Μάχη της Πίνδου, ο επικός αγώνας εναντίον της επίλεκτης Μεραρχίας Αλπινιστών Τζούλια

του Βασίλη Σαϊσανά,

8 Νοεμβρίου 1940 Ο Ελληνικός Στρατός ολοκληρώνει μία από τις σπουδαιότερες και ενδοξότερες νίκες κατά την διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου στον τομέα της Πίνδου συντρίβοντας την πανίσχυρη επίλεκτη Μεραρχία αλπινιστών Τζούλια εξασφαλίζοντας τον τομέα της Πίνδου και βάζοντας ισχυρά θεμέλια για την επερχόμενη μεγάλη αντεπίθεση των ελληνικών δυνάμεων.

Σύμφωνα με το ιταλικό σχέδιο επίθεσης η Μεραρχία Τζούλια με δύναμη 10.800 ανδρών θα επιχειρούσε ταχεία διείσδυση στον ασθενώς επιτηρούμενο τομέα της Πίνδου με κατεύθυνση δράσης το Μέτσοβο η κατάληψη του οποίου θα προκαλούσε την αποκοπή και διάσπαση των ελληνικών δυνάμεων της Ηπείρου από εκείνες της Δυτικής Μακεδονίας.

Η Μεραρχία Τζούλια ήταν η πλέον ικανή να αναλάβει την επιχείρηση καθώς ήταν επίλεκτη μονάδα του ιταλικού στρατού συγκροτημένη και εκπαιδευμένη ειδικά για διεξαγωγή ορεινού δύσβατου αγώνα. Η απόκρουση της επιθετικής διείσδυσης της μεραρχίας Τζούλια προς το Μέτσοβο ήταν ζωτικής σημασίας για την εξασφάλιση του ενιαίου αμυντικού μετώπου του ελληνικού στρατού.

Την ευθύνη της άμυνας στον τομέα της Πίνδου και κατ΄ επέκταση της απόκρουσης της Τζούλια είχε ο συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Δαβάκης επικεφαλής του Αποσπάσματος Πίνδου με δύναμη 2.000 ανδρών, έχοντας ως έδρα των επιχειρήσεων το Επταχώρι. Η αποστολή του Δαβάκη ήταν εξαιρετικά δύσκολη καθώς έπρεπε να καλύψει με τους 2000 άνδρες του αποσπάσματος ένα μέτωπο 35 χιλιομέτρων και μάλιστα να αμυνθεί απέναντι στις πολλαπλάσιες δυνάμεις μίας επίλεκτης Μεραρχίας.

Με την έναρξη των εχθροπραξιών οι αλπινιστές της Τζούλια άσκησαν μεγάλη πίεση και προωθήθηκαν σε όλη την εμπόλεμη ζώνη χωρίς να συναντήσουν ισχυρή αντίσταση καθώς οι λιγοστές δυνάμεις του Αποσπάσματος Πίνδου απωθήθηκαν υπό το βάρος της ισχυρής επίθεσης που δέχτηκαν και υποχρεώθηκαν να συμπτυχθούν πραγματοποιώντας τακτικό υποχωρητικό ελιγμό . Οι επιθέσεις και η σφοδρή πίεση των αλπινιστών συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση κατά τις επόμενες μέρες κάνοντας δυσχερέστατη την κατάσταση των ελληνικών δυνάμεων, που διεξήγαγαν πραγματικά έναν τιτάνιο αγώνα απέναντι σε υπέρτερες δυνάμεις.

Ο Δαβάκης ανέμενε ενισχύσεις προκειμένου να σταθεροποιήσει την κατάσταση. Η άμυνα στον τομέα της Πίνδου κινδύνευε με ολική κατάρρευση καθώς οι αλπινιστές είχαν προωθηθεί βαθιά στις ελληνικές αμυντικές γραμμές. Τις κρίσιμες εκείνες στιγμές έσπευσε στο Επταχώρι προς ενίσχυση του Δαβάκη ο διοικητής της 1ης Μεραρχίας Στρατηγός Βασίλειος Βραχνός αναλαμβάνοντας την διεύθυνση των επιχειρήσεων, ενώ στον απειλούμενο και βαριά πληττόμενο τομέα της Πίνδου κατευθύνονταν μονάδες του ελληνικού στρατού αλλά και όσες μονάδες επιστρατεύονταν προκειμένου να ενισχύσουν την άμυνα.

Με την άφιξη του Στρατηγού Βραχνού και των δυνάμεων της 1ης Μεραρχίας αμέσως σχεδιάστηκε και εκδηλώθηκε ελληνική αντεπίθεση. Την 1η Νοεμβρίου εκδηλώθηκε με περιορισμένες δυνάμεις ελληνική αντεπίθεση που σημείωσε επιτυχία, ανυψώνοντας το ηθικό των ελληνικών δυνάμεων.
Οι αλπινιστές παρά τις επιθετικές ενέργειες που άρχισαν να αναπτύσσουν οι Έλληνες, προωθήθηκαν καταλαμβάνοντας στις 2 Νοεμβρίου την Σαμαρίνα και στις 3 Νοεμβρίου την Βοβούσα φτάνοντας μία ανάσα από την κατάληψη του Μετσόβου που αποτελούσε τον αντικειμενικό επιχειρησιακό τους στόχο.

Οι Έλληνες όμως πλέον είχαν περάσει στην επίθεση και οι δυνάμεις της 1ης Μεραρχίας όπως προέβλεπε το επιθετικό σχέδιο του Βραχνού και του Δαβάκη κατέλαβαν το ύψωμα Ταμπούρι και το χωριό Φούρκα, αποκόπτοντας έτσι τα ιταλικά τμήματα που είχαν προωθηθεί νότια. Οι επιθέσεις των ελληνικών δυνάμεων συνεχίστηκαν με μεγαλύτερη ένταση και η επίλεκτη Μεραρχία Τζούλια άρχισε να υποχωρεί σε όλο το μήκος της γραμμής, ενώ μεγάλο τμήμα της κινδύνευε να περικυκλωθεί. Οι ελληνικές δυνάμεις με συνεχείς επιτυχημένες επιθέσεις τελικά περικύκλωσαν και απέκοψαν αυτές της Τζούλια και ανακατέλαβαν τη Βοβούσα στις 4 Νοεμβρίου.

Μέχρι την 7η Νοεμβρίου διεξήχθησαν σφοδρές μάχες στην περιοχή και οι αλπινιστές που είχαν αποκοπεί από τα μετόπισθεν τους, αντιμετώπιζαν πλέον το φάσμα της καταστροφής καθώς η πίεση που δέχονταν ήταν μεγάλη. Μεγάλη συμβολή στις μάχες κατά των αλπινιστών και στην απώθηση τους είχε η ελληνική ταξιαρχία ιππικού υπό τον Συνταγματάρχη Ιππικού Δημάρατο Σωκράτη, η Μεραρχία Ιππικού υπό τον Υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά και το απόσπασμα Αωού υπό τον Αντισυνταγματάρχη Μαρδοχαίο Φριζή οι οποίοι επέτειναν την πίεση και έσφιξαν τον κλοιό εναντίον των αντιπάλων. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν και η συμβολή των κατοίκων των χωριών της περιοχής, ανδρών και γυναικών, που υποστήριξαν συστηματικά το έργο του ελληνικού στρατού στην μεταφορά τροφίμων και πολεμοφοδίων προς την πρώτη γραμμή.

Τα πάντα είχαν κριθεί για την περίφημη αυτή Μεραρχία. Στις 8 Νοεμβρίου ο διοικητής της «Τζούλια», στρατηγός Μάριο Τζιρότι, διέταξε να υποχωρήσουν νότια του όρους Σμόλικα κατά μήκος της βόρειας όχθης του Αώου προς την Κόνιτσα. Οι Έλληνες πέτυχαν μία σπουδαία νίκη σηματοδοτώντας το τέλος της μάχης της Πίνδου και την αρχή της μεγάλης ελληνικής αντεπίθεσης.

, , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *