Ο εκχριστιανισμός των Βουλγάρων και των Σέρβων

To έτος 863, οι Θεσσαλονικείς αδελφοί Μεθόδιος και Κύριλλος, γιοι του δρουγγάριου Λέοντος, στάλθηκαν αρχικά στη Μεγάλη Μοραβία, μετά από πρόσκληση του Μοραβού ηγεμόνα Ροστισλάβου ή Ρόστισλαβ (Rostislav, 846-869), και στη συνέχεια σε άλλες σλαβικές χώρες για να διαδώσουν τον Χριστιανισμό.

O Βόρης Α΄, το 864 καταπατώντας την τριακονταετή ειρήνη του Ομουρτάγκ με το Βυζάντιο, που εν τω μεταξύ είχε παραταθεί σιωπηρά, επιτέθηκε κατά των βυζαντινών κτήσεων της Μακεδονίας και της Άνω Αλβανίας, ενώ κατέλαβε και την οχυρή πόλη Λυχνίτιδα, την κατοπινή Αχρίδα ή Οχρίδα. Εντούτοις, επειδή φοβόταν την οργή των Βυζαντινών, που έκαναν επίδειξη ισχύος κατά μήκος της βυζαντινοβουλγαρικής μεθορίου, έστειλε πρεσβεία στον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (842-867), τον γιο του Θεόφιλου και της Θεοδώρας, από τον οποίο ζήτησε να γίνει ανάδοχός του και να τον βαπτίσει χριστιανό.

Η συμβολή του Μεθόδιου και του Κύριλλου ήταν κεφαλαιώδους σημασίας. Αρχικά δημιούργησαν το λεγόμενο κυριλλικό αλφάβητο[1] και την κυριλλική γραφή, και στη συνέχεια μετέφρασαν στη σλαβονική γλώσσα την Αγία Γραφή και άλλα λειτουργικά βιβλία. Το έργο τους είχε τεράστια επίδραση στον πολιτισμό των Σλάβων. Η ενέργεια αυτή του Ροστισλάβου και η συμμαχία του με τους Βυζαντινούς είχε ως άμεσο στόχο την αντίστοιχη φραγκοβουλγαρική συμμαχία μεταξύ του Βόρη Α΄ και του ηγεμόνα των Ανατολικών Φράγκων Λουδοβίκου Β΄ του Γερμανικού (Lugwig der Deutsche, 804-876), που στρεφόταν εναντίον των Μοραβών.

Μετά από τις ενέργειες αυτές των Μοραβών και των Βυζαντινών, ο Βόρης Α΄ θορυβήθηκε, φοβήθηκε πολύ για τον θρόνο του και γι’ αυτό τον λόγο έσπευσε να υποβάλλει το αίτημα για τη βάπτισή του στον Βυζαντινό αυτοκράτορα. Ο Μιχαήλ Γ΄ το δέχτηκε και –ως ανάδοχός του– τού έδωσε και το όνομά του (864). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο πρώτος εκχριστιανισθείς ηγεμόνας των Βουλγάρων, ήταν ο Βόρης Α΄, που έλαβε το χριστιανικό όνομα Μιχαήλ. Τη βάπτιση του Βόρη/Μιχαήλ ακολούθησε η «υποχρεωτική» βάπτιση όλης της βουλγαρικής αριστοκρατίας, αφού 52 ισχυροί βογιάροι που αντέδρασαν αποκεφαλίστηκαν… Δηλαδή, το παράδειγμα του βασιλιά τους ακολούθησαν οι Βούλγαροι, άλλοι με τη θέλησή τους και άλλοι με εξαναγκασμό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκε ο Χριστιανισμός ως επίσημη θρησκεία στη Βουλγαρία. Η Βουλγαρική Εκκλησία είχε την αμέριστη συμπαράσταση του Οικουμενικού πατριάρχη Φωτίου, ο οποίος έβλεπε, σε όλες αυτές τις ενέργειες, επέκταση της επιρροής του Βυζαντίου στις σλαβικές χώρες. Πράγματι, το 865, με πρώτο Αρχιεπίσκοπο τον Ιωσήφ, ιδρύθηκε η χριστιανική Εκκλησία της Βουλγαρίας, που τέθηκε υπό την άμεση εποπτεία και επιρροή του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης.

Έως την αρχή της δυναστείας των Μακεδόνων, που δημιουργήθηκε αμέσως μετά τη δολοφονία του Μιχαήλ Γ΄ (867), από τον Βασίλειο Α΄ τον Μακεδόνα (867-886), το Βυζάντιο βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση, καθώς είχε να αντιμετωπίσει πολλούς εξωτερικούς εχθρούς. Αρχικά τους Πέρσες και ύστερα τους Άραβες, τους Βούλγαρους, τους Ρως και τους Σαρακηνούς πειρατές. Παρ’ όλα αυτά η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν πολύ δυνατή και μπορούσε να τους αντιμετωπίσει όλους… Στη Δύση ο πάπας συμμάχησε με τους Φράγκους, ενώ στο εσωτερικό της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, είχε ξεσπάσει η Εικονομαχία, αυτή η έντονη θρησκευτική διαμάχη που δίχασε το Βυζάντιο.

Η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήλπιζε ότι με τον εκχριστιανισμό των Βουλγάρων και στη συνέχεια των άλλων Σλάβων, και ιδιαιτέρως των Σέρβων, θα είχε στα βόρεια σύνορά της χριστιανούς ηγεμόνες, οι οποίοι θα βρίσκονταν είτε υπό την εξουσία της είτε υπό την άμεση επιρροή της ως υποτελείς της. Γι’ αυτό τον λόγο την ίδια περίοδο, δηλαδή κατά τον ένατο αιώνα, έγινε μια προσπάθεια από το Βυζάντιο για τον εκχριστιανισμό των Σέρβων. Η προσπάθεια αυτή ολοκληρώθηκε κατά την περίοδο της βασιλείας του αυτοκράτορος Βασιλείου Α΄ του Μακεδόνος (867-886), του ιδρυτή της Μακεδονικής δυναστείας. Οι ενέργειες αυτές βοήθησαν τους Σέρβους να αναπτύξουν καλύτερες σχέσεις με το Βυζάντιο, να οργανώνονται σιγά σιγά –σύμφωνα με τα πρότυπα της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας– και να επιζητούν την εθνική και κρατική τους οντότητα, την οποία τελικά θα επιτύχουν, όπως θα δούμε στη συνέχεια, κατά τον 11ο και 12ο αιώνα.

Ο εκχριστιανισμός των Σέρβων

Κατά την περίοδο των εικονομαχικών ερίδων που κατατάραξαν τη χριστιανική ηρεμία στο Βυζάντιο (727-843) πολλοί εικονόφιλοι μοναχοί είχαν καταφύγει στις περιοχές των Σέρβων. Εκεί λειτούργησαν ως κήρυκες του Ευαγγελίου τόσο με τη λιτή και ασκητική τους ζωή όσο και με το ένθερμο κήρυγμά τους.

Μετά την ιεραποστολή των Θεσσαλονικέων αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Μοραβία (862-863) και τη μεγάλη ιεραποστολή στη Βουλγαρία (864), με εμπνευστή τον πατριάρχη Φώτιο, οργανώθηκε και η ιεραποστολή στους Σέρβους, όταν βασίλευε στη Ράσκα ο Μούτιμιρ (850-891). Η ιεραποστολή αυτή ολοκληρώθηκε, σε ευρεία κλίμακα, κατά την περίοδο του Βασιλείου Α΄ του Μακεδόνος (867-886), όπως μαρτυρείται από τον εγγονό του, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ΄ τον Πορφυρογέννητο (P.G. 109, 226 κ. εξ., 113, 252 κ.εξ.). Πραγματικά, στο Περί Θεμάτων (De Administrando Imperio) βιβλίο του, αναφέρει για τους Σέρβους τα εξής:

Σέρβλοι δε τη των Ρωμαίων διαλέκτω δούλοι προσαγορεύονται όθεν και σέρβουλα η κοινή συνήθεια τα δουλικώς φησίν υποδήματα και τζερβουλιακούς τους τα ευτελή και πενιχρά υποδήματα φορούντας. Ταυτήν δε την επωνυμίαν έσχον οι Σέρβλοι δια το δούλοι γένεσθαι του βασιλέως των Ρωμαίων (3.14, 32-153)[2].

Ο Ν. Μοσχόπουλος στο σχετικό λήμμα στο Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ήλιος (1957), όσον αφορά τα σχόλια του Κωνσταντίνου Ζ΄ του Πορφυρογέννητου, γράφει κατά λέξη τα εξής:

Βλέπουμε ότι ο Κωνσταντίνος Ζ΄ ο Πορφυρογέννητος δίδει μίαν ετυμολογίαν του εθνικού ονόματος «Σέρβος», την οποίαν αν δεν δεχθώμεν απολύτως δεν δυνάμεθα να μη προσεγγίσωμεν προς την λατινικήν λέξιν servus (δούλος) και προς την γαλλική serf, ήτοι δουλοπάροικος, και να μη αναφέρωμεν ότι και οι Τούρκοι ιστορικοί αρχικώς Σιρφ ωνόμασαν τους Σέρβους, κατόπιν δε Σιρπ. Επίσης δεν δυνάμεθα να μην παρατηρήσωμεν ότι και το εθνικόν «Σλαύος» (και κατά τους Βυζαντινούς «Σκλαβηνός»), έχει πολύ μεγάλην ομοιότητα προς το «σκλάβος», esclave γαλλιστί, ιταλιστί schiavo και αγγλιστί slave, τα οποία όλα σημαίνουν δούλος (τόμος 14ος, σελ. 573).

Τελικά, οι Σέρβοι, μετά από αλλεπάλληλες ιεραποστολές, πάντα υπό την αιγίδα του Βυζαντινού αυτοκράτορα και του πατριάρχη, εκχριστιανίστηκαν και εντάχτηκαν στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως.

Μετά τον εκχριστιανισμό τους, ο εκκλησιαστικός βίος των Σέρβων οργανώθηκε με άξονα τις περιοχές της Ράσκας και της Ζέτας, που διατήρησαν τους δεσμούς τους με το Βυζάντιο προκειμένου να εξουδετερώσουν την επεκτατική πολιτική του βουλγαρικού κράτους κατά τον 10ο αιώνα. Για διάφορους λόγους όμως καθυστέρησε για αρκετό καιρό η ανάπτυξη κέντρων πολιτισμού στους Σέρβους. Αυτό ίσως να οφειλόταν στη δομή των κοινωνιών τους, ή πιθανότατα στην τότε ένδεια του λαού, που ενδιαφερόταν να επιζήσει και δεν είχε ούτε τα μέσα ούτε τις δυνατότητες να αναπτύξει πολιτισμό και τέχνες τη συγκεκριμένη περίοδο.

[1] Ουσιαστικά, προσάρμοσαν το ελληνικό κεφαλαιογράμματο αλφάβητο στις φωνητικές απαιτήσεις της σλαβικής γλώσσας. Η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη τους στις 11 Μαΐου: Κυρίλλου και Μεθοδίου Ισαποστόλων.
[2] Αυτό ήταν λογικό: Ο Κωνσταντίνος ήταν αυτοκράτορας, πορφυρογέννητος, μορφωμένος και εκλεπτυσμένος, ηγέτης της ισχυρότερης αυτοκρατορίας της εποχής του. Πώς αλλιώς θα έβλεπε τις νομαδικές φυλές, άξεστων και αμόρφωτων γεωργοκτηνοτρόφων, που είχαν εγκατασταθεί στα βόρεια σύνορα της αυτοκρατορίας του;


Παρατήρηση: Το παρόν κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το νεοεκδοθέν βιβλίο του Αν. Καθηγητή του Παν/μίου Αθηνών, Στράτου Θεοδοσίου, «ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΣΛΑΒΟΙ – H ιστορική πορεία των βαλκανικών κρατών από την κάθοδο των σερβικών φύλων στα Βαλκάνια έως την άλωση της Κωνσταντινούπολης»

 

ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

, ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *