Ο 18ος αιώνας και η ρωσική απειλή για την Οθωμανική Αυτοκρατορία

Δημήτρης Παπασταματίου, Φωκίων Κοτζαγεώργης, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ, σ. 49-51.

Κείμενο: Δημήτρης Παπασταματίου

Τρία ήταν βασικά γνωρίσματα του οθωμανικού 18ου αιώνα: η εμφάνιση της Ρωσίας ως o πλέον επικίνδυνος υπονομευτής της οθωμανικής εδαφικής ακεραιότητας, η ανάδυση της νέας περιφερειακής ελίτ των αγιάνηδων και η εντατικοποίηση των κρατικών μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών στα πλαίσια μια νέας αντίληψης για τη θέση του οθωμανικού κράτους στο διεθνή ορίζοντα.


Η Ρωσία είχε εχθρικές σχέσεις με την Υψηλή Πύλη ήδη από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Αλλά ο πρώτος Ρώσος ηγεμόνας με φιλοδοξίες σε βάρος της οθωμανικής ακεραιότητας ήταν ο Μέγας Πέτρος, ο οποίος έθεσε τις βάσεις μιας πολιτικής που αποσκοπούσε στην αντικατάσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από μια αντίστοιχη ρωσική. Η Ρωσία ήταν εξαιρετικά επικίνδυνος αντίπαλος για την Υψηλή Πύλη καθώς αποτελούσε μια αυτοκρατορία με ανεξάντλητα αποθέματα ανθρωπίνων και υλικών πόρων, αλλά και δυνατότητα προσεταιρισμού των χριστιανικών πληθυσμών του οθωμανικού κόσμου εξαιτίας του ομόδοξου δόγματος. Η ρωσική απειλή δεν είχε ομοιότητες με την αντίστοιχη χριστιανικών δυνάμεων, όπως η Βενετία, η Ουγγαρία, η Αυστρία, ή η Ισπανία. Αυτές οι χώρες, όταν δεν ήταν σε άμυνα, είχαν επιθετικές βλέψεις περιορισμένες σε συγκεκριμένες εδαφικές ζώνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι συγκρουσιακές δυνατότητές τους ήταν μικρότερες από αυτές των Οθωμανών, η δε συνεργασία τους με τους χριστιανούς υπηκόους του σουλτάνου συνήθως ήταν προβληματική και ενίοτε τελείως αδύνατη.

Οι σχέσεις των Ρώσων με τους Έλληνες του οθωμανικού χώρου ήταν τακτικές σε όλη το διάστημα από τα τέλη του 15ου ως τις αρχές του 18ου αιώνα. Οι Ρώσοι, ειδικά μετά το γάμο της Σοφίας, κόρης του Θωμά Παλαιολόγου με τον μεγάλο δούκα της Μόσχας Ιβάν Γ΄ Βασίλιεβιτς το 1472, άρχισαν να καλλιεργούν το ιδεολογικό σχήμα της Τρίτης Ρώμης, σύμφωνα με το οποίο η Μόσχα ήταν η νόμιμη κληρονόμος της χριστιανικής ρωμαϊκής ιδέας και οι Ρώσοι νόμιμοι διεκδικητές της Κωνσταντινούπολης. Όμως μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα οι Ρώσοι δεν είχαν τη δυνατότητα να ασκήσουν εξωτερική πολιτική σε συμφωνία με τις βασικές αρχές αυτού του δόγματος. Εντούτοις, η επικοινωνία ανάμεσα στα δύο μέρη διατηρήθηκε κυρίως μέσω εκκλησιαστικών καναλιών. Για παράδειγμα, γνωστές είναι οι επισκέψεις ανώτερων κληρικών στη Μόσχα συνήθως για έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις, τις λεγόμενες ζητείες, ενώ αντίστοιχα ήταν σημαντική όψη της εξωτερικής πολιτικής των τσάρων να ενισχύουν τη δημόσια εικόνα τους παρουσιαζόμενοι ως ευεργέτες εκκλησιών, πατριαρχείων και μονών. Έτσι, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το πατριαρχείο Ιεροσολύμων, το Άγιο Όρος, η μονή του Σινά, η Πάτμος, αλλά και απλές μητροπόλεις και επισκοπές ανέπτυξαν ιδιαίτερους δεσμούς με τη ρωσική αυλή και το Πατριαρχείο της Μόσχας σε όλη τη διάρκεια της οθωμανικής πολιτικής κυριαρχίας. Αντάλλαγμα για αυτή την οικονομική υποστήριξη που παρείχαν αφειδώς οι τσαρικοί κύκλοι προς ελληνικά εκκλησιαστικά ιδρύματα ήταν η προβολή της Ρωσίας ως υπερασπίστριας χώρας της ορθοδοξίας και η αφοσίωση των Ελλήνων κληρικών στους στόχους της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Η διάδοση προφητειών, οι οποίες πρόβαλλαν τους Ρώσους ως απελευθερωτές των Ελλήνων και της ορθοδοξίας από το Ισλάμ, και η σύνταξη ανάλογων συλλογών-χρησμολογίων αποτελούσαν ιδιαίτερα αποτελεσματικά μέσα της ρωσικής προπαγάνδας ήδη από τον 17ο αιώνα.

Eρμιτάζ: ο τσάρος δεν είναι γυμνός στην έκθεση κοστουμιών του Μεγάλου Πέτρου  - CNN.gr
Ο Μέγας Πέτρος, τσάρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας


Οι ελληνο-ρωσικές σχέσεις πύκνωσαν περισσότερο όταν ανέβηκε στον τσαρικό θρόνο ο Μέγας Πέτρος το 1689, ο αναμορφωτής του ρωσικού κόσμου και θεμελιωτής του νεώτερου ρωσικού κράτους. Ο Πέτρος προσπάθησε να χρησιμοποιήσει την εικόνα του Ρώσου απελευθερωτή των ορθοδόξων υπηκόων του σουλτάνου ως όπλο της επεκτατικής πολιτικής του προς το Νότο. Είναι γνωστή η αλληλογραφία που διατηρούσε με τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Δοσίθεο (1669-1707) και τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Καλλίνικο (1688-1702). Βέβαια, άμεσος στρατηγικός στόχος του Πέτρου δεν ήταν η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και η απελευθέρωση των ορθοδόξων από την οθωμανική πολιτική κυριαρχία, αλλά η έξοδος της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να στείλει πράκτορες σε όλα τα Βαλκάνια προπαγανδίζοντας την εικόνα του Ρώσου απελευθερωτή και ασκώντας προπαγανδιστική πολιτική που αποτέλεσε πρότυπο για όλους τους επόμενους τσάρους με παρόμοιες φιλοδοξίες. Οι πράκτορες ήταν Έλληνες, οι οποίοι διέτρεχαν το βαλκανικό χώρο διανέμοντας υποσχέσεις, χρήματα, δώρα και εικόνες του τσάρου, και έρχονταν σε επαφή με κοινοτικούς προύχοντες, καπετάνιους ένοπλων ομάδων και εκκλησιαστικούς παράγοντες ώστε να βολιδοσκοπηθούν οι διαθέσεις τους στην προοπτική ρωσικής επέμβασης. Παράλληλα, Έλληνες έκαναν καριέρα σε διοικητικές και στρατιωτικές θέσεις και αξιώματα στη Ρωσία, αποτελώντας μια ιδιάζουσα ελίτ της ελληνικής Διασποράς, σύνδεσμος ανάμεσα στους σχεδιαστές της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής και τους ορθοδόξους της Βαλκανικής χερσονήσου.


Οι ρωσο-οθωμανικές σχέσεις παρέμειναν τεταμένες παρά την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης του 1700, καθώς οι Ρώσοι συνέχισαν να ναυπηγούν πολεμικό στόλο στο Αζώφ και να προετοιμάζονται για νέες στρατιωτικές εξορμήσεις στο Νότο. Αλλά και η οθωμανική κυβέρνηση δεχόταν πιέσεις από τους Γάλλους συμμάχους της να συμμετάσχει στον πόλεμο της Ισπανικής Διαδοχής. Όμως οι Οθωμανοί, σε αντίθεση με τις κοσμοκρατορικές φιλοδοξίες του παρελθόντος, απέφευγαν στο εξής, όσο το επέτρεπαν οι συγκυρίες, την ανάμειξη σε ενδο-ευρωπαϊκές διενέξεις. Αντιθέτως, οι αποστολές διπλωματών στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και η καλά σχεδιασμένη χρήση της υψηλής διπλωματίας θα αποτελέσουν τα νέα χαρακτηριστικά της εξωτερικής πολιτικής του οθωμανικού κράτους στους επόμενους δύο αιώνες.

Μαυροκορδάτος, Νικόλαος (Κωνσταντινούπολη, 1680 - Βουκουρέστι, 1730) -  Εκδοτική Αθηνών Α.Ε.
Νικόλαος Μαυροκορδάτος, ο πρώτος Έλληνας οσποδάρος στις παραδουνάβιες ηγεμονίες


Τον Αύγουστο του 1703 ο σουλτάνος Μουσταφά Β΄ ανατράπηκε πραξικοπηματικά από γενιτσάρους και μαθητές θρησκευτικών σχολείων και τη θέση του πήρε ο αδερφός του Αχμέτ Γ΄ (1703-1730). Ο νέος σουλτάνος διατήρησε την φιλειρηνική πολιτική των προκατόχων του μέχρι το 1709 και την άφιξη στην Κωνσταντινούπολη ως φυγά του ηττημένου στην μάχη της Πολτάβας βασιλιά της Σουηδίας Καρόλου ΙΒ΄. Όταν το ρωσικό αίτημα για έκδοση του πολιτικού πρόσφυγα απορρίφθηκε από την Πύλη, ακολούθησε σύντομη πολεμική αναμέτρηση κατά τα έτη 1710-1711 ανάμεσα στις δύο αυτοκρατορίες. Στη σύγκρουση οι Ρώσοι ηττήθηκαν κατά κράτος στη μάχη του Προύθου στις 20 Ιουλίου 1711, ο δε Πέτρος, βρισκόμενος στο πεδίο της μάχης επικεφαλής του ρωσικού στρατού, κινδύνεψε να αιχμαλωτιστεί. Σύμφωνα με τη συνθήκη που ακολούθησε, οι Ρώσοι παρέδωσαν στους Οθωμανούς όλα τα εδαφικά κέρδη τους από τη συμφωνία του 1700, συμπεριλαμβανομένου του Αζώφ. Δύο ακόμη συνθήκες στα 1712 και 1713 ανάμεσα στις δύο χώρες διευθέτησαν περαιτέρω εδαφικά ζητήματα προς όφελος της οθωμανικής πλευράς. Σημαντική συνέπεια του πολέμου για τον Ελληνισμό ήταν η απόφαση της Πύλης να περιορίσει την αυτονομία της Μολδαβίας και της Βλαχίας αντικαθιστώντας τις γηγενείς δυναστείες οσποδάρων με Έλληνες Φαναριώτες. Αιτία αυτής της διοικητικής μεταβολής ήταν η συνεργασία του Ντιμίτρι Καντεμίρ της Μολδαβίας, με τον Πέτρο.

, , , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *