Θεόδωρος Α’ Λάσκαρης: το λιοντάρι της Νίκαιας! Μία βιογραφία.

Γράφει ο Ευγένιος Δαλιάνης

Ο Θεόδωρος Λάσκαρης ήταν υιός του Μανουήλ Λάσκαρη (γενάρχη της οικογένειας των Λασκαριδών) και της Ιωάννας Καράτζαινας. Οι πρώτες αναφορές στις πηγές για τον Θεόδωρο ξεκινούν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αλέξιου Γ’ Άγγελου (1196-1203). O Θεόδωρος πρέπει να ήταν ένας χαρισματικός νέος καθώς κατάφερε να κερδίσει τη προσοχή του «αγγελικού» αυτοκράτορα, που του έδωσε το χέρι της κόρης του Άννας Αγγελίνας Κομνηνής, μαζί με τον τιμητικό τίτλο του «Δεσπότη», παραχώρηση που κατέστησε τον Θεόδωρο σε ένα από τους μελλοντικούς υποψήφιους για τον αυτοκρατορικό θρόνο.

Ο Θεόδωρος καταγόταν από έναν ακριτικό οίκο χαμηλής αριστοκρατικής καταγωγής, που σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να συγκριθεί με τον οίκο πχ των Παλαιλόγων εκείνη την εποχή, οπότε αυτή η μεγάλη ανέλιξη μέσα στο Μεγάλο Παλάτι μοιάζει εντυπωσιακή και ήταν σίγουρα προσωπικό κατόρθωμα.

Ο ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης, στη πρώτη αναφορά του για τον Θεόδωρο, τον αποκαλεί ως «τολμηρό νέο και ένα άγριο πολεμιστή». Όταν η Τέταρτη Σταυροφορία εμφανίστηκε έξω από τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως, ο Θεόδωρος φάνηκε αντάξιος αυτών των χαρακτηρισμών και ξεχώρισε για τις πράξεις του κατά τη πολύμηνη σκληρή πολιορκία.

Στης 13 Απριλίου 1204, ενώ οι Σταυροφόροι είχαν εισβάλλει στα απομακρυσμένα προάστια της Κωνσταντινουπόλεως, μέσα στα τείχη της Αγίας Σοφίας, σε μία συγκέντρωση που έμοιαζε περισσότερο με συνωμοσία παρά με επίσημη εκλογή αυτοκράτορα, μία ομάδα από εξέχουσες Ρωμαϊκές προσωπικότητες ανακήρυξε τον αδελφό του Θεόδωρου, τον Κωνσταντίνο Λάσκαρη, ως Βασιλεύς των Ρωμαίων.

Τα δύο αδέλφια έμειναν μέσα στα χαοτικούς δρόμους της Κωνσταντινούπολης μέχρι το τέλος, παροτρύνοντας τους σοκαρισμένους κατοίκους να πολεμήσουν μέχρι τελικής πτώσεως, ενώ προσπάθησαν να πείσουν τη Βαράγγια Φρουρά να μείνει πιστή στη Ρωμαϊκή Πολιτεία και να συνεχίζει να μάχεται. Ήταν μονάχα λίγες στιγμές πριν τη πλήρη κατάληψη της Πόλης από τους Φράγκους/Βενετσιάνους που ο Θεόδωρος και ο Κωνσταντίνος αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη πρωτεύουσα και να περάσουν στη Μικρά Ασία με σκοπό να συνεχίσουν την ρωμέικη αντίσταση από την Ασιατική ακτή.

  1. «…ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΚΕ ΠΟΛΥ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΙΤΑΛΩΝ…»

Ο Θεόδωρος κατευθείαν προσπάθησε να οργανώσει την άμυνα των ανατολικών πόλεων κατά της επερχόμενης λατινικής εισβολής. Παρόλα αυτά το Αρχοντολόι και οι Δυνατοί της Δυτικής Μικράς Ασίας είδαν τον ερχομό του ταπεινής καταγωγής Θεόδωρου με καχυποψία και δεν ήταν καθόλου πρόθυμοι να τον ορίσουν ως αρχηγό τους στον επικείμενο πόλεμο κατά των Λατίνων.

Στο τέλος χάρη στην επιρροή της συζύγου του Άννα, που θεωρούταν πρώτης τάξεως γαλαζοαίματη, άνοιξαν τις πύλες τους στον Λάσκαρη, στη σύζυγο του και στις τρεις κόρες του. Η αποστολή που ανατέθηκε στο Θεόδωρο ήταν η διατήρηση της πολιτικής ανεξαρτησίας του Ρωμαϊκού κόσμου, ένας αγώνας που έμοιαζε μάταιος σύμφωνα με τους συγχρόνους του.

Η συμφωνία που είχαν υπογράψει οι Σταυροφόροι με τη Γαληνοτάτη Βενετία, η λεγόμενη “Partitio terrarum imperii Romaniae”, είχε ξεκάθαρους στόχους. Σύμφωνα με το κείμενο, η Μικρά Ασία άνηκε δικαιωματικά στη Λατινική Αυτοκρατορία της Ρωμανίας, ενώ οι ανατολικές πόλεις έμελλε να γίνουν φέουδα Γάλλων, Φλαμανδών και γενικά Δυτικών ιπποτών. Οποιαδήποτε τοπική αντίσταση ήταν παράνομη, ενώ έπρεπε σε πάση θυσία να εκμηδενιστεί μέχρι τη τελική ολοκλήρωση της συμφωνίας. Τα πρώτα σταυροφορικά στρατεύματα εμφανίστηκαν στη Νικομήδεια στα τέλη του 1204.

Ο Λάσκαρης ηττήθηκε σε διάφορες από αυτές τις πρώτες μάχες και αρκετές φορές αναγκάστηκε να υποχωρήσει μπροστά στους βαριά οπλισμένους Δυτικούς. Ωστόσο όλες αυτές οι αναποδιές δεν ήταν αρκετές για να τον αποθαρρύνουν, ούτε ακόμα και ο θάνατος του Κωνσταντίνου από τους Λατίνους το 1205. Αντίθετα την ίδια χρονιά ο Θεόδωρος επιλέχθηκε από τους κατοίκους των ανατολικών πόλεων ως ο Βασιλεύς τους. Στη Νίκαια, τρία χρόνια έπειτα, το 1208, φόρεσε το αυτοκρατορικό στέμμα από τα χέρια του αναστηλωμένου Πατριάρχη Μιχαήλ Αυτωρειανού.

Αργότερα σε μία συμφωνία που υπέγραψαν οι Ρωμαίοι της Νίκαιας με τη Βενετία, ο επίσημος τίτλος του Λάσκαρη είναι ο εξής: “Theodorus, in Christo Deo fidelis Imperator et moderator Romeorum et semper Augustus, Comneno Lascarus”.

Παρόλα αυτά, οι Σταυροφόροι του Βαλδουίνου δεν ήταν οι μόνοι εχθροί του Θεόδωρου, πολλοί Ρωμαίοι διοικητές είχαν προσπαθήσει να εγκαθιδρύσουν τα δικά του μικρά κράτη στη Μικρά Ασία, ορισμένοι με την υποστήριξη των Σελτζούκων Τούρκων. Επίσης, οι αυτοκράτορες της Τραπεζούντας, ο Αλέξιος και ο Δαυίδ Κομνηνός προσπάθησαν να επεκτείνουν το κράτος τους κατά της Νίκαιας, ενώ δεν δίστασαν να συμμαχήσουν με τους Λατίνους.

Ο Λάσκαρης αντιμετώπισε όλες τις προκλήσεις με επιτυχία: έστησε ενέδρα στα στρατεύματα της Τραπεζούντας που τόλμησαν να περάσουν τα σύνορα της επικράτειας του, πιάνοντας αιχμάλωτο τον νεαρό διοικητή τους. Έπειτα από αυτή την ήττα οι Μεγάλοι Κομνηνοί έμειναν ικανοποιημένοι με τη γαίες τους στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας και δεν ξανά εκστράτευσαν εναντίον της Νίκαιας.

Ο Θεόδωρος βρισκόταν σε πόλεμο και με διάφορους βυζαντινούς κυβερνήτες, ένας από αυτούς ήταν ο Μανουήλ Μαυροζώμης, ο οποίος είχε προσφέρει το χέρι της κόρη του στο Σελτζούκο Σουλτάνο Καϊχοσχρόη (Ιαθατίνης σύμφωνα με τις ελληνικές πηγές), ελπίζοντας πως ο νέος του γαμπρός θα τον βοηθούσε να αποκτήσει περισσότερα τεμάχια γης στη Μικρά Ασία.

Όταν αποπηράθηκε να εισβάλλει στη Νίκαια, ο Λάσκαρης τον έτρεψε σε φυγή, ενώ έσφαξε πολλούς από τους Τούρκους που τον ακολουθούσαν, πιάνοντας αιχμάλωτους εξέχοντες Σελτζούκηδες ευγενείς, συμπεριλαμβανομένων των αρχηγών του εχθρικού στρατεύματος. Σύντομα όλοι οι αδύναμοι Βυζαντινοί διοικητές υποχρεώθηκαν να αναγνωρίσουν το Λάσκαρη ως Βασιλεύς τους και η Δυτική Μικρά Ασία ενώθηκε κάτω από τα λάβαρα των Λασκαριδών.

Τοιχογραφίες στον άνω όροφο της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη στην Καππαδοκία. Τα έργα αυτά προστέθηκαν το 1212 από μία Ρωμιά αριστοκράτισσα του Σουλτανάτου της Ρωμανίας, την εποχή όπου ο Λάσκαρης είχε αναγνωριστεί ως βασιλεύς Ρωμαίων από τους Καππαδόκες άρχοντες του Σελτζουκικού κράτους. Έχει υποστηριχτεί με πειστικά επιχειρήματα, πως η φιγούρα στα αριστερά που αντικατοπτρίζει τον Στρατηλάτη Άγιο Θεόδωρο της Ηράκλειας απεικονίζει τον Λάσκαρη.

Ο αυτοκράτορας Βαλδουίνος το 1205 απέστειλε στη Μικρά Ασία τον αδελφό του Ερρίκο σε μία πλήρη εισβολή με σκοπό να υποτάξει το κίνημα του Λάσκαρη πριν εξαπλωθεί. Ωστόσο ο Θεόδωρος κατάφερε να ανασάνει χάρη στις νίκες του Τσάρου Καλογιάννη στη Μακεδονία και τη Θράκη εις βάρος των Λατίνων. Έπειτα από τη συντριβή των Σταυροφόρων στην Αδριανούπολη (1205), ο Βαλδουίνος βρήκε ένα βασανιστικό θάνατο στα κελιά των Βουλγαρικών βουνών και ο διάδοχος του, Ερρίκος της Φλάνδρας, αναγκάστηκε να ξοδέψει όλους τους άνδρες του σε ένα βάρβαρο πόλεμο με τον Ιωαννίτσα. Ο Θεόδωρος εκμεταλλεύτηκε την ένταση, έτεινε χείρα βοηθείας στον Καλογιάννη και τον προκάλεσε να εισβάλλει στη Λατινική Θράκη.

Ο Ερρίκος εξαναγκάστηκε να συνεχίσει ένα εξουθενωτικό πόλεμο σε δύο μέτωπα, στη Δύση κατά των βάρβαρων ερημώσεων του Ιωαννίτσα και στην Ανατολή κατά των βιαιοπραγιών του Λάσκαρη. Ο Θεόδωρος επίσης κατάφερε να στρατολογήσει πολλούς Δυτικούς μισθοφόρους με το μέρος του (πράγμα που εξανάγκασε τον Πάπα Ιννοκέντιο να εκδώσει πύρινους αφορισμούς κατά των Λατίνων που συμμαχούσαν με τον Λάσκαρη ενάντια των συμπατριωτών τους!), επίσης κατασκεύασε τις πρώτες ναυτικές δυνάμεις για το κράτος της Μικρασίας, μικρές αλλά αρκετές για να προκαλέσουν ανησυχία στη Κωνσταντινούπολη, ενώ για κάθε φορά που τα οργανωμένα σταυροφορικά στρατεύματα αποχωρούσαν από τη Μικρά Ασία, ο Θεόδωρος πολιορκούσε τα φρούρια που είχαν πέσει στα χέρια τους. Αυτές οι εξουθενωτικές τακτικές του Θεόδωρου ανάγκασαν τον Ερρίκο να υπογράψει ειρήνη μαζί του.

Ο Ερρίκος όμως ήταν ένας ικανότατος κυβερνήτης, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Ιωαννίτσα έξω από τη Θεσσαλονίκη, κατάφερε να κατατροπώσει τον διάδοχο του Τσάρο Βορίλα, να απωθήσει τις Βουλγαρικές/Κουμανικές λεηλασίες και να υποτάξει τον αμφιβόλου εμπιστοσύνης φίλαρχο Μιχαήλ Δούκα Κομνηνό της Ηπείρου.

Παρόλο τις προσεγγιστικές πολιτικές του Ερρίκου σε σχέση με τους ελληνικούς πληθυσμούς, πολλοί Ορθόδοξοι μοναχοί, κληρικοί και κάτοικοι, συνέχισαν να αντιμετωπίζουν διωγμούς, ενώ οι Παπικοί κήρυκες που έφθαναν από τη Δύση, προσπαθούσαν να προσηλυτίσουν τους ντόπιους με βίαια μέσα όταν η απάντηση στα κηρύγματα τους ήταν ένα ξεκάθαρο «όχι».

Σφραγίδα του Φλαμανδού αυτοκράτορα Ερρίκου της Φλάνδρας (1205-1216). Ο αυτοκράτορας ιππεύει, φοράει πανοπλία, κρατά ασπίδα στο αριστερό του χέρι και σπαθί στο δεξιό. Πηγή: https://www.doaks.org/resources/seals/byzantine-seals/BZS.1958.106.636

Εν τω μεταξύ, στη Μικρά Ασία ο Λάσκαρης γινόταν ισχυρότερος, ο Θεόδωρος είχε αιχμαλωτίσει τον τεράστιων διαστάσεων Πέτρο του Πράτζη –έναν από τους αρχικούς σταυροφόρους της Τέταρτης Σταυροφορίας- ο οποίος και βρήκε βασανιστικό θάνατο στα κελιά της Νίκαιας, καθώς από ότι φαίνεται ο Θεόδωρος τον έγδαρε ζωντανό. Αυτή η πράξη προκάλεσε τρέμουλο στο Πάπα Ιννοκέντιο και έδειξε στη Δύση πως ο Λάσκαρης δεν είχε σκοπό να παραμείνει ένας ακόμα διεκδικητής του θρόνου της Κωνσταντινούπολης, αλλά πως έμελε να γίνει ο μεγαλύτερος εχθρός της Λατινικής αποικιοκρατίας στην Ανατολή.

Το 1211 ο Ερρίκος πέρασε τη Θάλασσα του Μαρμαρά μαζί με τους ιππότες του, καταφέρνοντας μία σημαντική νίκη κατά του Λάσκαρη. Ωστόσο ο Ερρίκος δεν ήταν σε θέση να προχωρήσει βαθύτερα στη Μικρά Ασία και το 1214 υπέγραψε ειρήνη με το Λάσκαρη στο Νυμφαίο, αναγνωρίζοντας τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στη Νίκαια ως ένα νόμιμο κράτος και όχι ως ένα παράνομο που παλεύει ενάντια στους νόμιμους διεκδικητές της περιοχής. Ο Ερρίκος επίσης επέστρεψε πολλές από τις περιοχές που είχε με κόπο κατακτήσει εκ νέου στον Θεόδωρο, πράγμα που αποτελεί δείγμα της αδυναμίας των Λατίνων να διατηρήσουν τα εδάφη που είχαν κερδίσει.

Η Ρωμανία το έτος 1212. Βλέπουμε τη Λατινική Αυτοκρατορία, το Τσαράτο της Βουλγαρίας, την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Νίκαιας, το Ρωμαίικο κράτος της Ηπείρου, ακόμα και το Σουλτανάτο των Σελτζούκων να αγωνίζονται για το ποιος θα κυριαρχήσει πάνω στη γη που κάποτε αποτελούσε τη πληγωμένη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Οι Ρωμαίοι της Νίκαιας (με κίτρινο), σύντομα έπειτα από το 1212 θα επέκτειναν σημαντικά τις κτήσεις τους στη Μικρασία σε βάρος των Λατίνων. Πηγήhttps://sites.google.com/a/umich.edu/imladjov/maps

Η άποψη του Ερρίκου για το Λάσκαρη είναι εμφανής σε ένα γράμμα που ο Φλαμανδός ιππότης έστειλε στους φίλους του στη Δυτική Ευρώπη το 1212. Στο κείμενο ο Ερρίκος τους προσκαλούσε να πουν αντίο στις πατρίδες τους, να ταξιδέψουν στην Ανατολή και να εγκατασταθούν στη Λατινική Ρωμανία ως υπερασπιστές της, γιατί χωρίς περισσότερους ανθρώπους να καλλιεργήσουν τη γη έγραφε, μία τελική νίκη έναντι των Βουλγάρων, των Σλάβων και των Ελλήνων δεν θα ήταν πιθανή.

Τα λόγια του Ερρίκου είναι τα εξής:

«ο πρώτος και μεγαλύτερος εχθρός ήταν ο Λάσκαρης, αυτός που κατείχε όλη τη χώρα πέρα από τα στενά του Αγίου Γεωργίου (Βόσπορος). Ο Λάσκαρης συγκέντρωσε ένα μεγάλο αριθμό από τριήρεις, με σκοπό να κατακτήσει τη Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα η μονάχη πόλη να τρέμει…. και πολλοί από τους ανθρώπους μας σκόπευαν να διαφύγουν μέσω θαλάσσης».

Το 1216 ο αυτοκράτορας Ερρίκος πέθανε ενώ εκστράτευε στη πόλη του Αγίου Δημητρίου (Θεσσαλονίκη). Το 1219 η οξυδερκής αυτοκράτειρα Γιολάντα της Φλάνδρας, η αδελφή του Ερρίκου, πρότεινε ειρήνη στον Θεόδωρο και απέστειλε τη κόρη της Μαρία του Κουρτεναί στο Θέοδωρο, για να γίνει η τρίτη σύζυγος του.

Μετά το θάνατο της Γιολάντας, στην αυλή της Λατινικής Κωνσταντινούπολης ξέσπασε κρίση διαδοχής, ο Θεόδωρος προβάλλοντας τον εαυτό του ως υπερασπιστή των δικαιωμάτων της γυναίκας του στο θρόνο, οργάνωσε καινούργια εκστρατεία κατά της Λατινικής Αυτοκρατορίας. Η επίθεση δεν έφερε ουσιαστικά αποτελέσματα αλλά ο επόμενος Λατίνος Αυτοκράτορας Ροβέρτος εξαναγκάστηκε να διαπραγματευτεί ένα γάμο με τη κόρη του Λάσκαρη Ευδοξία. Ο Θεόδωρος γνωρίζοντας τα όρια του νεοσύστατου κράτους του, φιλοδοξούσε να κατακτήσει τη Κωνσταντινούπολη με διπλωματικά μέσα, μέσω της γυναίκας του.

Το 1204 ο αγώνας κατά των ασταμάτητων Λατινικών στρατευμάτων έμοιαζε μάταιος, το 1222, τη χρονιά που πέθανε ο Λάσκαρης, οι Λατίνοι δεν μπορούσαν να περάσουν τα σύνορα της Νίκαιας και ήταν ευχαριστημένοι με ορισμένες μικρής έκτασης περιοχές στη Νικομήδεια. Δύο χρόνια έπειτα από το θάνατο του Λάσκαρη, η Λατινική παρακμή θα ήταν βαθιά και ραγδαία.

2. «…ΚΑΙ ΞΑΦΝΙΚΑ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΤΟΥ ΚΟΠΗΚΕ…»

Από τη στιγμή που ο Αλέξιος Γ’ Άγγελος έτρεξε μακριά από τη Κωνσταντινούπολη το 1203, μπροστά στο σταυροφορικό κίνδυνο, πέρασε τα χρόνια του μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας . Σαν περιπλανώμενος και έπειτα σαν αιχμάλωτος, ταξίδεψε από τη Θράκη και τη Θεσσαλονίκη στο Μομφερράτο και την Ήπειρο, καταλήγοντας τελικά στο Σουλτανάτο της Ρωμανίας όπου ζήτησε τη βοήθεια του Σουλτάνου Ιαθατίνη, κατά του Λάσκαρη που τον θεωρούσε ως σφετεριστή του νόμιμου του θρόνου. Ο Σουλτάνος που είχε αναζητήσει καταφύγιο παλαιότερα στην αυλή του Αλέξιου έβλεπε τον Άγγελο σαν πατέρα του.

Άγαλμα του Σουλτάνου Καϊχοσχρόη/Ιαθατίνη στη σημερινή Αττάλεια της Τουρκίας. Ο Σελτζούκος Σουτάνος είχε περάσει αρκετά χρόνια της ζωής του στη Βασιλίδα ως εκλεκτός φιλοξενούμενος του Αλέξιου Άγγελου και υπάρχει η πιθανότητα πως ο Άγγελος τον είχε βαπτίσει χριστιανό και τον είχε σαν σαν ένα είδος ψυχογιού του. Γλύπτης: Meret Owezov 

Ο Καϊχοσχρόης έτσι απέκτησε μία βολική πρόφαση για να υποτάξει τους Έλληνες της Νίκαιας και σύντομα απεύθυνε τελεσίγραφο στο Θεόδωρο: είτε ο Θεόδωρος θα παραχωρούσε όλες τις χώρες της Μικράς Ασίας στον πεθερό του Άγγελο, είτε θα ξεκινούσε φοβερός πόλεμος μεταξύ των κρατών τους. Ο Λάσκαρης αγνόησε τις απειλών των Σελτζούκων πρέσβεων και έτσι διάλεξε τη δεύτερη επιλογή.

Όπως αναφέρει ο ιστορικός Γεώργιος Ακροπολίτης:

«Συγκέντρωσε λοιπόν τους δικούς του (ο Θεόδωρος) και τους δοκίμασε ρωτώντας τους αν προτιμούν αυτόν ή τον πεθερό του, τον βασιλιά Αλέξιο, και όλοι με μία φωνή, σαν να ήταν συνεννοημένοι, του απάντησαν ότι θα μείνουν μαζί του και στη ζωή και στο θάνατο».

Στη μάχη που έλαβε χώρα στη –χαμένη πλέον- πόλη της Αντιόχειας του Μαιάνδρου, ο γεμάτος αυτοπεποίθηση Σουλτάνος ρίχτηκε κάτω από το άλογο του από το Θεόδωρο, ενώ τον αποτελείωσε ένα Ρωμιός στρατιώτης. Ο ξαφνικός θάνατος του ηγέτη τους άλλαξε την ισορροπία της μάχης και οι Τούρκοι πανικοβλημένοι υποχώρησαν μακριά από τη Νίκαια. Ο Θεόδωρος υπέγραψε συνθήκη ειρήνης με το διάδοχο του Ιαθατίνη και το Ρωμέικο/Τουρκικό σύνορο βρήκε ειρήνη για πολλές δεκαετίες, με γενιές να μεγαλώνουν χωρίς να γνωρίζουν τι πραγματικά σημαίνει πόλεμος σε αυτές τις περιοχές.

Ο Θεόδωρος Λάσκαρης προτάσσει το αποκομμένο κεφάλι του Ιαθατίνη στη κορυφή του δόρατος του, έπειτα από τη μεγάλη νίκη που επέτυχε κοντά στο ποταμό Μαίανδρο έναντι των Τούρκων εισβολέων. Αγνώστου καλλιτέχνη.

Όσο αφορά τον Αλέξιο, η καιροσκοπική του καριέρα έγραψε τον επίλογο της: ο Λάσκαρης τον σεβάστηκε, αλλά ξήλωσε από τον Άγγελο όλα τα βασιλικά του διαδήματα και τον εσώκλεισε σε ένα μοναστήρι, στο οποίο ο -αντικειμενικά- τιποτένιος τούτος άνδρας θα πέρναγε τις τελευταίες μέρες της αχρείας του ζωής.

Οι νίκες του Λάσκαρη στη Μικρά Ασία κατά των Σελτζούκων ανύψωσαν την εθνική υπερηφάνεια των Ρωμαίων. Χωρίς να χάνει καιρό, ο Θεόδωρος απέστειλε γράμματα στις κυριευμένες χώρες της Ελλάδας, υποσχόμενος στους υπηκόους του -που ποτέ δεν είχε δει-, ότι σύντομα θα τους ελευθέρωνε από αυτούς που τους καταπίεζαν. Αυτή η προπαγάνδα έκανε τους ντόπιους να αρχίσουν να αντιστέκονται πιο σθεναρά στους Λατίνους κατακτητές τους.

Σε ένα γράμμα του προς τον Θεόδωρο, ο εξόριστος από τη θέση του Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Μιχαήλ Χωνιάτης, του γράφει:

«Η πρωτεύουσα, εκτοπισμένη από την πλημμύρα των βαρβάρων έξω από τα τείχη του Βυζαντίου (εννοεί τη Κωνσταντινούπολη) στις ακτές της Μικράς Ασίας, ως αξιοθρήνητο απομεινάρι έγινε δεκτή, καθοδηγήθηκε και διασώθηκε από εσένα… Εσύ θα πρέπει να ονομάζεσαι για πάντα ο ανακαινιστής και οικιστής (ιδρυτής) της πόλης του Κωνσταντίνου… Προσβλέποντας μόνο σε εσένα και αποκαλώντας σε σωτήρα και ελευθερωτή του κόσμου, όσοι ναυάγησαν μέσα στο παγκόσμιο κατακλυσμό βρήκαν καταφύγιο στο κράτος σου σαν σ’ ένα ήρεμο λιμάνι… Δεν θεωρώ κανέναν από τους Αυτοκράτορες που βασίλευσαν στη Κωνσταντινούπολη ίσο με εσένα, εκτός από τον μεγάλο Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο και τον –πιο παλαιό- ευγενή Ηράκλειο.»

Ο Θεόδωρος παντρεύτηκε τρεις φορές: την Άννα Αγγελίνα Κομνηνή, έπειτα τη Φιλίππα της Αρμενίας, ανιψιά του Αρμένιου βασιλιά Λέοντα Α΄και τη Μαρία του Κουρτεναί, κόρη του Πέτρου και της Γιολάντας. Ο μεγαλύτερος του γιος Νικόλας Λάσκαρης προοριζόταν να τον διαδεχθεί αλλά απεβίωσε το 1212.

Παρόλα αυτά καμία κρίση διαδοχής δεν ξέσπασε, καθώς διάδοχος του Θεόδωρου στο αυτοκρατορικό καθήκον ορίστηκε η πρωτότοκη θυγατέρα του Ειρήνη Λασκαρίνα. Η Ειρήνη πρώτα παντρεύτηκε το στρατηγό Ανδρόνικο Παλαιολόγο και έπειτα το στρατιώτη Ιωάννη Δούκα Βατάτζη, έτσι δημιουργήθηκε ένα δυναμικό ζευγάρι που έμελλε να φέρει λαμπρές μέρες για το Ρωμαϊκό κράτος.

Αγιογραφία του βασιλέα Ιωάννη Δούκα Βατάτζη που ανέλαβε τα σκήπτρα των Ρωμαίων για 32 χρόνια. (1222-1234). Χάρη στην εξαιρετικά επιτυχημένη του βασιλεία, τις πολεμικές του νίκες απέναντι σε όλους τους εχθρούς της Ρωμαϊκής Αρχής, τον ασκητικό του χαρακτήρα αλλά και για την συμπόνια τους προς του πιο δύσμοιρους και φτωχούς, ο Βατάτζης είναι ένας ανεπίσημος άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η μνήμη του εορτάζεται με μεγάλη κατάνυξη σήμερα στην Θράκη της Ελλάδας, τη πατρίδα των προγόνων του.

Ο Θεόδωρος εντυπωσιασμένος από τις ικανότητες του νεαρού Βατάτζη τον όρισε διάδοχο του, σίγουρα πεπεισμένος πως ο Ιωάννης ήταν αρκετά ικανός να συνεχίσεις τις κοπιαστικές του προσπάθειες να ελευθερώσει τη πλέον παρηκμασμένη Βασιλίδα των Πόλεων.

Ο Θεόδωρος επίσης άσκησε ενεργή διπλωματία: η κόρη του Μαρία Λασκαρίνα αντάλλαξε γαμήλιους όρκους με το Βασιλιά Μπέλα Δ’ της Ουγγαρίας, ανέπτυξε καλές σχέσεις με το βασίλειο της Αρμενίας στη Κιλικία, ξανά εγκαινίασε δίαυλο επικοινωνίας με τη Βενετία, ενώ διάφορες Παπικές αποστολές έφτασαν στη Νίκαια για να συζητήσουν φλέγοντα θρησκευτικά ζητήματα, αναγνωρίζοντας την αυτοκρατορία ως κέντρο της Ορθοδοξίας.

Ο Ακροπολίτης γράφει τα ακόλουθα για τον Θεόδωρο:

«Ήταν λίγο κοντός και αρκετά μελαχρινός με μακρύ γένι στην άκρη που χωριζόταν στα δύο και λίγο αλλήθωρος. Ήταν φιλοπόλεμος… ενώ ήταν επίσης και πολύ γενναιόδωρος: σε όποιους ήθελε έδινε άφθονο χρυσάφι και τους έκανε ξαφνικά πλούσιους. Ταλαιπωρήθηκε εξάλλου πολύ στους πολέμους εναντίον των Ιταλών και των Περσών. Εκείνος ήταν που ανόρθωσε εκ νέου το Ρωμαϊκό κράτος, για αυτό οι Ρωμαίοι πρέπει να του χρωστούν ευγνωμοσύνη. Τον έθαψαν στη μονή του Υακίνθου, όπου ήταν θαμμένος και ο αυτοκράτορας Αλέξιος Γ’ και η βασίλισσα Άννα, η σύζυγος του».

Σφραγίδα του βασιλέα Θεόδωρου Λάσκαρη στην οποία υπάρχει και απεικόνιση του Στρατιώτη-Αγίου Θεόδωρου του Στρατηλάτη, τον οποίο ο Λάσκαρης είχε ως πρότυπο και προσωπικό προστάτη. Πηγή: https://www.doaks.org/resources/seals/byzantine-seals/BZS.1955.1.4355/view

Ο Λάσκαρης απεβίωσε μία χειμωνιάτικη μέρα του Ιανουαρίου του 1222. Δεν είχε κλείσει το πεντηκοστό έτος της ηλικίας του.

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *