από τη σελίδα Αγιά Σοφιά / Hagia Sophia,
Στις 11 Απριλίου του 1034, ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ρωμανός Γ’ ο Αργυρός, βρέθηκε νεκρός στο μπάνιο του, δηλητηριασμένος ίσως από τη σύζυγό του Ζωή και τον εραστή της Μιχαήλ (κατά άλλη εκδοχή, τον έπνιξαν) και την ίδια μέρα τέλεσαν τους γάμους τους, ενώ ακόμη ο νεκρός Ρωμανός βρισκόταν «παρερριμμένος» σε δωμάτιο του Παλατιού.
Ο Ρωμανός Γ’ Αργυρός ή Αργυρόπουλος (968 – 11 Απριλίου 1034), γόνος ευγενούς οικογένειας από την Ιεράπολη της Φρυγίας, λόγιος και πατρίκιος, ήταν ο 53ος αυτοκράτορας του Βυζαντίου (1028-1034). Κατά το χρόνο που ιδιώτευε στη Κωνσταντινούπολη, το Νοέμβριο του 1028, κλήθηκε αιφνίδια στα ανάκτορα από τον ψυχορραγούντα αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Η’ (που δεν είχε δικούς του γιους) και διατάχθηκε να διαζευχθεί την σύζυγό του και να νυμφευθεί την 48έτιδα πριγκίπισσα Ζωή και με αυτή να τον διαδεχθεί στο θρόνο (12 Νοεμβρίου 1028). Μετά τρεις μέρες ο Κωνσταντίνος Η’ πέθανε.
Αναλαμβάνοντας αυτοκράτορας, ο Ρωμανός Γ’ ανακάλεσε όλους τους αδίκως καταδιωχθέντες από τον προκάτοχό του, αλλά, παρασυρόμενος από τις διαβολές των αυλικών του και της συζύγου του Ζωής, καταδίωξε με σκληρότητα πολλούς διακεκριμένους άνδρες μέχρι και την γυναικαδέλφη (κουνιάδα) του Θεοδώρα, την οποία έκλεισε σε μοναστήρι. Οι ανδρών για τα ανώτερα υπουργήματα που έκανε δεν ήταν πάντα επιτυχημένες, και αυτό δημιούργησε κινδύνους για τη χώρα που αντιμετώπιζε επικίνδυνους εχθρούς.
Οι Άραβες στα σύνορα της Συρίας, από την ανικανότητα και την ανανδρία του στρατηγού της Αντιοχείας Σπονδύλη (από την εποχή του Κωνσταντίνου Η’) είχαν γίνει επικίνδυνοι. Ο Εμίρης του Χαλεπίου με συνεχείς επιδρομές αιχμαλώτιζε κατοίκους, καταστρέφοντας κάστρα και θανατώνοντας τις φρουρές. Μετά τη αντικατάσταση του Σπονδύλη από τον Κωνσταντίνο Καραντινό και όταν η κατάσταση επιδεινώθηκε, ο Ρωμανός Γ’ αποφάσισε το 1030 να εκστρατεύσει κατά των Αράβων. Αυτό φαίνεται τρόμαξε τον Εμίρη και όταν ο Ρωμανός έφτασε στο Φιλομήλιο (κοντά στο σημερινό Ικόνιο) συνάντησε την πρεσβεία του Εμίρη, που έφερε δώρα και αποζητούσε «συμπάθεια» δηλώνοντας ότι «θα προσφέρουν με ευγνωμοσύνη τους ετήσιους φόρους». Οι περί τον αυτοκράτορα πεπειραμένοι, ζήτησαν από τον αυτοκράτορα να δεχθεί τις προτάσεις και να αποφύγει την εκστρατεία κατά τη θερμή εκείνη εποχή του έτους. Ο Ρωμανός όμως φανταζόμενος ότι θα μπορούσε να επαναλάβει τα ανδραγαθήματα των προκατόχων, του Νικηφόρου Β’ Φωκά, του Ιωάννη Α’ Τσιμισκή και του Βασιλείου Β’, απέπεμψε τους πρέσβεις και μετά από πορεία δύο ημερών στρατοπέδευσε στο Αζάζιο.
Οι Άραβες διασκορπίζοντας το αναγνωριστικό απόσπασμα του πατρικίου Λέοντα Χοιροσφάκτη προήλασαν και περικύκλωσαν τον Ρωμανό, στερώντας τα στρατεύματά του από τροφές και νερό. Ο Ρωμανός καταληφθείς από τρόμο διέταξε υποχώρηση στην Αντιόχεια. Επειδή όμως ο στρατός ήταν εξαντλημένος, η υποχώρηση έγινε φυγή με πλήρη αποσύνθεση. Ο Ρωμανός κινδύνεψε πολλές φορές να αιχμαλωτιστεί και μόλις που τον διέσωζαν οι σωματοφύλακές του, και τελικά επέστρεψε από την Αντιόχεια στην Κωνσταντινούπολη. Απερχόμενος διόρισε στρατηγό Αντιοχείας ένα θεράποντα των ανακτόρων τον Συμεών. Μετά την κατατρόπωση και αυτού από τους Άραβες, ο Ρωμανός έπεμψε επιτέλους τον ικανό στρατηγό Θεόκτιστο ο οποίος νίκησε τους Άραβες, εκπόρθησε τα φρούριά τους και εξανάγκασε τον Εμίρη του Χαλεπίου να ζητήσει ειρήνη.
Στο μεταξύ οι Άραβες στη Σικελία επωφελούμενοι από την ανικανότητα του εκεί στρατηγού Ορέστη, αφού νίκησαν τα βυζαντινά στρατεύματα εισήλθαν στη χώρα. Το 1032 ο Ρωμανός εκστράτευσε πάλι κατά των Αράβων αλλά καθ’ οδόν πληροφορηθείς ότι εξυφαίνονταν συνωμοσία (από τον Κωνσταντίνο Διογένη και την Θεοδώρα) και ότι οι Πετσενέγκοι (μίγμα Ούννων και τουρκομογγολικών φυλών) διαβαίνοντας τον Δούναβη εισήλθαν στη χώρα, ενώ ο στόλος των Αράβων λεηλατούσε τις ακτές της Πελοποννήσου και τα Ιόνια νησιά έσπευσε να επανέλθει. Αλλά πριν αφιχθεί ο Διογένης, είχε αυτοκτονήσει, και η Θεοδώρα είχε κλειστεί σε μοναστήρι από την Ζωή.
Και ενώ συνέβαιναν αυτά, ο στρατηγός Ευφρατασίας Γεώργιος Μανιάκης νίκησε τους Άραβες και εκπόρθησε το φρούριο της Έδεσσας (σημ. Ούρφας), ενώ ο ναύαρχος Νικηφόρος Καραντινός κατατρόπωσε όλους τους Αραβικούς στόλους. Το επόμενο έτος 1033, ο ναύαρχος Τεκνέας επερχόμενος κατά των Αράβων της Αιγύπτου κατέλαβε την Αλεξάνδρεια και κυριεύοντας πολλά πλοία και άφθονη λεία επέστρεψε θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη.
Οι νίκες αυτές τάραξαν τους Άραβες τόσο, ώστε ο Εμίρης Αλέμ παρέδωσε αμαχητί το φρούριο Περκρί, κοντά στη Βαβυλώνα, ενώ συγχρόνως έστειλε τον γιο του στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος, δεν τιμήθηκε όσο αξιούσε (κυρίως λόγω ασθενείας του γέροντα πλέον Ρωμανού), επέστρεψε δυσαρεστημένος και έπεισε τον πατέρα του να διαρρήξει την φιλία με το Βυζάντιο. Πράγματι ο Αλέμ επιτέθηκε αιφνίδια, ανακατέλαβε το φρούριο και θανάτωσε τη φρουρά. Όμως ο στρατηγός Νικήτας Πηγονίτης ανέκτησε το φρούριο και για τη παρασπονδία του Εμίρη θανάτωσε τον ίδιο και το γιο του. Έτσι αναστηλώθηκε το βυζαντινό γόητρο στη περιοχή, σε βαθμό που ανάγκασε την Αλδή, ηγεμονίδα της Αβασγίας (Καυκάσου), να δηλώσει αυτοπροαίρετα υποτέλεια και συμμαχία και συνάμα να παραδώσει το παραμεθόριο φρούριο της Ανακουφής.
Στη Κωνσταντινούπολη όμως η Ζωή οργίαζε με τους εραστές της. Καταληφθείσα από έντονο ερωτικό πάθος για τον νεαρό και ωραίο Μιχαήλ (μετέπειτα αυτοκράτορα Μιχαήλ Δ’), αδελφό του πρωτοευνούχου και παρακοιμώμενου Ιωάννη, αποφάσισε να τον παντρευτεί και για το σκοπό αυτό, άρχισε να ποτίζει κάθε μέρα τον σύζυγό της Ρωμανό με διάφορα δηλητήρια βραδείας ενέργειας μέχρι που, ανυπομονώντας η Ζωή και ο εραστής της Μιχαήλ έπνιξαν τον Ρωμανό Γ’ μέσα στο λουτρό (11 Απριλίου 1034) και την ίδια μέρα τέλεσαν τους γάμους τους, ενώ ακόμη ο νεκρός βρισκόταν «παρερριμμένος» σε δωμάτιο του Παλατιού.
Επίσης η κουνιάδα του Θεοδώρα προσπάθησε το 1029 και το 1030 να συνωμοτήσει εναντίον του. Εν ολίγοις ο Ρωμανός Γ’ Αργυρός, είχε τη φιλοδοξία να αφήσει το σημάδι του σαν αυτοκράτορας. Ευσυνείδητος και δραστήριος. Προσπάθησε πολύ, αλλά δεν πέτυχε πολλά. Υπήρξε μονάρχης συνετός αλλά είχε την ατυχία να ανέλθει στο θρόνο σε μεγάλη ηλικία. Η οικονομική πολιτική του ήταν λάθος και η ρίζα μελλοντικών οικονομικών προβλημάτων.
Η κύρια δράση του στα εσωτερικά της Αυτοκρατορίας ήταν η κατάργηση του «αλληλέγγυου», η επιεικής είσπραξη των φόρων, η απαλλαγή χρεών πολλών πολιτών και η διανομή άφθονων χρημάτων σε ναούς και Μοναστήρια (εξ’ ου κατά κάποιους και το προσωνύμιο Αργυρός).
Στο στρατιωτικό πεδίο, τουλάχιστον, το ισοζύγιο επιτυχιών-αποτυχιών είναι θετικό.
Παρ’ όλα αυτά, η Αυτοκρατορία παραμένει αλώβητη αν και δεν είναι τόσο δυνατή όσο πριν και έτσι οι εχθροί της ανασυντάσσονται.
Στη φωτογραφία:
Η δολοφονία του Ρωμανού Γ’ στο μπάνιο του. Από την Ιστορία του Ιωάννη Σκυλίτζη, (Skyllitzes Matritensis, Biblioteca Nacional de España).
Ένθετο επάνω αριστερά: Μιλιαρέσιον νόμισμα του Ρωμανού Γ’ του Αργυρού.