Η Πελοπόννησος ήταν από τον 13ο αιώνα μια από τις κτήσεις των Βενετών. Κατελήφθη από τους Οθωμανούς τον 16ο, οι οποίοι έστησαν τον μηχανισμό διοίκησής τους για ένα διάστημα και στη συνέχεια οι Βενετοί επέστρεψαν, προσπαθώντας να ανακτήσουν τα χαμένα τους εδάφη. Έτσι το 1685 εγκαθίσταται ξανά η βενετική διοίκηση. Οι Βενετοί χτυπούν και την Αθήνα και την Στερεά Ελλάδα. Τότε ήταν που ανατινάχθηκε και ο Παρθενώνας κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της πόλης από τους Βενετούς.
Οι Βενετοί ελέγχουν την Πελοπόννησο από το 1685 έως το 1715, οπόταν ένας ισχυρότατος οθωμανικός στρατός στρατοπεδεύει στην Θήβα, με στόχο να κινηθεί νοτιότερα για να χτυπήσει την Πελοπόννησο. Τότε συνεννοούνται οι πιο σημαντικές ελληνικές οικογένειες της Πελοποννήσου, σε συνδυασμό με ιερωμένους, και στέλνουν μία αντιπροσωπεία μυστικά στο οθωμανικό στρατόπεδο και δηλώνουν την υποταγή τους. Η οθωμανική στρατιά χτυπά τους Βενετούς, τους κατανικά, και καταλαμβάνει την Πελοπόννησο. Οι Βενετοί εκδιώκονται από την Πελοπόννησο και τα κτήματα των Βενετών που ήταν τα πιο πλούσια και μεγάλα τα παίρνουν οι Οθωμανοί. Έτσι δημιουργούνται μεγάλοι μουσουλμάνοι γαιοκτήμονες στην Πελοπόννησο, που είχαν τα πιο εύφορα εδάφη. Ωστόσο, στις ημιορεινές περιοχές του Μοριά είχαν αναδειχθεί σημαντικές ελληνικές οικογένειες, οι οποίες είχαν καταφέρει, μέσα απ’ τις αλλεπάλληλες εναλλαγές εξουσίας, να αυξήσουν την οικονομική και κοινωνική ισχύ τους.
Στην Πελοπόννησο δεν υπήρξε το φαινόμενο του αρματολισμού. Οι Οθωμανοί δεν αισθάνθηκαν ότι χρειάζονται αρματολοί πάνω στα βουνά της Πελοποννήσου, διότι, πρώτα-πρώτα δεν είναι τόσο εκτεταμένοι οι όγκοι και συμπαγείς όπως στην Στερεά και στην Ήπειρο, όπου χρειάζονταν τα αρματολίκια. Εκτός αυτού, η Πελοπόννησος είχε ένα καταπληκτικό δίκτυο κάστρων, βυζαντινών και κυρίως βενετικών, τα οποία επέτρεπαν στους Οθωμανούς να ελέγχουν τα πράγματα. Έτσι δεν δημιουργήθηκε ο θεσμός των αρματολών, αλλά στην πελοποννησιακή κοινωνική ιστορία υπήρξε ο θεσμός του κάπου. Οι κάποι δεν είχαν σχέση με τους αρματολούς του βορρά. Ήταν έμμισθοι υπάλληλοι των ισχυρών οικογενειών, είτε Χριστιανικών είτε Μουσουλμανικών, οι οποίοι φρόντιζαν για την ασφάλεια της περιοχής κυριαρχίας της οικογένειας των κοτζαμπάσηδων. Δεν ήταν δηλαδή υπάλληλοι της οθωμανικής εξουσίας. Ήταν υπάλληλοι σε ιδιώτες. Ένα είδος security δηλαδή, με σημερινούς όρους. Η κοινωνική δύναμη των κάπων ήταν σαφώς υποδεέστερη από εκείνη των αρματολών.
Στην Στερεά Ελλάδα την δύναμη την έχουν οι αρματολοί. Στα πεδινά και σε κάποιες πόλεις οι προεστοί. Στην Πελοπόννησο τη δύναμη την έχουν οι μεγάλες αυτές οικογένειες. Δεν είναι μόνο ισχυρές οικονομικά, αλλά διοικούν, ως εσωτερική τοπική αυτοδιοίκηση, και τις περιοχές που ελέγχουν οικονομικά. Ποιες είναι αυτές οι μεγάλες οικογένειες στην Πελοπόννησο; Η μεγάλη οικογένεια της Κορινθίας ήταν οι Νοταράδες. Είναι η οικογένεια Λόντου στην περιοχή του Αιγίου, της Βοστίτσας δηλαδή, και η οικογένεια Ζαΐμη, στα ορεινά της Αχαΐας, στην περιοχή των Καλαβρύτων. Στα Καλάβρυτα υπάρχουν κι άλλες ισχυρές οικογένειες, όπως είναι η οικογένεια Φωτήλα, η οικογένεια Πετμεζά, η οικογένεια Χαραλάμπη. Στην περιοχή της Πάτρας οι μεγάλες οικογένειες ήταν οι Κανακάρη, Μπενιζέλου Ρούφου, Παπαδιαμαντόπουλου. Στην περιοχή της Αρκαδίας και στην περιοχή της Καρύταινας και στα Λαγκάδια την οικογένεια Δεληγιάννη. Στη Μεσσηνία, στην επαρχία Εμπλακίας, βρίσκεται η οικογένεια Παπατσώνη. Στην περιοχή της Ηλείας, στη Γαστούνη, είναι η οικογένεια Σισίνη. Στην περιοχή της Αργολίδας η μεγάλη οικογένεια είναι η οικογένεια Περρούκα. Στην περιοχή της Μεσσηνίας είναι η οικογένεια Μπενάκη. Στην Μάνη, η οποία ανήκε διοικητικά στον καπουδάν πασά, δηλαδή στην κεντρική διοίκηση της Πύλης, οι τρεις μεγαλύτερες οικογένειες ήταν οι Μαυρομιχαλαίοι, οι Γρηγοράκηδες και οι Τρουπάκηδες. Σημαντικές ήταν, επίσης, η οικογένεια Κρεββατά, στον Μυστρά, και η οικογένεια Κουγέα, στην Τρίπολη.
Στην Πελοπόννησο υπήρχε, όπως σε όλη την Oθωμανική Aυτοκρατορία, μία διττή κατάσταση. Την κεντρική διοίκηση την έχει η οθωμανική πλευρά. Ο σουλτάνος διορίζει τον πασά της Πελοποννήσου. Όμως, όπως συνέβαινε και σε όλες τις περιοχές στην Oθωμανική Aυτοκρατορία, υπήρχε και η πλευρά της τοπικής αυτοδιοίκησης, με βασική λειτουργία την κατανομή και τη σύναξη των φορολογικών προσόδων. Σε αυτό το πλαίσιο, είχε αναπτυχθεί περαιτέρω η ισχύς των τοπικών αρχόντων, ιδιαίτερα μετά το 1715, όταν οι Οθωμανοί έδωσαν προνόμια διοίκησης και δικαίωμα συμμετοχής των Χριστιανών στην κεντρική διοίκηση της Πελοποννήσου. Το κάθε χωριό εξέλεγε τους προεστούς του. Ανά περιφέρεια ο προεστός κάθε χωριού έστελνε έναν εκπρόσωπο στη συνέλευση της επαρχίας, η οποία εξέλεγε δυο- τρία άτομα που στέλνονταν σε ένα όργανο το οποίο λειτουργούσε στην Τριπολιτσά και ονομαζόταν «Πελοποννησιακή Γερουσία». Η «Πελοποννησιακή Γερουσία» απαρτίζεται από τους εκπροσώπους των περιφερειών, είναι Έλληνες χριστιανοί ορθόδοξοι και βέβαια, καθώς στις περιφέρειες είναι οι κοτζαμπάσηδες που ελέγχουν την οικονομία της περιοχής, η πολιτική εκπροσώπηση είναι έτσι κι αλλιώς στα χέρια τους. Έτσι στην «Πελοποννησιακή Γερουσία» μετέχουν οι εκπρόσωποι των κοτζαμπάσηδων, οι οποίοι ταυτοχρόνως είναι και οι εκπρόσωποι των περιφερειών της Πελοποννήσου.
Η «Πελοποννησιακή Γερουσία» συνεργάζονταν με τον πασά. Μπορούσε να εκφράσει τις ενστάσεις της ή τις προτάσεις της, μπορούσε να απορρίψει το ποσό προς είσπραξη φόρων που έστελνε η κεντρική διοίκηση. Είχε δηλαδή αποφασιστικό ρόλο διοίκησης αυτό το σώμα, το οποίο εκτός των άλλων εξέλεγε και τρεις εκπροσώπους: δύο Μωραγιάννηδες και έναν διερμηνέα, οι οποίοι έμεναν μονίμως στην Τρίπολη δίπλα στον πασά και αποτελούσαν σταθερά το διοικητικό περιβάλλον του μαζί με αντίστοιχους μουσουλμάνους της Πελοποννήσου.
Tο 1769 άρχισαν οι συγκρούσεις στην Πελοπόννησο, που είχαν προωθηθεί από την δράση των πρακτόρων της Αικατερίνης της Μεγάλης, η οποία και επιθυμούσε να δημιουργηθεί δεύτερο μέτωπο στο νότο της Βαλκανικής, ενόσω η ίδια συγκρούονταν με τους Τούρκους στη Μαύρη Θάλασσα και στις περιοχές της Βλαχίας και της Μολδαβίας και τις περιοχές της σημερινής νότιας Ουκρανίας.
Πολλοί κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου συμμάχησαν με τους Ρώσους, το ίδιο και οι Μανιάτες. Μετά τα Ορλωφικά (1770), η Πελοπόννησος βρέθηκε σε μια δεινή κατάσταση. Η βία ήταν τεράστια. Οι Οθωμανοί για να καταπνίξουν την εξέγερση κάλεσαν Τουρκαλβανούς, Αλβανούς μισθοφόρους, οι οποίοι αφού κατέπνιξαν την επανάσταση επιδόθηκαν στη λεηλασία όλης της Πελοποννήσου και όλων των ανθρώπων, είτε ήταν χριστιανοί είτε ήταν μουσουλμάνοι. Οπότε η οθωμανική διοίκηση, ζήτησε τη βοήθεια του οθωμανικού στρατού για να καταπνίξει τους Αλβανούς. Τώρα πλέον όλοι μαζί ήταν εχθροί των Τουρκαλβανών, και οι χριστιανοί κάτοικοι και η μουσουλμανική διοίκηση και και συνεργάστηκαν εναντίον τους. Έτσι στο τέλος της δεκαετίας του ’70 επέρχεται ηρεμία στην Πελοπόννησο και το ενδιαφέρον είναι ότι οι κοτζαμπάσηδες, παρότι είχαν συμμετάσχει στην εξέγερση εναντίον των Οθωμανών, ξαναβρίσκονται να λειτουργούν όπως και πριν.
Εκείνοι οι οποίοι θα βρουν όμως την μεγάλη τους δυσκολία θα είναι οι διάφοροι κλέφτες της Πελοποννήσου. Και στην Πελοπόννησο μέχρι εκείνη την εποχή υπήρχαν κλέφτες, όπως ο Ζαχαριάς, οι Κολοκοτρωναίοι κ.α.. Οι κλέφτες συνήθως χτυπούσαν – παντού, όχι μόνο στην Πελοπόννησο – γενικά όχι τόσο τους πολύ πλούσιους και δυνατούς, διότι ήξεραν ότι και φύλαξη υπάρχει και ότι αν χτυπήσουν δυνατούς τα αντίποινα θα είναι βαριά. Οι κλέφτες της Πελοποννήσου άρχισαν να χτυπούν, μετά τα Ορλωφικά, και κοτζαμπάσηδες Έλληνες και Τούρκους κοτζαμπάσηδες, οπότε κάποια στιγμή η πελοποννησιακή διοίκηση, δηλαδή όλοι οι χριστιανοί κοτζαμπάσηδες, η Εκκλησία η χριστιανική της Πελοποννήσου και ολόκληρη η μουσουλμανική διοίκηση της Πελοποννήσου, αποφάσισαν να εκκαθαριστεί η Πελοπόννησος από τους κλέφτες. Ζήτησαν από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως να αποστείλει μια επιστολή που να διαβαστεί σε όλη την Πελοπόννησο, σε όλες τις εκκλησίες της Πελοποννήσου, με την οποία να ζητείται η συνδρομή κάθε χριστιανού στην καταδρομή εναντίον των κλεφτών και να απειλείται με αφορισμό όποιος χριστιανός κάτοικος δεν μετάσχει. Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως έστειλε αυτό το αφοριστικό και έτσι το 1806 άρχισε ο περίφημος κατατρεγμός των κλεφτών της Πελοποννήσου, που κατέληξε στην πλήρη εκκαθάριση της Πελοποννήσου από τους κλέφτες. Τότε εξολοθρεύθηκε όλη η κλεφτουριά της Πελοποννήσου και ο Κολοκοτρώνης με λίγους απ’ τους συντρόφους του πέρασε στη Ζάκυνθο και επέστρεψε παραμονές της επανάστασης.
Γιάννης Μότσης
Επιμέλεια: CognoscoTeam