Με την “κάμερα” του Μιχαήλ Ψελλού

του Ηλία Αναγνωστάκη,

Μετά την αιματηρή εμφύλια μάχη του Άδη, στις 20 Αυγούστου 1057, όπου οι απώλειες εκατέρωθεν υπήρξαν τεράστιες, μια σύγκρουση που σύμφωνα με τον Ματθαιο της Εδεσσης: “έριξε το Ελληνικό Έθνος μέσα στο πένθος” (Β-425), ο Αυτοκράτωρ Μιχαήλ ΣΤ’ αποφάσισε να περισώσει την κατάσταση λόγω της βαριάς ήττας του στέλνοντας μια αντιπροσωπεία αποτελούμενη απο τον Μιχαήλ Ψελλό, τον πρώην “Παραδυναστεύοντα” Κωνσταντίνο Λειχούδη και τον “Πρόεδρο” Θεόδωρο Αλωπό με την εντολή να πάνε στο στρατόπεδο του στασιαστή Ισαακίου Κομνηνού και να διερευνήσουν τις διαθέσεις του μετά την μεγάλη νίκη του.

Πράγματι, η Αυτοκρατορική αντιπροσωπεία έφτασε το βράδυ της 25ης Αυγούστου στο “γιγάντιο” στρατόπεδο του Ισαακίου, λίγο έξω απο τη Νίκαια της Βιθυνίας. Έγινε δεκτή χωρίς καμία επισημότητα, ενώ ο στρατηγός περιορίστηκε στήν αρχή να τους προσφέρει μερικά αναψυκτικά και να τούς ρωτήσει αν είχαν καλό ταξίδι. Την επόμενη μέρα όμως, οι τρείς πρέσβεις βρέθηκαν σε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση: Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα Μιχαήλ Ψελλό:

“Το πρωί, αφού μας παρέθεσαν πρωινό, μας κάλεσε ο στρατηγός στη σκηνή του. Καθώς πλησιάζαμε μετά απο ώρα το κέντρο του στρατοπέδου, είδαμε μια πελώρια κατακόκκινη σκηνή, που άνηκε στον Ισαάκιο. Γύρω της υπήρχαν χιλιάδες στρατιωτών και το θέαμα που αντίκρυσαν τα μάτια μας ήταν εντυπωσιακό. Πρώτα κτύπησαν την ακοή μας οι αλαλαγμοί των στρατιωτών. Οι φωνές τους δεν υψώθηκαν όλες μαζί, αλλά όταν τελείωνε τις επευφημίες η πρώτη γραμμή ,ακολουθούσε η επόμενη και μετά η τρίτη κ.ο.κ. Έπειτα, όταν σώπασαν και οι τελευταίοι, φώναξαν όλοι μαζί και παραλίγο να χάσουμε την ακοή μας απο τον θόρυβο. Όταν τελείωσαν, μπήκαμε στη σκηνή. Ο Αυτοκράτορας (Ο Ισαάκιος) καθόταν σε ενα επιχρυσωμένο αμφικέφαλο θρόνο που ήταν τοποθετημένος επάνω σε ενα ψηλό βάθρο. Εμπρός απο τον θρόνο υπήρχε ενα σκαμνί για να ακουμπάει τα πόδια του και στο σώμα του φορούσε ρούχα φανταχτερά που τον έκαναν να ξεχωρίζει απ’ όλους τους άλλους. Κρατούσε το κεφάλι του ψηλά προβάλλοντας το στερνό και τα μάγουλα του είχαν κοκκινίσει απο την ένταση. Όσο για το βλέμμα του, αυτό ηταν συλλογισμένο και απλανές δείχνοντας τις βαθιές σκέψεις που τον έπνιγαν…Γύρω του, παρατεταγμένοι κυκλικά, βρισκόταν ενα σωρό πολεμιστές, ενω πλησιέστερα στεκόταν οι ανώτεροι αξιωματούχοι του που με το μεγαλείο τους δεν υστερούσαν σε τίποτα απο τους αρχαίους ήρωες…Στο δεύτερο κύκλο ήταν οι υπασπιστές τους και οι πολεμιστές της πρώτης γραμμής που και αυτοί περιβαλλόταν απο τους άνδρες των κατωτέρων λόχων και τους ελαφρά οπλισμένους, ενώ ακόμα πιο πίσω ήταν οι σύμμαχοι στρατιώτες που άνηκαν σε διάφορα έθνη: ήταν Ιταλοί (Νορμανδοί, Ιταλό-Νορμανδοί και Γάλλοι) και Ταυροσκύθες (Ρώσοι, Σλάβοι του κάτω Βόλγα), άνδρες φοβεροί στήν όψη και τον οπλισμό που κοίταζαν γύρω τους με άγριο βλέμμα. Κάποιοι (σ.μ. εννοεί τους Ιταλούς) είχαν ξυρίσει τα φρύδια τους και είχαν βάψει τα κορμιά και τα πρόσωπα τους, ενώ οι άλλοι (σ.μ. εννοεί τους Ταυροσκύθες) διατηρούσαν τα φυσικά τους χρώματα….Τέλος υπήρχαν και αυτοί οι πολεμιστές( Βάραγγοι) με τα μακρύτατα δόρατα και τα τσεκούρια με μονή κόψη που τα στήριζαν στούς ώμους τους…”.

Μια πραγματικά εκπληκτική αφήγηση του αυτόπτη μάρτυρα Μιχαήλ Ψελλού στη “Χρονογραφία του” που μας δίνει μια λεπτομερή εικόνα του Ανατολικού στρατού κρούσης της Αυτοκρατορίας, που ακόμα και τότε (1057) σκορπούσε τον τρόμο παντού, μαζί με τον θαυμασμό….

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *