Η εθνική επανάσταση του 1821

γράφει ο Γεώργιος Σύρος,

Το Πολεμικό Έπος του 1821 συνιστά τον έσχατο μεγάλο Μύθο του εθνικού μας βίου. Διά της λέξεως Μύθος δεν εννοείται φυσικά η φανταστική διήγηση αλλά η Ιδέα, το Έρεισμα, το Σημείο αναφοράς, το οποίο λειτουργεί ως κινητοποιός Δύναμη εθνικής ανατάξεως και εγέρσεως. Είναι γνωστό όμως ότι το σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα δεν προσδίδει την δέουσα σημασία στο γεγονός της Εθνεγερσίας, με αποτέλεσμα οι σύγχρονοι Έλληνες και η νεολαία να μην γνωρίζουν καν τα βασικά σημεία του Αγώνα της εθνικής μας παλιγγενεσίας. Ίσως είναι γνωστό το όνομα ενός Κολοκοτρώνη, ενός Καραϊσκάκη, ενός Ανδρούτσου. Μέχρι εκεί. Έχει απομειωθεί σημαντικώς το ενδιαφέρον για αυτό το πολλαπλώς σημαντικό κοσμο-ιστορικό φαινόμενο και ο εθνικός και ιστορικός του ρόλος του υπονομεύεται μεθοδικώς. Μια διάχυτη άγνοια καλύπτει τον Αγώνα της Εθνεγερσίας. Το ιστορικό γεγονός του έκπαγλου ένοπλου Αγώνα του 1821 έχει καταστεί άθυρμα ιδεολογικο-πολιτικών σκοπιμοτήτων και πρόσφορο έδαφος για την εμφύτευση ανυπόστατων νεοπαγών επιστημονικοφανών συμπερασμάτων. Από την ελληνική εκπαίδευση απουσιάζει σκανδαλωδώς! Από το σχολείο ακόμη, έχει καταλήξει μια άνευρη και άχρωμη αφήγηση, η οποία υπερεστιάζει σε πολιτικο-οικονομικούς σχολαστικισμούς της προεπαναστατικής και μετεπαναστατικής περιόδου. Στην νεώτερη ιστορία διδάσκεται ο τρόπος συλλογής του κεφαλικού φόρου, το αίτημα για παραχώρηση Συντάγματος (με εμφανείς πολιτικές προεκτάσεις) και η … κρίση της σταφίδας στα τέλη του 19ου αιώνα. Τα πολεμικά γεγονότα εκλείπουν!

Η νεανική φύση εξάπτεται από τους πάντα ολιγάριθμους Έλληνες μαχητές που κατέκοβαν τα υπερτερούντα στίφη των μωαμεθανών. Ενθουσιάζεται από τις παράτολμες καταδρομικές επιχειρήσεις του Κανάρη, και αισθάνεται δέος για την συνειδητή θυσία Διάκου και Παπαφλέσσα. Ταυτίζεται με τους λέοντες εκείνους που μας χάρισαν την Ελευθερία, διερχόμενοι κυριολεκτικώς διά καυτού ΠΥΡΟΣ και κρουνών ΑΙΜΑΤΟΣ. Λέγει ο Ιωάννης Μακρυγιάννης: «Πατρίς, νὰ μακαρίζεις γενικῶς ὅλους τοὺς Ἕλληνες, ὅτι θυσιάστηκαν γιὰ σένα, νὰ σ᾿ ἀναστήσουνε, νά ξαναειπωθεῖς ἄλλη μία φορὰ ἐλεύθερη πατρίδα, ποὺ ἤσουνα χαμένη καὶ σβησμένη ἀπὸ τὸν κατάλογο τῶν ἐθνῶν.» (Μακρυγιάννη Γιάννη, Άπαντα, εκδ. Μέρμηγκας, Αθήνα, 1975, σ. 149-150)

Το βιβλίο του Γ. Σύρου

Ζούμε σε μία εποχή έντονων κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων. Οι εξελίξεις αυτές έχουν άμεσο αντίκτυπο στην Επιστήμη της Ιστορίας. Έχουν συγκροτηθεί διάφορες ομάδες ιστορικής σκέψεως, οι λεγόμενες «σχολές». Η κυρίαρχη σχολή είναι η σχολή που επιχειρεί να αμφισβητήσει και εντέλει να αποδομήσει αυτό που καλείται ελληνική ιστορική συνέχεια. Εισάγονται συνεχώς καινοφανή δόγματα ενδεδυμένα μιας ψευδεπίγραφης επιστημοσύνης, τα οποία υποσκάπτουν την διαχρονία του Ελληνισμού. Το επίσημο αφήγημα, το οποίο έχει εμφιλοχωρήσει στα Πανεπιστημιακά ιδρύματα, είναι ότι το ελληνικό έθνος ετέχθη το 1821 μαζί με το κράτος, ή καλύτερα το νεοσύστατο ελληνικό κράτος προκάλεσε την δημιουργία έθνους. Πρόκειται για μια άποψη εμφανώς ανέρειστη, ιστορικώς παράλογη και αβάσιμη, εκπορευόμενη από ιδεοληψίες. Αν και το αφήγημα αυτό έχει καταρριφθεί από σοβαρούς επιστημονικούς κύκλους, εντούτοις καταφέρνει να συνεχίζει να επιζεί στους ακαδημαϊκούς κόλπους και να προωθείται ως δόγμα στην ανώτατη εκπαίδευση.

Δεν είναι όμως τα φληναφήματα περί εθνογενέσεως και κοινωνικής επαναστάσεως μόνο αυτά που διακινούνται ως θέσφατο. Διενεργείται μια βαθιά χειρουργική τομή στο ιστορικό υπόβαθρο, στους αιώνες του 1453 -1821, με αποτέλεσμα την διάρρηξη της πολιτισμικής και θρησκευτικής ενότητας του Ελληνισμού. Η εθνική επανάσταση του 1821 αποκόπτεται εντέχνως από το πλήθος των προηγούμενων εθνικών εξεγέρσεων.  Αγνοείται επιδεικτικώς ο εθνικός βίος των Ελλήνων προ του 1821 και η αγωνία του να αποτινάξει την σκλαβιά όλους αυτούς τους αιώνες. Αμέσως μετά την Πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, οι Έλληνες άρχισαν να προβάλλουν αντίσταση με αδιάπτωτο και άκαμπτο σθένος, προσπαθώντας να απελευθερωθούν από τους Οθωμανούς επικυριάρχους. Γνωστή είναι η δράση του πρωτομάρτυρα της ελευθερίας των Ελλήνων Κροκόνδειλου Κλαδά από τον Μυστρά, ο οποίος ύψωσε το 1463 στην Πελοπόννησο την σημαία της εθνικής αντιστάσεως ενάντια στους Οθωμανούς. Το 1481 δε, σημειώνεται η πρώτη νίκη των Ελλήνων σε μάχη εκ παρατάξεως εναντίον των Οθωμανών μετά την Πτώση της Κωνσταντινουπούλεως! Μεσολαβούν δεκάδες επαναστατικές απόπειρες στους ερεβώδεις αιώνες της σκλαβιάς, οι οποίες κατεστάλησαν βιαίως και επνίγησαν στο αίμα. Η τελευταία μεγάλη απόπειρα αποτινάξεως του Οθωμανικού ζυγού πριν το 1821 ήταν τα λεγόμενα «Ορλωφικά επεισόδια» (1770). Ήταν η γενική δοκιμή του επερχόμενου εθνικού πολεμικού δράματος, το προοίμιο της Εθνεγερσίας του 1821. Η Ρωσία υπό την Αικατερίνη Β’ είχε θέσει ως στόχο την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για αυτόν τον λόγο επεδιώχθη η υποκίνηση της εξεγέρσεως των ομοδόξων χριστιανών ενάντια στους αλλόδοξους μωαμεθανούς. Στις 17 Φεβρουαρίου 1770 αποβιβάζονται οι αδελφοί Orlov στην Μάνη για να ξεσηκώσουν τους Έλληνες. Από την Μακεδονία έως την Κρήτη οι Έλληνες εξεγείρονται προσβλέποντας στην συνδρομή της Ρωσίας. Η εξέγερση καθίσταται ένα πανελλήνιο εθνικό γεγονός. Σε όλη την επικράτεια αναδύονται εστίες εθνικής αντιστάσεως. Ανεξαρτήτως της υπαναχωρήσεως των Ρώσων, οι Έλληνες θα συνεχίσουν ακάθεκτοι να αντιστέκονται λυσσαλέως όλα αυτά τα έτη. Γνωστός είναι ο εθνικός αγώνας του Δασκαλογιάννη ο οποίος πλήρωσε με μαρτυρικό θάνατο την ανάληψη της εξεγέρσεως στα Σφακιά Κρήτης. Γνωστά επίσης είναι τα λαμπρά ανδραγαθήματα του θρυλικού ακαταπόνητου θαλασσομάχου και αξιωματικού του Ρωσικού στρατού Λάμπρου Κατσώνη, ο οποίος συνέχισε απτόητος την εθνική του δράση και μετά την συνθήκη συμφιλιώσεως Ρωσίας – Τουρκίας. Ο Π. Μαγιάκος λέγει: «…από το 1770 όμως αρχίζει νέα περίοδος για τον Ελληνισμό […] Υπήρξε η κολυμπήθρα μέσα στην οποία αναβαπτίσθηκε η Ελληνική ψυχή και βγήκε εξαγνισμένη νέα. Είναι τόσα πολλά τα συμβάντα από τον Μάρτιο 1770 και τόσο συνδέονται μεταξύ τους, ώστε μπορεί να υποστηριχθή πως η επανάσταση αυτή ουδέποτε καταπνίγηκε. Έπαυε εδώ για να φανή αλλού, έσβυνε εκεί για να νάψη πιο πέρα, ώσπου εφούντωσε, γιγάντωσε και στο τέλος επέτυχε.» (Παναγιώτης Μαγιάκος, Ο Λάμπρος Κατσώνης (1752-1804), Αθήνα 1932, σ. 19).

Μεταξύ των απροσμέτρητων πρωτογενών πηγών, ας αναφερθεί η δήλωση του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Νεκταρίου στα μέσα του 17ου αιώνος: «Ἴδε τοιγαροῦν ὁποία νῦν ἡ Ἑλλάς καὶ ἡ Ὀρθόδοξος Ἀνατολίς… Εἰ καὶ ἑάλω ἡ Κωνσταντινούπολις καὶ ἐδουλώθη, τὸ ἔθνος οὐδαμῶς ἐξερριζώθη». Οι Ήρωες του 1821 έχουν επίγνωση ότι είναι μέρος μιας συνέχειας, ότι αποτελούν έναν κρίκο μιας αλυσίδας. Η ελληνική αρχαιότητα ζει μέσα στην ψυχή των υπόδουλων Ελλήνων, την οποία κατά τους χρόνους της Εθνεγερσίας επικαλούνται ως του δοξασμένο τους παρελθόν. «Η συνείδηση των Ελλήνων επί τουρκοκρατίας για την ιστορική τους συνέχεια από την ελληνική αρχαιότητα υπήρχε και πριν τον νεοελληνικό διαφωτισμό. Η συνείδηση αυτή οδήγησε στην έκρηξη των κινημάτων όχι μόνο στις τουρκοκρατούμενες αλλά και στις βενετοκρατούμενες περιοχές» λέγει ο Δρ. Νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας Χαράλαμπος Μηνάογλου. Και όμως η συνείδηση επέζησε μέσα από την φρικώδη σκλαβιά. Στον αντίποδα των νεοεισαχθέντων αφηγημάτων περί ανυπαρξίας του κρυφού σχολειού, σύγχρονες ιστορικές έρευνες έχουν καταδείξει ότι η δίωξη της παιδείας των Ελλήνων επί οθωμανικής κυριαρχίας ήταν μια πραγματικότητα (Γιώργος Κεκαυμένος, Το κρυφό σχολείο). Το 1814 ιδρύεται στην Οδησσό της Ρωσίας η μυστική επαναστατική οργάνωση «Φιλική Εταιρεία» υπό τους Εμμανουήλ Ξάνθο, Νικόλαο Σκουφά, Αθανάσιο Τσακάλωφ με σκοπό την Απελευθέρωση των Ελλήνων από την Οθωμανική κυριαρχία. Στις 12 Απριλίου 1820 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης απεδέχθη την πρόταση και ανέλαβε την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας για την ανάληψη του Εθνικού Αγώνα. Οι Έλληνες αναγνωρίζουν το μεσαιωνικό τους παρελθόν ως τμήμα αυτής της συνέχειας, αυτοπροσδιορίζονται ως κληρονόμοι της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με σκοπό την ανασύστασή της. Θεωρούν ότι ο Ελληνισμός εγείρεται μέσα από τις στάχτες της υποδουλώσεως. Αυτό υποδηλώνεται στο σύνθημα της Σημαίας του Υψηλάντη «ΕΚ ΤΗΣ ΚΟΝΕΩΣ ΜΟΥ ΑΝΑΓΕΝΝΩΜΑΙ». Στην διακήρυξη της 26ης Μαρτίου 1821 προς τους Ευρωπαίους, οι Έλληνες αγωνιστές αναφέρουν: «μες τ λληνικν θνος τν Χριστιανν […] πεφασίσαμεν σταθερς  να ποθάνωμεν λοι,  ν λευθερωθμεν».

Ο πρωταγωνιστής Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην ομιλία του σε μαθητές στην Πνύκα στις 8/10/1838 αναφέρεται στην εθνική και φυλετική συνέχεια του ελληνικού έθνους: «Εἰς τόν τόπον, τόν ὁποῖον κατοικοῦμε, ἐκατοικοῦσαν οἱ παλαιοί Ἕλληνες, ἀπό τούς ὁποίους καί ἡμεῖς καταγόμεθα καί ἐλάβαμε τό ὄνομα τοῦτο.» Εν συνεχεία ως βασιλέα των Ελλήνων εννοεί τον Κωνσταντίνο ‘ΙΑ Παλαιολόγο, θεωρώντας έτσι τον Ελληνισμό ως πνευματική συνέχεια της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: «Ὁ βασιλεύς μας ἐσκοτώθη, καμμία συνθήκη δέν ἔκαμε, ἡ φρουρά του εἶχε παντοτινό πόλεμο μέ τούς Τούρκους». O Άγγλος ιστορικός φιλέλληνας G. Finlay γράφει μεταξύ άλλων: «Οἱ Ἕλληνες, καθ’ ὅλον τόν χρόνον τῆς ὑποταγῆς των εἰς τόν ζυγόν ξένου ἔθνους καί ἐχθρικῆς θρησκείας, οὐδέποτε ἐλησμόνησαν ὅτι ἡ γῆ τήν ὁποίαν κατῴκουν ἦτο γῆ τῶν πατέρων των καί ὁ ἀνταγωνισμός των πρὀς τούς ἀλλοφύλους δέσποτας, κατά τήν ὥραν καί τῆς εὐτελεστάτης δουλείας των, ἦτο οἰωνός προαναγγέλλων ὅτι ἡ ἀντίστασίς των ἔμελ­λε ν’ ἀπολήξῃ εἰς καταστροφήν ἤ εἰς ἀπελευθέρωση» (George FinlayΙστορία της Ελληνικής Επανάστασης). Ο Ιωάννης Καποδίστριας λέγει: «Ἔθνος Ἑλληνικό ὑπῆρχε καί ὑπάρχει καί δέν κατέπεσεν ποτέ» (Επίτομος Βιογραφία του Ιωάννη Καποδίστρια, εκδ. Τάλως)

Εντάσσουν δε τον Ελληνικό Αγώνα της Εθνεγερσίας σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικών επαναστάσεων. Φθάνουν δε στο κωμικό στοιχείο κάποιοι κύκλοι να αμφισβητούν την εθνική φύση του Ελληνικού Αγώνα και να τον συσχετίζουν με την Γαλλική, με την Αμερικανική και με άλλες επαναστάσεις, διακινώντας τις φαιδρότητες του ιστορικού Γ. Κορδάτου. Ας δούμε ωστόσο ένα ενδεικτικό απόσπασμα του Όρκου της Φιλικής Εταιρείας: «Ὁρκίζομαι ἐνώπιον τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὅτι θέλω εἶμαι ἐπί ζωῆς μου πιστός εἰς τήν Ἑταιρείαν κατά πάντα…Ὁρκίζομαι ὅτι θέλω τρέφει εἰς τήν καρδίαν μου ἀδιάλλακτον μῖσος ἐναντίον τῶν τυράννων τῆς πατρίδος μου, τῶν ὀπαδῶν καί τῶν ὁμοφρόνων μέ τούτους […] Ὁρκίζομαι νά μήν ὠφελῶμαι κατ΄ οὐδένα τρόπον ἀπό τά χρήματα τῆς Ἑταιρείας, θεωρῶν αὐτά ὡς ἱερό πρᾶγμα καί ἐνέχυρον ἀνῆκον εἰς ὅλον τό Ἔθνος μου…Τέλος πάντων ὁρκίζομαι εἰς Σέ, ὦ ἱερά πλήν τρισάθλια Πατρίς! Ὁρκίζομαι εἰς τάς πολυχρονίους βασάνους Σου. Ὁρκίζομαι εἰς τά πικρά δάκρυα τά ὁποῖα τόσους αἰῶνας ἔχυσαν καί χύνουν τά ταλαίπωρα τέκνα Σου, εἰς τά ἴδια μου δάκρυα, χυνόμενα κατά ταύτην τήν στιγμήν, καί εἰς τήν μέλλουσαν ἐλευθερίαν τῶν ὁμογενῶν μου ὅτι ἀφιερώνομαι ὅλως εἰς Σέ. […] Τό ὄνομά σου ὁ ὁδηγός τῶν πράξεών μου, καί ἡ εὐτυχία Σου ἡ ἀνταμοιβή τῶν κόπων μου. Ἡ θεία δικαιοσύνη ἄς ἐξαντλήσει ἐπάνω εἰς τήν κεφαλήν μου ὅλους τούς κεραυνούς της, τό ὄνομά μου νά εἶναι εἰς ἀποστροφήν, καί τό ὑποκείμενόν μου τό ἀντικείμενον τῆς κατάρας καί τοῦ ἀναθέματος τῶν Ὁμογενῶν μου, ἄν ἴσως λησμονήσω εἰς μίαν στιγμήν τάς δυστυχίας των καί δέν ἐκπληρώσω τό χρέος μου…» Ο Θ. Κολοκοτρώνης λέγει: «Ἡ ἐπανάστασις ἡ ἐδική μας δέν ὁμοιάζει μέ καμμιάν ἀπ’ ὅσες γίνονται τήν σήμερον εἰς τήν Εὐρώπην. Τῆς Εὐρώπης αἱ ἐπαναστάσεις ἐναντίον τῶν διοικήσεών των εἶναι ἐμφύλιος πόλεμος. Ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦτο ὁ πλέον δίκαιος, ἦτον ἔθνος μέ ἄλλο ἔθνος»(Ἀπομνημονεύματα, Ἅπαντα Τσερτσέτη, τομ. Γ’, σελ. 149-150). Στην δε ομιλία του στην Πνύκα λέγει: «Ὅταν ἀποφασίσαμε νά κάμωμε τήν Ἐπανάσταση, δέν ἐσυλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα οὔτε πώς δἐν ἔχομε ἅρματα οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τά κάστρα καί τάς πόλεις οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νά πολεμήσετε μέ σιταροκάραβα βατσέλα», ἀλλά ὡς μία βροχή ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καί ὅλοι, καί ὁ κλῆρος μας καί οἱ προεστοί καί οἱ καπεταναῖοι καί οἱ πεπαιδευμένοι καί οἱ ἔμποροι, μικροί καί μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτό τό σκοπό καί ἐκάμαμε τήν Ἐπανάσταση.»

Η Εθνεγερσία είναι η σημαντικότερη φάση της νεώτερης εποχής του ιστορικού βίου του Ελληνισμού. Κορυφαίες προσωπικότητες, Ήρωες με την αυστηρή εννοιολογική έννοια, χαλκέντεροι σκληροτράχηλοι μαχητές αγωνίσθησαν υπέρ βωμών και εστιών για Έθνος, Ταυτότητα, Πολιτισμό και Ελευθερία. Εν μέσω κακουχιών, παροιμιώδους ένδειας, κοινωνικής εξαθλιώσεως, ελλείψεως χρημάτων και υποδομών, δεδομένου του ελλιπούς στρατιωτικού εξοπλισμού, ανυπαρξίας τακτικού στρατού και δεδομένης της βδελυρής οθωμανικής κυριαρχίας, οι Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδος και του Αιγαίου κατάφεραν εν τέλει να νικήσουν μια ολόκληρη αυτοκρατορία. Πρόκειται αναμφιρήστως για έναν εθνικό άθλο, ένα ιστορικό σημείο ανυπέρβλητης εθνικής αξίας. Λέγει ο Θ. Κολοκοτρώνης: «Ὁ κόσμος μᾶς ἔλεγε τρελλούς. Ἡμεῖς, ἄν δέν εἴμεθα τρελλοί, δέν ἐκάναμε τήν ἐπανάσταση, διατί ἠθέλαμε συλλογισθεῖ πρῶτον διά πολεμοφόδια, καβαλλαρία μας, πυροβολικό μας, πυροτοθῆκες μας, τά μαγαζιά μας, ἠθέλαμε λογαριάσει τή δύναμη τήν ἐδική μας, τήν τούρκικη δύναμη. Τώρα ὅπου ἐνικήσαμε, ὅπου ἐτελειώσαμε μέ καλό τόν πόλεμό μας, μακαριζόμεθα, ἐπαινόμεθα.» (Απομνημονεύματα, Άπαντα Τσερτσέτη, τομ. Γ’, σελ. 149-150).

Από την Εισαγωγή του βιβλίου Δια Πυρός και Αίματος: Το Πολεμικό Χρονικό του 1821 (Γεώργιος Σύρος, Έκτωρ, 2021)

thenewspaper.gr

, , , , ,

1 thought on “Η εθνική επανάσταση του 1821

  1. Εξαιρετικο ιστορικο αρθρο που βαζει τα πραγματα ατην θεση τους, κι αποδομει τους αριστερους και νεοφιλελευθερους εθνομηδενιστες! Συγχαρητηρια!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *