Γράφει ο Αλέκος Χατζηκώστας
Η πτώση του φρουρίου Ντιεν Μπιεν Φου στις 7 Μαΐου 1954 επισφράγισε την ήττα σ’ έναν αποικιακό πόλεμο που διήρκεσε οκτώ χρόνια, τον οποίο ξεκίνησε η Γαλλία το φθινόπωρο του 1946 για να εκμηδενίσει τη Λαϊκή Δημοκρατία Βιετνάμ.
Η μάχη
Στις 20 Νοεμβρίου 1953, η επιχείρηση «Κάστορας» εγκαινίασε μια νέα φάση στον πόλεμο που η Γαλλία διεξήγε στην αποικιακή Ινδοκίνα από το 1946 έναντι των δυνάμεων του βιετναμέζικου εθνικού κινήματος (Βιέτ Μιν) υπό την ηγεσία του Χο Τσι Μινχ. Στο πλαίσιο της επιχείρησης ολοκληρώθηκε επιτυχώς μέσα σε τέσσερις μέρες η πτώση έξι μοιρών αλεξιπτωτιστών διαφόρων ειδικοτήτων, λοιπών βοηθητικών δυνάμεων και των επιτελείων τους (περίπου 4.000 άνδρες συνολικά) στην κοιλάδα της Ντιεν Μπιεν Φου, στο Τονκίν, τετρακόσια χιλιόμετρα από το Ανόι και κοντά στα σύνορα με το Λάος.
Στρατηγικά, η επιχείρηση είχε στόχο να αξιοποιήσει παλαιότερες στρατιωτικές εγκαταστάσεις και να εξασφαλίσει μία βάση για τις γαλλικές δυνάμεις, ώστε να αποτραπεί η προέλαση των δυνάμεων του Βιέτ Μιν προς το Λάος, δεδομένου ότι αυτές είχαν θέσει υπό τον έλεγχό τους το μεγαλύτερο τμήμα του δέλτα του Ερυθρού Ποταμού.
Η Μάχη του Ντιέν Μπιέν Φου διεξήχθει από τις 13 Μαρτίου ως τις 7 Μαΐου του 1954, στο ομώνυμο χωριό του Βιετνάμ. Το Ντιεν Μπιεν Φου ήταν ένα φρούριο των Γάλλων στο βόρειο τμήμα του Βιετνάμ, κοντά στα σύνορα με το Λάος και την Κίνα, σε θέση κλειδί, που έλεγχε τη δίοδο για το Λάος αλλά και το δέλτα του Ερυθρού ποταμού από όπου γινόταν ο κύριος ανεφοδιασμός σε όπλα και πυρομαχικά των Βιετναμέζων ανταρτών από την λαϊκή Κίνα. Ήταν μια περιοχή 100 τετρ. χιλιομέτρων, περιτριγυρισμένη από ψηλά βουνά στην οποία βρισκόταν και ένα στρατιωτικό αεροδρόμιο το οποίο είχε κατασκευάσει την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο ιαπωνικός στρατός κατοχής. Το γαλλικό επιτελείο σχεδίαζε να γίνει το Ντιεν Μπιεν Φου σημείο εξόρμησης του Γαλλικού στρατού εναντίον των ανταρτών.
Στο εκεί διοικητικό κέντρο ήταν συγκεντρωμένες πάνω σ’ ένα λόφο έξι αυτόνομες βάσεις και ένα αεροδρόμιο με 170 μαχητικά αεροσκάφη. Διοικητής στο φρούριο ήταν ο συνταγματάρχης των τεθωρακισμένων μονάδων Ferdinand de la Croix de Castries. Αυτός είχε στη διάθεσή του πάνω από 16.000 άντρες, τάγματα που είχαν αποκτήσει εμπειρίες από πολέμους σε αποικίες, μεταξύ αυτών οι μισοί ήταν αλεξιπτωτιστές και πολλοί ξένοι λεγεωνάριοι, από τους οποίους όχι λίγοι κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου ανήκαν στη γερμανική μεραρχία των Βάφεν SS (SS υπό τα όπλα) «Charlemagne» ή της μονάδας εθελοντών «Legiondes volontaires français contrele bolchevisme».
Ο de Castries ήθελε να παρασύρει τον Λαϊκό Στρατό στο φρούριό του, ώστε να του προκαλέσει απώλειες μετά από πολλές επιθέσεις που θα εξασθενούσαν τις δυνάμεις του και στη συνέχεια να τον καταστρέψει μπροστά στο σπίτι του σε μια μάχη. Το σχέδιο αγνοούσε εντελώς τις αυξανόμενες στρατιωτικές δυνατότητες της Λαϊκής Δημοκρατίας Βιετνάμ. Ο υπουργός Άμυνας, στρατηγός Βο Νγκουγιέν Γκιαπ, ο οποίος διεύθυνε τη μάχη, διέθετε στο μεταξύ ένα μεγάλο αριθμό από βαριά πυροβόλα όπλα, οβιδοβόλα και κανόνια, αντιαεροπορικά πυροβόλα της εποχής εκείνης και πυροβόλα ελεύθερης αναστροφής κίνησης. Οι Βιετναμέζοι μετέφεραν τα βαριά πυροβόλα –καθένα ζύγιζε πάνω από δύο τόνους- αποσυναρμολογημένα σε ξεχωριστά εξαρτήματα, χωρίς μέσα ελκυσμού, μέσα από βραχώδη βουνά και τα τοποθέτησαν σε θέσεις βολής μέσα σε σπηλιές απέναντι από το φρούριο. Στην τελική φάση της μάχης το περικυκλωμένο φρούριο δεν μπορούσε πλέον να τροφοδοτηθεί από το Ανόι ούτε με έναν ελάχιστο ανεφοδιασμό. Τα βιετναμέζικα αντιαεροπορικά πυροβόλα κατέρριπταν τα περισσότερα μεταγωγικά αεροπλάνα. Και αυτό, παρόλο που πολλά από τα αμερικανικά αεροπλάνα Β26 πετούσαν με πιλότους της πολεμικής αεροπορίας που είχαν αποκτήσει εμπειρίες στον πόλεμο της Κορέας. Ο Λαϊκός Στρατός κατακτούσε τις ξεχωριστές πολεμικές βάσεις τη μια μετά την άλλη. Η πρώτη, η Beatrice, ονομαζόμενη και ως φρούριο, κατακτήθηκε μετά από μια θυελλώδη επίθεση μετά από βαρύ βομβαρδισμό του πυροβολικού, μόνο μέσα σε μια μέρα και μια νύχτα.
Την 1η Μαΐου ο Λαϊκός Στρατός κατέλαβε τις δύο τελευταίες βάσεις «Claudin» και «Junon». Για να διατηρηθεί ο μύθος περί ηρωικά μαχόμενων στρατιωτικών στελεχών στο Ντιεν Μπιεν Φου, ο συνταγματάρχης de Castries προήχθη σε ταξίαρχο. Ο ίδιος και οι στρατιώτες του σε μια ημερήσια διαταγή ονομάστηκαν «φωτεινά παραδείγματα» που υπερασπίζονται την «τιμή της Γαλλίας». Ταυτόχρονα πάνω στις τελευταίες θέσεις του φρουρίου στήθηκαν λευκές σημαίες.
Ξημέρωνε 7 Μαΐου, στο Ντιέν Μπιέν Φου. Οι Γάλλοι περίμεναν τον ήλιο για ν’ ανασάνουν. Όμως, την ημέρα εκείνη, ο στρατηγός Γκιάπ δε σταμάτησε την επίθεση με το πρώτο φως, όπως γινόταν το προηγούμενο διάστημα.
Με το πρώτο φως, χάθηκε το κουράγιο. Τα κύματα των Βιετμίνχ του στρατηγού Γκιάπ πλήθαιναν, αντί να υποχωρήσουν, όπως κάθε προηγούμενο ξημέρωμα. Η ορμή των επιθέσεων δυνάμωνε. Οι Γάλλοι υπερασπιστές μάχονταν ηρωικά κι απεγνωσμένα, καθώς βάραιναν επάνω τους τα βλέμματα όλου του «δυτικού κόσμου». Υποχωρούσαν όμως συνεχώς, τσακισμένοι. Τα χαρακώματα έπεφταν το ένα μετά το άλλο. Στις 5 το απόγευμα, όσοι εξακολουθούσαν να μένουν ζωντανοί, παραδόθηκαν. Το Ντιέν Μπιέν Φου έπεσε!. Στη συνέχεια οι Βιετναμέζοι εισέβαλαν στο καταφύγιο του de Castries χωρίς να συναντήσουν αντίσταση, βρίσκοντάς τον ξαπλωμένο πάνω σε ένα λευκό σεντόνι. Ένας βιετναμέζος διμοιρίτης συνέλαβε αυτόν και τους αξιωματικούς του. Στο καταφύγιο τοποθετήθηκε η κόκκινη σημαία με ένα κίτρινο αστέρι.
Τι προηγήθηκε
Η λήξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου είχε σημάνει την πτώση των αυτοκρατόρων της Ευρώπης. Η αποσύνθεση, όμως, των αυτοκρατοριών ήρθε με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Γονατισμένες από τα δεινά, η Αγγλία και η Γαλλία έχασαν μέσα σε λιγότερο από είκοσι χρόνια, όσα χρειάστηκαν αιώνες για να κτίσουν στην Ασία και την Αφρική. Για την Αγγλία, το ηχηρό τέλος της αυτοκρατορίας στην Ασία ήρθε με το χάσιμο της χερσονήσου των Ινδιών. Για τη Γαλλία, με το χάσιμο της άλλης μεγάλης χερσονήσου: Της Ινδοκίνας.
Το κράτος του Βιετνάμ γεννήθηκε στη Νοτιοανατολική Ασία σχεδόν ταυτόχρονα με την οργάνωση του κράτους της Γαλλίας στη Νοτιοδυτική Ευρώπη, από τους διαδόχους του Καρλομάγνου. Ζούσαν στις περιοχές του Τονγκίνο, του Ανάμ και της Κοχινκίνας, στη μεγάλη χερσόνησο της Ινδοκίνας, και γνώριζαν τους κυρίαρχους Κινέζους, από τους οποίους απελευθερώθηκαν τον Ι’ αιώνα.
Το βασίλειο του Βιετνάμ απλώθηκε, λίγο – λίγο, ως την Κοχινκίνα, που ήταν τμήμα του Βασιλείου των Χμερ (στα όρια της σημερινής Καμπότζης). Ανάμεσα στα δυο βασίλεια άρχισε ανταγωνισμός, στον οποίο μετείχε κι ένας τρίτος γείτονας: Το βασίλειο του Σιάμ (Ταϊλάνδη, σήμερα).
Οι Γάλλοι φάνηκαν στην περιοχή στα 1802, όταν βοήθησαν τον Βιετναμέζο Γκιά Λονγκ να δημιουργήσει συγκεντρωτική αυτοκρατορία. Οι πόλεμοι όμως ξεκίνησαν το 1858, όταν ο Ναπολέοντας Γ’ ενδιαφέρθηκε για την τύχη των εκεί καθολικών χριστιανών. Ήταν ο ίδιος που, ελάχιστα χρόνια πριν, είχε δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για τη γαλλική ανάμειξη στη Μέση Ανατολή, που οδήγησε στον Κριμαϊκό πόλεμο, πάλι με πρόσχημα την προστασία των καθολικών.
Στα 1863, η Καμπότζη έγινε γαλλικό προτεκτοράτο. Στα 1867, προσαρτήθηκε και η Κοχινκίνα. Ως τα 1885, έγιναν γαλλικά προτεκτοράτα το Λάος και ολόκληρο το Βιετνάμ (Ανάμ και Τονκίνο). Και, στα 1887, όλες αυτές οι περιοχές αποτέλεσαν τη Γαλλική Ένωση της Ινδοκίνας. Το Σιάμ είχε γλιτώσει.
Με τις ευλογίες της Γαλλίας, αναβίωσε η αυτοκρατορία του Ανάμ με αυτοκράτορα τον Κάι Ντιν. Τον διαδέχτηκε ο γιος του, Μπάο Ντάι, που γεννήθηκε το 1913 κι ανέβηκε στον θρόνο το 1925
Για μισόν αιώνα, οι Γάλλοι κυριαρχούσαν. Όμως, το 1940 οι Ιάπωνες κατέλαβαν τις ναυτικές τους βάσεις και το 1945 ολόκληρο το Βιετνάμ, από το οποίο αναγκάστηκαν να φύγουν, την ίδια χρονιά. Όποια περιοχή εκκένωναν, την καταλάμβαναν οι Βιετμίνχ.
Η πτώση του φρουρίου Ντιεν Μπιεν Φου στις 7 Μαΐου 1954 επισφράγισε την ήττα σ’ έναν αποικιακό πόλεμο που διήρκεσε οκτώ χρόνια, τον οποίο ξεκίνησε η Γαλλία το φθινόπωρο του 1946 για να εκμηδενίσει τη Λαϊκή Δημοκρατία Βιετνάμ, η οποία προκηρύχτηκε με τη νίκη της επανάστασης του Αυγούστου και να επανεγκαθιδρύσει το αποικιακό καθεστώς της, αυτό τού 1884. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η περιοχή του Βιτενάμ κατακτήθηκε από τους Ιάπωνες, αλλά εξακολουθούσε να βρίσκεται υπό γαλλική διοίκηση. Η διακήρυξη της ανεξαρτησίας την οποία διάβασε ο Χο Τσι Μινχ στις 2 Σεπτεμβρίου 1945 στο Ανόι, στο πρώην παλάτι του κυβερνήτη, μπροστά σε μισό εκατομμύριο κατοίκους, τέλειωνε με τις λέξεις: «Ο βιετναμέζικος λαός είναι αποφασισμένος να κινητοποιήσει όλες τις πνευματικές και υλικές του δυνάμεις, να θυσιάσει τη ζωή και την περιουσία του για να υπερασπιστεί το δικαίωμα στην ελευθερία και την ανεξαρτησία του». Οι λέξεις αυτές τα επόμενα χρόνια παρακίνησαν πραγματικά τη μεγάλη πλειοψηφία των Βιετναμέζων να υπερασπιστούν την εθνική τους αυτονομία από σε μια νέα εισβολή των αποικιοκρατών.
Μετά από επιδρομές στο νότιο Βιετνάμ, το Παρίσι, στις 23 Νοεμβρίου 1946, προκάλεσε ένοπλες συγκρούσεις στην Χαιφόγκ και απαίτησε την αποχώρηση του Λαϊκού Στρατού από την παραλιακή πόλη.Όταν η Λαϊκή Δημοκρατία Βιετνάμ απέρριψε την αξίωση, το γαλλικό πυροβολικό κανονιοβόλησε την Χαιφόγκ. Κατά τους κανονιοβολισμούς σκοτώθηκαν περίπου 6.000πολίτες. Στη συνέχεια οι γαλλικές στρατιωτικές μονάδες εισήλθαν στην πόλη, προχώρησαν μέχρι το Ανόι και του επιτέθηκαν στις 19 Δεκεμβρίου. Ο Χο Τσι Μινχ κάλεσε σε ένοπλη πάλη: «Ας είμαστε θαρραλέοι, αγαπητοί συμπατριώτες. Όποιοι κι αν είστε, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, γέροι, νέοι, σε όποια θρησκεία και εθνικότητα κι αν ανήκετε, αν είστε Βιετναμέζοι, ξεσηκωθείτε στον αγώνα ενάντια στους γάλλους αποικιοκράτες για τη σωτηρία της πατρίδας». Η πρωτεύουσα αμύνθηκε μέχρι τις 7 Φεβρουαρίου 1947 ενάντια στην καταπιεστική υπερδύναμη, η οποία έκανε επίθεση με βαριά όπλα, τεθωρακισμένα και πυροβολικό. Κατά τη διάρκεια των μαχών εκκενώθηκαν εργοστάσια και οι κεντρικές κυβερνητικές θέσεις στις βορειοδυτικές ορεινές επαρχίες του Βιετ Μπακ.
Τον Οκτώβριο ο Λαϊκός Στρατός 100 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Ανόι απώθησε την επίθεση των γαλλικών στρατιωτικών μονάδων. Η αυταπάτη για μια κεραυνοβόλα νίκη απέτυχε. Για την συγκάλυψη της αποικιακής του κατάκτησης το Παρίσι, στις 8 Μαρτίου 1949, έβαλε ξανά στο θρόνο τον ανατραπέντα κάιζερ Μπάο Ντάι στην κορυφή ενός καθεστώτος-μαριονέτας.
Το φθινόπωρο του 1950 ο Λαϊκός Στρατός απελευθέρωσε τις περιοχές που συνόρευαν με την Κίνα, η οποία την 1η Οκτωβρίου του 1949 ανακηρύχτηκε σε Λαϊκή Δημοκρατία. Η Λαϊκή Δημοκρατία Βιετνάμ λάμβανε τώρα στρατιωτική υποστήριξη από την λαϊκή κυβέρνηση του Πεκίνου και μέσω του εδάφους της επίσης σοβιετική βοήθεια μεγαλύτερη απ’ ό,τι μέχρι τώρα.
Στις 30 Ιανουαρίου 1950, η ΕΣΣΔ αναγνώρισε επίσημα την κυβέρνηση Χο Τσι Μινχ, γεγονός που ώθησε τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο να αναγνωρίσουν με τη σειρά τους, στις 7 Φεβρουαρίου, τα συνδεόμενα κράτη της Καμπότζης, του Βιετνάμ και του Λάος ως μέλη της Γαλλικής Ένωσης
Στις 8 Μαρτίου 1950 η Ουάσιγκτον έκλεισε με το Παρίσι μια συμφωνία για στρατιωτική βοήθεια αναφορικά με το Βιετνάμ. Από τότε οι ΗΠΑ υποστήριζαν τον αποικιακό πόλεμο της Γαλλίας με μεγάλες μεταφορές όπλων. Στα μέσα Μαρτίου ο γάλλος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Paul Ely, ζήτησε από τον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ στην Ουάσιγκτον ναύαρχο Arthur W.Radford, μια «αποφασιστική αύξηση» βοήθειας από τις ΗΠΑ. Ο Ely πρότεινε ακόμη και την «ρίψη της ατομικής βόμβας στις καθυστερημένες περιοχές Χο Τσι Μινχ». Ακόμη και ο Radfordήταν υπέρ στο να χρησιμοποιηθεί το «μεγάλο ρόπαλο» (η ατομική βόμβα). Ήδη μετά την επέμβαση της Λαϊκής Δημοκρατίας Κίνας στην Κορέα, ήθελε να ρίξει μερικές ατομικές βόμβες πάνω από την Μαντζουρία. Ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ δεν ήθελε όμως αυτή τη φορά να πάρει ένα τέτοιου είδους ρίσκο, στο οποίο θα μπορούσε να απαντήσει η Μόσχα, έγκρινε όμως την ρίψη βομβών ναπάλμ από τα αεροσκάφη C 119,και επιπρόσθετα την ενίσχυση των ήδη χρησιμοποιούμενων Β 26 με πιλότους των ΗΠΑ, καθώς και παραδόσεις σε όπλα και ανεφοδιασμό. Ο Αϊζενχάουερ στην πραγματικότητα περίμενε την ήττα των Γάλλων ώστε να μπορούν να πάρουν τη θέση τους οι ΗΠΑ.
Το Νοέμβριο του 1953 η Λαϊκή Δημοκρατία Βιετνάμ καθιέρωσε την γενική υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Ο Λαϊκός Στρατός αριθμούσε έξι μεραρχίες πεζικού, μια λεγόμενη βαριά μεραρχία καθώς και πολλά αυτόνομα συντάγματα. 350.000 στρατιώτες βρίσκονταν υπό τα όπλα. Ένα μήνα αργότερα η Εθνοσυνέλευση θέσπισε το διάταγμα για μια αγροτική μεταρρύθμιση. Οι αγροτικές εκτάσεις των γάλλων αποικιοκρατών καθώς και αυτές των βιετναμέζων μεγαλογαιοκτημόνων, οι οποίοι αποδείχτηκαν ως εχθροί της Λαϊκής Δημοκρατίας Βιετνάμ, απαλλοτριώθηκαν χωρίς αποζημίωση και μοιράστηκαν σε πέντε εκατομμύρια φτωχούς αγρότες. Μεγαλογαιοκτήμονες, οι οποίοι υποστήριξαν τον απελευθερωτικό αγώνα και τη λαϊκή εξουσία ή συμπεριφέρθηκαν απλά έντιμα, αποζημιώθηκαν για τις εκτάσεις, τα ζώα και την τεχνική (τεχνικά μηχανήματα) και τους επιτράπηκε να κρατήσουν την υπόλοιπη ιδιοκτησία τους. Η αγροτική μεταρρύθμιση δεν σταθεροποίησε τη λαϊκή εξουσία μόνο πολιτικά και οικονομικά, αλλά και στρατιωτικά. Έθεσε τη συμμαχία εργατών και αγροτών, οι οποίοι έφεραν το κύριο βάρος του αγώνα, σε σταθερές πολιτικές και οικονομικές βάσεις.
Έτσι, ο εξοπλισμένος Λαϊκός Στρατός στις 10 Δεκεμβρίου 1953 περνά σε επίθεση ενάντια στο σταθερά οπλισμένο γαλλικό φρούριο στη ζούγκλα, στο Ντιεν Μπιεν Φου, στα βουνά του βορειοδυτικού Βιετνάμ. Στο εκεί διοικητικό κέντρο ήταν συγκεντρωμένες πάνω σ’ ένα λόφο έξι αυτόνομες βάσεις και ένα αεροδρόμιο με 170 μαχητικά αεροσκάφη. Διοικητής στο φρούριο ήταν ο συνταγματάρχης των τεθωρακισμένων μονάδων Ferdinand de la Croix de Castries. Αυτός είχε στη διάθεσή του πάνω από 16.000 άντρες, τάγματα που είχαν αποκτήσει εμπειρίες από πολέμους σε αποικίες, μεταξύ αυτών οι μισοί ήταν αλεξιπτωτιστές και πολλοί ξένοι λεγεωνάριοι, από τους οποίους όχι λίγοι κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου ανήκαν στη γερμανική μεραρχία των Βάφεν SS (SS υπό τα όπλα) «Charlemagne» ή της μονάδας εθελοντών «Legiondes volontaires français contrele bolchevisme».
Κατά τη διάρκεια του αποικιακού πολέμου σκοτώθηκαν περίπου 92.000 γάλλοι στρατιώτες. Αν συνυπολογιστούν οι τραυματίες και οι αιχμάλωτοι, οι απώλειες του στρατού, αποτελούμενος από μαριονέτες, έφθαναν τους 466.172 άντρες. Από τη μεριά της Λαϊκής Δημοκρατίας Βιετνάμ σκοτώθηκαν πάνω από 800.000 άνθρωποι, ένα μεγάλο μέρος από αυτούς ήταν πολίτες που έπεσαν θύματα μέτρων εκδίκησης και βομβαρδισμών. Ερωτώμενος αναφορικά με τις αιτίες της νίκης ο Γκιαπ, απάντησε στη Le Monde: «Ανακαλέστε στη μνήμη την γαλλική επανάσταση, θυμηθείτε το Βαλμύ και τους δικούς σας άσχημα εξοπλισμένους στρατιώτες σε σχέση με τον πρωσικό επαγγελματικό στρατό. Παρόλα αυτά οι στρατιώτες σας νίκησαν. Για να μας κατανοήσετε σκεφτείτε αυτές τις ιστορικές στιγμές του λαού σας. Ψάξτε την πραγματικότητα. Ένας λαός που πολεμά για την ανεξαρτησία του κατορθώνει θρυλικές ηρωικές πράξεις».
Τι ακολούθησε
Τα γεγονότα πήραν πιο γρήγορους ρυθμούς. Στις 7 Οκτωβρίου, ο Χο Τσι Μινχ έμπαινε στο Ανόι, πρωτεύουσα του Βιετνάμ. Στις 31 του μήνα, οι τελευταίοι Γάλλοι αποχωρούσαν από τη χώρα. Είχαν αποχωρήσει και από την Καμπότζη, της οποίας την ανεξαρτησία αναγνώρισαν στις 9 Νοεμβρίου του 1953.
Στη Γενεύη, δημιουργήθηκαν δύο κράτη: Το Βόρειο Βιετνάμ (Λαϊκή Δημοκρατία) και το Νότιο Βιετνάμ (βασίλειο). Όμως, ο αυτοκράτορας δεν χρειαζόταν πια. Στα 1955, το Νότιο Βιετνάμ έγινε δημοκρατία, με την υποστήριξη των Αμερικανών που διαδέχτηκαν τις αποικιακές αυτοκρατορίες στην περιοχή. Ο Μπο Ντάι έφυγε οριστικά και το Νότιο Βιετνάμ αποχώρησε από τη Γαλλική Ένωση. Είχε, όμως, αρχίσει ο αγώνας του Λαϊκού Μετώπου Απελευθέρωσης που ενισχυόταν από το Βόρειο Βιετνάμ. Οι Αμερικανοί το βάφτισαν Βιετκόνγκ (από τις λέξεις Βιετνάμ και Κονγκσάν, που σημαίνει κομμουνιστής).
Βουδιστές, εθνικιστές και Βιετκόνγκ πολέμησαν τον εκλεκτό των ΗΠΑ, Ντγκο Ντιν Ντιέμ, που ανατράπηκε το 1963. Η ένοπλη αμερικανική επέμβαση κορυφώθηκε. Κορυφώθηκε όμως και η αντίσταση των Βιετκόνγκ, καθώς και η εσωτερική αντίδραση στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου το ειρηνιστικό κίνημα βρήκε πρόσφορο έδαφος ν’ αναπτυχθεί. Ο ρεπουμπλικάνος Ρίτσαρντ Νίξον εκλέχτηκε πρόεδρος το 1968 με σύνθημα την αμερικανική απεμπλοκή από την Ινδοκίνα. Η αποχώρηση των Αμερικανών ξεκίνησε στα 1969, χρονιά που πέθανε ο Χο Τσι Μινχ.
Στις 10 Μαρτίου του 1975, ξεκίνησε η τελική επίθεση των Βορειοβιετναμέζων και των Βιετκόγκ. Στις 30, πήραν τη Σαϊγκόν. Στις 29 Απριλίου, οι τελευταίοι Αμερικανοί στρατιώτες εγκατέλειπαν την πρωτεύουσα του Ν. Βιετνάμ, ενώ στην πρεσβεία και στο λιμάνι διαδραματίζονταν σκηνές αλλοφροσύνης, καθώς χιλιάδες ντόπιοι προσπαθούσαν να εγκαταλείψουν την πόλη, πριν να τους προλάβουν οι Βιετκόνγκ. Την επομένη, 30 Απριλίου του 1975, ο πρόεδρος Χο Τσι Μινx ανακοίνωνε την άνευ όρων παράδοση της χώρας στους Βιετκόνγκ. Η ένωση του Νότιου με το Βόρειο Βιετνάμ αποτελούσε πια μια τυπική διαδικασία. Η Σαϊγκόν, πρώην πρωτεύουσα του Νότιου Βιετνάμ, μετονομάστηκε σε πόλη του Χο Τσι Μινχ, προς τιμή του ηγέτη, που πέθανε την ίδια χρονιά.