Γράφει ο Γιώργος Καραμπελιάς
περιοδικό Νέος Ερμής ο Λόγιος, τ. 8, Φθινόπωρο 2013
Ξύπνησα με το μαρμάρινο τούτο κεφάλι στα χέρια…
Έπεφτε στο όνειρο καθώς έβγαινα από το όνειρο
Έτσι ενώθηκε η ζωή μας και θα είναι πολύ δύσκολο να
Ξαναχωρίσει
Γιώργος Σεφέρης. Μυθιστόρημα ,Γ’
Με το ζήτημα του «χώρου» αγγίζουμε τον «σκληρό πυρήνα» των πολιτικών αντιλήψεων του ρομαντισμού. Το ρομαντικό κίνημα, ιδιαίτερα στη Γερμανία, την Ιταλία, την Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, θα επικεντρωθεί κατ’ εξοχήν στο ζήτημα της εθνικής ολοκλήρωσης, ή της εθνικής απελευθέρωσης, κατά περίπτωση. Ο πρώιμος ρομαντισμός, που στην Αγγλία ή τη Γαλλία θα ενδιαφέρεται για το κοινωνικό ζήτημα –και μάλιστα στη μεν Αγγλία για την απόρριψη του βιομηχανισμού στη δε Γαλλία του αστικού υπολογιστικού πνεύματος– στη Γερμανία, θα θέτει ως επιδίωξη την επίτευξη της Γερμανικής ενοποίησης, τουλάχιστον έως την Επανάσταση του 1848. Και βέβαια το ίδιο θα συμβεί με την ελληνική Επανάσταση στη συνέχεια, με το ιταλικό Risorgimento, την Ουγγαρία και τον κύκλο Petöfi, την Πολωνία, κλπ.
Στη Γερμανία, που θα θεωρηθεί η πατρίδα του «εθνικού ρομαντισμού», οι πρόδρομοι Χάμαν και Χέρντερ, ο Σλέγκελ και ο Σίλλερ, εν μέρει ο Γκαίτε και αναμφισβήτητα ο Χέλντερλιν, μέχρι τους νεαρούς εγελιανούς της Αριστεράς, έως τον Χάινε και το νεαρό Μαρξ της Γερμανικής Εθνοσυνέλευσης της Φρανκφούρτης, και το νεαρό Ένγκελς που πολέμησε ενάντια στους στρατούς των πριγκίπων για τη γερμανική ενοποίηση, θα διαπνέονται όλοι, λιγότερο ή περισσότερο, από αυτόν τον εθνικό ρομαντισμό. Οι Γερμανοί θα εγκαινιάσουν τη στροφή προς τα δημοτικά τραγούδια, την επιμονή για τη γλώσσα, τη μυθολογία και τους θρύλους, θα συγκροτήσουν, πρώτοι, την ίδια την έννοια της «εθνικής λαϊκής παράδοσης». Ο Χόφμαν θα αναδείξει τα λαϊκά παραμύθια και τους θρύλους, οι αδελφοί Γκρίμμ θα συντάξουν το πρώτο μεγάλο Γερμανικό λεξικό, ο Χέρντερ θα ανασύρει από την αφάνεια τη δημοτική ποίηση, οι αδελφοί Σλέγκελ θα επιμείνουν στη σχέση αρχαίας και σύγχρονης τέχνης, κ.ο.κ. Και, κοινή σε όλους, η αναφορά στην ελληνική επανάσταση, Ο Σέλλεϋ και η «Ωδή» του στην Ελλάδα, ο Μπάϋρον και το Μεσολόγγι, ο Ντελακρουά και η καταστροφή της Χίου, ο Μάουρερ και ο Φωριέλ…
Αυτή η σημασία του εθνικού στοιχείου για τους Γερμανούς, τους Ανατολικοευρωπαίους, τους Βαλκάνιους, είναι εκείνη που θα εξηγήσει και την «περίεργη» προσκόλληση των Μαρξ και Ένγκελς στη γερμανική ενοποίηση, έστω και υπό τον Βίσμαρκ. Πράγματι, το 1870-71 οι ηγέτες του παγκόσμιου κομμουνισμού θα στηρίξουν, παραδόξως, τον Βίσμαρκ στον πόλεμό του, ως τον φορέα ενοποίησης της Γερμανίας, αυτή την ενοποίηση που οι επαναστάτες απέτυχαν να πραγματοποιήσουν το 1848.
Στη συνέχεια, το ιταλικό ριζορτσιμέντο με τους Ματσίνι, Πιγκαφέττα και Γαριβάλδι, τον δικό μας Ούγο Φώσκολο και τα όνειρα μιας ιταλο-ελληνικής ομοσπονδίας˙ με τον Ρηγόπουλο και τους Κομμουνάρους που ήρθαν να πολεμήσουν στην Κρητική Επανάσταση. την Πολωνία, κλπ. Σε όλη την Ευρώπη πλέον ο ρομαντισμός θα ανακαλύψει την «εθνική και λαϊκή ψυχή», θα ερευνήσει τη λαϊκή παράδοση και τους θρύλους, θα καταγράψει τη λαϊκή ποίηση και μουσική, θα δημιουργήσει τις «εθνικές» σχολές της ποίησης και της έντεχνης μουσικής.
Η Γερμανία, ωστόσο, όχι μόνο θα απελευθερωθεί και θα ενοποιηθεί, το 1871, αλλά μετά τον Βίσμαρκ, θα γίνει μια ιμπεριαλιστική χώρα. Μόνο που το πεδίο πλέον θα είναι κατειλημμένο από τις παλαιότερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και ο γερμανικός εθνισμός, αντί να καταλαγιάσει, θα γίνει επιθετικός εθνικισμός και αναθεωρητισμός των ίδιων των ευρωπαϊκών συνόρων. Κρατώντας πάντα κάτι από τον παλιό ρομαντισμό, μόνο που τώρα πια στρέφεται όλο και πιο πολύ στο «αίμα», στον περιούσιο αλλά παραγκωνισμένο λαό, στις αρετές του Γερμανού στρατιώτη, κλπ.
Ο εθνικός επαναστατικός ρομαντισμός θα ταξιδεύσει πλέον σε άλλους ορίζοντες. Θα συναντήσει τον Χοσέ Μαρτί στην Κούβα και τον Μαριατέγκι στο Περού, τον Σαντίνο στη Νικαράγουα, τον Ζαπάτα στο Μεξικό, τον Σουν Γιατ Σεν και τον Μάο στην Κίνα, τον Χο τσι Μινχ στο Αννάμ, τον Μεσσαλί Χατζή στην Αλγερία, τον Μοσσαντέκ στο Ιράν, τον Γκάντι και τον Νεχρού στην Ινδία. Και θα συνεχίσει να αναταράσσει τον κόσμο μέσα από την αλυσίδα των εθνικο-απελευθερωτικών επαναστάσεων.
Σήμερα το ζήτημα του χώρου και της εθνικής ταυτότητας τίθεται εκ νέου. Ως απάντηση στην πρόκληση της παγκοσμιοποίησης και της ολοκληρωτικής αποεδαφικοποίησης των ανθρώπων27, που ευαγγελίζεται πλέον την εξαφάνιση ή τον «μαρασμό» των εδαφικοποιημένων ταυτοτήτων και του έθνους, το εθνικό ζήτημα περνάει και πάλι στην πρώτη γραμμή σε παγκόσμια κλίμακα. Με ριζικά διαφορετικούς όρους, όχι πλέον της συγκρότησης των εθνών, αλλά της αποδιάρθρωσής τους.
Ένα από τα βασικότερα μέτωπα της επίθεσης του εργαλειακού ορθολογισμού ενάντια στην «παλιά» ανθρώπινη ταυτότητα, καθίσταται σήμερα η απόρριψη του έθνους και της εθνικής ταυτότητας ως της βασικής μορφής εδαφικοποίησης που έχουν αναδείξει οι ανθρώπινες κοινότητες στην ιστορική τους διαδρομή. Η συντριβή της εθνικής ταυτότητας και η γενίκευση μιας και μόνο διάστασης του ανθρώπου, της ατομικής, υπήρξε, ανέκαθεν, το μύχιο ή διακηρυγμένο όνειρο του καπιταλιστικού ορθολογισμού. Ήδη, η φιλοσοφία, από τον Χομπς, καθώς και η κλασική πολιτική οικονομία, θα προβάλουν το όραμα ενός απολύτως «ατομικού» ανθρώπου που επιδιώκει μόνον το ιδιαίτερο συμφέρον του. Ο Μαρξ, ενώ θα καταγγείλει τις «ροβινσωνιάδες»28 του φιλελευθερισμού, θα χαιρετίσει με τη σειρά του την κατεδάφιση των εθνικών ορίων, όχι πλέον στο όνομα του ατόμου, αλλά της τάξης και της ταξικότητας («ολόκληρη η ιστορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ιστορία της πάλης των τάξεων»), που αποτελούν τη μοναδική «αυθεντική» ταυτότητα και «έδαφος» των ανθρώπων, απέναντι στις «φαντασιακές» ταυτότητες της χωρικής εδαφικοποίησης. Γι’ αυτό και σε μια συγκυρία όπως η σημερινή, υποχώρησης του ταξικού ανταγωνισμού, οι περισσότεροι μαρξιστές διανοούμενοι και η πλειοψηφία των αριστερών κομμάτων της Δύσης θα μεταβληθούν σε αποστόλους του ατομισμού και της παγκοσμιοποίησης (με τη μορφή των ατομικών δικαιωμάτων ή των «δικαιωμάτων της παγκόσμιας κοινότητας»).
Η υποτίμηση της χωρικής εδαφικοποίησης είναι συνέπεια του πρωταρχικά ορθολογικού και θετικιστικού χαρακτήρα του μαρξισμού, που δεν κατανόησε ποτέ πως οι άνθρωποι εκτός από τη μετοχή τους στην ανθρώπινη κοινότητα (η καθολική υπόσταση του ανθρώπου) και σε κάποια ταξική κατηγορία, υπάρχουν ως συγκεκριμένοι άνθρωποι και μέσω της χωρικής εδαφικοποίησης (φυλή, γενέθλιος τόπος, περιοχή, έθνος, ευρύτερη ομάδα εθνών ή λαών), της παράδοσης (εθνικής, θρησκευτικής, κλπ.) και μέσω της οικογενειακής και της φυλετικής εδαφικοποίησης. Εξ ου και η υποτίμηση της εθνικής ταυτότητας29, της οικογένειας, των διαφορών φύλου, και της ιστορικής μνήμης (ατομικής και συλλογικής). Ωστόσο, σήμερα, γίνεται σαφές πως δεν μπορεί να υπάρξει απελευθερωτική πρόταση χωρίς τη διάσταση της χωρικής εδαφικοποίησης. Η δημοκρατία και η συμμετοχή δεν μπορούν να αποκτήσουν πραγματική υπόσταση παρά μόνον όταν και εάν προσλάβουν μια χωρικά εντοπισμένη και βυθισμένη στο έδαφος της ιστορικής μνήμης διάσταση.
Όμως η τροπή του εθνικού προς τον επιθετικό εθνικισμό και τον ιμπεριαλισμό στη Δύση, με τη διαμόρφωση του ιμπεριαλισμού από τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά, η παράλληλη όξυνση των ταξικών συγκρούσεων για μια περίοδο τριών τετάρτων του αιώνα στον δυτικό κόσμο, μέχρι τη δεκαετία του 1960, θα απαξιώσουν το στοιχείο της εθνικής ταυτότητας –που θα ταυτιστεί με τον επιθετικό εθνικισμό ή ακόμα και με τον ναζισμό. Ταυτόχρονα όλοι, ή σχεδόν όλοι, οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες θα εμφανιστούν ως κομμουνιστικά κινήματα, τα οποία, για να ισορροπήσουν τη θεωρητική απαξία του δόγματος έναντι του εθνικού στοιχείου, έπρεπε να εφεύρουν τη θεωρία της μεταβατικότητας και του «αστικοδημοκρατικού» χαρακτήρα των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, ενώ η «πραγματική» επανάσταση θα ακολουθούσε. Την έσχατη ιστορική στιγμή πρωτοκαθεδρίας των εθνικών αγώνων στην Ευρώπη, κατά τη διάρκεια της αντίστασης ενάντια στον ναζισμό, θα ακολουθήσουν πενήντα χρόνια υποχώρησης – όπως και των ταξικών αγώνων μετά την έξαρση του 1968. Η συνέπεια αυτής της υποχώρησης της ανταγωνιστικότητας της αριστεράς τόσο στο εθνικό όσο –και κατ’ εξοχήν– στο ταξικό πεδίο, οδήγησε στη μαζική της μετάλλαξη: ο διεθνισμός θα μεταβληθεί σε κοσμοπολιτισμό και η ταξική σύγκρουση σε συμμετοχή στην εξουσία. Η ευρύτερη αριστερά –παράλληλα με τον αγγλοσαξονικό νεο-φιλευθερισμό– θα αποτελέσει τον κύριο ιδεολογικό και πολιτικό φορέα της νέας εποχής. Για δύο λόγους: διότι κατείχε ηγεμονικό ρόλο στον χώρο της διανόησης –ιδιαίτερα ως συνέπεια της απαξίωσης της δεξιάς μετά την ταύτισή της με τον φασισμό και τον ναζισμό– και διότι ο κοσμοπολιτισμός της –πρόσφορο όχημα για την εποχή της «παγκοσμιοποίησης»– υπερείχε έναντι της «εθνικιστικής στενότητας» της παλιάς ιμπεριαλιστικής και φασίζουσας δεξιάς.
Η συνέπεια αυτής της υποβάθμισης του εθνικού στοιχείου, για μια μεγάλη ιστορική περίοδο στον δυτικό κόσμο – αλλά και στον χώρο του ευρωπαϊκού υπαρκτού σοσιαλισμού– ήταν πως ο ρομαντισμός όχι μόνον έτεινε να εκφραστεί μέσα από άλλες παραμέτρους και σφαίρες, αλλά και να απορρίπτει ακόμα και τους όρους «ρομαντισμός», «ρομαντικός», κλπ. Ο ρομαντισμός θα επικεντρωθεί στην απόρριψη της μηχανοποίησης του κόσμου, της τεχνικοποίησης του πολιτισμού και της εργαλειοποίησης του ορθολογισμού. Θα αναδείξει κατ’ εξοχήν τον ρόλο του ασυνείδητου, του μη-ορθολογικού, του φυσικού και της Φύσης, μέσα από τα μεγάλα κινήματα της Τέχνης, της ψυχανάλυσης, της οικολογίας. Θα επιμείνει στις «πρωτόγονες» κοινωνίες ως τις μόνες ισορροπημένες ανθρώπινες κοινωνίες και θα ανακηρύξει τον «πολιτισμό ως πηγή δυστυχίας».30 Τέλος, στη δεκαετία του ’60, θα κάνει μια θριαμβευτική επιστροφή στον χώρο των κοινωνικών κινημάτων και της πολιτικής με τα κινήματα της δεκαετίας του ’60, που από το Μπέρκλεϋ έως τη Σαγκάη θα έχουν ένα απροκάλυπτα ρομαντικό πρόσημο. Ωστόσο, ενώ σε ό,τι αφορά τις χώρες εκτός Δύσης θα υποστηρίζει με θέρμη τα εθνικο-απελευθερωτικά κινήματα (Αλγερία, Βιετνάμ, Κούβα, Λατινική Αμερική, κλπ.), στις χώρες της Δύσης, θα ταυτίζει το εθνικό με τη Δεξιά και τη συντήρηση, για τους λόγους που προαναφέραμε.
Για μια σύγχρονη αντίληψη της χωρικότητας
Η ένδοξη Ρώμη σε περίμενε τόσους αιώνες
Σε προφητείες έλεγε τον ερχομό σου
Κ’ εσύ αφομοιώθηκες;
Μιχάλης Κατσαρός, Κατά Σαδδουκαίων
Η νεώτερη ρομαντική και νεο-ρομαντική κοσμοαντίληψη εμφανίζεται στη Δύση με ένα τεράστιο κενό σε ό,τι αφορά τις χωροταξικές διαστάσεις της ανθρώπινης εδαφικοποίησης. Ποιες είναι οι προσφορότερες συσσωματώσεις στο πεδίο του χώρου για την οικοδόμηση μιας βιώσιμης κοινωνίας; Ανάμεσα στην οργάνωση στο επίπεδο κοινότητας ή πόλης (Καστοριάδης, Μπούκτσιν, ριζοσπαστική οικολογία, κλπ) και την παγκόσμια κλίμακα, απουσιάζουν σχεδόν όλα τα ενδιάμεσα επίπεδα. Οι συνέπειες αυτού του κενού θα αναδειχθούν εντονότατα μετά τη δεκαετία του ’80, και ιδιαίτερα στην τελευταία δεκαετία του αιώνα. O συνδυασμός κοινωνικής και πολιτικής ενσωμάτωσης (η γενιά του ’68 βρίσκεται πλέον και ηλικιακά και κοινωνικά σε θέσεις εξουσίας), έξαρσης της παγκοσμιοποίησης του κεφαλαίου, κατάρρευσης του σοβιετικού στρατοπέδου και όξυνσης των εθνικών αναταραχών στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, θα έχει σαρωτικές συνέπειες. Οι παλιοί «εξηνταοκτάρηδες» θα μεταβληθούν σε κατ’ εξοχήν ιδεολογικούς εκπροσώπους και φορείς της νέας παγκοσμιοποιητικής και ισοπεδωτικής ιδεολογίας του ιμπεριαλισμού.
Αντίθετα, η αλλαγή της παγκόσμιας συγκυρίας, που θέτει στην πρώτη γραμμή τα ζητήματα της χωρικής εδαφικοποίησης, θα έπρεπε να υποχρεώνει τα ρομαντικά και νεο-ρομαντικά κινήματα να μετακινηθούν προς αυτή τη θεματική για να διατηρήσουν το ριζοσπαστικό δυναμικό τους. Χαρακτηριστική, a contrario, είναι η εγκατάλειψη των «ρομαντικών» απόψεων και η κατακυριάρχηση του «ρεαλισμού» στο μεγαλύτερο μέρος του οικολογικού κινήματος, που δεν υποστηρίζει πλέον το «παγκόσμιο χωριό» από τη σκοπιά των δικαιωμάτων της πλανητικής βιόσφαιρας, όπως συνέβαινε περίπου έως τη Διάσκεψη του Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992· πλέον είναι ένα «παγκόσμιο χωριό» στην εκδοχή των χρηματιστηρίων και του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος ή, στην καλύτερη περίπτωση, των τεράστιων παραρτημάτων απορρύπανσης των εταιρειών πετρελαίου31.
Απέναντι λοιπόν σε αυτή τη γενικευμένη απαξίωση της χωρικότητας στη Δύση, που συνιστά τον θρίαμβο του ανθρώπου «χωρίς ρίζωμα», για να χρησιμοποιήσουμε μια έκφραση του Χάιντεγκερ, του ανθρώπου του χρηματιστηρίου και της καθολικής αφηρημενοποίησης και συμβολοποίησης του κεφαλαίου, η αντίσταση ανθρώπων και λαών τείνει να «επιστρέψει» με ρομαντικό ή νεο-ρομαντικό τρόπο, στην ταυτότητα, το έθνος, την περιφέρεια. Μόνο που και αυτή η επιστροφή, όπως κάθε «επιστροφή», δεν απελευθερώνει μόνο τις δυνάμεις της ιστορικής μνήμης, δεν ανθρωποποιεί και συγκεκριμενοποιεί τον άνθρωπο, αλλά εμπεριέχει και μεγάλους κινδύνους. Στο παρελθόν, μπόρεσε να τεθεί ακόμα και στην υπηρεσία του επιθετικού εθνικισμού. Σήμερα, κινδυνεύει μάλλον να οδηγήσει σε έναν εθνικό «φονταμενταλισμό» και μια νοσταλγία ανίσχυρη απέναντι στις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης και της εργαλειοποίησης.
Για να γίνουμε σαφέστεροι: Πρέπει κατ’ αρχήν να συμφωνήσουμε ότι το έδαφος της ανάπτυξης και συγκρότησης των χωροταξικών εδαφικοποιήσεων ποικίλλει ανάλογα με την ιστορική εποχή και παραμένει πάντα πολυδιάστατο. Αρχέγονη συλλεκτική και εν συνεχεία κυνηγετική ομάδα, πρωταρχικές συσσωματώσεις σε επίπεδο φυλής, τέλος, ομοσπονδίες φυλών, όπως εκείνες των Ινδιάνων Ιροκουά. Αυτές υπήρξαν με μικρές παραλλαγές οι κοινωνίες των λαών που δεν είχαν ακόμα πραγματοποιήσει τη μετάβαση προς το νεολιθικό παραγωγικό στάδιο, της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Εκεί που θα πραγματοποιηθεί ένα τέτοιο βήμα, θα αναδειχθούν οι πρώτες αυτοκρατορίες και τα συγκεντρωτικά κράτη, συνήθως γύρω από μεγάλους ποταμούς όπως ο Τίγρης και ο Ευφράτης, ο Κίτρινος ποταμός, ο Νείλος, ο Ινδός.
Ωστόσο, μετά την πρώτη αυτή διαμόρφωση των εργαλείων της αγροτικής επανάστασης και την επέκτασή τους στους υπόλοιπους λαούς, διαμορφώνονται κοινωνίες με διαφορετική χωροταξική και κοινωνική οργάνωση, παρά τη χρήση παρόμοιων μέσων παραγωγής. Οι Πέρσες και οι Έλληνες θα διαθέτουν, στους κλασικούς χρόνους, παρόμοια τεχνικά μέσα παραγωγής, αλλά οι κοινωνίες τους θα διαφέρουν ριζικά. Από τη μια πλευρά η απολυταρχία του Μεγάλου Βασιλέα, από την άλλη η πολυδιάσπαση, οι πόλεις, η δημοκρατία. Δηλαδή σε αυτή τη φάση, της αγροτικής επανάστασης, ο περιβόητος ντετερμινισμός της παραγωγικής βάσης λειτουργεί μάλλον αντίστροφα, διευρύνει την ποικιλία και την πανσπερμία των καθ’ έκαστα πολιτισμών.
Σε όλη τη μεγάλη διάρκεια της μετάβασης από τις αγροτικές στις βιομηχανικές κοινωνίες, πραγματοποιείται η συγκρότηση των εθνών, δηλαδή συσσωματώσεων που ορίζονται συνήθως από την κοινή γλώσσα, την κοινή φυλετική καταγωγή και προπάντων από την κοινή θρησκεία και παράδοση. Οι πρώτοι λαοί που θα περάσουν σε διαδικασίες εθνογένεσης, άλλοτε επιτυχείς και άλλοτε ανεπιτυχείς, κάποτε ακόμα και ψευδείς, θα είναι οι Αιγύπτιοι, οι Κινέζοι, οι Έλληνες και οι Εβραίοι, ενώ οι έσχατοι θα είναι οι… Βόσνιοι, οι Αλβανοί Κοσοβάροι, οι Χούτου και οι Τούτσι στην Αφρική, κ.ο.κ. Όσο για την εθνογένεση στη Δυτική Ευρώπη, θα πραγματοποιηθεί σε μια εποχή που προηγείται της βιομηχανικής επανάστασης. Αυτό το όχημα της συλλογικής ταυτότητας, το έθνος, θα πάρει τη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα, του έθνους-κράτους, είτε πριν χιλιάδες χρόνια, στην Κίνα ή την Ιαπωνία, π.χ., ή σχετικά πρόσφατα. Αντίθετα, στην Ελλάδα, για παράδειγμα, η ύπαρξη χωριστών κρατών, όπως συνέβαινε στην αρχαιότητα, δεν αναιρούσε την αίσθηση της κοινής εθνικής ταυτότητας. Κατά συνέπεια, το έθνος, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, τις περισσότερες, υπερβαίνει κατά πολύ, σε διάρκεια, το σύγχρονο έθνος-κράτος, με ακραία μορφή το εβραϊκό έθνος το οποίο απέκτησε κράτος χιλιάδες χρόνια μετά τη συγκρότησή του ως έθνος˙ και αυτό σε πείσμα της σύγχρονης θεωρίας, εκ της Εσπερίας εκπορευόμενης, που βλέπει το έθνος ως δημιούργημα του… κράτους32.
Βέβαια, το έθνος δεν υπήρξε παντού και πάντα η μοναδική μορφή χωρικο-εδαφικής συλλογικής ταυτότητας των ανθρώπων. Για χιλιάδες ή και δεκάδες χιλιάδες χρόνια πριν, ιδιαίτερα σε όλες τις συλλεκτικές και κυνηγετικές κοινωνικές μορφές, ή σε μεγάλες ασταθείς αυτοκρατορίες, όπως συχνά στην περίπτωση της Μεσοποταμίας, η φυλή –έστω στην πλέον διευρυμένη μορφή της– θα παραμένει η κύρια μορφή συλλογικής ταυτότητας.
Δύο λοιπόν υπήρξαν οι βασικές μορφές της συλλογικής ταυτότητας των ανθρώπων από την εμφάνιση του «πολιτισμού» και μετά, η φυλή και το έθνος. Και το ερώτημα που τίθεται είναι: βρισκόμαστε, ως συνέπεια της βιομηχανικής και μεταβιομηχανικής εποχής, αντιμέτωποι με μια τρίτη φάση στη συγκρότηση των ανθρώπινων συλλογικοτήτων, και ποια είναι αυτή; Για τους ακραίους εκφραστές της παγκοσμιοποίησης, όπως ο Άλβιν Τόφλερ33 ή ορισμένοι εκπρόσωποι παγκόσμιων οργανώσεων, βαδίζουμε προς μια κοινωνία χωρίς καμία μορφή συλλογικής ταυτότητας εκτός από την ταύτιση με την παγκόσμια κοινότητα, για να μη μιλήσουμε για «Το τέλος της ιστορίας» του Φουκουγιάμα. Όλες οι ενδιάμεσες και κατ’ εξοχήν εθνικές μορφές εδαφικοποίησης θα μαραθούν και θα σβήσουν. Μια ενδιάμεση εκδοχή είναι εκείνη της ευρωπαϊκής συλλογικής ταυτότητας που θα αντικαταστήσει τις επί μέρους εθνικές ταυτότητες των ευρωπαϊκών λαών, προς την κατεύθυνση της συγκρότησης ηπειρωτικών μάλλον, παρά εθνικών ταυτοτήτων. Ή, τέλος, της «ατλαντικής ταυτότητας», από τον Ειρηνικό έως την Ανατολική Ευρώπη.
Προφανώς, θα προσφέρουμε μια κακή υπηρεσία στην υπόθεση της εθνικής ταυτότητας αν υποστηρίξουμε ότι αυτή παραμένει αναλλοίωτη και μοναδική, μη επιδεχόμενη μετατροπές, αλλαγές ή ακόμα και φθορά. Είναι απολύτως πιθανό να σχηματιστούν υπερεθνικές κρατικές ενότητες, όπως έγινε και στο παρελθόν (π.χ. η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, το Βυζάντιο, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η τσαρική Ρωσία και πλέον πρόσφατα η Σοβιετική Ένωση και η Γιουγκοσλαβία). Είναι γεγονός ότι σήμερα έχουμε φθάσει σε ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο διαπλοκής των οικονομιών, των επικοινωνιών, των διεθνών οργανισμών, και κατά συνέπεια, παρά την σημερινή έκπτωση του ΟΗΕ και την αντικατάστασή του από οργανισμούς της Δύσης (ΝΑΤΟ, G8), οι υπερεθνικοί οργανισμοί και θεσμοί θα ενισχύονται.
Το ερώτημα όμως παραμένει, πού όμως θα ζουν οι άνθρωποι, σε απλές επαρχίες μιας παγκόσμιας κοινότητας; Μήπως στην παγκόσμια ομοσπονδία των κοινοτήτων, σύμφωνα με το σχήμα του Μάρραιη Μπούκτσιν; Και ποιες θα είναι οι ενδιάμεσες μορφές εδαφικοποίησης ανάμεσα στην κοινότητα και την πλανητική διακυβέρνηση; Πάντως, η σημερινή αντεθνική υστερία των δυτικών ελίτ στοχεύει απλώς να καταρρίψει τα τελευταία εμπόδια στην εγκαθίδρυση της pax occidentana.
Αλλά ακόμα και αν δεχθούμε την υπέρβαση της μορφής έθνος-κράτος σε ορισμένες περιπτώσεις, άραγε τα έθνη θα πάψουν να υπάρχουν ή αντίθετα θα ενισχυθούν και εκεί τα νεο-ρομαντικά κινήματα ταύτισης με το έθνος ως κουλτούρα, παράδοση, συλλογική μνήμη, φορέα συλλογικών αναπαραστάσεων, πλαίσιο οικονομικών πειραματισμών, όπως ακριβώς συνέβη με έθνη που δεν διέθεταν δική τους κρατική υπόσταση, τους Καταλανούς, τους Βάσκους, τους Βορειο-ιρλανδούς; Μήπως, αντίθετα, οι οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις οδηγήσουν εκ νέου στην ενίσχυση του εθνικού, του υπο-εθνικού –αναμοχλεύοντας παλαιότερες ταυτότητες, εθνότητα, γλωσσική ή θρησκευτική ομάδα–, ή ακόμα και του υπερεθνικού επιπέδου – συγκροτώντας καινούργιες ταυτότητες, όπως μια ομάδα περισσότερων εθνών; Η εναλλακτική οικονομική θεωρία θεωρεί ότι έχουμε εισέλθει ήδη σε μια «μεταβιομηχανική εποχή», όπου το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, μέσω του αυτοματισμού, της πληροφορικοποίησης και της μινιατουροποίησης, θα μπορεί να παράγεται επί τόπου, από εναλλακτικές εγχώριες πηγές ενέργειας, χωρίς το τεράστιο οικολογικό βάρος της παραγωγής «βαριάς» ενέργειας, των μεταφορών, κλπ. κλπ. Αν λοιπόν η παραγωγή, μετά από αιώνες διόγκωσης των παραγωγικών μηχανισμών και διαρκούς διεύρυνσης της απόστασης μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, περάσει σε φάση σμίκρυνσηςτων παραγωγικών μονάδων, μείωσης των μετακινήσεων και επαναφοράς της οικονομικής εξουσίας στην κοινότητα, τότε μπορεί να διαπιστώσουμε μια νέα ανάδειξη του έθνους, της υπο-εθνικής περιφέρειας, της ομάδας εθνών, σε επίκεντρο των οικονομικών και κοινωνικών διεργασιών. Είναι δυνατόν να παρατηρηθεί μια αντιστροφή των σημερινών τάσεων στην «παγκοσμιοποίηση» και επί τέλους να δημιουργηθεί και ένα οικονομικό υπόβαθρο για την οικονομική και κοινωνική δημοκρατία, που προϋποθέτει την εγγύτητα παραγωγού και πολίτη.
Ενώ λοιπόν τα στοιχεία για μια κοινωνία αλληλεγγύης και εγγύτητας μπορεί να μας τα προσφέρει η ρομαντική παράδοση, θα πρέπει ταυτόχρονα να διαπλακεί με τη νεωτερικότητα και να την θέσει στην υπηρεσία της. Τι θα απαγόρευε μια τέτοια εκδοχή και την ταυτόχρονη κατάρρευση του imperium, που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια τον πλανήτη στην καταστροφή; Θα ισχυριστούμε ότι αντιθέτως είναι μάλλον η πιθανότερη εκδοχή! Διότι το οικολογικό κόστος της παγκοσμιοποίησης και της αδιάκοπης συσσώρευσης εμπορευμάτων είναι τόσο επαχθές ώστε οδηγεί σε πλανητικό αδιέξοδο. Εξ άλλου, κάτι ανάλογο δεν έγινε μετά την εξάντληση του ρωμαϊκού imperium και την ανάδυση του ελευθέρου αγρότη στη Δύση, ο οποίος πολύ σύντομα διασφάλισε παραγωγικότητες κατά πολύ ανώτερες από εκείνες των ρωμαϊκών γαιοκτησιών;
Για να κλείνουμε λοιπόν αυτή την ήδη εκτεταμένη αναφορά στη χωρική εδαφικοποίηση: Το έθνος ή η περιφέρεια (υπο-εθνική ή υπερεθνική, π.χ. τα Βαλκάνια) αποτελεί αναφορά τουλάχιστον εξίσου σημαντική με την οικολογία και την απόρριψη της μηχανοποίησης για μια οποιαδήποτε «νεορομαντική» στρατηγική στην εποχή μας. Μία στρατηγική η οποία θα καταστεί επί τέλους ισορροπημένη, συνθετική και αποτελεσματική. Διότι, όπως δείξαμε, ο ρομαντισμός και η ρομαντική επιστροφή αυτού του τέλους του 20ού αιώνα δεν αποτελούν ούτε ενιαίο φαινόμενο ούτε ισορροπημένο ανάμεσα στις διαφορετικές τάσεις και ρεύματα. Αντίθετα, θα λέγαμε ότι είναι χαρακτηριστική μια κάποια αποκλειστικότητα των καθ’ έκαστα ρομαντικών ρευμάτων, που τείνουν να αποκλείουν άλλες ρομαντικές ευαισθησίες. Έτσι ο οικολογικός νεορομαντισμός τείνει να αποκλείει τον εθνικό˙ αντίστροφα, όλοι οι λαοί που παλεύουν για την εθνική τους υπόσταση, όλοι εκείνοι οι νεο-ρομαντικοί που βυθίζονται στη γνώση της εθνικής τους ιστορίας και παράδοσης, δεν κατανοούν τη σημασία μιας εναλλακτικής οικονομικής πολιτικής, ή τον ρόλο της οικολογίας και της άμεσης δημοκρατίας στην ενίσχυση της εδαφοποιητικής ταυτότητας. Τέλος, έντονη παραμένει η αντίθεση θρησκευόμενων και μη που τείνουν να αλληλοαποκλείονται με ένα δογματισμό κληρονομημένο από τις καλύτερες παραδόσεις του πλέον παροξυστικού διαφωτισμού.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
27 Για τον όρο εδαφικοποίηση / αποεδαφικοποίηση, βλέπε Jules Deleuze και Felix Guattari, ιδιαίτερα Felix Guattari, Μοριακή Επανάσταση, Κομμούνα, Αθήνα 1984.
28 Όρος του Μαρξ για να χαρακτηρίσει τη φιλελεύθερη αυταπάτη μιας ατομικής υπόστασης έξω από το κοινωνικό της πλαίσιο.
29 Αυτή την παράμετρο το μαρξιστικό κίνημα στην πρακτική του, ήταν υποχρεωμένο να την παίρνει υπ’ όψη του, έστω και εάν δεν μπορούσε να την εντάξει στο θεωρητικό σχήμα του παρά μόνο ως επιβίωση. Τω όντι, πως θα ήταν δυνατό να μεταβληθεί σε κίνημα αν αγνοούσε την εθνική διάσταση δεδομένου ότι η πλειοψηφία των μαρξιστικών επαναστάσεων έλαβαν εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα; Μάλιστα, από ορισμένους μαρξιστές επαναστάτες, όπως ο Μάο τσε-Τουνγκ ή ο Γκράμσι, επιχειρείται ή ένταξη της εθνικής διάστασης και στο θεωρητικό σχήμα του μαρξισμού. Για τον Μάο, ήταν απαραίτητη η «σινοποίηση» του μαρξισμού, ενώ ο Γκράμσι, στην κριτική του στον Τρότσκι, θα αντιπαραθέσει την αντίληψη που είχε ο τελευταίος για τον διεθνισμό με εκείνη του Λένιν. Για τον Γκράμσι, ο διεθνισμός του Τρότσκι, όντας αφηρημένος, μετατρέπεται σε κοσμοπολιτισμό, ενώ στον Λένιν (λέει ο Γκράμσι) ο διεθνισμός μπορεί να είναι αυθεντικός διότι εκκινά από το συγκεκριμένο εθνικό έδαφος. Ο Γκράμσι αναφερόταν στη μεγάλη διαμάχη του Λένιν με τον Τρότσκι γύρω από την συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ, τη θεωρία της διαρκούς επανάστασης, κλπ.
30 Από τον ομώνυμο τίτλο του βιβλίου του Φρόυντ.
31 Βέβαια, αυτή την απαξίωση του «έθνους» προς όφελος του «παγκόσμιου χωριού», στο θεωρητικό επίπεδο, δεν θα πρέπει να την θεωρήσουμε και ως αυθεντική άρνηση της ιμπεριαλιστικής εθνικιστικής παράδοσης και αλαζονείας της Δύσης. Στην πραγματικότητα, οι δυτικοί «αντιεθνικιστές» παραμένουν τέτοιοι μόνο όταν πρόκειται για τον «εθνικισμό» των φτωχών, του Τρίτου Κόσμου, των Βαλκανίων, της Ανατολικής Ευρώπης· γι’ αυτό και έχουν πάψει πια να υποστηρίζουν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα (χαρακτηριστικό παράδειγμα οι Κούρδοι). Ο δικός τους εθνικισμός αποκαλείται πλέον «συλλογικά συμφέροντα της Δύσης» ή του «πολιτισμένου κόσμου», αποφάσεις της «διεθνούς κοινότητας» (sic), κλπ. Χαρακτηριστικός είναι ο παροξυστικός εθνικισμός των Αμερικανών, μόνο που ως ηγεμονικό έθνος ταυτίζουν τα εθνικά τους συμφέροντα με εκείνα του πλανήτη.
32 Και το tour de force μπορεί άνετα να πραγματοποιηθεί: η εξαφάνιση του εθνικού κράτους μέσα από ευρύτερες κρατικές συσσωματώσεις, π.χ. την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα έχει ως συνέπεια τον ως δια μαγείας «μαρασμό του έθνους».
33 Αυτό είναι το νόημα του «Τρίτου Κύματος», που αποτελεί και τον τίτλο του πιο γνωστού βιβλίου του (βλέπε στα ελληνικά, εκδόσεις Κάκτος).