Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί συρραφή αποσπασμάτων από την πραγματεία του συγγραφέα : Εισαγωγή στη Γεωμυθολογία. Γεωλογικό και Φυσικογεωγραφικό Δυναμικό, Αθήνα, Εκδόσεις Λιβάνη, 2018.
Τι είναι Μυθολογία
Μυθολογία είναι η συρραφή θρύλων, διηγήσεων και παραδόσεων που σχετίζονται με τις πράξεις και τη δράση θεών, ημίθεων, ηρώων και ανθρώπων, των προϊστορικών λαών που κατοικούσαν σε οποιοδήποτε σημείο της Γης.
Η λέξη Μύθος στα αρχαία ελληνικά σημαίνει γενικώς τα λεγόμενα (λόγος, έπος, διήγηση). Για πολλούς, η λέξη Μύθος ταυτίζεται με την αναλήθεια, κι αυτό γιατί πιστεύουν ότι όλοι οι μύθοι είναι αποκλειστικό δημιούργημα της φαντασίας. Για τον Πλάτωνα, που θεωρείται ο πρώτος συγγραφέας που έχει χρησιμοποιήσει τον όρο, “μυθολογία” σημαίνει να μιλάει κανείς για μύθους ή να διηγείται μύθους. Η αρχική σημασία του μύθου, σύμφωνα με πολλούς, είναι “λόγος προφορικός, άνευ διακρίσεως της αλήθειας ή του ψεύδους”. Άλλοι δέχονται ότι ο μύθος δεν είναι μια αφήγηση, αλλά μια πραγματικότητα που βιώνεται, ενώ η μυθολογία δεν είναι η βιογραφία των θεών, όπως μπορεί να φαίνεται συχνά, ακόμα και όταν αναφέρεται στη γέννηση και την παιδική ηλικία των θεών, στα νεανικά τους κατορθώματα και μερικές φορές στον πρόωρο θάνατό τους.
Κατά τον F. Schelling, μύθος είναι εκείνη η ιστορία που περιέχει αφηγήσεις μιας εποχής στην οποία κανένα γεγονός ακόμα δεν σημειώνεται γραπτώς, αλλά το καθένα μεταδίδεται προφορικά. Ενώ μυθολογία είναι η προϊστοριογραφική ιστορία και φιλοσοφία μιας φυλής ή μιας ομάδας ανθρώπων.
O Heyne, που θεωρείται πρωτεργάτης των μυθολογικών ερευνών, δέχεται ένα πρωταρχικό, έμφυτο θρησκευτικό ένστικτο στον άνθρωπο, που τον οδήγησε στη θεοποίηση των φυσικών αντικειμένων, κάτι που ενισχύθηκε από τον φόβο του αγνώστου. Ο F. Schelling, απεναντίας, θεωρεί το θρησκευτικό στοιχείο του μύθου ως μεταγενέστερη προσθήκη. Κατ’ άλλους, ο μύθος θεωρείται γέννημα της φαντασίας του ανθρώπου και επομένως, ως τέτοιος, δεν μπορεί να έχει σχέση με την πραγματικότητα. Σύμφωνα λοιπόν με τις απόψεις των περισσοτέρων, πρόκειται για ένα “παραμύθι”, που αναλόγως προς ποιον απευθύνεται, άλλοτε είναι παραμύθι για μικρά παιδιά και άλλοτε ωραίο παραμύθι για μεγάλους.
Κάπως έτσι έχει εκληφθεί από πολλούς η ελληνική μυθολογία. Κάτι τέτοιο, όμως, είναι πέρα για πέρα εσφαλμένο. Ο Ηρακλής, για παράδειγμα, δεν είναι κάποιο είδος Ταρζάν και θα ήταν λάθος να εκλαμβάνεται ως τέτοιος. Οι Τιτάνες, οι Γίγαντες, ο Ποσειδώνας, ο Δίας και άλλοι θεοί και θεότητες, ημίθεοι και ήρωες της ελληνικής μυθολογίας, όπως ο Ηρακλής, ο Θησέας, ο Οδυσσέας, ο Ιάσων και οι λοιποί, συνδέονται άμεσα με τη φύση του αιγαιακού και περιαιγαιακού χώρου και άλλοι με τους αγώνες των κατοίκων του για επιβίωση μέσα στη συγκεκριμένη φύση και τις δραστηριότητές τους στο πλαίσιο ενός κοινωνικο-οικονομικού γίγνεσθαι που δεν συνδέεται μόνο με το φυσικογεωλογικό καθεστώς της Ανατολικής Μεσογείου και ειδικότερα με εκείνο του Αιγαίου, αλλά συνάμα με τον ευρωπαϊκό χώρο και τους Ωκεανούς.
Και όσον αφορά τα μυθολογικά πρόσωπα, ίσως πολλά από αυτά να είναι δημιουργήματα της φαντασίας των προϊστορικών κατοίκων αυτού του τόπου, μεγάλος αριθμός όμως από τις δραστηριότητες των θεών και των ηρώων είναι βέβαιο ότι συνδέονται με τους αγώνες των κατοίκων του με τα έντονα ως ακραία φυσικογεωλογικά φαινόμενα, που εξελίχθηκαν κάποια στιγμή ή σε κάποια περίοδο κατά τη μακραίωνη προϊστορική εποχή και που οπωσδήποτε ήταν πρωτόγνωρα για τον κάτοικο του αιγαιακού χώρου, αφού δεν τα είχε ξαναζήσει ποτέ πριν από τότε που πάτησε το πόδι του στην περιοχή, και επιπλέον δεν είχε ζήσει παρόμοια φαινόμενα ούτε στον τόπο απ’ όπου προήρχετο. Ειδικότερα στους φυσικούς μύθους [εκείνους που αναφέρονται στη σχέση των θεών με τον φυσικό κόσμο] σε πολλά φαινόμενα αποδίδονταν ανθρώπινα χαρακτηριστικά και συμπεριφορές. Διακρίνουμε δηλαδή μια προσωποποίηση, ή μάλλον έναν ανθρωπομορφισμό της φύσης, που η σημερινή της κατάσταση δεν φαίνεται μεν να δικαιολογεί την περιγραφή του μύθου, αλλά είναι πολύ πιθανόν να αντιπροσωπεύει τη φυσικογεωλογική κατάσταση σε κάποια φάση του γεωλογικού παρελθόντος, που είναι πολύ πιθανόν να μην είναι ορατή σήμερα.
Το φυσικογεωλογικό δυναμικό, όμως, για να συμβάλει στην ερμηνεία των μύθων, δεν πρέπει να εξετάζεται στατικά, αλλά δυναμικά και συγχρόνως διαχρονικά. Αυτό σημαίνει ότι, όταν προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε κάποιο μύθο, όπως, για παράδειγμα, την εποχή των Τιτάνων πριν από την Τιτανομαχία, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι, την εποχή που γεννήθηκαν οι Τιτάνες, σε πάρα πολλές περιοχές της Ελλάδας τίποτα δεν ήταν όπως σήμερα. Δεν ήταν, με άλλα λόγια, ούτε η θερμοκρασία ούτε οι βροχοπτώσεις όπως είναι σήμερα, ούτε οι παροχές των ποταμών ήσαν ίδιες, ούτε οι ακτές είχαν τη σημερινή τους μορφή, ούτε πολλές από τις πηγές ανέβλυζαν εκεί που αναβλύζουν σήμερα, ούτε οι σύγχρονες λίμνες είναι ίδιες με τις παλιές, με εξαίρεση ορισμένες εσωτερικές λίμνες, που ακόμα και σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι διαστάσεις τους ήσαν διαφορετικές. Για παράδειγμα, ποιος από όσους έχουν ασχοληθεί με την ανακάλυψη της γεωργίας στην Ελλάδα και τη θεά Δήμητρα λαμβάνει υπόψη ότι την εποχή εκείνη ο σημερινός κόλπος της Ελευσίνας ήταν λίμνη και ότι μεγάλο τμήμα του Σαρωνικού ήταν ξηρά; Ποιος λαμβάνει υπόψη ότι, την εποχή που υπολογίζεται ότι γεννήθηκαν οι Τιτάνες, οι κλιματικές και άλλες φυσικογεωλογικές συνθήκες ήσαν εντελώς διαφορετικές σε σχέση με αυτές που επικρατούσαν την εποχή που έγινε η Τιτανομαχία, που είναι περίπου ίδιες με αυτές που επικρατούν σήμερα;
Για έναν που γνωρίζει καλά τα δυναμικά χαρακτηριστικά του φυσικογεωλογικού καθεστώτος του ελλαδικού χώρου και τις μεταβολές του κατά τα τελευταία 20-30.000 έτη, την περίοδο δηλαδή που ο σύγχρονος άνθρωπος, ο Homo sapiens, μένει μόνος του ως είδος πάνω στη Γη και αρχίζει σιγά- σιγά να κυριαρχεί, αφού έχει πλέον εξαφανιστεί ο Homo neanderthalensis, είναι σχεδόν αυτονόητο και πρόδηλο ότι ολόκληρη η Θεογονία, όπως μας την έχει παραδώσει ο Ησίοδος με τις συμπληρώσεις των μεταγενεστέρων, όσον αφορά τις διάφορες γενιές των θεών, αλλά και τη χωροχρονική διάταξη των επιμέρους δραστηριοτήτων τους, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ταυτίζεται με τη φυσικογεωλογική εξέλιξη του αιγαιακού και περιαιγαιακού χώρου.
Μύθοι και θρύλοι
Η Γεωλογία, σε αντίθεση με τη Μυθολογία, αποτελεί μια θετική επιστήμη που, με βάση τα πετρώματα και τα απολιθώματα, με βάση δηλαδή τον ανόργανο και τον έμβιο κόσμο που έζησε σε παλαιότερες γεωλογικές εποχές, και εφαρμόζοντας διάφορες εργαστηριακές μεθόδους, έχει κατορθώσει να προσδιορίσει και να ταξινομήσει το γεωπεριβαλλοντικό καθεστώς που επικρατούσε σε μια περιοχή σε κάποια χρονική στιγμή του παρελθόντος. Συνεπώς, είναι σε θέση να προσδιορίσει και τις γεωπεριβαλλοντικές συνθήκες ενός γεωγραφικού χώρου ή μιας περιοχής όπου έχει δραστηριοποιηθεί κάποιος θεός, θεότητα ή ήρωας κατά τη μυθολογική εποχή, κατά την εποχή δηλαδή που καλείται προϊστορική, για την οποία δεν διαθέτουμε άλλες μαρτυρίες, ούτε τη δυνατότητα της χρονολόγησης με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα που μπορεί να μας δώσει μεγαλύτερης ακρίβειας αποτελέσματα.
Η συσχέτιση, επομένως, της Γεωλογίας με τους μύθους δίδει μια άλλη διάσταση, πέραν της καθαρώς λατρευτικής, και εν πολλοίς θεολογικής, διότι, αφού είναι δυνατή η χρονολόγηση των δραστηριοτήτων ενός θεού και γενικότερα μιας θεότητας, τότε ο “άχρονος μύθος” γίνεται ιστορικό γεγονός. Ιστορικό γεγονός όχι τόσο με την έννοια της χρονολογικής ακρίβειας, όσο με την έννοια του γεγονότος. Ωραίο παράδειγμα αποτελεί ο μύθος της εξόντωσης της Λερναίας Ύδρας από τον Ηρακλή. Ακόμα και αν δεν γνωρίζαμε, χρησιμοποιώντας άλλες μεθόδους, πότε έγινε η εξόντωσή της, η συστηματική γεωλογική έρευνα κατέδειξε ότι δεν μπορεί να έγινε πριν από το Κλιματικό Optimum του Ολοκαίνου (4-2.000 π.Χ.). Άρα, ο Ηρακλής, που εξολόθρευσε την Ύδρα, δεν μπορεί να έζησε κατά τη Νεολιθική Εποχή. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει κάποιος επειδή οι καρστικές πηγές της Λέρνης δεν είναι δυνατόν να είχαν δημιουργήσει προβλήματα στους κατοίκους της περιοχής, όταν η στάθμη της θάλασσας στον Αργολικό ήταν αρκετά χαμηλότερη απ’ ό,τι είναι σήμερα. Με παρόμοιο σκεπτικό, μια αρχαιολογική έρευνα της Μεσολιθικής Εποχής σε μια παράκτια περιοχή δεν μπορεί να είναι πλήρης, αφού ένας παράκτιος οικισμός της εποχής εκείνης σήμερα βρίσκεται κάτω από τη στάθμη της θάλασσας λόγω των κλιματοευστατικών κινήσεων. Με ορισμένες τέτοιου είδους παραδοχές ή υποθέσεις, και με παράλληλη, λεπτομερή γεωλογική έρευνα πεδίου, σε συνδυασμό πάντοτε με την αρχαιολογική έρευνα, είναι δυνατόν να σμικρυνθεί το χρονικό παράθυρο για τον προσδιορισμό ενός “μυθολογικού” γεγονότος.
Ως προς τη χρονολόγηση της πρωτοεμφάνισης ενός μύθου, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι εύκολη, όπως δύσκολο είναι να βρεθεί και η πρώτη, η αυθεντική περιγραφή, με άλλα λόγια το πραγματικό περιεχόμενό του. Πάντως, υπάρχουν περιπτώσεις όπου το περιεχόμενο του μύθου ταυτίζεται με μια τέτοια φυσικογεωλογική διεργασία μοναδική, που επιτρέπει να χρονολογηθεί με ικανοποιητική ακρίβεια πότε πρέπει να πρωτοεμφανίστηκε, ανεξαρτήτως του πότε καταγράφηκε από κάποιον αρχαίο συγγραφέα ή ποιητή. Για παράδειγμα, ο σχηματισμός των Εχινάδων Νήσων, ενώ περιγράφεται από τον Διόδωρο Σικελιώτη ως μύθος, στην πραγματικότητα αναφέρεται σε φυσικογεωλογικές διεργασίες που η γεωλογική έρευνα έχει δείξει ότι είναι πάρα πολύ παλαιές. Ο φυσικογεωλογικός σχηματισμός των Εχινάδων πρέπει να ξεκίνησε γύρω στο 16.000 π.α.σ. Και να ολοκληρώθηκε πριν από 6.000 χρόνια περίπου.
Πηγές της ελληνικής μυθολογίας είναι κατά βάση τα ομηρικά έπη, τα Αργοναυτικά των Ορφικών, τα έργα του Ησιόδου, αλλά και όλα τα έργα των αρχαίων συγγραφέων. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι δεν υπάρχει ιστορικός, περιηγητής, ποιητής κ.λπ., από την εποχή του Ομήρου μέχρι ακόμα και τον 5ο αιώνα μ.Χ., μέχρι δηλαδή την εποχή που ο Χριστιανισμός εκτόπισε την αρχαιοελληνική θρησκεία, που να μην αναφέρεται σε κάποιο μύθο.
Συμβολισμός ή αλληγορία των μύθων
Πολλοί μύθοι εμπεριέχουν αναμφισβήτητα μια ιδιαίτερη αλληγορία ή συμβολισμό. Την αλληγορία ο Ηράκλειτος ο Ποντικός την ορίζει ως “…τον λόγο που, ενώ μιλάει για κάτι, υπονοεί κάτι άλλο…”. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο μύθος της θεάς Δήμητρας και της κόρης της, Περσεφόνης, οι οποίες συμβολίζουν τη γονιμότητα της γης και τον ετήσιο κύκλο της βλάστησης. Υπάρχουν όμως και πολλοί άλλοι που δεν φαίνεται να έχουν μια τέτοια αναφορά, όπως, για παράδειγμα, ο μύθος του Λαβυρίνθου. Δύσκολο να αντιληφθεί ο σημερινός άνθρωπος τι συμβολίζει ο Λαβύρινθος. Πέραν όμως των γνωστών συμβολισμών, στους οποίους κατά κάποιον τρόπο είναι εμφανής η σχέση του μύθου με κάποια φυσική ή ανθρώπινη δράση, υπάρχει και μια σειρά από μύθους που συμβολίζουν διάφορα φυσικογεωλογικά φαινόμενα. Πρόκειται δηλαδή για μια φυσικογεωλογική αλληγορία ή συμβολισμό, αφού περιγράφουν, “κρυπτογραφημένα”, φυσικογεωλογικά φαινόμενα, που εξελίχθηκαν κατά τη μυθολογική περίοδο, ή παρεμβάσεις του ανθρώπου στο φυσικογεωλογικό γίγνεσθαι την ίδια εποχή.
Πολλά τέτοια χαρακτηριστικά παραδείγματα συνδέονται με τους θεούς-ποταμούς, όπως συμβαίνει στον μύθο του Αχελώου και των Εχινάδων, όπως και στον νεότερο της πάλης του Ηρακλή με τον Αχελώο, ή στους μύθους του Ασωπού ποταμού, που θεωρείται γεννήτορας πολλών νησιών, όπως της Αίγινας, της Σαλαμίνας, της Εύβοιας κ.ά. Σε όλους αυτούς, η αλληγορία δεν είναι εμφανής αν δεν γνωρίζει κάποιος τη φυσικογεωλογική εξέλιξη του γεωγραφικού χώρου, εντός του οποίου διαδραματίζεται ο μύθος.
Χαρακτηριστικοί μύθοι που επιτρέπουν την ταύτιση των θεών και των φυσικών ή και κοσμογονικών στοιχείων, είναι, για παράδειγμα, ο Απόλλων, που συμβολίζει προσωποποιώντας τον Ήλιο, ο Δίας, που συμβολίζει τον Αιθέρα, ο Ποσειδών, που συνδέεται άμεσα με τους σεισμούς και τη θάλασσα. Ομοίως, ο μύθος του Αιόλου και των 12 παιδιών του θεωρείται ότι αποτελεί μια αλληγορική περιγραφή του έτους και των δώδεκα μηνών.
“Έξι θυγατέρες και έξι γιοι γεμάτοι νιάτα”.
(Οδύσσεια, Ραψωδία ζ΄)
Μύθοι και φυσικογεωλογική πραγματικότητα
Α. Άμεση σχέση
Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας άμεσης σχέσης των μύθων με τη φυσικογεωλογική πραγματικότητα είναι τα ηφαίστεια με τον θεό Ήφαιστο, ή ο θεός Ήλιος (Απόλλων) με τον Ήλιο. Άλλωστε, η σύγχρονη επιστήμη έχει χρησιμοποιήσει συχνά ονόματα πολλών πρωταγωνιστών των διαφόρων μυθολογιών για να περιγράψει, όχι μόνο μια φυσικογεωλογική διεργασία, αλλά και έναν ολόκληρο επιστημονικό κλάδο. Ο όρος ηφαιστειολογία προέρχεται από τον θεό Ήφαιστο, ο όρος ωκεανογραφία-ωκεανολογία από τον Τιτάνα Ωκεανό, ο όρος γεωλογία από τη θεά Γαία, γεννήτορα και μητέρα των πάντων. Στο γενεαλογικό δέντρο, όπως αυτό παρουσιάζεται στη Θεογονία του Ησιόδου, πολλές θεότητες ταυτίζονται με διάφορα φυσικογεωλογικά συστήματα. Ήδη στη δεύτερη κιόλας γενιά, εμφανίζονται θεότητες όπως ο Πόντος και τα Όρη. Ο Πόντος μάλιστα, διαφοροποιείται όχι μόνο από τον Ωκεανό, αλλά και από τη Θάλασσα, που ανήκουν σε νεότερες γενιές θεοτήτων. Η φυσικογεωλογική αυτή διαφοροποίηση παύει όταν η γενιά του Δία αντικαθιστά εκείνη του Κρόνου, οπότε όλα τα φυσικογεωλογικά συστήματα διανέμονται ανάμεσα στους τρεις μεγάλους Ολύμπιους θεούς. Ο Δίας είναι υπεύθυνος για ό,τι συμβαίνει στην ατμόσφαιρα, ο Ποσειδών είναι υπεύθυνος για τα φαινόμενα που εξελίσσονται στην υδρόσφαιρα και στη λιθόσφαιρα, τέλος, στον Πλούτωνα αναλογεί ένα τμήμα του εσωτερικού της Γης, όπου καταλήγουν οι ψυχές των ανθρώπων μετά τον θάνατό τους.
Από τις πρώτες, επομένως, αράδες της Θεογονίας, φαίνεται ξεκάθαρα ότι η ελληνική μυθολογία εμπεριέχει και μια φυσικογεωλογική διάσταση, το μέγεθος της οποίας είναι μάλιστα αντιστρόφως ανάλογο με την παλαιότητα της γενιάς της θεότητας.
Πολλοί από τους θεούς του ελληνικού πανθέου έχουν επινοηθεί προκειμένου να βοηθήσουν διάφορες ανάγκες του ανθρώπου και να του συμπαρασταθούν στα φαινόμενα που σχετίζονται με το γεωδυναμικό καθεστώς που επικρατούσε στον αιγαιακό και ευρύτερο περιαιγαιακό χώρο την κρίσιμη εποχή, τότε που οι κάτοικοι ένιωσαν την ανάγκη να πλάσουν τους προστάτες θεούς τους. Η περίπτωση του Ηφαίστου είναι χαρακτηριστική της εξελικτικής πορείας, και κατά συνέπεια της διάδοσης της λατρείας του θεού, από τον ηφαιστειογενή χώρο του Ωκεανού αρχικά στον ηφαιστειογενή αιγαιακό χώρο. Αυτό γίνεται εμφανές από τον μύθο που θέλει την πρώτη φορά να εκσφεντονίζεται από τη μητέρα του Ήρα και να πέφτει προφανώς στον ωκεανό, όπου περιθάλπτεται σε κάποιο σπήλαιο, φιλοξενούμενος της Ωκεανίδας Ευρυνόμης, ενώ, κατά τον δεύτερο εκσφεντονισμό του από τον Δία, καταλήγει στην ηφαιστειογενή Λήμνο. Και αυτός ο ίδιος ο Ωκεανός, από Τιτάνας που γεννήθηκε κι έζησε στην Ελλάδα, όπου, μαζί με την Τηθύ, θεωρείται γεννήτορας όλων σχεδόν των ποταμών της Γης, τελικά ταυτίστηκε με το μεγαλύτερο φυσικογεωλογικό σύστημα του πλανήτη μας, δίνοντάς του, μάλιστα, και το όνομά του.
Β. Έμμεση σχέση
Στις μυθολογίες, όμως, υπάρχουν και περιγραφές δραστηριοτήτων πολλών θεών και ηρώων, ή περιγραφές φαινομένων που, ενώ στο πρώτο άκουσμά τους μοιάζουν ακατανόητες από τον σύγχρονο άνθρωπο, στην ουσία, όταν τις προσεγγίσει κάποιος επιστήμονας με ειδικές γνώσεις, διαπιστώνει με έκπληξη ότι πολλοί από τους μύθους αυτούς δεν είναι τίποτα περισσότερο από “κρυπτογραφημένα φυσικογεωλογικά φαινόμενα”, εξαιρετικής έντασης συνήθως, που όχι μόνο εντυπωσίασαν τους προϊστορικούς κατοίκους μιας περιοχής, αλλά τους δημιούργησαν ταυτόχρονα και τέτοιας κλίμακας καταστροφές, που χαράχτηκαν στη μνήμη τους. Η περιγραφή των φαινομένων αυτών είναι φορτισμένη, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, με την κοινωνικο- ψυχολογική κατάσταση που είχε δημιουργηθεί την εποχή της εκδήλωσής τους.
Ο αδύναμος και φοβισμένος προϊστορικός άνθρωπος, θύμα των παραπάνω φαινομένων, αδυνατώντας να τα ερμηνεύσει, τα αποδίδει συνήθως στην οργή ή στον ανταγωνισμό των θεών, που σχεδόν πάντα έχει προκαλέσει ο ίδιος. Άπειρα τα παραδείγματα. Όλοι οι κατακλυσμοί, που περιγράφονται στις μυθολογίες πολλών λαών, συνδέονται με την οργή των θεών τους, που δεν αντέχουν πια τις αμαρτίες των ανθρώπων. Το ίδιο συμβαίνει και με τις παρατεταμένες ξηρασίες. Με παρόμοιο σκεπτικό, τα Σόδομα και τα Γόμορρα καταστράφηκαν από τον θεό των Εβραίων επειδή είχαν μεταπέσει συνολικά σε μια αμαρτολή κοινωνία, ενώ είναι σήμερα γνωστό πως η συγκεκριμένη περιοχή βρίσκεται πάνω σε μια ενεργή ρηξιγενή ζώνη, που δίδει πολλούς και μεγάλους σεισμούς.
Η διαπίστωση όμως της έμμεσης σχέσης μεταξύ των μυθολογικών αναφορών και των φυσικογεωλογικών φαινομένων, αλλά και του γεωπεριβάλλοντος, γίνεται ακόμα πιο δυσδιάκριτη όταν τα συγκεκριμένα φαινόμενα συνδέονται με φυσικογεωλογικές καταστάσεις που διαμορφώθηκαν πολύ προτού αποκατασταθεί το σημερινό γεωμορφολογικό καθεστώς, που συμπίπτει γενικώς με την περίοδο μεταξύ της 6ης και της 4ης χιλιετίας πριν από σήμερα.
Γεωμυθολογία
Η Γεωμυθολογία είναι ένας κλάδος των γεωεπιστημών που έχει ως αντικείμενο την προσέγγιση και τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ των μύθων ενός λαού και των φυσικογεωλογικών συνθηκών του γεωγραφικού χώρου, στον οποίο εξελίχθηκαν οι διάφοροι μύθοι, του χώρου δράσης των διαφόρων ηρώων. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα που αναφέρονται όχι μόνο στην ελληνική μυθολογία, αλλά και σε αυτές άλλων λαών. Αναφερόμαστε επιγραμματικά σε ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα από την ελληνική μυθολογία:
- H σχέση του Δία, της Ήρας και του Ηφαίστου με την ηφαιστειακή δραστηριότητα γενικά, και ειδικότερα με εκείνη της Λήμνου, της Λυκίας, της Αίτνας αλλά και των μεσο-ωκεανίων ραχών.
- Ο Ηρακλής, η Δηιάνειρα και ο Λίχας με το κάψιμο του σώματος του Ηρακλή και τις Λιχάδες Νήσους, που συνδέονται με την ηφαιστειακή και τη μεταηφαιστειακή δραστηριότητα στον ευρύτερο χώρο του Βορείου Ευβοϊκού, καθώς και με τις πολλές θερμές πηγές που υπάρχουν στην ίδια περιοχή.
- Ο Ηρακλής και ο δαμασμός του Αχελώου κόβοντάς του τα κέρατα, που δεν είναι τίποτα περισσότερο από τους αποκομμένους τεχνητά κλάδους των μαιάνδρων στο δέλτα του ποταμού, άλλοτε κατασκευάζοντας αντιπλημμυρικά έργα και άλλοτε παρεμβαίνοντας στις φυσικές διεργασίες των μαιάνδρων του.
- Ο μύθος του Αχελώου και της δημιουργίας των Εχινάδων Νήσων, που συνδέεται με τις κλιματοευστατικές κινήσεις του Ιονίου, που ακολουθεί κι αυτό τις μεταβολές της παγκόσμιας θάλασσας.
- Οι κλιματοευστατικές κινήσεις στο Αιγαίο, η δημιουργία της νήσου Δήλου και η σύνδεση του ονόματος του νησιού με τη συγκεκριμένη φυσικο-γεωγραφική εξέλιξη.
- Ο Ασωπός ποταμός και ο Ασωπός πατέρας-γεννήτορας της Αίγινας και της Σαλαμίνας, που συνδέεται άμεσα με τη φυσικογεωλογική δημιουργία πρώτα της Αίγινας και στη συνέχεια της Σαλαμίνας, εξαιτίας των κλιματοευστατικών κινήσεων και της παλαιογεωγραφικής εξέλιξης του Σαρωνικού.
- Ο σεισίχθων Ποσειδών και η γεωδυναμική κατάσταση του ελληνικού τόξου που είναι σεισμογόνο.
- Ο επιλίμνιος και ο φυτάλμιος, ο ίσθμιος και ο πόρθμιος Ποσειδών, που συνδέεται με τις διαδοχικές λίμνες που δημιουργήθηκαν και εξαφανίστηκαν μεταξύ 18.000 και 6.000 χρόνια πριν από σήμερα, στην περιοχή μεταξύ του Σαρωνικού, του Ευβοϊκού, του Κορινθιακού και αλλού, καθώς και με την υφαλμύρωση των υπογείων υδροφόρων οριζόντων και των επιφανειακών υδάτων, αλλά και τις μεταβολές της παράκτιας τοπογραφίας.
- Ο μύθος του Ηρακλή και της πολυκέφαλης Λερναίας Ύδρας, που συνδέεται άμεσα με τις υδρογεωλογικές συνθήκες των καρστικών πηγών της Λέρνης και της μικρότερης κλίμακας κλιματικές μεταβολές που επικρατούν στο Αρκαδικό Οροπέδιο.
- Η αντικατάσταση στην κυριαρχία των Τιτάνων από τους θεούς της επόμενης γενιάς, που επιτυγχάνεται με την Τιτανομαχία, κι αυτή έχει τη φυσικογεωλογική της ερμηνεία, αφού στην ουσία αντιπροσωπεύει το νέο φυσικογεωλογικό καθεστώς που εγκαθίσταται από κάποια χρονική στιγμή και μετά, σταθεροποιώντας κατά κάποιο τρόπο τις φυσικές διεργασίες.
- Οι Γίγαντες και η παρουσία τεράστιου μεγέθους απολιθωμένων οστών σε πολλές νεοτεκτονικές λεκάνες, όπως συμβαίνει στη λεκάνη της Μεγαλόπολης ή στον ευρύτερο χώρο των Γρεβενών και σε πολλές άλλες περιοχές.
Ένα άλλο αντικείμενο εργασίας της Γεωμυθολογίας είναι η μελέτη των φυσικογεωλογικών συνθηκών κατά τη μυθολογική περίοδο και κυρίως της εξέλιξης όλων αυτών των φαινομένων κατά τη μακρά χρονική περίοδο που αντιπροσωπεύει η λεγόμενη προϊστορική εποχή.
Τον όρο Γεωμυθολογία χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1967 η ηφαιστειολόγος Dorothy Vitaliano. Στον ελλαδικό χώρο, ήδη από τον 19ο αιώνα, από τους πρώτους γεωεπιστήμονες που ασχολήθηκαν με τη σχέση των μύθων και των γεωλογικών φαινομένων είναι ο Κωνσταντίνος Μητσόπουλος. Στο πρώτο σύγγραμμα Γεωλογίας που δημοσίευσε το 1894 με τίτλο Στοιχεία Γεωλογίας, και στον πρώτο τόμο που αναφέρεται στη Φυσιογραφική και Δυναμική Γεωλογία, ο οποίος εκδόθηκε ένα χρόνο νωρίτερα και ασχολείται διεξοδικά με τα διάφορα φυσικογεωλογικά φαινόμενα, δεν παραλείπει να τα συσχετίσει με τις διάφορες αναφορές της ελληνικής μυθολογίας αλλά και με αναφορές άλλων μυθολογιών, όπως εκείνες της Παλαιάς Διαθήκης. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, παραθέτει ολόκληρα αποσπάσματα από κείμενα αρχαίων Ελλήνων ή Λατίνων συγγραφέων. Ο Κ. Μητσόπουλος, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στην παρουσίαση ενός φυσικού φαινομένου, όπως αυτό περιγράφεται σε κάποιο μυθολογικό κείμενο, αλλά προσπαθεί να συσχετίσει τις παρόμοιες αναφορές που δίδονται σε μυθολογίες διαφόρων λαών, για να καταλήξει σε κοινά συμπεράσματα. Έτσι, για παράδειγμα, προσπαθεί να συσχετίσει τον κατακλυσμό του Νώε με τον κατακλυσμό του Χασίς Αδράς, που θεωρείται ο Ασσύριος Νώε και περιγράφεται στο έπος του Ισοβάρ. Συσχετίζει επίσης τη Θεογονία του Ησιόδου με τις μυθολογίες άλλων λαών όπως των Φοινίκων, των Ινδών, των Αιγυπτίων και των Βαβυλωνίων.
Λίγο πριν από τον Κ. Μητσόπουλο, ένας άλλος πρωτοπόρος της ελληνικής επιστήμης, ο Κωνσταντίνος Ζέγγελης, καθηγητής Χημείας και Μεταλλουργίας στο Πολυτεχνείο αρχικά και λίγο αργότερα της Ανόργανης και Φυσικής Χημείας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, δημοσίευσε το 1891 ένα πόνημα με τίτλο Η επιστήμη της φύσεως παρ’ Ομήρω. Στο βιβλίο αυτό αναφέρεται σε στοιχεία που υπάρχουν στα έργα του Ομήρου και συνδέονται με τη φύση, όπως η αστρονομία, η μετεωρολογία, η ορυκτολογία, η μεταλλουργία και η γεωλογία. Είναι ο πρώτος, στην Ελλάδα, που υποστηρίζει πως ο Όμηρος περιγράφει αλληγορικά διάφορα θαλάσσια φαινόμενα, ενώ συγχρόνως προσωποποιεί πολλές ενάλιες δυνάμεις “…επί το ευφανταστότερον και μεγαλοπρεπέστερον”. Ως τέτοια φαινόμενα θεωρεί τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, που η φαντασία του Ομήρου μεταποιεί σε ενάλια τέρατα, ενώ στην ουσία πρόκειται για δυο σκοπέλους, για τη θέση των οποίων υφίστανται διάφορες απόψεις, με κυρίαρχη εκείνη που τους τοποθετεί στον Σικελικό Πορθμό. Ο Ζέγγελης, μάλιστα, διαπιστώνει ότι όλα τα καταστροφικά φαινόμενα που συνδέονται με πλημμυρικές παροχές ή με μετατοπίσεις στις κοίτες των ποταμών όπως του Ρήσου, του Επταπόρου, του Γρανικού, του Σκάμανδρου, θεωρούνται δράσεις του Ποσειδώνα. Εξάλλου, τις εκρήξεις των ηφαιστείων τις συνδέει με τον Τυφωέα και τη Χίμαιρα. Αναφέρει μάλιστα ότι “…ο Τυφωεύς ήτο προσωποποίησις της ηφαιστειογόνου καταχθονίου δυνάμεως”.
Αυτός όμως που ασχολήθηκε συστηματικά με τον συμβολισμό πολλών μύθων ή περιγραφών που περιλαμβάνονται στα Ομηρικά έπη, είναι ο Johannes Baptista Friedreich, ο οποίος, σ’ ένα μνημειώδες σύγγραμα με τίτλο Die Realien in der Iliade und Odysee, που εκδόθηκε το 1851, ασχολείται με τη φυσική πραγματικότητα του περιεχομένου των έργων του Ομήρου, και κατ’ επέκταση με τους συμβολισμούς της φύσης στην ελληνική μυθολογία. Κάνει μάλιστα ιδιαίτερη αναφορά σε ό,τι έχει σχέση με το γεωπεριβάλλον και το γεωλογικό δυναμικό. Για παράδειγμα, θεωρεί τις Σειρήνες αλληγορία ενός φυσικού φαινομένου, και συγκεκριμένα τις συνδέει με τον ήχο που δημιουργείτο από την πρόσκρουση των ανέμων πάνω στα βράχια απόκρημνων ακτών.
Θεοί, θεότητες και φύση
Ένα σημαντικό ερώτημα είναι αν και κατά πόσο ένας θεός επινοήθηκε με αφορμή ένα φυσικογεωλογικό φαινόμενο ή αν προϋπήρχε και για κάποιους λόγους συνδέθηκε αργότερα με τη συγκεκριμένη φυσικογεωλογική δραστηριότητα. Προσωπική μου άποψη είναι ότι πολλοί από τους θεούς των πρώτων τεσσάρων γενεών έχουν δημιουργηθεί λόγω ενός εξαιρετικής έντασης ακραίου φυσικογεωλογικού φαινομένου, που σκόρπισε τον τρόμο στους κατοίκους κάποιας περιοχής εξαιτίας των καταστροφών, όπως είναι ένας κατακλυσμός, ένας μεγάλος σεισμός, η έκρηξη ενός ηφαιστείου, μια περίοδος παρατεταμένης ξηρασίας. Άλλη περίπτωση είναι η συνεχής εξέλιξη ενός φυσικού φαινομένου, που καταλήγει σε ολοκληρωτική περιβαλλοντική καταστροφή, όπως συμβαίνει με τις κλιματοευστατικές κινήσεις, δηλαδή μεταβολές της στάθμης της θάλασσας που αλλάζουν αργά μεν, αλλά σταθερά, το παράκτιο τοπίο.
Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται και από την παρατήρηση ότι στην ελληνική μυθολογία δεν υπάρχουν θεοί ή θεότητες που να συνδέονται με φυσικογεωλογικά φαινόμενα που δεν παρατηρούνται στον ελλαδικό χώρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι τους παλαιότερους κατοίκους του τόπου μας δεν είχαν απασχολήσει φαινόμενα που συνδέονται με χαμηλές θερμοκρασίες όπως είναι τα παγωμένα εδάφη, οι πάγοι κ.λπ., αφού, ακόμα και αν είχαν εκδηλωθεί παρόμοια φαινόμενα κάποια περίοδο, δεν πρέπει να είχαν προκαλέσει καταστροφές τέτοιες που να είχαν χαραχθεί στη μνήμη τους. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν υπάρχει κάποια θεότητα που να αντιπροσωπεύει ή να συνδέεται με το ψύχος, το χιόνι ή τους παγετώνες, κάτι που συμβαίνει στη Βόρεια Ευρώπη και αποτυπώνεται στους εκεί μύθους. Οι παλαιότεροι προϊστορικοί κάτοικοι του αιγαιακού και περιαιγαιακού χώρου δεν χρειάζοντο μια τέτοια θεότητα, ούτε ως δημιουργό του φαινομένου ούτε ως προστάτη από αυτό. Απεναντίας, από το ελληνικό πάνθεον δεν απουσιάζει ο Τυφωέας, παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη περιοχή δεν ανήκει στη ζώνη των μουσώνων ή των τυφώνων.
Σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησιόδου, όλοι σχεδόν οι ποταμοί είναι θεοί, και μάλιστα ανήκουν στην ίδια γενιά με τους έξι πρώτους Ολύμπιους θεούς, την τέταρτη. Κάθε ποταμός, όμως, αποτελεί ένα ενεργό υδάτινο φυσικογεωλογικό σύστημα που, με εξαίρεση τα σημερινά τους δέλτα, προϋπήρχαν και λειτουργούσαν εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια προτού εμφανιστεί στη Γη ο Homo sapiens, αλλά και το προγενέστερο είδος, ο Homo neanderthalensis. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή τη γεωπεριβαλλοντική παρατήρηση, προκύπτουν τα ακόλουθα ερωτήματα:
α) Πότε θεοποιήθηκε, για παράδειγμα, ο Αχελώος ποταμός; Η απάντηση είναι απλή και αυτονόητη. Η θεοποίηση πρέπει να έγινε μετά την εμφάνιση του ανθρώπου. Με την κοινή λογική δεν μπορεί να υπάρξει θεός χωρίς τον άνθρωπο. Αν αποδεχτούμε, όμως, ότι ο Αχελώος ποταμός θεοποιήθηκε μετά την εμφάνιση του Homo, τότε ανακύπτει το επόμενο ερώτημα.
β) Ποιος απο τους δυο θεοποιήθηκε πρώτος, το φυσικογεωλογικό σύστημα, ο ποταμός Αχελώος, ή ο άνθρωπος Αχελώος, που θεωρείται γιος του Ωκεανού και της Τηθύος, ή της Γαίας, ή κάποιας νύμφης Ναϊάδας και ο οποίος, επειδή δεν υπέφερε τη λύπη για τη δυστυχία των θυγατέρων του Σειρήνων, έπεσε και πνίγηκε στον ποταμό;
Αν ληφθεί υπόψη ότι ο ίδιος ποταμός, προτού πάρει αυτό το όνομα, ονομαζόταν Θέστιος, από το όνομα του βασιλιά της Αιτωλίας, που ήταν γιος του Άρεως και της Πεισιδίκης, επειδή για άλλους λόγους έπεσε και εκείνος στον ποταμό και πνίγηκε και ακόμα πιο πριν τον αποκαλούσαν Άξενο, τότε δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρώτα θεοποιήθηκε το φυσικογεωλογικό φαινόμενο και στη συνέχεια ο βασιλιάς. Δεν είναι υπερβολή να δεχτούμε ότι ο βασιλιάς Αχελώος θεοποιήθηκε μέσω του ήδη θεοποιημένου ποτάμιου συστήματος.
Δεν υπάρχει κάποια περίπτωση που κάποιος ήρωας να θεοποιήθηκε; Και βέβαια υπάρχει. Μια από αυτές είναι ο ήρωας Ηρακλής, ο οποίος θεοποιήθηκε έπειτα από απόφαση όλων των Ολύμπιων θεών. Τον Ηρακλή, όμως, τον λάτρεψαν ως θεό κυρίως κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Αυτός είναι και ο λόγος που σε πολλές πόλεις της Δυτικής, κυρίως, Ευρώπης, έχουν βρεθεί ιερά αφιερωμένα στον μεγαλύτερο ήρωα της εποχής εκείνης.
Από τους θεούς της προηγούμενης γενιάς των Ολυμπίων, που είναι οι Τιτάνες, στην ουσία ένας είναι αυτός που ξεχωρίζει ως θεός: ο Κρόνος. Αυτόν υμνούν, σε αυτόν θυσιάζουν. Είναι ο αρχηγός των Τιτάνων, εκείνος που κυριάρχησε για πολλές χιλιάδες χρόνια στο θρησκευτικό-κοινωνικό στερέωμα, μέχρι τη σταθεροποίηση του παγκόσμιου κλίματος, δηλαδή μέχρι τη χαραυγή της Εποχής του Χαλκού.
Οι Ολύμπιοι, με επικεφαλής τον Δία, αντιπροσωπεύουν το παγκόσμιο φυσικογεωλογικό δυναμικό, και παράλληλα την κοινωνικο-ψυχολογική θεώρηση και τις αντίστοιχες ανθρώπινες αξίες, όπως είχαν διαμορφωθεί έπειτα από χιλιάδων ετών εξέλιξη σ’ ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο γεωπεριβάλλον, με αλλαγές όμως άγνωστες στους μεταγενέστερους κατοίκους, αυτούς που έζησαν μετά τη σταθεροποίηση του κλίματος. Δεν είναι θνητοί που έγιναν θεοί, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Είναι οι θεοί, στους οποίους οι αρχαιότεροι προϊστορικοί κάτοικοι προσέδωσαν ανθρώπινες ιδιότητες και χαρακτηριστικά. Έφτασαν, μάλιστα, στο σημείο να προσδιορίσουν ακόμα και τον τόπο γέννησης των περισσοτέρων. Ο Ποσειδών, σύμφωνα με τον Παυσανία, γεννιέται δίπλα σε μια πηγή που αναβλύζει νερό μέχρι σήμερα, στις πλαγιές του όρους Αλησίου, στη Μαντίνεια της Αρκαδίας. Σύμφωνα με μια εκδοχή, ο Δίας γεννήθηκε στο Λύκαιον όρος της Αρκαδίας. Σύμφωνα με μια άλλη, γεννήθηκε στην Κρήτη. Ο Απόλλων και η Άρτεμις στη Δήλο, η Αφροδίτη στην Κύπρο.
Ελληνική μυθολογία
Κυριαρχεί η άποψη ότι η ελληνική μυθολογία, που συναρπάζει και συγκινεί εδώ και χιλιάδες χρόνια όχι μόνο τους Έλληνες κάθε ηλικίας, αλλά και πολλούς άλλους λαούς, είναι δημιούργημα της μυθοπλαστικής φαντασίας των Ελλήνων.
Είναι σημαντικό, ωστόσο, να επισημανθεί ότι, μέχρι το τέλος του 5ου αιώνα π.Χ., οι Έλληνες πίστευαν ότι η μυθολογία αντιπροσωπεύει την πραγματική ιστορία των προγόνων τους. Ο Θουκιδίδης, παρά τις όποιες επιφυλάξεις του, πίστευε ότι ο Τρωικός Πόλεμος ήταν πραγματικότης και ότι διαδραματίστηκε όπως περίπου τον περιγράφει ο Όμηρος.
Ο Ευριπίδης αντίθετα, καίτι σύγχρονος του Θουκιδίδη, πίστευε ότι ολόκληρος ο μυθικός κόσμος είναι φανταστικός. Πρόκειται για την εποχή όπου ξεκινά η αμφισβήτηση της ιστορικότητας των μύθων. Μέχρι σήμερα, παρά το γεγονός ότι οι ανασκαφές του Schliemann τόσο στην Τροία όσο και στις Μυκήνες, αποδεικνύουν ότι ο Τρωικός Πόλεμος έλαβε πράγματι χώρα, υπάρχουν πολλοί που εξακολουθούν να αρνούνται ότι ο μύθος έχει έστω και κάποιον ιστορικό πυρήνα.
Η πλειονότης δέχεται ότι μέσα από τους μύθους, το περιεχόμενο των οποίων είναι άλλοτε τραγικό ή ηρωικό, άλλοτε διασκεδαστικό ή τρομακτικό, που συνδέονται με θεούς και ημίθεους ή ατρόμητους και υπερφυσικούς ήρωες, που κατοικούν στα βάθη της θάλασσας ή ακόμα και στο εσωτερικό της γης, αναδύονται υψηλά νοήματα και διδάγματα τέτοια, που καθοδήγησαν την κοινωνία του αρχαίου κόσμου και συνεχίζουν να καθοδηγούν αρκετούς ταγούς της σύγχρονης παγκόσμιας κοινωνίας. Ο σεβασμός στο θείο, η αντρειοσύνη, η φιλοπατρία και η αγάπη για τη ζωή, η εντιμότητα και η αξία της φιλίας, ο έρωτας, η αυτοθυσία και πλείστα άλλα νοήματα και διδάγματα αναδύονται από τις ιστορίες που περιγράφονται με τόση γλαφυρότητα και τόσο ποιητικά, ώστε η ελληνική μυθολογία έχει αποκτήσει διαχρονική αξία τουλάχιστον στον ευρωπαϊκό και γενικότερα στον δυτικό κόσμο.
Θεοί και ήρωες, όπως ο Δίας και ο Ποσειδών, ο Ηρακλής και ο Οδυσσέας, ο Ωκεανός και ο Κρόνος, η Ευρώπη και ο Άτλας, καθώς και πολλοί άλλοι, είναι γνωστοί στα πέρατα του κόσμου κι έχουν δώσει το όνομά τους σε ολόκληρες ηπείρους ή έχουν ταυτιστεί με τεράστια φυσικογεωγραφικά συστήματα. Όλοι αυτοί λοιπόν, θεοί, ημίθεοι, ήρωες κ.λπ., σύμφωνα με την πλειοψηφία των επιστημόνων που ασχολούνται με την ελληνική μυθολογία, είναι δημιούργημα της μυθοπλαστικής φαντασίας των Ελλήνων. Η θέση αυτή σημαίνει ότι η ελληνική μυθολογία είναι αποκομμένη από το φυσικογεωλογικό γίγνεσθαι του αιγαιακού και περιαιγαιακού χώρου.
Προσωπική μου άποψη είναι ότι – δίχως να απορρίπτω τη διδακτική διάσταση της ελληνικής μυθολογίας – οι περιγραφές των μύθων είναι η κρυπτογραφημένη ιστορία των κατοίκων που έζησαν στον ευρύτερο αιγαιακό και περιαιγαιακό χώρο από την Ανώτερη Παλαιολιθική Εποχή μέχρι το λυκαυγές της ιστορικής εποχής. Αυτό σημαίνει ότι ο πυρήνας των περισσοτέρων μύθων πρέπει να εμπεριέχει κάποιο σπέρμα ιστορικής αλήθειας. Αν κάποιος αρχαιολόγος ακούσει αυτές τις απόψεις, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα αντιδράσει αρνητικά και θα θέσει αμέσως το ερώτημα-άποψη ότι όλα τα παραπάνω δεν τεκμηριώνονται αρχαιολογικά. Και θα έχει δίκιο όταν υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν αρχαιολογικά τεκμήρια.
Η δραστηριότητα όμως ενός θεού ή ενός ήρωα δεν είναι δυνατόν να τεκμηριωθεί με αρχαιολογικά τεκμήρια. Γενικότερα, ακόμα και αν ένας ήρωας έχει δραστηριοποιηθεί σε περιόδους όπου ο άνθρωπος έχει αφήσει ολόκληρα μνημεία πίσω του, όπως για παράδειγμα οι ήρωες της Μυκηναϊκής εποχής, είναι αδύνατο να έχει αφήσει κάποιο έργο που να μπορεί να μελετηθεί και να αξιολογηθεί με μεθόδους καθαρά αρχαιολογικές. Ένας ποταμός-θεός, όπως για παράδειγμα ο Ασωπός ή ο Αχελώος, τι μπορεί να έχει αφήσει πίσω του που θα βρεί ένας αρχαιολόγος ή ένας ιστορικός επιστήμονας που ασχολείται με την προϊστορική εποχή, και θα του προσφέρει τη δυνατότητα να επιβεβαιώσει τα γραφόμενα και στη συνέχεια να χρονολογήσει τη δραστηριότητά του;
Κι όμως, ένας ποταμός μπορεί να δώσει πάρα πολλές πληροφορίες!
Ο ποταμός Αχελώος, για παράδειγμα, όπως και κάθε άλλος ποταμός, είναι ένα φυσικογεωλογικό σύστημα που αποτελείται από επιμέρους συστήματα, το καθένα από τα οποία έχει τη δική του φυσικογεωλογική ιστορία. Έτσι, ο ποταμός-θεός Αχελώος αποτελείται από τον άνω ρου, την κοίτη του, τις αναβαθμίδες του, τις αποθέσεις του δέλτα, τις παλαιότερες και νεότερες λίμνες που έχουν κατά καιρούς σχηματιστεί είτε μπροστά από τις εκβολές του είτε πίσω από αυτές, έχει τους μαιάνδρους του, που μεταβάλλουν συνεχώς θέσεις στο διάβα του χρόνου. Όλα αυτά τα επιμέρους φυσικογεωλογικά συστήματα διαθέτουν και από μια διαφορετική φυσικογεωλογική ιστορία, αφού ούτε δημιουργήθηκαν ταυτόχρονα, ούτε την ίδια στιγμή εξαφανίστηκαν, καταστράφηκαν ή έπαψαν να λειτουργούν, επειδή το καθένα από αυτά συνδέεται με διαφορετικές φυσικογεωλογικές διεργασίες και συνθήκες που δεν είναι σταθερές, αλλά συνεχώς μεταβάλλονται.
Ένα θεοποιημένο φυσικογεωγραφικό σύστημα, όπως είναι ένας ποταμός, δεν έχει καταγράψει τη φυσικογεωλογική του ιστορία χρησιμοποιώντας κάποιου είδους γραφή, όπως πράττουν οι άνθρωποι προκειμένου να καταγράψουν τις δικές τους δραστηριότητες. Ένα ποτάμιο σύστημα χρησιμοποιεί τα δικά του γράμματα, που είναι οι κροκάλες και η άμμος, η ιλύς και οι άργιλοι που έχει αφήσει στα διάφορα στρώματα των αποθέσεών του και που αποτελούν τις σελίδες της αυτοβιογραφίας του. Και όχι μόνο αυτό. Ένα ποτάμιο σύστημα έχει φροντίσει να αφήσει και ορισμένα υπολείμματα οργανισμών – φυτικών ή ζωικών – που μας επιτρέπουν να σελιδοποιήσουμε και να χρονολογήσουμε όλες τους τις μεταβολές.
Καθεμία λοιπόν από αυτές τις φυσικογεωλογικές διεργασίες είναι δυνατόν να χρονολογηθεί σήμερα, με την εφαρμογή διαφόρων εργαστηριακών μεθόδων, που άλλοτε είναι φυσικές, άλλοτε χημικές, άλλοτε παλαιοντολογικές κ.λπ., ή με συνδυασμό όλων των παραπάνω. Διεργασίες, τις οποίες μπορεί σήμερα να μελετήσει ένας εξειδικευμένος γεωλόγος και, σε συνεργασία με άλλους γεωεπιστήμονες, να τις χρονολογήσει. Κάθε ποταμός-θεός, επομένως, έχει καταγράψει τη δική του φυσικογεωλογική αυτοβιογραφία. Εάν λοιπόν οι δραστηριότητες ενός θεού ή ήρωα της μυθολογίας συμπίπτουν με εκείνες που συμμετέχουν σε κάποια φυσικογεωλογική διεργασία, τότε είναι δυνατόν να χρονολογηθεί η αναφερόμενη στη μυθολογία “θεϊκή δραστηριότητα”. Βεβαίως, η ακρίβεια της χρονολόγησης τις περισσότερες φορές δεν είναι τόσο μεγάλη, δεν είναι δηλαδή σαν κι αυτή που μας έχει συνηθίσει η αρχαιολογία, σε πολλές περιπτώσεις, ωστόσο, είναι ικανοποιητική.
⁂
Κατά τη γνώμη μου λοιπόν, ένας από τους λόγους που έχει δημιουργήσει την εσφαλμένη εντύπωση στον πολύ κόσμο ότι η μυθολογία των Ελλήνων είναι ένα ωραίο παραμύθι συνδέεται με το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι αγνοείται από όλους η εξέλιξη του γεωπεριβάλλοντος κατά την κρίσιμη εποχή από τότε που άρχισε να αλλάζει το κλιματικό καθεστώς. Ο όρος “αγνοείται” ενδεχομένως να μην είναι ακριβής, επειδή οι πάντες ισχυρίζονται ότι έχουν αντιληφθεί πως το περιβάλλον μάλλον δεν παραμένει σταθερό, όμως (α) μέχρι τούδε δεν έχει ποσοτικοποιηθεί αυτή η μεταβολή και (β) ουδόλως λαμβάνεται ακόμα υπόψη στο όποιο σκεπτικό, στον οποιοδήποτε σχεδιασμό ή στην οποιαδήποτε ερμηνεία ενός μύθου.
Γεωμυθολογία: Ερμηνεύοντας τα ανεξήγητα
*Ο Ηλίας Δ. Μαριολάκος είναι Ομότιμος Καθηγητής Γεωλογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει διατελέσει Πρόεδρος του Δ.Σ. του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ) και της Ελληνικής Γεωλογικής