Το Χρονικό των Σερρών

Γράφει η Ζωή Γεωργιάδου

Γράφτηκε από τον παπα-Συναδινό που έζησε στις Σέρρες στο πρώτο μισό του 17ου αιώνα. Η ιστορική αφήγηση (μια σειρά ενθυμήσεων τοποθετημένων σε χρονολογική σειρά) διανθίζεται από ηθικοδιδακτικά σχόλια, αυτοβιογραφικά στοιχεία και άλλες πληροφορίες. Το κείμενο ελκύει το ενδιαφέρον για τον λαϊκό χαρακτήρα του, τη ζωντανή δημώδη γλώσσα και την αυθεντική αναπαράσταση της σερραϊκής κοινωνίας του πρώτου μισού του 17ου αιώνα.

Ο συγγραφέας του Χρονικού των Σερρών

Για τον παπα-Συναδινό, συγγραφέα του Χρονικού των Σερρών, ξέρουμε πολύ λίγα πράγματα. Οι πληροφορίες που έχουμε γι’ αυτόν αντλούνται κυρίως από το έργο που έγραψε. Γιος ιερέα, γεννήθηκε το 1600 στο χωριό Μελικίτσι, δέκα χιλιόμετρα βόρεια της πόλης των Σερρών, όπου και εγκαταστάθηκε το 1615. Έλαβε μόρφωση στο σχολείο της Μητρόπολης Σερρών, χειροτονήθηκε ιερέας το 1622 και άρχισε να γράφει το χρονικό του το 1642, όταν κατέφυγε στο χωριό του, λόγω του θανατηφόρου λοιμού που έπληττε ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία από το 1641. Ταξίδεψε στο Άγιο Όρος και πιθανότατα στους Αγίους Τόπους. Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς πέθανε, αλλά σίγουρα αυτό συνέβη μετά το 1646, αφού το όνομά του αναφέρεται σε έγγραφο της χρονιάς αυτής της μονής του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, κοντά στις Σέρρες. Κάποιοι μελετητές αναφέρουν ως πιθανή χρονιά θανάτου του το 1670 (Μερακλής & Κουζέλη 2007, 1718).

Το Χρονικό των Σερρών

Το έργο του παπα-Συναδινού σώζεται σε αυτόγραφο χειρόγραφο (κώδικας 153) της Μονής Κουτλουμουσίου του Αγίου Όρους και αποτελείται από έμμετρα και πεζά μέρη. Από αυτά ξεχωρίζουν ο έμμετρος «θρήνος» για την άλωση της Κωνσταντινούπολης και το πεζό Χρονικό των Σερρών (Περί τας Σέρρας, τί εσυνέβηκαν εις τους ανθρώπους…). Το κείμενο αποτελεί ιστορική αφήγηση, μια σειρά ενθυμήσεων τοποθετημένων σε χρονολογική σειρά, που διανθίζεται από ηθικοδιδακτικά σχόλια, αυτοβιογραφικά στοιχεία και άλλες πληροφορίες και καλύπτει τα έτη 1598-1642. Ο παπα-Συναδινός χρησιμοποιεί το βυζαντινό ημερολόγιο που εισήχθη από τη ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης και θεωρεί ως αρχή του κόσμου (ημερομηνία δημιουργίας) το έτος 5508 π.Χ. Το έργο ανακαλύφθηκε από τον πολιτικό και μελετητή της μεσαιωνικής και νεότερης ελληνικής ιστορίας Σπυρίδωνα Λάμπρο στη Μονή Κουτλουμουσίου του Αγίου Όρους στα τέλη του 19ου αιώνα και, κατά μιαν άποψη, «αποτελεί το μεταβατικό σταθμό από το ημερολογιακό (σκόρπια αραδιαστά ενθυμήματα) στο σύντομο χρονικό» (Βαλέτας 1944, 31).

Η γλώσσα του έργου

Το Χρονικό των Σερρών είναι γραμμένο στην απλή καθομιλουμένη ελληνική γλώσσα εκείνης της εποχής, εμπλουτισμένη με πολλά τουρκικά δάνεια που είχαν εισρεύσει στη διάλεκτο των Σερρών, καθώς και αρκετούς τοπικούς ιδιωματισμούς.

Η αξία του έργου

Το κείμενο ελκύει το ενδιαφέρον για τον λαϊκό χαρακτήρα του, τη ζωντανή δημώδη γλώσσα και την αυθεντική αναπαράσταση της σερραϊκής κοινωνίας του πρώτου μισού του 17ου αιώνα. Θεωρείται πηγή πολύτιμων πληροφοριών για τη ζωή των υπόδουλων Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, τις σχέσεις τους με τους Οθωμανούς, καθώς και την καταπίεση, τις αυθαιρεσίες και τις βιαιοπραγίες που συχνά διαπράττονταν εις βάρος τους. Μπορούμε, επίσης, να αντλήσουμε πληροφορίες για τη λειτουργία των θεσμών της τοπικής αυτοδιοίκησης των υπόδουλων ελληνικών πληθυσμών αλλά και την εκκλησιαστική τους οργάνωση.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ

Αρπαγή της περιουσίας του Μεχμέτ Γιαζατζή (Ι, 14)

Το Χρονικό των Σερρών ξεκινά με ένα έμμετρο προοίμιο 191 στίχων, όπου ο συγγραφέας δηλώνει πως αποφάσισε να καταγράψει τα ιστορικά γεγονότα, προκειμένου να μη λησμονηθούν (παρ. 1-2)· θρηνεί για τον ξεπεσμό του γένους των Ελλήνων και την κατάντια της άλλοτε ένδοξης Κωνσταντινούπολης, παρακαλώντας τον Θεό να δείξει ευσπλαχνία και να την ελευθερώσει (παρ. 3-4).

Στο βιβλίο Ι ο συγγραφέας αφηγείται τις βιαιοπραγίες των Τούρκων εναντίον των χριστιανών· την ενθρόνιση και τον θάνατο διαφόρων αρχιερέων· γεγονότα της γέννησης, της εκπαίδευσης, του γάμου του, του θανάτου της κόρης του, της χειροτονίας του ως ιεροδιακόνου και στη συνέχεια ως ιερέα.

 Τῷ αὐτῷ χρόνῳ ὥρμησαν ὅλοι οἱ Τοῦρκοι κατὰ τοῦ Μεχεμὲτ Γιαζατζῆ καὶ

ἐχάλασαν τὰ σπίτιά του εἰς τὰς Σέρρας καὶ ἐδιαγούμισαν ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα ἀπὸ

μικρὸν ἕως μέγα καὶ ἐτζάκισαν τὰ κεραμίδια ὅλα καὶ τοὺς στύλους ἔκοψαν καὶ τὰ σπί-

τια ἐκαταγρέμνησαν. Καὶ ἔτρεχαν Τοῦρκοι, Χριστιανοί, Ἑβραῖοι, Ὁγύφτοι, ἄνδρες

τε καὶ γυναῖκες ὡς καὶ τὰ μικρὰ παιδία καὶ ἐδιαγούμιζαν. Καὶ ὅποιος ἦτον || φρόνι-

μος καὶ δυνατὸς ἤπαιρνεν μεγάλα πράγματα καὶ τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα, καὶ ὅποιος

ἦτον ὀλίγος εἰς τὴν γνῶσιν ἔπαιρνεν παπία, ὀρνίθια, σταφυλαρμία, πικμέζι, ἁρμία,

ψάθες, φουρκάλια, τζουκαλοπίνακα, καὶ ἄλλα ὡσὰν αὐτὰ ὅμοια καὶ χειρότερα, μόνον

νὰ στέκεσαι νὰ γελᾷς. Καὶ ἔτζι δὲν ἄφηκαν τίποτες, διότι δὲν ἦτον κανεὶς ὁποὺ νὰ μὴν

ἐπῆρεν τίποτες καὶ νὰ πάγῃ καὶ εἰς τὸ σπίτιν του ἀπὸ δύο καὶ τρεῖς καὶ πέντε βολές.

Ἡ αἰτία διατὶ ἦτον πεῖνα καὶ ὅλοι οἱ ἀγάδες καὶ οἱ προεστοὶ ἔδωσαν σιτάρι

εἰς τοὺς ψωμάδες, ἀμὴ αὐτὸς οὐ μόνον δὲν τοὺς ἔδωσεν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰ καράβια

πᾶσαν ἡμέραν ἔστελνεν· καὶ ἔτζι, ὡς καθὼς ἦταν εἰς τοὺς καφενέδες, ὥρμησαν ὅλοι οἱ

Τοῦρκοι εἰς τὸν κατὴ καὶ νὰ τὸν ηὕρισκαν τότες τὸν Μεχεμὲτ Γιαζατζὴ τὸν ἐτεπελέτι-

ζαν. || Καὶ ὁ κατὴς δὲν τοὺς ἔδωσεν θέλημα διὰ τὰ σπίτια νὰ τὰ χαλάσουν ἔσοντας

ὁποὺ δὲν ἦταν ὁ Μεχεμὲτ Γιαζατζὴς εἰς τὸ παρόν. Καὶ αὐτοὶ δὲν ἄκουσαν τὸν κριτὴν

καὶ ἔτζι, ὡς καθὼς ἦταν πολὺ πλῆθος, ἔκαμαν ἀλαλαγμὸν καὶ ὁρμῆσαν οἱ πάντες καὶ

τὰ ἐχάλασαν· καὶ μετὰ ταῦτα πάγει εἰς τὴν Πόλιν ὁ Μεχεμὲτ Γιαζατζὴς καὶ ἐξοδίασεν

πολλὰ ὡς νὰ κάμῃ τίποτες ἕνα δύο νομάτους ὁποὺ ἔδωσαν θέλημα καὶ δὲν ἔκαμεν τί-

ποτες καὶ ἐγύρισεν ἄπρακτος.

Πυρκαγιά στα εργαστήρια (Ι, 23)

Ο συγγραφέας αφηγείται το μεγάλο θανατικό που έπεσε στις Σέρρες· τις εκτελέσεις και βιαιοπραγίες των Τούρκων εναντίον χριστιανών· την άνοδο στον θρόνο του σουλτάνου Μουράτ, ο οποίος παρουσιάζεται ικανός και άξιος· τους θανάτους διαφόρων αρχιερέων, τους οποίους περιγράφει γλαφυρά· την ανάληψη της διοίκησης των Σερρών από τον «κυρ Δανιήλ»· τον θάνατο τριών ακόμη παιδιών του· την επίσκεψή του στο Άγιο Όρος.

 ζρλθ΄- Σεπτεβρίῳ λ΄, ξημερώνοντας τὴν Κυριακήν, ἐκάηκαν τὰ ἐργαστή-

ρια, καὶ ἐπίασεν ἡ φωτία ἀπὸ τοὺς χαλάτζηδες. Εἰς τὸ παπουτζίδικον τὸ ἐργαστήριν

ἔπιναν μερικοὶ ὁμοίως καὶ τιτοῦνι, καὶ ἀφόντις ἐδιάβηκαν, ἐκεῖ ὁποὺ εἶχαν τινάξει

τὸν λουλέ, δὲν εἶχεν σβύσει ἡ φωτία καὶ ἦτον βαμπάκι λίτρες γεμάτο τὸ ἐργαστήρι

καὶ διαβόλου πειρασμὸς πιάνει ἐκεῖνο τὸ βαμπάκι καὶ ἀνάφτει τὸ ἐργαστήρι. || Καὶ

καίονται ὅλα τὰ ἐργαστήρια τὰ χαλάτζικα ἀπὸ τὴν μίαν μερέαν καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἕως

κάτου ὡς τὸ σταρόφορον. Καὶ καίονται τὰ ἀπατζίδικα ὅλα ἀπὸ πάνου ἕως κάτου καὶ

ὅλος ὁ ἀραστὰς καὶ ὅλοι οἱ χρυσοσκουφάδες καὶ ὅλοι οἱ καζάζηδες τρογύρου τὸ μπε-

ζεστένι καὶ ἐσέβαινεν ἡ φλόγα ἀπὸ τὰ σιδεροπαράθυρα καὶ ἐκάηκαν τὰ χατίλια μό-

νον, ὁμοίως καὶ ὅλα τὰ ἐργαστήρια τῶν τακιατζήδων ἀπὸ τὴν μίαν ἄκρα ἕως τὴν

ἄλλην, καὶ οἱ σπαθάδες καὶ οἱ σιδεράδες ὡς τὴν ἄκρη τῶν κηροπουλάδων.

Καὶ πολλοὶ μερικοὶ δυνατοὶ ἐκείνην τὴν νύκτα ἐκέρδισαν κλέπτοντας, καὶ

τζακίζουντας ἐργαστήρια ἐδιαγούμιζαν. Καὶ τὸ ταχὺ δὲν ἐφαίνουνταν ποσῶς ποῦ καὶ

ποῦ ἦτον πᾶσα ἑνοῦ ἐργαστήρι, διότι δὲν ἔμεινεν λίθος ἐπὶ λίθον καὶ ἦτον ὅλον ἰσάδι.

Καὶ τότες νὰ ἐκοίταζες θρῆνος || καὶ κλαθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολὺς ὑπὸ πάντων, ἀνδρῶν

καὶ γυναικῶν καὶ παίδων· διότι ὅσα καὶ ἂν εἶχεν πᾶσα εἷς πολλὰ ἢ ὀλίγα, ὅλα τὰ

ὑστερήθηκαν οἱ ἄθλιοι καὶ ταλαίπωροι ἄνθρωποι, καὶ ἐχρεώθηκαν καὶ τὰ ἐφτίασαν τὰ

ἐργαστήρια καὶ τὸ χάρτζιν πάγει πέντε δίπλες περισσότερον, διατὶ ἦτον εἰς ἄκαιρον

καιρὸν καὶ δὲν εὑρίσκονταν κερεστὲς, καὶ ἐὰν καὶ εὑρίσκονταν παρὰ μικρόν, ἀλλὰ

ποῖος πρῶτα νὰ τὸ πάρῃ; Ὅμως πολλοὶ ἐπτώχυναν ἀπὸ τότες καὶ πλέον δὲν εἶδαν τὴν

ὑγείαν τους, ἕως τέλος τῆς ζωῆς τους.

Η τήρηση του μέτρου (IV, 14)

Ο συγγραφέας συμβουλεύει τον αναγνώστη να διατηρήσει την πίστη του ακόμη και με κίνδυνο της ζωής του· όντας καλόγερος, να αποφεύγει την αμαρτία και να είναι ταπεινός και ευλαβής· όντας ιερέας, να μην επαίρεται, αλλά να κάνει θεάρεστα έργα· να δέχεται τον έλεγχο και να είναι εργατικός· όντας πλούσιος, να είναι φιλεύσπλαχνος προς τους φτωχούς.

 Ὦ ἀδελφέ μου, ἀκόμη καὶ τοῦτο νὰ κάμῃς, ὅτι ἐὰν ἔλθῃ καιρὸς καὶ κερ-

δίσῃς πολλά, ἤγουν εὐτυχήσῃς, ἢ ἄλλο καλὸ πάθῃς, νὰ μὴν πολλὰ καὶ περι||σσὰ χαρῇς.

Καὶ ἐὰν σὲ ἔλθῃ μεγάλη δυστυχία, νὰ μὴν πολλὰ λυπηθῇς. Καὶ ἐὰν ἔχῃς μεγάλην ἐξου-

σίαν παρὰ τὸν κόσμον ὅλον, νὰ μὴν ἐπαρθῇς καὶ δοξαστῇς καὶ χαρῇς μεγάλως. Διότι,

ὦ ἀδελφέ μου, πάντοτε ἡ πολλὴ χαρὰ δὲν φελᾷ, καὶ ἡ περισσὴ λύπη δὲν φελᾷ καὶ τὸ

παρὰ περισσὸ ταμάχι δὲν φελᾷ, καὶ τὸ περισσὸ πιεῖ δὲν φελᾷ καὶ τὸ περισσὸ φαγὶ δὲν

ὠφελᾷ, καὶ ἡ παρὰ πολλὴ δόξα δὲν ὠφελᾷ, καὶ ἡ παρὰ πολλὴ ταπείνωσις δὲν ὠφελᾷˑ

ὁμοίως εἰς τὰ πάντα ὅλα τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τὸ παρὰ πολὺ ταμάχι δὲν ὠφελᾷ.||

 Μόνον, ὦ ἀδελφέ μου, εἰς τὰ πάντα ὅλα ὅσα καὶ ἂν ἐπιχειρίζεσαι, πάντα νὰ

ἔχουν μέτρος, ὅσον νὰ εἶναι τὸ ἀρκετόν, οὔτε πάρα πολὺ νὰ φάγῃς καὶ πρηστῇς, οὔτε

παρὰ ὀλίγον καὶ στομαχιάζῃς, μόνον ὅσον εἶναι τὸ ἀρκετόν. Ἔτζι νὰ κάμῃς εἰς τὰ πά-

ντα διὰ νὰ εἶσαι φρόνιμος καὶ καλὸς ἄνθρωπος καὶ νὰ σὲ εὐλαβοῦνται οἱ ἄνθρωποι

καὶ νὰ σὲ ἀγαπᾷ καὶ ὁ Θεός.

ΑΡΧΕΙΟ ΓΕΩΡΓΑΚΑ

, , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *