικά ελάχιστα καλά έχει να περιμένει από έναν πολιτικό άνδρα που αποδεικνύεται κατά συρροήν ανίκανος να επιλέξει ικανούς και προπαντός έντιμους συνεργάτες. Αν λοιπόν οι υπουργοί είναι ικανοί και οι ηγεμόνες φρόνιμοι, μπορεί να υπάρξει εμπιστοσύνη μεταξύ τους, «δυστυχές όμως θα είναι πάντοτε το τέλος του ενός ή του άλλου, εάν αμφότεροι δεν είναι όπως προηγουμένως τους απεικόνισα.»

Ενδεικτική βιβλιογραφία

(1) Ο Ηγεμών, Αθήνα, 1909, εκδ. τυπογραφείου Α. Π. Πετράκου, μετάφραση Π.Χ. Τα αποσπάσματα από το βιβλίο του Μακιαβέλι αποδίδονται εδώ στη νέα ελληνική γλώσσα, με βάση αυτή την έκδοση. (Εραν.)

eranistis.net

, , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *