Γιώργος Τσερεβελάκης
Το 1341, επτά χρόνια μετά την επανάσταση του Βάρδα Καλλέργη, εκδηλώθηκε νέο επαναστατικό κίνημα, αρχικά στον Αποκόρωνα, έπειτα στα Σφακιά, στον Μυλοπόταμο και στην Μεσαρά. Η επανάσταση υποκινήθηκε από τον Λέοντα Καλλέργη, γιο ή εγγονό του Αλεξίου Καλλέργη, έναν ευγενή και φιλόπατρι νεαρό, από τους λίγους πάντως Καλλέργηδες που δεν επέδειξε προδοτική συμπεριφορά. Ο Λέων, που υποδυόταν τον φίλο των Βενετών, με μυστικές επιστολές υποκίνησε τον Κώστα Σμυρίλιο και τους γιους του Μιχαήλ και Ιωάννη να επαναστατήσουν στον Αποκόρωνα.
Σ’ αυτήν την επαναστατική πρόσκληση ανταποκρίθηκαν και άλλοι αρχηγοί από γνωστές αρχοντικές οικογένειες, οι Μελισσηνοί, οι Σκορδίληδες, οι Σεβαστοί και οι Ψαρομήλιγγοι. Η επανάσταση εξερράγη επί του δούκα Κορνάρου. Οι επαναστάτες επιτέθηκαν εναντίον των Βενετών που κατοικούσαν στις επαρχίες Κισάμου, Σελίνου και Αποκόρωνα προκαλώντας τεράστιες ζημιές και λεηλασίες.
Η κεντρική διοίκηση έστειλε προκηρύξεις στους ντόπιους κατοίκους προς υποταγή και επέσειε μεγάλες ποινές και στερήσεις προνομίων. Οι Βενετοί όμως βοηθήθηκαν από τον ομώνυμο νεώτερο εγγονό του Αλεξίου Καλλέργη. Αυτός κατόρθωσε να συλλάβει τους Σμυρίλιους. Ενώ συνέβαιναν αυτά, ο Λέων Καλλέργης με τον πεθερό του Κώστα Καψοκαλύβη και τους γιους του Εμμανουήλ και Μιχαήλ πήγαν στον Αλέξιο Καλλέργη λέγοντάς του ότι ήρθαν να βοηθήσουν τους Βενετούς. Οι Σμυρίλιοι όμως, με τη σειρά τους, κατέδωσαν τον Λέοντα Καλλέργη και αποκάλυψαν στους Βενετούς την ύπαρξη μυστικών επιστολών, που τους είχε αποστείλει στον Αποκόρωνα. Εστάλησαν όμως στον Χάνδακα όπου και θανατώθηκαν.
Ο δούκας Ανδρέας Κορνάρος συνέλαβε με δόλο τον Λέοντα για να μην εξάψει ακόμη περισσότερο τα πνεύματα. Έγραψε μια επιστολή προς τον Λέοντα ευχαριστώντας τον για την φιλική του διάθεση και καλώντας τον να έρθει στον Χάνδακα με την οικογένειά του για να τον τιμήσει επάξια. Ο Λέων πείσθηκε και ήρθε στον Χάνδακα. Έμεινε με τους οικείους του στην μονή της Παναγίας των Σταυροφόρων. Κατόπιν έγινε δεκτός από τον δούκα, ο οποίος τον κάλεσε σε γεύμα στο δουκικό μέγαρο. Παράλληλα, αναμένονταν και οι οικείοι του Λέοντα. Ο δούκας έστειλε κάποιους φρουρούς να τους συνοδεύσουν, δίνοντάς τους όμως διαταγή να χρησιμοποιήσουν βία εάν αυτοί αρνηθούν. Ενώ λοιπόν ξεκίνησαν και περνούσαν από την αγορά, ένας από τους φρουρούς είπε μυστικά σε έναν από τους γιους του Καψοκαλύβη ότι περνούν από κακή οδό. Ο γιος το μετέφερε στον πατέρα και αυτός σταμάτησε την συνοδεία σε ένα μαχαιροποιείο. Προσποιήθηκε ότι ήθελε να αγοράσει ξίφη. Έδωσε σε καθένα από τους γιους του ένα ξίφος. Εν τω μεταξύ οι δούλοι του Καψοκαλύβη είχαν φέρει κοντά τα άλογα. Αμέσως επιτέθηκαν κατά των φρουρών και σκότωσαν δύο από αυτούς. Ανέβηκαν στα άλογα και απομακρύνθηκαν από την πόλη. Ενόσω όμως γίνονταν αυτά, στο δουκικό παλάτι ο Λέων συνελήφθη από την φρουρά. Αφού τον βασάνισαν, κηρύχθηκε ένοχος προδοσίας. Τον έκλεισαν σε έναν σάκο και τον έριξαν νύκτα στην θάλασσα.
Μετά τον αποτρόπαιο θάνατο του Λέοντος Καλλέργη οι συγγενείς του οι Καψοκαλύβες, δηλαδή τα αδέλφια Ιωάννης και Μιχαήλ Ψαρομήλιγγοι, συνέχισαν με μεγαλύτερο πάθος την επανάσταση. Η βενετική διοίκηση κάλεσε πάλι τον Αλέξιο Καλλέργη να κινηθεί κατά των επαναστατών. Ο Αλέξιος κατέλαβε τον Μυλοπόταμο και ανάγκασε πολλούς από τους κατοίκους να υποταχθούν. Οι επαναστάτες, εξορμώντας από την Ανώπολη Σφακίων, κατέλαβαν τις ορεινές περιοχές του Ρεθύμνου και πολιόρκησαν στον Μυλοπόταμο, τον Αλέξιο Καλλέργη τον νεώτερο, ο οποίος είχε εκστρατεύσει εναντίον τους. Παραλλήλως, άρχισαν να κινητοποιούνται και άλλοι αρχηγοί. Οι Βενετοί έλαβαν αυστηρότερα μέτρα και άρχισαν να στρατολογούν μισθοφόρους και να ζητούν επικουρίες από την μητρόπολη.

Μέχρι εκείνο το χρονικό σημείο, η επανάσταση περιοριζόταν στις δυτικές επαρχίες του νησιού. Οι Καψοκαλύβες όμως ξεσήκωσαν το Λασίθι και τις παρακείμενες επαρχίες. Οι επαναστάτες κατέβηκαν μέχρι το χωριό Άγ. Θωμάς και κατέστρεψαν τα κτήματα των Βενετών φεουδαρχών. Οι Βενετοί όμως δεν έμειναν άπρακτοι. Ο ένας από τους δύο στρατηγούς των βενετικών δυνάμεων, ο Μαρίνος Φαλέδρος, νίκησε τους επαναστάτες στο χωριό Αξέντι και συνέλαβε πολλούς αιχμαλώτους. Ο άλλος στρατηγός, ο Ματθαίος Άυμος, εκστράτευσε στην Πεδιάδα και ανάγκασε τους επαναστάτες να υποχωρήσουν προς την Σητεία και την Ιεράπετρα.
Ο Μιχαήλ Ψαρομήλιγγος κατέλαβε την νότια οροσειρά της Μεσαράς και έχοντας ως ορμητήριο τον Χάρακα λεηλατούσε τις κτήσεις των Λατίνων. Οι Βενετοί κινήθηκαν εναντίον του και του επιτέθηκαν. Ο δούκας παρέσυρε σε ενέδρα τους Καψοκαλύβες και συνέτριψε τις δυνάμεις τους. Ο Ιωάννης σκοτώθηκε στη μάχη, ενώ ο Μιχαήλ, πληγωμένος από ένα βέλος, διέταξε έναν υπασπιστή του να τον αποκεφαλίσει και να πάει το κεφάλι στους Βενετούς για να σωθεί αυτός.
Μετά από την αιματηρότατη μάχη στη Μεσαρά, όπου πέθαναν οι γενναίοι Ψαρομήλιγγοι, η επανάσταση καταπνίγηκε στο Ρέθυμνο και στην υπόλοιπη δυτική Κρήτη το 1347. Το εν λόγω έτος η Βενετία απέστειλε νέο δούκα τον Μάρκο Κορνάρο με ισχυρό στρατό και τρεις Προβλεπτές, τον Νικόλαο Φαλέδρο, τον Ιουστινιανό Ιουστινιάνη και τον Ανδρέα Μοροζίνι. Οι Βενετοί, αφού ένωσαν τις δυνάμεις τους με τον Αλέξιο Καλλέργη, επιτέθηκαν κατά των επαναστατών. Ο Μοροζίνι με τον Καλλέργη εκστράτευσαν κατά του Ρεθύμνου και αφού νίκησαν τους εξεγερμένους έλαβαν 300 ομήρους. Ο Ιουστινιάνης προήλασε στα Χανιά και κατανίκησε τους επαναστάτες εκεί. Ο Φαλέδρος, με την σειρά του, επιτέθηκε κατά των δύο Συβρίτων, τις οποίες υπέταξε και έλαβε αρκετούς ομήρους.
Ο πατέρας Καψοκαλύβης και ο γιος του Εμμ. Ψαρομήλιγγος, μετά από τις ήττες, καταδιώκονταν από τους Βενετούς, ώσπου στο τέλος φονεύθησαν και οι δύο. Οι Βενετοί, ακολουθώντας τη γνωστή τακτική εκφοβισμού και τρομοκρατίας, έστειλαν γυναικόπαιδα στη Βενετία και υπέβαλαν σε τρομερά βασανιστήρια τους διάφορους ενόχους και υπόπτους. Έτσι, τέλειωσε η επανάσταση του Λέοντος Καλλέργη και των Ψαρομηλίγγων, η οποία διήρκεσε από το 1341 έως το 1347. \