«Ανώνυμοι» πολεμιστές… «ενδόξων» αυτοκρατοριών

του Δημήτρη Σαρρή,*

Κοιτούσα τους αμέτρητους τάφους στο στρατιωτικό νεκροταφείο του Ζεϊτινλίκ, στο γαλλικό τμήμα του, στη Δυτική Θεσσαλονίκη. Μπορεί να έβλεπα πολλούς σταυρούς, αλλά όταν πλησίασα, παρατήρησα και την ημισέληνο, καθώς και τα αρχικά S, M, Ch. Άρχισα να διαβάζω, δίπλα στα γαλλικά – χριστιανικά, πολλά ονόματα Αράβων, ονόματα Βιετναμέζων, ονόματα Μαλγάσιων και Σενεγαλέζων.

Όλοι αυτοί χάθηκαν για το μεγαλείο της Γαλλίας στις λάσπες και τα έλη του Κιλκίς και της Δοϊράνης, ή υπήρξαν άγνωστα και άδοξα θύματα μιας επιδημίας στα άθλια παραπήγματα της κοιλάδας του Αξιού… Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του κοιμητηρίου, εκεί αναπαύονται 1.222 στρατιώτες από τη Σενεγάλη, 398 από τη Μαδαγασκάρη και από την Ινδοκίνα,  343 Βορειοαφρικανοί. Αυτό είναι ένα μόνο από τα δεκάδες στρατιωτικά νεκροταφεία του ίδιου πολέμου.

Τι έκαναν αυτοί οι Αφρικανοί, Άραβες και Ασιάτες εκεί;
Αυτό μάλλον αναρωτιούνταν και οι ίδιοι από ένα σημείο και μετά. Πήραν μέρος στην «Εκστρατεία της Ανατολής», κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στάθμευσαν στη Θεσσαλονίκη, κατέκτησαν και την υπόλοιπη, «ατίθαση», ουδέτερη Ελλάδα και πολέμησαν για χρόνια στα νότια Βαλκάνια για να προωθήσουν τα γαλλικά συμφέροντα στην περιοχή, να πάρουν το μερίδιο που ήθελαν μετά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όχι οι Σενεγαλέζοι στρατιώτες, ούτε καν οι στρατηγοί τους, αλλά οι τραπεζίτες και οι πολιτικοί  που, πίσω, στα σαλόνια του Παρισιού, αποφάσιζαν για τις κινήσεις ενός κουρασμένου στρατού στους βάλτους των Γιαννιτσών και στις όχθες του Στρυμόνα.

«Τι έκανε ο παππούς μου στη Θεσσαλονίκη το 1916; Μπορείς σε παρακαλώ να μου πεις;» Με είχε ρωτήσει κάποτε μια Γαλλίδα υπέργηρη τουρίστρια.
«Ποτέ δεν ήθελε να μιλάει για εκείνη την εκστρατεία και ποτέ δεν μάθαμε κάτι παραπάνω στο σχολείο.»

Και της είπα, με λίγα λόγια, την ιστορία ενός ακόμα πολέμου δι’ αντιπροσώπων, ενός πολέμου χωρίς συγκεκριμένα κίνητρα και χωρίς σίγουρα αποτελέσματα, μια ιστορία εν πολλοίς άγνωστη.  

«Μαροκινοί σπαχήδες επέδραμαν στη Θεσσαλία για να την «ελευθερώσουν» από τις ελληνικές φιλομοναρχικές αρχές, Σενεγαλέζοι περιπολούσαν στις αποβάθρες της Θεσσαλονίκης, βρέθηκαν μέχρι και στην Κέρκυρα και στη Μήλο τότε για να φυλάνε «της αμύνης το σκουφάκι που έφερε το Λευτεράκη», μια δεύτερη, φιλοσυμμαχική ελληνική κυβέρνηση. Άλλοι κατέλαβαν τον Ισθμό και βομβάρδισαν την Αθήνα, επέβαλαν αποκλεισμό και πείνα στη Νότια Ελλάδα. Μπορεί να είχαν οι στρατηγοί τους δίκιο τελικά ως προς την έκβαση του Πολέμου και να πήραν το αποτέλεσα που επεδίωκε η Γαλλία.

Πάντως οι ίδιοι οι «εξωτικοί» στρατιώτες είχαν αφήσει τα χωράφια τους με το κεχρί στην Αφρική, για να καταταγούν με μια υπόσχεση πολιτογράφησης και μισθοδοσίας, στην πρώτη γραμμή ενός αγνώστου πολέμου. Οι Μαροκινοί άφησαν τα εργαστήρια που δούλευαν, και οι Αλγερινοί τους ελαιώνες τους και οι Τυνήσιοι τα βοσκοτόπια τους, και οι Μαλγάσιοι τη φτώχεια και την πολυκοσμία του όμορφου νησιού τους και οι Βιετναμέζοι τους ορυζώνες τους. Έπεσαν για την Γαλλία, μάλλον διάλεξαν τη Γαλλία και έμειναν για πάντα, ανώνυμοι και αμέτρητοι πεσόντες κοντά στις εκβολές του Βαρδάρη.»

Το αυτό έκαναν και οι άλλες μεγάλες αποικιακές δυνάμεις της εποχής. Ας δούμε μερικά στοιχεία:

Ασκαρί

Τα χρόνια του Ά Παγκοσμίου Πολέμου (1914 – 1918), πολεμούσαν στη μακρινή Αφρική, οι Ασκαρί, «τα ασκέρια» των μισθοφόρων που φύλαγαν τις ιδιωτικές εταιρείες του Βελγικού Κονγκό όταν μετέφεραν ξυλεία, ή «καθάριζαν» χωριά για να περάσει το τραίνο στη γερμανική Τανζανία και αυτοί φτωχοί, με το όνειρο να γίνουν κάποτε πολίτες της μεγάλης λευκής μητρόπολης. Οι πιο πολλοί χάθηκαν κατά τη διάρκεια των καθηκόντων τους και εισέπραξαν την έχθρα των υπολοίπων Αφρικανών που έβλεπαν στα πρόσωπά τους «συνεργάτες» των δυνατών και δυναστών… οι Ασκαρί οργανώθηκαν από τους Γερμανούς αρχικά με στρατολόγηση Σουδανών μισθοφόρων και ύστερα από τις φυλές της Τανζανίας Γουαχέχε και Ενγκόνι. Η γενική ονομασία τους ήταν  Schutztruppe («Σώμα προστασίας») και αρχικά αναπτύχτηκαν ως τοπική «αστυνομία» σε όλες τις τότε γερμανικές αποικίες (Τογκό, Καμερούν, Ναμίμπια, Τανζανία).

Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δεκάδες χιλιάδες Ασκαρί των Γερμανών πολέμησαν ενάντια στις δεκάδες χιλιάδες Ασκαρί της «Force Publique»  που αποτελούσε το στρατό του Βελγικού Κονγκό. Την ίδια περίοδο, στην ίδια περιοχή και αλλού στην Αφρική, συναντούμε τη δύναμη KAR (King’s African Rifles = Αφρικανικά Βασιλικά Όπλα), τα αποικιακά στρατεύματα των Βρετανών που το 1918 αριθμούσαν περίπου 30.000 στρατιώτες. Αυτοί προέρχονταν από τη Γκάνα, τη Νιγηρία και άλλες βρετανικές αποικίες και πολέμησαν στα αφρικανικά μέτωπα, κατά των Ιταλών και Γερμανών Ασκαρί, στη Μαδαγασκάρη κατά των γαλλικών δυνάμεων, καθώς και στη Βιρμανία κατά των Ιαπώνων. 

Τον ίδιο όρο, «Ασκαρί», συναντούμε και στην Ιταλική Αποικιοκρατική Αυτοκρατορία από το 1889 ως το 1941. Στρατιώτες που αρχικά βασίστηκαν στα άτακτα σώματα μισθοφόρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τους «βαζιμπουζούκους» (=ανοργάνωτοι, άτακτοι). Χιλιάδες φτωχοί νέοι από την Ερυθραία και τη Σομαλία, έκαναν το στρατό επάγγελμα και οι Ιταλοί τους χρησιμοποίησαν τόσο στη Λιβύη, όσο κυρίως στην Αιθιοπία κατά τον πόλεμο της δεκαετίας του 1930. Το 1940, από τους 256.000 στρατιώτες της Ιταλίας που υπηρετούσαν στην Ανατολική Αφρική, οι 182.000 ήταν στρατολογημένοι Ασκαρί. 

Οι Ολλανδοί στη νοτιοανατολική Ασία είχαν από τις αρχές του 19ου αιώνα δημιούργησαν  τις τοπικές «ένοπλες δυνάμεις» με τα  αρχικά KNIL, αποτελούμενες κυρίως από Ινδονήσιους μισθοφόρους, αλλά με τη συμμετοχή ακόμα και σκλάβων από τη Δυτική Αφρική. Πήραν μέρος κυρίως στο πόλεμο κατά του Σουλτανάτου του Ασέχ (1873 – 1904) αλλά και στις εκστρατείες κατάκτησης του Μπαλί (1906-1908). Το 1941, ακριβώς πριν την Ιαπωνική επίθεση, τα ολλανδικά αποικιακά σώματα στρατού αριθμούσαν 32.000 άνδρες εκ των οποίων οι 28.000 ήταν ντόπιοι, κυρίως χριστιανοί Ινδονήσιοι.

Ζουάβοι – αραβικά (γαλλικά) σώματα στρατού

Το ίδιο γινόταν πολλά χρόνια πριν, στον πόλεμο της Κριμαίας (1853 – 1856), όταν οι Ζουάβοι από το Μαγκρεμπ (Βόρεια Αφρική) έκαναν ηρωικές εφόδους για να πάρουν τα τελευταία οχυρά της Σεβαστούπολης και αυτό τους έδωσε μεγάλη φήμη στη γαλλική κοινή γνώμη. Κάποια άλλα ένοπλα σώματα εκείνης της περιόδου ονομάζονταν «Τούρκοι» (turcos), άλλοι ήταν απλώς «οπλίτες (tirailleurs)» και όσο τα χρόνια περνούσαν και οι Γάλλοι αξιωματικοί που είχα αναλάβει την αρχική οργάνωση, αντικαθιστούνταν από Άραβες.

Οι Αλγερινοί λοιπόν πολεμούσαν τους Ρώσους κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο.  Ντυμένοι με ωραία φέσια και βράκες, σκοτώνονταν κατά εκατοντάδες, σε έναν πόλεμο μακριά από την πατρίδα τους, για να μειώσει η Γαλλία και η Αγγλία την επιρροή των Ρώσων στην Μαύρη Θάλασσα. Πήραν παράσημα, μισθούς, υπηκοότητα και το μεγαλύτερο αντάλλαγμα ποιο ήταν; Το ότι συνέχισαν να πολεμούν…

Πήγαν και στο Μεξικό, αμέσως μετά, σε μια εκστρατεία που κράτησε από το 1861 ως το 1867, σκοτώθηκαν και εκεί, για να υποστηρίξουν τη γαλλική εισβολή και να επιβάλλουν έναν βασιλιά των Αψβούργων σε μια τόσο ξένη και μακρινή χώρα…

Οι ίδιοι Βορειοαφρικανοί Άραβες, έσωσαν το μεγαλείο και τη δόξα της Γαλλίας και το 1947 καταπνίγοντας την εξέγερση στη Μαδαγασκάρη.

Μα τι δουλειά είχαν όλοι αυτοί, σε τόσο μακρινά μέρη;
Πόσοι πόλεμοι, άγνωστοι για την επίσημη ιστοριογραφία, σκοτεινοί ως προς τους σκοπούς τους και μπερδεμένοι ως προς την έκβαση τους….;

Και πάντα οι ανώνυμοι στρατοί των φτωχών παιδιών από τις αποικίες να τα βγάζουν πέρα, να ικανοποιούν τα ανούσια σχέδια κάποιων στρατηγών καριέρας που ήθελαν πάσει θυσία να γίνονται συνεχώς πόλεμοι για να υπάρχει ροή (τζίρος) πολεμικού υλικού δανείων, δημιουργία νέων χωρών, νέες εστίες συγκρούσεων… μια αυτοτροφοδοτούμενη κρεατομηχανή!

Βρετανική μνήμη

Σίγουρα αυτά δεν τα σκέφτονταν ούτε οι Νεπαλεζοι – Βρετανοί που αποβιβάστηκαν στον Πειραιά το 1944 μέσα στην παραζάλη των «Δεκεμβριανών». Και αυτοί μπερδεύτηκαν με όσα είδαν στην Αθήνα και αντί να πολεμούν Γερμανούς, βρέθηκαν να ταμπουρώνονται πλάι πλάι με τους πρώην συνεργάτες των Ναζί. Από τις αγκαλιές και τα λουλούδια των πρώτων ημερών τον Οκτώβρη του 1944, στα οδοφράγματα μιας «εχθρικής πόλης» το Δεκέμβρη, δύο μήνες μετά. Νεπαλέζοι Γκούρκα με σύμβολο τα περίφημα μαχαίρια τους, πολεμούσαν εναντίον Ελλήνων αντιστασιακών

Ας πάμε μέχρι το συμμαχικό νεκροταφείο στο Φάληρο και ας δούμε τους τάφους των «Βρετανών στρατιωτών»… :

στο κεντρικό τμήμα του κοιμητηρίου βρίσκουμε κυρίως βρετανικά, αγγλοσαξονικά ονόματα. Στο αριστερό όμως μέρος τα πράγματα αλλάζουν. Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί, Κύπριοι (Έλληνες και Τούρκοι), Άραβες – Παλαιστίνιοι, Εβραίοι της Παλαιστίνης, Μαλτέζοι και στην αριστερή άκρη, ένας ξεχωριστός τομέας για τους Ινδούς (Ινδουιστές και Μουσουλμάνους) και Νεπαλέζους. Όλοι αυτοί έπεσαν σε ελληνικό Έδαφος για τη δόξα της βρετανικής Αυτοκρατορίας. Θα δούμε ότι πολλοί από τους Ινδούς και Νεπαλέζους σκοτώθηκαν το Δεκέμβριο του 1944.  

Σκέψεις για τη στρατολόγηση των αποικιακών στρατευμάτων

Συμπερασματικά, οι αποικιοκράτες, από όταν κατέκτησαν τις μακρινές αυτές χώρες κατάφεραν να στρατολογήσουν χιλιάδες, όχι πάντα με τη βία. Μερικά από τα κριτήρια ήταν τα παρακάτω : κατακτώντας μια περιφέρεια πχ της Αλγερίας οι Γάλλοι, ή της Ινδίας οι Άγγλοι, διέκριναν ποιες φυλές ήταν «πολεμικές», ποιοι ήταν οι κατά παράδοση πολεμιστές κάθε περιοχής. Ύστερα, προσέφεραν μια εισοδηματική, επαγγελματική διέξοδο για τις οικογένειές τους. Το ότι οι στρατιώτες αυτοί , στη συνέχεια, θα είχαν προτεραιότητα στο να γίνουν πολίτες της μητρόπολης σαφώς και μετρούσε. Εκ των πραγμάτων, οι ντόπιοι που έμπαιναν σε αυτά τα ένοπλα σώματα και εντάσσονταν στην πολεμική μηχανή μιας αυτοκρατορίας, ντύνονταν πιο καλά, εξοπλίζονταν, τρέφονταν, αποκτούσαν ένα «πρεστίζ» και μια υπόσταση, μάθαιναν καλύτερα την ευρωπαϊκή γλώσσα, θεωρούνταν «ανώτεροι» των ομοίων τους. Άλλο βασικό κριτήριο ήταν ότι οι στρατολογημένοι από μια κατακτημένη περιοχή ήταν απόλυτα χρήσιμοι και πολλές φορές πρόθυμοι στο να βοηθήσουν στην κατάκτηση των γειτόνων τους. Το «διαίρει και βασίλευε» εφαρμόστηκε και στις γαλλικές αποικίες της Βόρειας Αφρικής και στην Ιταλική ανατολική Αφρική. Για παράδειγμα, οι Ολλανδοί χρησιμοποιούσαν χριστιανούς Ινδονήσιους για να στρέφονται πιο εύκολα ενάντια στους μουσουλμάνους και ινδουιστές του αρχιπελάγους. Ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι πρόκειται για έναν κόσμο πολύ διαφορετικό από το σημερινό, καθώς τότε δεν υπήρχε «εθνική συνείδηση» ή κρατική οντότητα που να μπορεί να ενοποιήσει τις φυλές του Μαγρέμπ ή τους φυλάρχους του Κονγκό, οπότε ήταν αρκετά εύκολο για τους Ευρωπαίους να εκμεταλλευτούν αυτή την πανσπερμία αντιμαχόμενων φυλών προκειμένου να αντλήσουν ανθρώπινο δυναμικό προς στρατολόγηση.   

Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος

Σε αυτή την παράγραφο, δεν θα μιλήσουμε για «αποικιακά στρατεύματα», αλλά για ένα παρόμοιο και παράλληλο φαινόμενο διεξαγωγής του πολέμου με «δευτερεύοντα – αναλώσιμα» στρατεύματα. Δεν θα μπορούσε να μην γίνει αναφορά λοιπόν στην πρακτική των Ναζί, να δημιουργούν στρατιές ολόκληρες από στρατιώτες κατακτημένων χωρών για να τους στείλουν στο σφαγείο του Ανατολικού Μετώπου της ΕΣΣΔ, προκειμένου να εξοικονομήσουν γερμανικό αίμα. Σχεδόν όλες οι χώρες τις κατεχόμενης Ευρώπης, εκτός της Ελλάδας (λόγω της εγχώριας ισχυρής κοινωνικής αντίστασης), συμμετείχαν  σε αυτό το εγχείρημα, είτε στη βάση της εθελοντικής κατάταξης είτε μέσω της πολιτικής πίεσης και των εκβιασμών των Γερμανών. Πρόκειται για χώρες της Βαλτικής και της ΕΣΣΔ, της κατεχόμενης Ανατολικής Ευρώπης, των Βαλκανίων, της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης, ακόμα και στρατιωτικά σώματα Ινδών. Η ουσία πάντως είναι ότι οι Γερμανοί έτσι κέρδισαν πολύ χρόνο, χρήμα και ανθρώπινο δυναμικό.

Άλλωστε, η Γερμανική Κατοχή στην Ευρώπη (1939 – 1945) έχει κοινά στοιχεία με την αποικιοκρατία αν και κράτησε πολύ λιγότερο: δεν ήταν απλά και μόνο το «εγχείρημα ενός τρελού» και η «επικράτηση μιας ιδεολογίας», όπως βολικά περιγράφεται. Ήταν επιβολή και επικράτηση των γερμανικών προϊόντων, των γερμανικών εταιρειών και του τραπεζικού συστήματος, ήταν η λεπτομερής καταγραφή και απομύζηση πόρων, τροφίμων, ορυκτών, έργων τέχνης από κάθε χώρα, τα αναγκαστικά δάνεια, η καταναγκαστική εργασία και η στρατολόγηση. Ήταν εν ολίγοις μια οικονομική και ληστρική εκμετάλλευση, με αποδέκτες τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα της Γερμανίας, που – ας μην το ξεχνάμε – διατηρήθηκαν και άνθισαν και μετά τον Πόλεμο. Αυτό όμως είναι θέμα μιας άλλης μελέτης.  

Για να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας και για να αντιληφθούμε και το νόημα όλων αυτών των παραπάνω αναφορών, καταλήγουμε : Είναι άλλο πράγμα η έννοια των μισθοφόρων, επαγγελματιών στρατιωτών που υπήρχε και στην αρχαιότητα και υπάρχει και σήμερα και εντελώς διαφορετική διαδικασία η οργάνωση τακτικού στρατού αποτελούμενου από στρατιώτες κατακτημένης περιοχής και ιδίως αποικίας. Όχι για να πολεμήσουν στον τόπο τους ή για να επιβάλλουν την αστυνομική τάξη, υπήρξε και αυτό άλλωστε (πχ στις πορτογαλικές κυρίως αποικίες ή και κατά την κατάκτηση γειτονικών περιοχών), αλλά για να πάνε σε μακρινές αποστολές, να ενταχθούν στο δυναμικό μιας γενικευμένης επιχείρησης, να γίνουν μέρος του τακτικού στρατού, στο όνομα κάποιας «αυτοκρατορίας» και στο βωμό αγνώστων πολέμων. Πρέπει να καταλάβουμε ότι ο κόσμος αυτός, οι χιλιάδες αυτοί στρατιώτες, ήταν «αναλώσιμοι», οι ζωές αυτών των ιθαγενών οπλοφόρων δεν ήταν τόσο ακριβές και πολύτιμες όσο οι ζωές των Γάλλων, των Άγγλων, των Ιταλών, των Γερμανών. Οι πολεμικές βιομηχανίες των Μεγάλων Δυνάμεων ήθελαν, από τη μία να συντηρούν τον πόλεμο, άρα και το τζίρο τους και από την άλλη να μην ξοδεύουν αλόγιστα τις ζωές των ευρωπαίων υπηκόων. Τα τόσα στρατιωτικά νεκροταφεία ανά τον κόσμο, είναι μάρτυρες των χιλιάδων ανωνύμων που ρίσκαραν κι έχασαν τη ζωή τους για να γλιτώσουν από τη φτωχή τους μοίρα, για ένα μεροκάματο ή για φαγητό και εν τέλει χάθηκαν σε μάχες μάταιες και αχρείαστες, σε ανταγωνισμούς άλλων, για συμφέροντα άλλων…

*Ο Δημήτρης Σαρρής είναι πολύγλωσσος Ξεναγός και συγγραφέας, με σπουδές Νομικής και Ιστορίας. Έχει εμπειρία ταξιδιών σε ολόκληρο τον κόσμο. Έχουν εκδοθεί ταξιδιωτικοί του οδηγοί και μια συλλογή ταξιδιωτικών διηγημάτων που αφορούν την Αφρική.  

, , , , , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *