του Μανώλη Χατζημανώλη,
Από τα έθνη που πολέμησαν με το μέρος του Λυδού βασιλιά Κροίσου (560-546 π.Χ) κατά την μεγάλη μάχη της Θύμβρης τον Δεκέμβριο του 547 π.Χ, αυτοί που προκάλεσαν τον μεγαλύτερο θαυμασμό του Πέρση βασιλιά Κύρου (559-530 π.Χ) ήταν χωρίς αμφιβολία οι Αιγύπτιοι βαριά οπλισμένοι πεζοί. Έχοντας σταλεί από τον Αιγύπτιο Φαραώ στα πλαίσια της συμμαχίας του με το λυδικό βασίλειο, οι Αιγύπτιοι δορυφόροι κράτησαν με πείσμα τις θέσεις τους στους τετράγωνους, βάθους 100 ανδρών, σχηματισμούς τους και δεν τις εγκατέλειψαν ακόμα και μετά την περικύκλωσή τους, όταν οι πτέρυγες του λυδικού στρατού απωθήθηκαν από τις αντίστοιχες περσικές.
Πράγματι, όταν η μάχη είχε πλέον κριθεί και μην θέλοντας να εξοντώσει τόσο γενναίους πολεμιστές, ο Κύρος κάλεσε και τελικά έπεισε τους Αιγύπτιους να ενταχθούν στον στρατό του. Η πρότασή του αν μη τι άλλο ήταν γενναιόδωρη: Μεγαλύτερος μισθός από αυτόν που λάμβαναν ήδη για όσο διαρκούσε ο πόλεμος με τον Κροίσο και πόλεις για να εγκατασταθούν στις ακτές και στην ενδοχώρα μαζί με γη, γυναίκες και υπηρέτες ως αντιπαροχή για τις υπηρεσίες στον στρατό του.
Προερχόμενοι από τις τάξεις των δύο επαγγελματικών “μεραρχιών” του στρατού της 26ης Σαϊτικής Δυναστείας που μας αναφέρει ο Ηρόδοτος, τους Καλασιρείς και τους Ερμοτύβιους, οι εξοπλισμένοι με κοίλες ποδήρεις ασπίδες, μακρά ναυμαχικά δόρατα, βαρείς πελέκεις, μάχαιρες, λινοθώρακες και σύνθετα κράνη από πεπιεσμένο λινάρι ή δέρμα Αιγύπτιοι ήταν χωρίς αμφιβολία το βαρύτερο πεζικό με το οποίο είχαν έρθει σε επαφή οι κατά βάση ελαφρά οπλισμένοι Ιρανοί, πριν γνωρίσουν τους σιδηρόφρακτους Έλληνες οπλίτες.
Ενάμιση αιώνα μετά, ο Ξενοφώντας θα συναντούσε τους απογόνους τους στις μικρασιατικές πόλεις Λάρισσα, Κυλλήνη και Κύμη, ενώ στα Κούναξα (401 π.Χ) ομόφυλοί τους από τις πόλεις της ενδοχώρας βρέθηκαν αντιμέτωποι με τους Μύριους που πολεμούσαν υπό τον Κύρο τον Νεότερο.
Πηγές:
-Ηρόδοτος, Ιστορία
-Ξενοφών Κύρου Παιδεία, Κύρου Ανάβασις
-Στρατιωτική Ιστορία τεύχος 267, Κύρος εναντίον Κροίσου του Μάνου Καλύβα