του Μιχάλη Αριδά,
Το ότι σήμερα είμαστε κοινωνία μόνον κατ΄ ευφημισμό, είναι κάτι, που δεν μπορείς να αντικρούσεις εύκολα. Το ότι είμαστε ένα σύνολο ατόμων, που το καθένα κοιτάει πως θα βγάλει την εβδομάδα ή το μήνα και η τύχη η δική του και των παιδιών του καθορίζεται από ανθρώπους που δεν έχουν άλλη έννοια από το πως να ξεπουλήσουν την Ελλάδα, είναι επίσης κάτι, που δεν μπορείς να αντικρούσεις εύκολα.
Αυτά σημαίνουν ότι τελειώσαμε; Θα είμαστε έτσι εσαεί; Θα περιμένουμε το αναπόφευκτο τέλος της Ελλάδας και του Ελληνισμού;
Ο υπέροχος τρόπος αντίληψης των πραγμάτων και οργάνωσης την κοινωνίας, που γεννήθηκε σε αυτόν εδώ τον τόπο πριν 2.500 χρόνια και παρότι χτυπήθηκε αλύπητα από τους “φίλους” μας τους βαυαρούς, υπήρχε μέχρι πρόσφατα, θα οδηγηθεί σύντομα στο οριστικό του τέλος;
Αν βλέπεις τηλεόραση, αν μείνεις επιφανειακά στα αποτελέσματα των εκλογών, αν παρασυρθείς από τη φαινομενική απάθεια των Ελλήνων, απέναντι στα απίθανα που συμβαίνουν στη χώρα μας, ναι, είναι επόμενο να πιστέψεις ότι έρχεται το τέλος. Ότι δεν υπάρχει ελπίδα.
Είναι, όμως, πραγματικά έτσι; Δεν υπάρχει και κάτι θετικό στην όλη μαύρη κατάσταση;
Ναι, υπάρχει. Υπάρχουν σημάδια, που δείχνουν περίτρανα, ότι αυτό που λέμε Ελλάδα δεν έχει ακόμα πεθάνει μέσα μας. Ούτε καν, στα νέα παιδιά, τα οποία αποτελούν πολύ πιο εύκολο στόχο…
Παίρνω αφορμή για να γράψω όλα αυτά, από ένα περιστατικό που έγινε πρόσφατα μπροστά μου.
Καθώς έβγαινα από το μετρό, έβγαινε μπροστά μου και ένας νεαρός, το πολύ 22-23 ετών. Ξαφνικά, σταμάτησε έναν άλλο νεαρό, ο οποίος ερχόταν να μπει στο μετρό.
Του δίνει το εισιτήριό του και του λέει ότι έχει ακόμα 50 λεπτά. Ο άλλος νεαρός, χωρίς να ξαφνιαστεί για την ενέργεια αυτή, θεωρώντας την φυσιολογική, τον ευχαρίστησε, πήρε το εισιτήριο και συνέχισε το δρόμο του.
Φάνηκε ότι δεν γνωριζόντουσαν. Απλά, ένας νεαρός, έδωσε το εισιτήριό του σε έναν άλλον.
Σταμάτησα τον πρώτο και αφού του ζήτησα να μη με παρεξηγήσει, τον ρώτησα γιατί το έκανε. Η απάντησή του ήταν αφοπλιστική: γιατί αύριο θα χρειαστώ εγώ ένα εισιτήριο και κάποιος άλλος θα μου το δώσει.
Μετέφερα το σκηνικό σε όποια παρέα βρέθηκα και έμαθα ότι είναι κάτι που γίνεται συχνά!
Σιγά τη σκηνή, θα μου πείτε. Κι όμως, με γέμισε σκέψεις και πολλά θετικά συναισθήματα. Με γέμισε αισιοδοξία και κουράγιο. Και εξηγούμαι.
Σκέψη 1η: αν ήταν εκεί και ο υπουργός μεταφορών, μαύρο φίδι που τους έφαγε τους νεαρούς. Το τι θα άκουγαν από το στόμα του εργατικότατου αυτού ανθρώπου, με την τεράστια σταδιοδρομία και προσφορά στην Ελληνική κοινωνία, δεν λέγεται!
Σκέψη 2η: αν ήταν εκεί κάποιοι δικοί μας φιλοευρωπαίοι, που νομίζουν οι κακόμοιροι ότι είναι ευρωπαίοι, τι θα τραβούσαν αυτά τα παιδιά; Θα τους έβγαζαν παράνομους κι ανήθικους και δε συμμαζεύεται. “Εγώ γιατί πληρώνωωωω;” κι άλλα τέτοια…
Σκέψη 3η: υπάρχει ποτέ περίπτωση να γίνει μια παρόμοια σκηνή στη Γερμανία ή στις ΗΠΑ και γενικότερα στους τόπους του δυτικού πολιτισμού; Ούτε για πλάκα. Ο δεύτερος νεαρός θα φώναζε αστυνομία, για να καταδώσει τον πρώτο, επειδή παρέβηκε το νόμο!
Σκέψη 4η: γιατί διαδραματίστηκε κάτι τέτοιο στην Ελλάδα; Μα είναι απλή η απάντηση: γιατί εδώ υπάρχει ακόμα Ελλάδα!
Με τις δύο πρώτες σκέψεις και τους πρωταγωνιστές τους, δεν θα ασχοληθώ άλλο. Γιατί απαξιώ.
Οι δύο τελευταίες είναι όλα τα λεφτά.
Γιατί δεν γίνονται αυτά στη δύση και γίνονται στην Ελλάδα;
Γιατί στη δύση υπερτερεί ο νόμος. Στην Ελλάδα, εδώ και 2.500 χρόνια, υπερτερεί το δίκαιο. Στη δύση, υποταγμένα στρατιωτάκια, χωρίς δική τους κρίση και θέληση, χωρίς καμία αμφισβήτηση, απλώς υπακούουν στο νόμο που έφτιαξαν άλλοι.
Στην Ελλάδα, υπάρχει ο νόμος και φυσικά εφαρμόζεται, αλλά αν ο νόμος καταπατάει το δίκαιο, καθίσταται άχρηστος και τυρρανικός και παίρνει την άγουσα.
Στην δύση, πρώτα είναι ο νόμος, αλλά στην Ελλάδα πρώτα είναι η κοινωνία. Το είπε η Θάτσερ ξεκάθαρα: “Αυτό που λέμε κοινωνία, δεν υπάρχει. Υπάρχει ένα σύνολο από άνδρες και γυναίκες … και η ποιότητα της ζωής μας εξαρτάται από το πόσο ο καθένας μας είναι διατεθιμένος να αναλάβει τις ευθύνες του”. Υποχρεώσεις, ευθύνες, υπακοή και ξερό ψωμί…
Στην Ελλάδα είναι αλλιώς, τα είπε ο Περικλής στον Επιτάφιο: “Σεβόμαστε τους άρχοντες, πειθαρχούμε στους νόμους και, μάλιστα, σε όσους έχουν γίνει για να προστατεύουν τους αδυνάτους και όσους που, αν και άγραφοι, είναι ντροπὴ να τους παραβαίνει κανείς”. Εμείς πειθαρχούμε και στους άγραφους νόμους, που είναι ντροπή να παραβαίνει κανείς!
Οι πιτσιρικάδες (και όχι αυτοί μόνο…) αλλάζουν τα εισιτήρια, παραγνωρίζοντας το νόμο, γιατί δίκαιο είναι η αλληλεγγύη. Η αλληλεγγύη είναι άγραφος νόμος και δεν θέλουν τη ντροπή της παράβασής του. Δεν ξέρουν τι είπε ο Περικλής, αλλά υπάρχει στα κύτταρά τους!
Δεν το κάνουν από μαγκιά ή γιατί είναι εγκληματίες. Το κάνουν γιατί βλέπουν ότι μέσα στην κόλαση των ξενόφερτων και επιβαλλόμενων μνημονίων, δεν υπάρχει άλλος τρόπος.
Δεν έχουν αποδεχθεί πλήρως μέσα στην ψυχή τους τον δυτικό τρόπο αντίληψης. Ακόμα υπάρχει και ενίοτε πραγματώνεται ο δικός μας τρόπος, ο διαχρονικός Ελληνικός. Να γιατί υπάρχει αχτίδα αισιοδοξίας! Αυτή η αχτίδα έχει χιλιαπλάσια αξία, από όση έχουν τα κόμματα με τα πολιτικά προγράμματα και τα προτάγματα και τους φωστήρες αρχηγάρες και δεν συμμαζεύεται.
Σίγουρα, αυτό δεν φαίνεται στις εκλογές ή σε κινητοποιήσεις. Καλά κάνει και δεν φαίνεται. Οι περισσότεροι έχουν αντιληφθεί, ότι με αυτά τα μέσα δεν πρόκειται να επιτύχουμε τίποτα και ποτέ. Μόνο κανά διορισμό…
Αυτό που κυριαρχεί, είναι αυτό που γράφεται στην πρώτη παράγραφο του κειμένου. Σήμερα, κυριαρχεί στην Ελλάδα η ατομικότητα. Σήμερα, νικούν οι άλλοι και εμείς χάνουμε.
Περιστατικά σαν αυτό που περιέγραψα, όπως και τα χιλιάδες άλλα, που λαμβάνουν μέρος καθημερινά, φωνάζουν δυνατά, ότι το σκορ μπορεί να ανατραπεί. Ότι χάσαμε τη μάχη, αλλά δεν χάσαμε τον πόλεμο. Έχει ψωμί ακόμα…