Τη νύχτα της 26ης προς 27η Σεπτεμβρίου του 1687, που ήταν πανσέληνος, μία βόμβα –ορισμένοι υποστηρίζουν ότι την έριξε ένας υπολοχαγός από το Λούνεμπουργκ– κατάφερε να διαπεράσει από κάποιο άνοιγμα τη στέγη και να αναφλέξει τη μεγάλη ποσότητα πυρίτιδας που ήταν αποθηκευμένη στο εσωτερικό του ναού. Η έκρηξη που ακολούθησε άνοιξε τον ναό στα δύο καταστρέφοντας το τελειότερο κτίσμα της κλασικής τέχνης. Οι Βενετοί, σύμφωνα με τις πηγές, ξέσπασαν σε ζητωκραυγές. Από την έκρηξη ανατράπηκαν σχεδόν στο σύνολο οι τρεις από τους τέσσερις τοίχους του σηκού και κατέπεσαν τα τρία πέμπτα από τα ανάγλυφα της ζωφόρου.
Από τη στέγη φαίνεται ότι δεν έμεινε απολύτως τίποτε στη θέση του. Κατέπεσαν έξι κίονες της νότιας πλευράς, οκτώ της βόρειας και ό,τι απέμεινε από την ανατολική πρόσταση εκτός από έναν κίονα. Οι κίονες συμπαρέσυραν στην πτώση τους τα τεράστια μάρμαρα των επιστυλίων, τα τρίγλυφα και τις μετόπες. Ολόκληρο το κτίσμα υπέστη φοβερό κλονισμό. Όλη τη νύχτα καθώς και όλη την επομένη μέρα η Ακρόπολη καιγόταν». (Κορνηλία Χατζηασλάνη, «Ο Μοροζίνι, οι Βενετοί και η Ακρόπολη“Ο Μοροζίνι, οι Βενετοί και η Ακρόπολη” – Ιστορικό λεύκωμα | Ανοικτή Βιβλιοθήκη», Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
Σχεδιαστική απεικόνιση του Μανώλη Κορρέ της έκρηξης από την οβίδα που έπληξε τον Παρθενώνα.
Μια ιστορία που έχει ενταχθεί στη συλλογική μνήμη των Ελλήνων, που τα παιδιά μαθαίνουν στο σχολείο, οι ιστορικοί, αρχαιολόγοι, αρχιτέκτονες αναλύουν στις λεπτομέρειές της και εξετάζουν τις παραμέτρους της και οι ξεναγοί αφηγούνται καθημερινά στους τουρίστες, είναι αυτή της ανατίναξης του Παρθενώνα πριν από τρεισήμισι περίπου αιώνες. Γιατί ως εκείνη τη στιγμή οι επεμβάσεις, οι μετασκευές και οι προσθήκες, ακόμη και οι επί τούτου καταστροφές, παρ’ ότι πολλές και συχνά βίαιες, δεν είχαν κατορθώσει να «επιτύχουν» αυτό το αποτέλεσμα, που μέσα σε μία νύχτα επέφεραν οι Ενετοί υπό τον Φραγκίσκο Μοροζίνι, αρχιστράτηγο και διοικητή όλων των στρατιωτικών επιχειρήσεων εναντίον των Τούρκων. Μια σημαντική προσωπικότητα χωρίς αμφιβολία, έναν ιδιαίτερα διορατικό και γενναίο στρατιωτικό, τη δράση του οποίου στην Ελλάδα –Κρήτη, Μοριά και Αθήνα– κατά τον 17ο αιώνα παρουσιάζει η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη μέσα από σπουδαία τεκμήρια των συλλογών της, όπως χάρτες, έγγραφα, τοπογραφικά και αρχιτεκτονικά σχέδια, βιβλία και χαρακτικά με αφορμή τα 400 χρόνια από τη γέννησή του.
Φραντσέσκο Μοροζίνι (1619-1694), πορτρέτο του 1690. Στο Μουσείο Κορέρ της Βενετίας.
Ήταν στον δεύτερο τουρκοβενετικό πόλεμο, όταν η κατάληψη της Αθήνας και ιδίως του κάστρου της, της Ακρόπολης, είχε γίνει στόχος των Βενετών για την εκδίωξη των Τούρκων από την πόλη. Αλλά αν σήμερα η εκστρατεία αυτή κατά των Αθηνών θεωρείται από πλευράς στρατιωτικής ένα μάλλον ασήμαντο γεγονός, οι επιπτώσεις της, με την καταστροφή του μεγαλύτερου αριστουργήματος της κλασικής εποχής, έμειναν στην Ιστορία. Πόσω μάλλον, που επρόκειτο για μία μάταιη και χωρίς συνέχεια στρατιωτική νίκη. Ο Παρθενώνας χάθηκε άδικα –αν θα μπορούσε ποτέ να υπάρχει δικαιοσύνη σε αυτό– επειδή δύο αντίπαλοι πολεμούσαν σε ξένο έδαφος για την επικράτησή τους.
«Οι πηγές της εποχής που περιγράφουν την εκστρατεία στην Αθήνα και την ανατίναξη του Παρθενώνα είναι πολύ λίγες και αντιφατικές μεταξύ τους. Η αλληλογραφία του Μοροζίνι, επίσημα πρακτικά και επίσημες ανακοινώσεις της Βενετικής Δημοκρατίας που εξυπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες, μαρτυρίες ανθρώπων πολλών εθνικοτήτων γραμμένες σε διαφορετικές γλώσσες, μαρτυρίες ανθρώπων που ήταν παρόντες στην εκστρατεία και άλλων που συγκέντρωσαν το υλικό τους στη Βενετία, χωρίς ποτέ να πάνε στην Αθήνα, δημιουργούν πολλές ασάφειες και δυσκολίες στην έρευνα των γεγονότων», σημειώνει η κυρία Χατζηασλάνη. Τα γεγονότα ωστόσο είναι πάντα αδιάψευστοι μάρτυρες.Ιερά Συμμαχία
Όλα είχαν αρχίσει όμως αρκετά χρόνια νωρίτερα, όταν οι Τούρκοι, μετά από την κατάληψη της Κρήτης το 1669 ανεβαίνουν προς βορράν και το 1683 πολιορκούν τη Βιέννη. Αλλά παρ’ ότι θα ηττηθούν, το μήνυμα είχε δοθεί στους Ευρωπαίους για τον οθωμανικό κίνδυνο, έτσι μια «Ιερά Συμμαχία» υπό την παπική ευλογία ενώνει Αυστριακούς, Πολωνούς και Ενετούς σε έναν πόλεμο εδαφικό, αφού στόχος είναι η εκδίωξη των Οθωμανών από τα ευρωπαϊκά εδάφη και φυσικά θρησκευτικό, για την επικράτηση των Χριστιανών έναντι των Μουσουλμάνων. Αρχιστράτηγος όλων των πολεμικών επιχειρήσεων κατά της Τουρκίας και γενικός αρχηγός όλων των κατά ξηράν και θάλασσαν δυνάμεων της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας ορίζεται ο Φραγκίσκος Μοροζίνι (1619-1694), με πολλές ήδη επιτυχίες και ανώτατα αξιώματα αλλά και με μία σοβαρή απώλεια, αυτήν της Κρήτης, για την οποία πάντως έχει αθωωθεί.
Πορτρέτο του Μοροζίνι που φιλοτεχνήθηκε μετά τον θάνατό του, το 1750 στο Μουσείο Κορέρ.Το 1684 ο Μοροζίνι, το όνομα του οποίου κατά πολλούς μελετητές προερχόταν από το ελληνικό Μαυρογέννης, είναι 66 χρόνων αλλά θεωρείται, δικαιολογημένα όπως αποδείχθηκε, ο πλέον κατάλληλος γι’ αυτό το αξίωμα.
Σε αυτόν τον πόλεμο ωστόσο δεν θα είναι μόνος του, αφού σχεδόν αμέσως μετά από την κατάληψη της Πρέβεζας και της Λευκάδας και καθώς οι Τούρκοι ετοιμάζονται για αντεπίθεση δημιουργείται ένας μισθοφορικός στρατός με στρατιώτες απ’ όλη την ιταλική χερσόνησο και τις γερμανικές χώρες, με διοικητή τον Κόμη Όθωνα Γουλιέλμο Φον Καίνιξμαρκ (1639-1688). Τον συνοδεύει η σύζυγός του κόμισσα Κατερίνα Καρλόττα, της οποίας κυρία επί των τιμών ήταν μία γυναίκα με ξεχωριστή μόρφωση, η Άννα Άκερχελμ, μέσα από το ημερολόγιο της οποίας και τις επιστολές προς τον αδερφό της τα γεγονότα παίρνουν μιαν άλλη διάσταση.
Το 1685 η στρατιά έχει καταλάβει όλη την Πελοπόννησο, πλην της Μονεμβασίας, δημιουργείται έτσι το Βασίλειο του Μορέως και ο Μοροζίνι χρίζεται Ιππότης του Αγίου Μάρκου με την τιμητική επωνυμία «Πελοποννησιακός». Ορειχάλκινη προτομή του στήνεται και στην μεγάλη αίθουσα του Δογικού Παλατιού. Επόμενος στόχος, η Αθήνα.Η Ακρόπολη
«Το αναφερόμενο κάστρο είναι το κόσμημα το πλέον σπουδαίον το υπάρχον ανά την Υφήλιον και τοσούτον μάλλον καθόσον άπαντες οι ζώντες Χριστιανοί Βασιλείς δεν θα ηδύναντο εις την κατασκευήν παρομοίου τινός». Την εγκωμιαστική περιγραφή της Ακρόπολής των Αθηνών κάνει σε επίσημο έγγραφο το 1380 ο Πέτρος ο Δ’ της Αραγωνίας, χωρίς καν να την έχει δει – αλλά η φήμη της είναι τόσο μεγάλη που είναι σαν να την ξέρει.
Ήδη όμως από τον 6ο αιώνα μ.Χ. ο Παρθενώνας έχει μετατραπεί –με διάφορες επεμβάσεις στο κτίριο– σε εκκλησία αφιερωμένη στην Αγία του Θεού Σοφία, ενώ αργότερα αναφέρεται ως Παναγία η Αθηνιώτισσα. Το 1018 θα την επισκεφθεί ο Βασίλειος Β΄ μετά τη νίκη του κατά των Βουλγάρων, αλλά τον 13ο αιώνα θα λειτουργεί πλέον ως καθολική εκκλησία. Αλλαγή κατακτητών τον 15ο αιώνα και είναι η σειρά του Μωάμεθ Β’ του Κατακτητή να την επισκεφθεί το 1458, οπότε μετατρέπεται σε τζαμί και υψώνεται ένας μιναρές.
Ευτυχής ωστόσο υπήρξε η συγκυρία της πρώτης απεικόνισης του Παρθενώνα πριν από αυτή την μετατροπή, από τον Κυριάκο τον Αγκωνίτη γύρω στα 1435. Ακολουθούν διάφοροι επισκέπτες της Αθήνας, που αφήνουν εικόνες του ναού πολύ χρήσιμες σήμερα, με πολύτιμα όμως μεταξύ αυτών τα ζωγραφικά σχέδια του Ζακ Κάρεϋ, ο οποίος ακολούθησε στην Αθήνα το 1674 τον Γάλλο πρεσβευτή του Λουβοδίκου του ΙΔ’ στην Οθωμανική Πύλη, Μαρκήσιο Ολιέ ντε Νουαντέλ. Ο Κάρεϋ απεικόνισε μέσα σε μόλις δεκαπέντε μέρες αλλά με μεγάλη ακρίβεια τα αετώματα, τη ζωφόρο και τις νότιες μετόπες του Παρθενώνα. Σήμερα δεν υπάρχει καλύτερη μαρτυρία τους, αφού αρκετά από αυτά θα καταστρέφονταν από την έκρηξη οβίδας μετά από δέκα τρία χρόνια.
Μία από τις σχεδιαστικές απεικονίσεις του Jacques Carrey, 13 χρόνια πριν τον βομβαρδισμό της Ακρόπολης.Εκκλησία και τζαμί
Ο καθηγητής Μανώλης Κορρές.
«Τα μετακιόνια (σ.σ.: τα κενά διαστήματα μεταξύ δύο κιόνων) της περιστάσεως έχουν κλειστεί με τοίχο ύψους περίπου πέντε μέτρων. Τα μετακιόνια της δυτικής και πιθανότατα και της ανατολικής πρόστασης ενώθηκαν με όμοιο τοίχο ώστε να σχηματισθεί κλειστός διάδρομος, ίσως ένα είδος υποκατάστατου των αίθριων των κανονικών βασιλικών. Σε ορισμένα από τα μετακιόνια έχουν ανοιχθεί είσοδοι στο κτήριο και στην κρηπίδα της περιστάσεως έχουν λαξευθεί στα σημεία αυτά πρόσθετες βαθμίδες». Αυτές ήταν οι βασικές μετατροπές στον Παρθενώνα ώστε να γίνει εκκλησία, σύμφωνα με τον καθηγητή Μανώλη Κορρέ, τον άνθρωπο που γνωρίζει τα μνημεία της Ακρόπολης καλύτερα από κάθε άλλον. Προσθέτοντας πως:
Η αρχαία στέγη είχε καταστραφεί από τον 3ο μ.Χ. αιώνα με εμπρησμό και μαζί της σχεδόν ολόκληρο το εσωτερικό του σηκού. Η νέα στέγη όμως, ξύλινη με πήλινες κεραμίδες, επειδή τα οικονομικά μέσα ήταν πλέον στενά περιορίστηκε μόνο στην έκταση του σηκού κι έτσι τα πτερά έμειναν για πάντα αστέγαστα. Παράθυρα ανοίχθηκαν κατά την χριστιανική εποχή στους μακρούς τοίχους διακόπτοντας τη ζωφόρο, επιπλέον είχαν τέτοιο ύψος ώστε το άνω μέρος τους να σχηματίζει μικρά αετώματα πάνω από το επίπεδο της στέγης.
Όσον αφορά τον μιναρέ, όταν πλέον ο Παρθενώνας έγινε τζαμί, υψώθηκε στη νοτιοδυτική γωνία του σηκού επάνω στον ισχυρό κορμό ενός παλαιότερου λιθόκτιστου πύργου. Στο εσωτερικό του σηκού κατασκευάσθηκαν υπερώα, καθώς μάλιστα το επέτρεπε η διώροφη διάταξή των και το δάπεδο στο ανατολικό τμήμα του ανυψώθηκε για να δημιουργηθεί το ιερό. Οι Τούρκοι εξάλλου κάλυψαν με επιχρίσματα το εσωτερικό του τζαμιού, ώστε να κρύψουν τις χριστιανικές αγιογραφίες.
Η Ακρόπολη από τα βορειοανατολικά. Χαλκογραφία, Βενετία, 1708.
Το Ερεχθείο εξάλλου, που κατά την Παλαιοχριστιανική εποχή είχε μετατραπεί σε τρίκλιτη βασιλική αφιερωμένη στη λατρεία του Σωτήρος Χριστού, επί Φραγκοκρατίας φαίνεται ότι είχε κοσμική χρήση ενώ στη συνέχεια επί Τουρκοκρατίας χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Αγά και του χαρεμιού του. Διάφορες μετασκευές και προσθήκες είχαν γίνει για το σκοπό αυτό, μεταξύ των οποίων η δημιουργία κλειστού χώρου στην πρόσταση με τις Καρυάτιδες, καθώς τα κενά ανάμεσά τους κτίσθηκαν.
Ανάλογη πορεία ακολούθησαν και τα Προπύλαια, που από τα τέλη του 12ου αιώνα και σύμφωνα με την μελέτη του αρχιτέκτονα Τάσου Τανούλα είχαν γίνει κατοικία των Ορθοδόξων Επισκόπων των Αθηνών και στην συνέχεια των Φράγκων ηγεμόνων. Στο κεντρικό κτήριο μάλιστα προστέθηκε όροφος ενώ επάνω από τη νότια πτέρυγα κτίσθηκε ο γνωστός από τις απεικονίσεις της εποχής Φράγκικος Πύργος, ύψους 26 μέτρων.
Ο Φράγκικος Πύργος στα Προπύλαια πριν την κατεδάφισή του για την αναστήλωση των μνημείων της Ακρόπολης.
Άλλαξε όμως και η είσοδος στην Ακρόπολη –γιατί στα διαστήματα ανάμεσα στους κίονες του κεντρικού κτηρίου κτίσθηκαν τοίχοι– και έτσι η πρόσβαση βρισκόταν πλέον ανάμεσα στον Φράγκικο Πύργο και το νότιο τείχος της Ακρόπολης. Επί Τουρκοκρατίας πάντως και τα Προπύλαια χρησίμευαν για αποθήκευση εκρηκτικών, όπως αποδείχθηκε το 1640, όταν ένας κεραυνός που έπεσε στο κεντρικό κτίριο ανατίναξε την πυρίτιδα με αποτέλεσμα να καταρριφθεί ένα τμήμα τους.
Ακέραιος και στη θέση του παρέμενε τέλος ο μικρός, κομψός ναός της Αθηνάς Νίκης πάνω στον αρχαίο πύργο του. Και για την ολοκλήρωση της εικόνας πάντως να προστεθεί, ότι από χρόνια όλος ο ελεύθερος χώρος μέσα στην Ακρόπολη ήταν κατειλημμένος από σπίτια κτισμένα πάνω στα αρχαία και με υλικό, φυσικά, από αυτά.Πόλεμος
Αύγουστο του 1687 ο Μοροζίνι, που ο στρατός του βρίσκεται στην Κόρινθο, δέχεται έναν καπουτσίνο παπά, ο οποίος έχει αποσταλεί για να διαπραγματευθεί την ακύρωση της εκστρατείας των Ενετών εναντίον της Αθήνας με αντάλλαγμα έναν φόρο που θα πληρωνόταν ανά έτος. Συμφωνούν· ο Μοροζίνι υπόσχεται ότι επίθεση δεν θα γίνει, αλλά σε πολεμικό συμβούλιο που γίνεται στις 14 Σεπτεμβρίου όλοι οι αρχηγοί των στρατευμάτων έχουν αντίθετη γνώμη.
Ο Μοροζίνι, που βλέπει πιο μακριά από όλους, αντιλαμβάνεται τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργηθούν από αυτήν την εκστρατεία. Αλλά στην κρίσιμη στιγμή φθάνει μία ακόμη αντιπροσωπεία Προκρίτων Αθηναίων, που τώρα πλέον ζητούν από τους Βενετούς να σπεύσουν.
Και στο μεταξύ οι Τούρκοι από τη μεριά τους προετοιμάζονται καταλλήλως ενισχύοντας τις οχυρώσεις τους. Στις διάφορες κατασκευές τους χρειάζονται οικοδομικό υλικό, το οποίο βρίσκουν κατεδαφίζοντας τον ναό της Αθηνάς Νίκης! Το ευτυχές όμως είναι ότι από τις ανασκαφές που έγιναν μετά την απελευθέρωση, αποκαλύφθηκαν όλα τα μέλη του ναού και έτσι έγινε η πρώτη αναστήλωσή του το 1838.
Το Κάστρο και η Πόλη της Αθήνας όπως την έβλεπε ο Στρατός της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας το 1687. Χαλκογραφία από τη συλλογή Στάθη Φιννόπουλου.
Η εκστρατεία κατά των Αθηνών ξεκινάει στις 19 Σεπτεμβρίου και το πρωί της 21ης Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι ξυπνώντας βλέπουν αγκυροβολημένο στον Πειραιά ολόκληρο τον βενετικό στόλο. Εγκαταλείπουν την πόλη και κλείνονται όλοι στο κάστρο της Ακρόπολης, ενώ στην Αθήνα κυκλοφορούν πια μόνον Έλληνες. Οι επιθέσεις γίνονται κατά κύματα και με όλα τα μέσα και στις 25 Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με τον κόμη Λεόν ντε Λαμπόρντ, μια βόμβα που πέφτει στα Προπύλαια, σε μικρή αποθήκη πυρίτιδας, αναφλέγεται και ένα τμήμα τους καταρρέει.Η ανατίναξη του Παρθενώνα
Η αρχιτέκτων και αρχαιολόγος Κορνηλία Χατζηασλάνη.
«Οι πληροφορίες της εποχής σχετικά με το “τυχαίο” της ανατίναξης του Παρθενώνα συγκρούονται. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι η βολή ήταν τυχαία, άλλες όμως ότι ήταν κατευθυνόμενη», σημειώνει η Κορνηλία Χατζηασλάνη. Και προσθέτει: «Σύμφωνα με την μαρτυρία του Γερμανού αξιωματικού Σομπιεβόλσκυ, στις 22 Σεπτεμβρίου, κάποιος που είχε διαφύγει από το Κάστρο, πληροφόρησε τους Βενετούς ότι όλα τα πυρομαχικά είχαν μεταφερθεί μέσα στον ονομαζόμενο “Ναό της Αθηνάς” και ότι εκεί είχαν εγκατασταθεί όλοι οι ανώτεροι Τούρκοι πιστεύοντας ότι οι Χριστιανοί ποτέ δεν θα έβλαπταν τον ναό. Μετά την πληροφορία αυτή οι περισσότεροι όλμοι κατευθύνουν τα πυρά τους προς τον ναό, χωρίς όμως επιτυχία, καθώς ήταν από μάρμαρο, δηλαδή το κτήριο ήταν καλά προστατευμένο».
Η τελική έκρηξη όμως και η ανατίναξη ήταν αναπόφευκτη, προκαλώντας απερίγραπτο πανικό. Τριακόσιοι Τούρκοι σκοτώθηκαν από τα μάρμαρα που εκτοξεύθηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις, η πυρκαγιά μεταδόθηκε στα γύρω σπίτια και καθώς δεν υπήρχε αρκετό νερό η φωτιά απλωνόταν όλο και περισσότερο. Η Ακρόπολη καιγόταν.
Δύο απόψεις του βομβαρδισμού και κάτοψη του Κάστρου της Ακρόπολης. Χαλκογραφία, Βενετία 1707.
Στις 29 Σεπτεμβρίου παρέδωσαν οι Τούρκοι την Ακρόπολη, λαμβάνοντας εγγύηση ζωής και ελεύθερης αναχώρησης –κάτι που τελικά δεν συνέβη αφού στοn δρόμο προς τον Πειραιά υπέστησαν πολλές επιθέσεις από τους μισθοφορους– και η βενετική σημαία υψώθηκε στα Προπύλαια.
«…Πόσο στεναχωρήθηκε η εξοχότητά του (σ.σ.: εννοεί τον Καίνιξμαρκ) που αναγκάσθηκε να καταστρέψει τον ωραίο ναό που για 3.000 χρόνια βρισκόταν χτισμένος εκεί και λέγεται ναός της Αθηνάς! Μάταια όμως! Οι βόμβες έκαναν τη δουλειά τους έτσι που ποτέ πια σ’ αυτόν τον κόσμο ο ναός αυτός δεν θα μπορέσει να ξαναχτισθεί!…», έγραφε η Άκερχελμ σε μία επιστολή της. Η είσοδός του στην πόλη και κυρίως του Μοροζίνι βέβαια ήταν θριαμβευτική, ενώ ευχαριστήριος δοξολογία ψάλλεται σε ένα από «τα μεγαλύτερα τζαμιά», που μετατρέπεται σε εκκλησία του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου.
Ο βομβαρδισμός από τα ανατολικά. Χαλκογραφία, Βενετία 1707.
Τρεις μήνες μετά, με τα τρόφιμα να σπανίζουν, τους μισθοφόρους να επιδίδονται σε λεηλασίες και τους Τούρκους να ετοιμάζονται για αντεπίθεση ο Μοροζίνι προτείνει την εγκατάλειψη των Αθηνών, τον εκπατρισμό των Αθηναίων για να αποφευχθεί η σφαγή τους από τους Τούρκους και τέλος την καταστροφή εκ θεμελίων με εκρηκτικές ύλες της πόλης και της Ακρόπολης ώστε να μην μπορούν να οχυρωθούν ξανά οι Τούρκοι. Ακραίες ιδέες, που ευτυχώς δεν εφαρμόζονται και στις 12 Φεβρουαρίου οι Βενετοί αποφασίζουν να φύγουν παρά τις παρακλήσεις των Ελλήνων.Διαρπαγή αρχαιοτήτων
«Ελάβαμε το σχεδιάγραμμα της πόλης των Αθηνών και του φρουρίου αυτής το οποίο εξεπόνησε ο Κόμης ντε Σαν Φελίτσε και μετ’ ευχαριστήσεως παρατηρήσαμε τα υπάρχοντα εκεί αρχαία περίφημα μνημεία. Εξουσιοδοτούμεν την Υμετέραν Σύνεσιν, να αφαιρέσει και να αποστείλει εις ημάς ενταύθα εκείνο που θα έκρινε πιο σπουδαίο και πιο καλλιτεχνικό, δυνάμενο να επαυξήσει την αίγλην της Κυριάρχου, το οποίο θα χρησιμεύσει επίσης ως νέο αίωνιο μνημείο της Ημετέρας Διακεκριμένης Αρετής».
Με αυτό το ψήφισμα της Γερουσίας, που έχει λάβει από τις 4 Δεκεμβρίου, ο Μοροζίνι ετοιμάζεται να επιτελέσει κι αυτό το έργο. Επιλέγει τα καλύτερα διατηρημένα αγάλματα του δυτικού αετώματος και προσπαθεί να τα αποσπάσει. Γράφει όμως στην αναφορά του: «Κατεβλήθη προσπάθεια να αφαιρεθεί το μέγα αέτωμα αλλά κατέπεσεν από το πελώριο εκείνο ύψος. Η αιτία είναι ότι το οικοδόμημα είναι καμωμένο χωρίς κονίαμα και οι διάφοροι λίθοι είναι συνηρμοσμένοι ο ένας με τον άλλο με αξιοθαύμαστη τέχνη. Άλλωστε από την έκρηξη της εν αυτώ πυριτιδαποθήκης το οικοδόμημα υπέστη σοβαρώτατον κλονισμόν».
Η Ακρόπολη από τα βορειοανατολικά. Χαλκογραφία, Βενετία, 1708.
Εγκαταλείπει λοιπόν το σχέδιο, όμως αναφέρει: «Αποφάσισα να παραλάβω μία λέαινα ωραιότατης τέχνης, αν και της λείπει το κεφάλι, το οποίο όμως μπορεί κάλλιστα να αντικατασταθεί με το μάρμαρο που θα σας στείλω μαζί με την λέαινα και που είναι καθ’ όλα όμοιο».
Συνολικά μετέφερε στη Βενετία τρία λιοντάρια, από την Ακρόπολη, από το Θησείο καθώς και το γνωστό λιοντάρι του Πειραιά, εξ αιτίας του οποίου το λιμάνι του Πειραιά είχε ονομασθεί Πόρτο Λεόνε. Αλλά και οι αξιωματικοί του το ίδιο έπραξαν, παίρνοντας μαζί τους ό,τι μεταφερόταν εύκολα. Τα περισσότερα μάλιστα βρίσκονται σήμερα σε μουσεία, όπως το κεφάλι του γυναικείου αγάλματος που έπεσε από το δυτικό αέτωμα, που κατέληξε στο Λούβρο –είναι η λεγόμενη «κεφαλή Λαμπόρντ»– ένα τμήμα της ζωφόρου με δύο ιππείς και το κεφάλι ενός αλόγου, που βρίσκονται στο Μουσείο της Ιστορίας της Τέχνης στη Βιέννη και δύο κεφαλές από τις νότιες μετόπες, που αφαίρεσε ένας Δανός αξιωματικός ονόματι Χάρτμαντ και βρίσκονται στο Εθνικό Μουσείο της Κοπεγχάγης. Κι αν η συστηματική λεηλασία αποφεύχθηκε αυτό μάλλον οφειλόταν στην εσπευσμένη αναχώρηση και στις δυσκολίες μεταφοράς.
Ο Fr. S. Fauvel στο σπίτι του στην Αθήνα. Στο βάθος το κάστρο της Ακρόπολης και δίπλα του η νότια μετόπη αρ. 31 του Παρθενώνα, που βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο. Louis Dupré, 1825.
Κατά την Κορνηλία Χατζηασλάνη, «ο Παρθενών πριν καταστραφεί ήταν τέμενος Μουσουλμανικής λατρείας. Οι Τούρκοι δεν επέτρεπαν την απόσπαση και του παραμικρού λίθου από κτήριο θρησκευτικής σημασίας. Μόνον διότι συνετρίβη από τις βόμβες του Μοροζίνι και εγκαταλείφθηκε ως άχρηστο ερείπιο μπόρεσε αργότερα ο Έλγιν να πάρει άδεια να αποσπάσει ορισμένα τεμάχια και κάνοντας κατάχρηση του φιρμανιού να προβεί στην τέλεια λεηλασία του ερειπωμένου Παρθενώνα».
Διάσπαρτα σήμερα πάνω στην Ακρόπολη είναι πολλά αρχαία μάρμαρα χωρίς «ταυτότητα», που συλλέγονται πάντως με προσοχή. Κάποια από αυτά μπορεί να έχουν προέλθει από την έκρηξη. «Τα μάρμαρα που είχαν πέσει κατά την ανατίναξη σχημάτιζαν γιγάντιους σωρούς όχι μόνον έξω από το ερείπιο αλλά στο εσωτερικό του», γράφει ο Μανώλης Κορρές (Ο Παρθενώνας και η Ακτινοβολία του στα Νεώτερα Χρόνια, εκδόσεις Μέλισσα). Και προσθέτει:
«Οι τελευταίοι χρησιμοποιήθηκαν εξ αρχής και μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνος ως πηγή έτοιμου υλικού για την παραγωγή ασβέστου για την ανοικοδόμηση και την επισκευή τμημάτων των τειχών που είχαν ως τότε καταρρεύσει. Η εκμετάλλευση των μαρμάρων συνεχίσθηκε και όταν ακόμη τα πεσμένα εντός του ναού είχαν ήδη σχεδόν εξαντληθεί. Τότε έγινε η κατεδάφιση του ακόμη ιστάμενου της νοτιοανατολικής παραστάδος και αφαίρεση πολλών πλακών των αρχαίων δαπέδων σε διάφορες θέσεις γύρω από το νέο μικρό τζαμί. Αντιθέτως μέσα στην περίσταση, στον πρόναο και έξω από το ναό οι σωροί των πεσμένων μαρμάρων διατηρήθηκαν πολύ περισσότερο, φθίνοντες όμως και ανακινούμενοι συνεχώς από κατεδαφιστές, λιθοκόπους και συλλέκτες αρχαιοτήτων μέχρι την ημέρα της απελευθερώσεως του κάστρου», το 1833.
Τι θα συνέβαινε αν εκείνη η οβίδα δεν έπεφτε στον Παρθενώνα; Για τους ιστορικούς τα γεγονότα του 1678 ήταν η αρχή όλων των μετέπειτα καταστροφών. Ο Παρθενώνας θα έφθανε μέχρι σήμερα σχεδόν ακέραιος. Και η διαρπαγή των αρχαιοτήτων θα ήταν ελάχιστη αν το μνημείο ήταν σε χρήση.