«Πεθαίνω, φέρτε γιατρό. Ζήτω η Ένωσις»: Τα τελευταία λόγια του Πετράκη Γιάλλουρου και η δίκη για την εν ψυχρώ δολοφονία του

Της Ιλιάνας Κουλαφέτη

Ήταν 7 Φεβρουαρίου 1956, όταν μία βρετανική σφαίρα σκότωσε τον 17χρονο Πετράκη Γιάλλουρο από το Ριζοκάρπασο. Ο ξανθός άγγελος της Αμμοχώστου, έφηβος ακόμη, έπεφτε νεκρός στο μεγάλο συλλαλητήριο που διοργάνωσαν οι μαθητές της περιοχής, ενάντια στη βρετανική κυριαρχία και υπέρ της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Τα όνειρά του να σπουδάσει πλοίαρχος, πέθαιναν μαζί του εκείνο το πρωινό.

Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1938, από τον Ζαχαρία και την Αννεζού Γιάλλουρου στο Ριζοκάρπασο. Ήταν το τελευταίο παιδί της οικογένειας Γιάλλουρου και ο πρώτος νεκρός μαθητής του αγώνα της ΕΟΚΑ.

Τα τελευταία χρόνια, ο πατέρας κι η μητέρα του είχαν εγκατασταθεί στο Λονδίνο. Του γράφανε συχνά. «Περιμένουμε την ώρα που θα τελειώσεις το σχολείο σου στην Κύπρο και θα έρθεις να μείνεις μαζί μας, να σπουδάσεις ό,τι θέλεις». Απαντούσε στερεότυπα στα γράμματα της μάνας του. «Θέλω να γίνω πλοίαρχος. Σαν τελειώσω το σχολείο και λευτερωθεί το νησί θα ‘ρθω να σας βρω». Κάποτε τους έστειλε μια φωτογραφία του. Ήταν ντυμένος εύζωνας και κρατούσε τη σημαία του σχολείου του. Είδε τη φωτογραφία ένας θείος του που εργαζόταν σε ένα εφοπλιστικό γραφείο και μήνυσε στους γονείς του: «Τον λεβέντη σας να μου τον φυλάτε και θα τον κάμω εγώ πλοίαρχο.

Ο Πετράκης και η θάλασσα

Ήταν ένας από τους άριστους μαθητές του σχολείου, αλλά και το παιδί εκείνο που αγαπούσαν όλοι, καθηγητές και συμμαθητές. Μία από τις αγαπημένες του ασχολίες ήταν να κατεβαίνει με τους φίλους του στη θάλασσα και να βουτάει με τις ώρες. Εξάλλου, ήθελε να περάσει τη ζωή του ολόκληρη στη θάλασσα ως πλοίαρχος.

Ο Πέτρος Γιάλλουρος στη μέση, μαζί με φίλους και συμμαθητές, στην αγαπημένη του θάλασσα

Ο Ερμής της ΕΟΚΑ

Από την αρχή του αγώνα, ο νεαρός είχε ενταχθεί στις τάξεις της ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ) και είχε αναλάβει ηγετικό ρόλο φροντίζοντας να συντονίζει τους μαθητές του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου.

Ο Πετράκης με τις μαθητικές ομάδες, διένειμαν φυλλάδια, έκρυβαν οπλισμό και διοργάνωναν μαχητικές διαδηλώσεις.

Το «ξανθό αγόρι της Καρπασίας με τα σπινθηροβόλα γαλάζια μάτια» λάτρευε την Ελλάδα κι αυτό φαινόταν μέσω από τις επιστολές του προς τους γονείς του.

Σε μία από τις επιστολές προς τον πατέρα του αναφέρει: «Δεν συμφωνώ αγαπητέ μου πατέρα στο ότι ένας άνθρωπος πρέπει πρώτα να κοιτάξει για τον εαυτό του και ύστερα για την πατρίδα του. Τότε αυτός, καταντά άκρως εγωιστής, τομαριστής και μπορώ να πω αναίσθητος. Διότι όταν δεν κυριαρχεί μέσα του το αίσθημα της φιλοπατρίας, το ευγενέστερο των αισθημάτων, δεν είναι δυνατό να κυριαρχεί κανένα άλλο ευγενές αίσθημα… Εξ άλλου, αγαπητέ μου πατέρα, η ορμή του ανθρώπου προς την ύλη, δηλαδή τον πλούτο και την καλοπέραση και η ικανοποίηση τούτη, δεν προσφέρει την πραγματική ευτυχία του ανθρώπου. Την απόλυτη ευτυχία προσφέρει στους ανθρώπους και ιδίως όταν είναι Έλληνες, η ορμή προς τα ανώτερα ιδανικά την αγάπη προς την Πατρίδα και τον πόθο ακόμη και να θυσιαστεί για την ελευθερία της που είναι και δική του ατομική ελευθερία και αξιοπρέπεια»

Κατά τη διάρκεια του αγώνα ο Πετράκης ήταν υπεύθυνος των μαθητικών ομάδων του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου στον αγώνα της ΕΟΚΑ. Καθήκοντά του ήταν η οργάνωση των μαθητών του σχολείου του, η γραφή και διδασκαλία τραγουδιών αγωνιστικού περιεχομένου, η διανομή φυλλαδίων, η απόκρυψη και διακίνηση οπλισμού, η μεταφορά της αλληλογραφίας και η οργάνωση μαχητικών μαθητικών διαδηλώσεων. Για τις δραστηριότητές του αυτές είχε επισημανθεί από τους κατακτητές, οι οποίοι και τον κυνηγούσαν.

Η κοπέλα των ονείρων του

Εκτός όμως από τον έρωτά του για την Ελλάδα, ο Πετράκης Γιάλλουρος έτρεφε ερωτικά συναισθήματα και για μια νέα. Ήταν η Σούλα Κονσολάκη, η 17χρονη Ελληνίδα από την Αλεξάνδρεια, που έτυχε να γνωρίσει όταν επισκέφθηκε την Ελλάδα με το σχολείο. Αν και ποτέ δεν μίλησαν για τον έρωτά τους ανοιχτά, οι σημειώσεις και τα γράμματα που αντάλλαζαν, έλεγαν τα πάντα. Για τη Σούλα ο Πέτρος ήταν «ένα σπάνιο παιδί από απόψεως χαρακτήρος, τρόπου και καρδιάς», ενώ η ίδια ήταν «μια μικρούλα μαθήτρια που προσπαθούσε να νικήσει τη λύπη και κατώρθωνεν σχεδόν πάντα να γελά». Για τον Πέτρο η Σούλα ήταν «μια μικρούλα που είχε τη δύναμη να νικά τη λύπη».

Στο τέλος της εκδρομής οι δύο νέοι αποχωρίστηκαν. Όταν αποχαιρετίστηκαν τα μάτια τους γέμισαν δάκρυα. Η Σούλα στο πλοίο ταξιδεύοντας πίσω στην Αλεξάνδρεια με καλό καιρό, κοιτάζοντας το φεγγάρι θυμήθηκε «το Αμαρούσι και κάποιο ξανθό παλληκάρι που ήξερε και διάβαζε το φεγγάρι».

Επιστρέφοντας ο καθένας στον τόπο του, ήταν αδύνατο να ξεχάσουν ο ένας τον άλλο. Ο Πέτρος Γιάλλουρος της εξομολογείται

«Σούλα, σου υποσχέθηκα σ’ αυτό το γράμμα μου να σου αποκαλύψω τη δεύτερη πηγή του μεγάλου πόνου που σαν βάρος υπέρογκο πλακώνει την καρδιά μου και είσαι ο μόνος άνθρωπος που θα τη μάθει: Βρίσκομαι μακριά από τη μόνη κοπέλα που αγάπησα στη ζωή μου. Πρέπει να καταλαβαίνεις ποια αγάπη είναι αυτή. Όταν είμαστε στην Αθήνα…ήθελα να σου πω και με λόγια εκείνο που σου είπαν τόσες φορές επίσημα τα μάτια μου, ήθελα να σου πω εκείνο που ψιθυριζόταν συνεχώς μέσα στην καρδιά μου “Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ με όλη τη δύναμη της ψυχής μου”. […] Η αγάπη μου για σένα κατέχει την πιο επίσημη θέση και είναι γραμμένη με χρυσά άσβυστα γράμματα στην ιστορία της ζωής μου».

Ο πρώτος νεκρός μαθητής του αγώνα

Στις 6 Φεβρουαρίου η κυβέρνηση Χάρτινγκ διέταξε το κλείσιμο του Γυμνασίου Αμμοχώστου και των υπόλοιπων σχολείων της Κύπρου. Ήθελε με αυτόν τον τρόπο να παύσει την αντίσταση των μαθητών, που δυναμικά έβγαινε στον αγώνα κατά της αποικιοκρατίας και υπέρ της απελευθέρωσης και ένωσης.

Βέβαια, η αντίδραση των μαθητών ήταν άμεση. Διοργανώθηκε μεγαλειώδης πορεία και διαδήλωση ενάντια στους Βρετανούς. Οι μαθητές του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου μαζί με το Εμπορικό Λύκειο έστησαν οδοφράγματά τους στην οδό Ερμού και ξεκίνησαν πετροπόλεμο.

Ωστόσο, οι Βρετανοί αποικιοκράτες, που δεν ξεχώριζαν παιδιά από ενήλικες, απάντησαν με αληθινά πυρά. Μια σφαίρα βρήκε τον Πετράκη. Μία φωνή ακούστηκε «Ο Γιάλλουρος, ο Πετράκης. Φέρτε ένα αυτοκίνητο, ένα αυτοκίνητο να τον πάμε στο νοσοκομείο». Ο νεαρός σημαιοφόρος πρόλαβε να πει στους συμμαθητές του

«Πεθαίνω… φέρτε ένα γιατρό…. Ζήτω…. Ζήτω η Ένωσις».

Την επόμενη ημέρα, ο εφημερίδα Φιλελεύθερος σημείωνε:

«Ο άριστος των μαθητών της Αμμοχώστου επυροβολήθη χθες και εφονεύθη υπό δυνάμεων ασφαλείας κατά την διάρκεια διαδηλώσεων. Η σφαίρα διέτρησε τον πνεύμονά του. Προτού εκπνεύσει ανεφώνησε: “ΖΗΤΩ Η ΕΝΩΣΙΣ”. Όλα τα καταστήματα Βαρωσίων έκλεισαν εις ένδειξιν πένθους. Λιμενεργάται ηρνήθησαν να εκφορτώσουν στρατιωτικόν υλικόν. Η κηδεία του φονευθέντος μαθητού εγένετο αυθημερόν εις Ριζοκάρπασον».

Το μόνο πρόσωπο που ζούσε μαζί του στην Κύπρο ήταν η αδελφή του Μαρία. Μόλις τη συνάντησαν της ανακοίνωσαν, πως μια σφαίρα τρύπησε τα πνευμόνια και βρήκε την καρδιά του Πετράκη. Οι Βρετανοί δεν της επέτρεψαν να δει το άψυχο σώμα του αδελφού της, αφού κατόπιν ρητής διαταγής η σορός μεταφέρθηκε με βρετανικό αστυνομικό αυτοκίνητο στο Ριζοκάρπασο.

Η ρητή διαταγή του Χάρτινγκ ήταν ότι οι κηδείες των αγωνιστών της ΕΟΚΑ έπρεπε να γίνονται αμέσως. Έτσι δεν περίμεναν καν τους γονείς του που βρίσκονταν στην Αγγλία εκείνη την εποχή.

Δυο χιλιάδες άτομα μαζεύτηκαν εκείνο το βράδυ για να αποχαιρετήσουν τον ξανθό άγγελο της Καρπασίας. Η κηδεία έγινε υπό το φως των δεκάδων κεριών και την καταρρακτώδη βροχή. Κανείς ωστόσο, δεν κουνήθηκε από τη θέση του.

Image result for πετρακης γιαλλουρος κηδεια

«Ο νεκρός έπρεπε να ταφεί την ίδια ημέρα […] Και ο Πετράκης θάφτηκε στη γενέτειρά του με το αμυδρό φως των φαναριών, με τη συνοδεία της λαοθάλασσας, που έψαλλε, έκλαιγε και άπλωνε τη βροντερή κραυγή του αγώνα στο έρεβος της σκλαβιάς που σκέπαζε το Ριζοκάρπασο»

«Ο Πετράκης δολοφονήθηκε εν ψυχρώ»

Τις επόμενες μέρες τοποθετήθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’ ο οποίος δήλωσε:

«Αξιούμεν παρά της κυβερνήσεως την άμεσον διενέργειαν ανακρίσεων και εις περίπτωσιν καθ’ ην τα γεγονότα ήθελον αποδειχθή ως οι αυτόπται μάρτυρές μας τα εξέθεσαν την παραδειγματική τιμωρίαν του δράστου».

Στο μεταξύ κύμα αντιδράσεων είχε κατακλύσει το Κυβερνείο και η διαδικασία των ανακρίσεων δεν άργησε να ξεκινήσει. Στις 17 Φεβρουαρίου, στο Βαρώσι, μπροστά σε έναν Άγγλο δικαστή, λάμβανε χώρα η δίκη για τη δολοφονία του Πετράκη Γιάλλουρου.

Ο στρατιωτικός λοχίας που πυροβόλησε τον Γιάλλουρο κατέθεσε:

«Περιπολούσα μαζί με άλλους στρατιώτες. Ήμουνα οπλισμένος και καθόμουν στο μπροστινό κάθισμα του αυτοκινήτου. Όταν μπήκαμε στην οδό Ερμού αντιμετωπίσαμε ένα πλήθος που φώναζε και μας λιθοβολούσε. Προχωρήσαμε. Ξάφνου μια μπόμπα έσκασε δίπλα μας. Ένας από μας μου έδειξε κάποιον νεαρό που στεκόταν μπροστά σε ένα αυτοκίνητο και φαινόταν κάτι να κρατά. Δεν είδα αν ήταν πέτρα ή χειροβομβίδα. Τον σημάδεψα με το στεν μου και πυροβόλησα. Οι οδηγίες μου ήταν να μην πυροβολώ στον αέρα».

Εκείνη τη στιγμή, ένας από τους δικηγόρους των συγγενών του Πετράκη πετάχτηκε και αναφώνησε

«Ο νέος που πυροβόλησες στεκόταν μονάχος κοντά στη νησίδα της τροχαίας».

Παρόλα αυτά, το Δικαστήριο απεφάνθη πως

«Ο Πέτρος Γιάλλουρος επυροβολήθη και εφονεύθη υπό στρατιωτικού λοχίου, εκτελούντος το καθήκον του».

Η μητέρα του Πετράκη Γιάλλουρου, μαυροφορεμένη

Το μνημείο που αγνοείται

Στην πλατεία του χωριού Ριζοκαρπάσου απέναντι από τον ναό του Αγίου Συνεσίου, είχαν στηθεί δύο αγάλματα. Ήταν του Παναγιώτη Κασπή και του Πετράκη Γιάλλουρου. Μετά την τουρκική εισβολή οι τουρκικές «αρχές» απομάκρυναν τα δύο μνημεία και στη θέση τους στήθηκε μνημείο του Κεμάλ Ατατούρκ. Το μνημείο του Κασπή μεταφέρθηκε. Το μνημείο του Γιάλλουρου αγνοείται.

Πληροφορίες και αποσπάσματα από το βιβλίο «Η ζωή και ο θάνατος του Πέτρου Γιάλλουρου», του Δημήτρη Λεβέντη και το περιοδικό εποχής «Τάιμς οφ Σάιπρους»

, ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *