Κριτική – παρουσίαση: Χαρίκλεια Δημακοπούλου
Ο χαλκέντερος και ακάματος ιστορικός ερευνητής κ. Σαράντος Καργάκος είναι γνωστός σε όλους για το μεγάλο και σημαντικό έργο του που συμποσούται σε πολλές χιλιάδες μεστών σελίδων. Προσφάτως εκυκλοφόρησε ένα μικρότερο βιβλίο του που αναφέρεται σε ένα θέμα αρκετά λησμονημένο από την ελληνική επιστημονική βιβλιογραφία. Πρόκειται για την ιστορία του Βυζαντινού Ναυτικού, του θαλασσίου πνεύμονος της Αυτοκρατορίας. Το βιβλίο περιλαμβάνει μέρος των μαθημάτων που έκαμε ο κ. Καργάκος κατά το 1991 στην τότε Σχολή Πολέμου του Ναυτικού.
Και όπως εξηγεί ο ίδιος στον πρόλογό του περιλαμβάνει μόνον μέρος διότι από τα μαθήματα το πρώτο μέρος υπό τον τίτλο: Φίλιππος και Αλέξανδρος ως στρατιωτικοί και πολιτικοί ηγέτες εξεδόθη ως αυτοτελές βιβλίο κατά το 1993 (εκδ. Γκούτενμπεργκ, σελ. 144). Το δεύτερο μέρος υπό τον τίτλο: Οι ναυτικές συγκρούσεις Ελλήνων και Περσών κατά τον 5ον π.Χ. αιώνα ενεσωματώθη στις μείζονες εργασίες που εκυκλοφόρησαν ενδιαμέσως, δηλαδή το δίτομο Ιστορία του Ελληνικού Κόσμου και του Μείζονος Χώρου (εκδ. Γκούτενμπεργκ) και στην τρίτομη Ιστορία των Αρχαίων Αθηνών (εκδ. Γκούτενμπεργκ), ενώ πυκνές είναι οι μνείες και στην λαμπρή δίτομη Ιστορία της Αρχαίας Σπάρτης (εκδ. Γκούτενμπεργκ).
Ο τρίτος κύκλος των μαθημάτων του 1991 ανεφέρετο στο Βυζάντιο και παρουσιάζεται τώρα σε αυτοτελή έκδοση υπό τον τίτλο: Το Βυζαντινό Ναυτικό. Η επίδραση της θαλάσσιας ισχύος στην ακμή και την πτώση της Βυζαντινής, Αυτοκρατορίας (εκδ. Ι. Σιδέρης, σελ. 173, ευρώ 17). Ομολογουμένως για ένα λαό που υπερηφανεύεται για την κατά θάλασσαν δράση του από τους μυθικούς χρόνους και για τις επιδόσεις του στην ναυτοσύνη είναι πράγματι παράδοξο ότι παρατηρείται μεγάλο έλλειμμα στην παρακολούθηση της ναυτικής ιστορίας κατά τους Βυζαντινούς χρόνους. Και αν είναι εύκολο σε μια συζήτηση να μεταπήδηση ο λόγος από την Ναυμαχία της Σαλαμίνας στην δράση του Κωνσταντίνου Κανάρη και του Ανδρέα Μιαούλη κατά τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, για τον σκεπτόμενο και προβληματιζόμενο άνθρωπο γεννάται το εύλογο ερώτημα “Και τι έγινε κατά τους μεσολαβήσαντες μεταξύ της Αρχαιότητος και του 1821 αιώνες;». Μέρος της απαντήσεως έρχεται να προσφέρη με ευσύνοπτο τρόπο ο κ. Καργάκος στην μελέτη του αυτήν. Όλη και όλη η ελληνική βιβλιογραφία όπως ορθώς συνοψίζεται από τον κ. Καργάκο στον πρόλογό του συντίθεται από ένα καίριο βιβλίο του ναυάρχου Κ. Αλεξανδρή, τις μελέτες του Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών κατά τον Μεσοπόλεμο Κων. Ράδου, τις εργασίες του αρχιπλοιάρχου Μαρίου Σίμψα (όλων προ πολλού εκλιπόντων τον βίον) και μια νεανική εργασία της κ. Ελ. Γλύκατζη Αρβελέρ. Ομολογουμένως η συγκομιδή είναι πενιχρά, έστω και αν προστεθούν κάποια διάσπαρτα δημοσιεύματα αξιωματικών κυρίως στην Ναυτική Επιθεώρηση, από του 1917 επίσημο περιοδικό του Πολεμικού Ναυτικού.
Το βιβλίο του κ. Καργάκου είναι σημαντικό κατ’ αρχήν διότι αφυπνίζει το ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο θέμα. Και αυτό είναι πολύ καλό, καθώς είναι σκόπιμο να υπομνήσωμε ότι για ιστορία χιλίων ετών είναι αυτονόητο ότι δεν αρκεί μια μελέτη αλλά χρειάζεται σιγά – σιγά να δημιουργηθή ολόκληρη βιβλιοθήκη. Η πτυχή αυτή της Βυζαντινής Ιστορίας πρέπει να φωτισθή όσο το δυνατόν περισσότερο και ας είναι το βιβλίο του κ. Καργάκου ο σπόρος που θα φέρη καρπούς.
Ένας σημαντικός Γάλλος καθηγητής έγραψε ότι η Ελλάς από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα «ζει μέσα στη θάλασσα, με τη θάλασσα και σε μεγάλο βαθμό από τη θάλασσα». Και αυτό είναι απολύτως πραγματικό. Στην μελέτη του κ. Καργάκου στο τελευταίο μέρος που αναφέρεται στο Ναυτικό της Παλαιολογείου Περιόδου, σημειώνεται ότι η απόφαση του Αυτοκράτορος Ανδρονίκου Β’ Παλαιολόγου (1282 – 1328) να καταργήση τις δαπάνες για τον στόλο, επειδή τις έκρινε περιττές δοθέντος ότι οι Οθωμανοί Τούρκοι δεν διέθεταν -τότε- στόλο. Και όπως σημείωσε προσφυώς η Καθηγήτρια κ. Αρβελέρ «Το μέτρο αυτό, ορόσημο της ναυτικής ιστορίας του Βυζαντίου, σήμανε το τέλος του κατά θάλασσα στρατού και του στόλου της Αυτοκρατορίας» και προδιέγραψε το τέλος της.
Στην μελέτη του κ. Καργάκου, η ύλη αρθρώνεται ως εξής:
1. Από τη Ρώμη ατό Βυζάντιο. Παρακολουθείται η ανέλιξη της Κωνσταντινουπόλεως ως ναυτικού κέντρου της νεαράς Αυτοκρατορίας, εν όσω ακόμη δεν είχε καταστή συνείδηση ότι είχε επέλθει τομή με το ρωμαϊκό παρελθόν. Εξετάζονται οι τύποι των πλοίων και η εφαρμοζόμενη πολεμική τακτική, η οργάνωση του ναυτικού και οι πρώτες μεγάλες βυζαντινές ναυτικές εκστρατείες κατά των Βανδάλων (468) και κατά των Περσών και των Αβάρων (626), καθώς και η εφεύρεση του μεγάλου και σωτηρίου όπλου του υγρού πυρός.
2. Ναυτικός Πόλεμος με τους Άραβες. Εξιστορούνται οι δύο ιιεγάλες πολιορκίες της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Αράβων
κατά τον 7ο και 8ο αιώνα και εν συνεχεία οι επιχειρήσεις στην Κρήτη και την Σικελία, που τελικώς υπέκυψαν στο κατακτητικό κύμα των Αραβικών πλοίων, τέλος δε οι ναυτικές επιχειρήσεις κατά την βασιλεία του Μιχαήλ Γ’, τελευταίου Αυτοκράτορος της Δυναστείας του Αμορίου.
3. Η Μακεδονική Δυναστεία και η ναυτική της πολιτική. Μελετάται η προσπάθεια των μεγάλων Αυτοκρατόρων της Μακεδόνικης Δυναστείας προς ανάκτηση του ελέγχου των θαλασσών από τους Άραβες, με σημαντικό σταθμό την ανάκτηση της Κρήτης επί Νικηφόρου Φωκά κατά το 961. Η εποχή αυτή σηματοδοτεί ουσιαστικώς το αποκορύφωμα και την αρχή της παρακμής της Αυτοκρατορίας, παρά τις προσπάθειες που κατεβλήθησαν ακολούθως από τους Κομνηνούς και τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο.
4. Το σύντομο τέταρτο κεφάλαιο μελετά τα ναυτικά προνόμια, που απετέλεσαν την απαρχή της κάμψεως της ισχύος της Αυτοκρατορίας, καθώς παρέσχον το δικαίωμα σε ξένες δυνάμεις να αποκτήσουν τον έλεγχο των θαλασσίων οδών της Ρωμανίας και του θαλασσίου εμπορίου κυρίως ειδών πολυτελείας.
5. Το πέμπτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην παρουσίαση του ναυτικού εμπορίου, του φαινομένου της πειρατείας και της αναπτύξεως των γεωγραφικών γνώσεων.
Το τελευταίο κεφάλαιο, το οποίο ήδη εμνημονεύσαμε αναφέρεται στην Παλαιολόγειο περίοδο και την οριστική απώλεια της ναυτικής δυνάμεως της Αυτοκρατορίας που οδήγησε στην πτώση του 1453.
Εστία
Σ. ΚΑΡΓΑΚΟΣ
ΒΡΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Από τον εκδοτικό οίκο Ι. Σιδέρης