Το πρώτο τζαμί της Κωνσταντινουπόλεως

γράφει ο Χριστόφορος Α. Νομικός (1883-1951)

Τὸν Αὔγουστο τοῦ 716 οἳ “Αραβες πολιόρκησαν γιὰ δεύτερη φορὰ τὴν Πόλι.

Χαλίφης Ὁμαγιάδης τότε ἦταν ὅ πολυφάγος καὶ ὀκνὸς Μαρονανίδης Σουλεϊμάν, ὁ ὁποιος θέλοντας νὰ συνεχίση τὰ µεγαλεπίβουλα σχέδια τοῦ προγόνου τον Μοάβια, δοκίµασε κι αὐτὸς νὰ κατακτήση τὸ Βυζάντιο, τῆν πόλι αὐτὴ τῶν ᾿Αραβικῶν ὀνείρων.

᾿Αρχηγὸς τοῦ ᾿Αραβικοῦ στρατοῦ τῆς πολιορκίας διωρίστηκε ὃ θεῖος τοῦ Χαλίφη ὁ Μασλάμα, ἄνθρωπος δραστήριος καὶ γενναῖος ὁ ὁποῖος ἔγγυόνταν τὴν ἐπιτυχία τῆς ἐπιχειρήσεως.

“Ὅλόι οἵ χρονογράφοι, Βυζαντινοὶ καὶ “Αραβες, μᾶς διασῶσαν πολλὲς
λεπτομέρειες τῆς περίφημης αὐτῆς πολιορκίας(1).

Ετσι ξεύρουμε πὼς οἳ Βυζαντινοὶ μὲ ἡρωϊσμὸ ἀντισταθῆκαν στὶς ἔπιθέσεις τῶν πολιορκητῶν οἳ ὅποῖαι πάλι, ὑποφέραν ἐκεῖ τὰ πάνδεινα. Όχι µόνο τοὺς κατάκαιε τὸ ὑγρὸν πυρ, ὄχι µόνον τοὺς θέριζε ἢ πεῖνα κι ἣ πανώλη, ἀλλὰ στὸ τέλος τοὺς ἐπετέθηκαν ἓκ τῶν νώτων κι οἳ Βούλγαροι καὶ κυριολεκτικῶς τοὺς κομµατιάσαν.

Ψιχὴ τῆς ἀντιστάσεως τότε στάθηκε ὁ νέος Αὐτοκράτωρ Λέων ὁ Ἵσαυρος, ὅ ὁποῖος ἐπικεφαλῆς τοῦ στρατοῦ καὶ τοῦ λαοῦ ὅλου, μὲ μαύρη ἀπελπισία ὑπερασπίστηκε τὴ θεοφύλακτη Πόλι κατὰ τοῦ νέου ἐκείνου τρομεροῦ ᾿Αραβικοῦ κύματος.

Ἡ πολιορχία βαστοῦσε ἤδη ἀρκετοὺς μῆνες χωρὶς θετικὸ ἀποτέλεσμα ὅτε στὰ 717 πέθανε ὁ Χαλίφης Σουλεϊμάν καὶ τὸν διαδέχτηκε ὅ ἐξάδελφός του “Όμαρ ὁ Β’.

Αὐτὸς ἀπὸ χαρακτῆρος θεοφοβούμενος, δίκαιος καὶ φιλάνθρωπος, βλέποντας τὴν ἄσκοπη αἱματοχυσία νὰ ἀφανίζη τοὺς πιστούς του μαχητάς, ἐκεῖ μακρυὰ στὴ θρυλλικὴ Πόλι ἐμπρός, ἀποφάσισε νὰ παύση τὸν πόλεμο καὶ μὲ χαλιφικὸ διάταγμα ἀνακάλεσε τὸ Μασλάμα καὶ τὸ στρατό του πίσω στὴ Συρία.

“Αν και ἀληθινὰ καμμιά ἐπιτυχία δὲν εἶχαν σημειώσει ὑπὲρ αὐτῶν οἳ “Άραβες ἐπὶ ἕνα ὁλόκληρο χρόνο ποὺ πολιαρκοῦσαν τὴν Πόλι τότε, φαίνεται μ᾿ ὅλα ταῦτα ὅτι ἡ λύση τῆς πολιορκίας δὲν ἔγινε δι’ ἁπλῆς ντροπιαστικῆς φυγῆς τῶν πολιορκητῶν, ἀλλὰ ἅπ΄ ἔναντίας συνετελέστηκε ὕστερα ἀπὸ διπλωματικὴ συνεννόηση τῶν Βυζαντινῶν μὲ τοὺς “Άραβες.

Εΐνε παράξενο πῶς κανένας ἄπ’᾿ τοὺς κλασσικοὺς χρονογράφους δὲν μᾶς τὸ λέγει αὐτὸ ρητά. “Όλοι συμφωνοῦν νὰ ποῦν ὅτι οἵ “Άραβες, ἀφοῦ καταστραφῆκαν ἐμπρὸς στὴν Πόλι, ἔλυσαν ἀναγκαστικὰ τὴν πολιορκία τους καὶ φύγαν.

Καὶ οἵ νεώτεροι ἀκόμη ἱστορικοί, όσοι περιγράψαν τὴν πολιορκία αὐτή δὲν ἀναφέρουν κανενὸς εἴδους διπλωματικὴ συνεννόηση ποὺ νὰ κανόνισε τότε τὰ τῆς ἀναχωρήσεως τῶν Σαρακηνῶν.

Εντούτοις “Άραβες χρονογράφοι ἀναφέρουν χαρακτηριστικὲς συνεννοήσεις μεταξὺ τῶν ἀντιπάλων γιὰ τὴ λύση τῆς πολιορκίας ἐκείνης, καὶ τὸ κυριώτερο περιγράφουν φιλικὴ εἴσοδο τοῦ Μασλάμα στὴν Πόλι, ἀποδίδοντας φυσικὰ τὸ πρᾶγμα σ᾿ ἀδυναμία τῶν Χριστιανῶν καὶ παριστάναντας τὴν εἴσοδο αὐτὴ τοῦ στρατάρχη τῶν Αράβων στὸ Βυζάντιο, ὡς κάτι ταπεινωτικὸ γιὰ τοὺς Βυζαντινούς.

Ἂν μονάχα ᾿Αραβικὰ χρονικἁ ἄναφέρναν αὐτὰ τὰ πράγματα, μποροῦσε ἴσως κανεὶς νὰ τὰ θεωρήση ὥς ὑπερβολικὰ καὶ νὰ τὰ παραβλέψη. ‘Ὑπάρχει ὅμως καὶ χριστιανικὴ μνεία τῆς εἰσόδου τοῦ ᾽Αμηρᾶ τῶν ᾿Αράβων τότε στὴν Πόλι, ἡ ὅποία πάλι παρουσιάζει τὸ γεγονὸς ὥς ἐξυψωτικὸ τῆς δόξας τῆς Παναγίας κι ἐξευτελιστικὸ γιὰ τοὺς ἄπιστους ᾽Αγαρηνούς (2).

Τέτοιες ἀντιθέσεις εἶνε λογικὲς καὶ εὐκολοεξήγητες. Παρουσιάζονται δε ἄλλωστε σ’ ὅλες τὶς ἐποχὲς τῆς ἵστορίας. ᾿Αποβγαίνει ὅμως ἀπ’ ὅλες αὐτὲς τὸ γεγονός, τὸ ὅποῖον, ὅπως θὰ δοῦμε παρακάτω, ἔρχονται κι ἄλλα συµβάντα νὰ ἐπικυρώσουν, ὅτι οἵ “Αραβες ἥλθαν σὲ διπλωματική ἐπαφὴ μὲ τοὺς Βυζαντινούς, γιὰ τὴ λύση τῆς πολιορκίας τους, κι ὅτι ἕνα ἀπ᾿ τὰ ἄποτελέσµατα τῶν συνεννοήσεὼν τους αὐτῶν τότε, ἦταν κι ἤ φιλικὴ ἐπίσκεψις ὃ εἴσοδος τοῦ Μασλάμα µέσα στὴν Πόλι.

Εἶνε ἐπίσης ἀξιοπαρατήρητο ότι παρὰ τὶς ζημίες τους καὶ τὴ θαλασσοκρατία τῶν Βυζαντινῶν, οἳ “Αραβες χωρὶς βία καὶ ἐν τάξει ἐπιβιβαστῆκαν στὰ πλοῖα τοὺς καὶ φύγαν ἀνενόχλητοι ἄπ᾽ τὴν Πόλι στὶς 15 Αὐγούστου τοῦ 717.

Ἡ παράξενη αὐτὴ ἐλενθερία κινήσεων πολυάριθµου ἠττημένου καὶ σχεδὸν ἀποσυντεθειμένου στρατοῦ(3) ἐνισχύει τὴν ὑπόθεπη ὅτι μεταξὺ ᾿Αράβών καὶ Βυζαντινῶν ἔγιναν τότε ἁμοιβαῖες ὑποχωρήσεις καὶ εἰδικὲς συνεννοήσεις, γιὰ τῇ λύση τῆς πολιορκίας ἐκείνης.

Ἡ τελεία ἀποσύνθεσις τῶν ᾿Αράβων συντελέστηκε μονάχα στὸ Αἰγαῖο Πέλαγος κατὰ τὴν ἐπιστροφὴ του στόλου τους, ὁ ὁποῖος καταστράφηκε ἓντελῶς, μαζὺ με τὸ στρατὸ ποὺ µετάφερνε, ἀπὸ φρικτὴ τρικυµία καὶ µόνο, πέντε ἢ δέκα καράβια του, ὅπως «φαίνεται, μπόρεσαν νὰ φάσουν γερὰ
πίσω στῃ Συρία (4).

“Ενα ὅμως ἀπό τὰ σπουδαιότερα ἀποτελέσματα τῶν διπλωματικῶν συνεννοήσεων ποὺ ἔγιναν τότε μειαξὺ ᾿Αράβων καὶ Βυζαντινῶν εἶνε καὶ τὸ ὅτι ἡ Αὐτοκρατορία δέχθηκε νὰ κτισθῆ µέσα στὰ τείχη τῆς Πόλις τζαμὶ γιὰ τοὺς Μουσουλμάνους.

Φαίνεται ὅτι τὸ ἐξαιρετικὸ αὐτὸ προνόμιο τὸ ζήτησε ὅ Μασλάμας καὶ τὸ δέχτηκε ὁ Αὐτοκράτωρ χωρὶς δυσαρέσκεια, ἀφοῦ ὁ τόπος ποὺ παραχωρήθηχε ἀπ᾿ τὸ Κράτος, κι ὅπου κτίσθηκε τὸ πρῶτο αὐτὸ Μουσουλμανικὸ τέµενος τῆς Κωνσιαντινουπόλεως δὲν εἶνε ἀσήμαντος ἢ παράµερος, ἀλλὰ εἶνε αὐτὴ αὕτη ἡ περιφέρεια τοῦ Βασιλικοῦ Πραιτωρίου (5).

Ὅ χρονογράφος ὀνομάζει τὸ τέµενος αὐτὸ «Μαγίσδιον» (6) ἐξ οὗ πρέπει νὰ συµπεράνωµε ὅτι δὲν κτίσθηκε τότε τζαμὶ κανονικὸ στὴν Πόλι ἀλλὰ μονάχα μικρὸς ευκτήριος οἶκος, ἀφιερωμένος στη λατρεία τοῦ ᾽Αλλάχ,

Πάντως ὅμως ἔκτελέστηκε τότε ἡ αἴτησις τοῦ Μασλάμα καὶ τὸ Μαγίσδιον αὐτὸ κτίστηκε µέσα στὴν περιφέρεια τοῦ Βασιλικοῦ πραιτωρίου, δηλαδὴ κοντὰ ατὴν “Αγία Σοφία καὶ στὴν “Αγία Εἰρήνη κι ὄχι μακρυὰ ἀπ’ τὸν ἱππόδρομο, πρὸς τὴ βορινή παραλία τῆς Πόλις (7).

Δὲν πρέπει νὰ φανῆ παράξενη ἡ ὑποχωρητικότης αὐτὴ τῶν Βυζαντινῶν στὴν αἴτηση τοῦ Μασλάμα τότε. Ἡ Αὐτοκραταρία, ἄν και νικήτρια, εἶχε ἀπόλυτη ἀνάγκη ἡσυχίας καὶ εἷρήνης ἐκείνην τὴν ἐποχή. Πόλεμοι, πολιορκίες, ἐσωτερικοὶ τρομακτικοὶ περισπασμοί, οἴκονομικὸ ἀδιέξοδο, εἶχαν δηµιουργήσει μιὰ κατάσιαση τόσον ἐπικίνδυνη, ὥστε ἤ εἰρήνη ἦταν ἀναγκαία στὸ κράτος μὲ κάθε θυσία.

Ὁ µεγαλεπίβουλος Λέων ὅ “Ίσαυρος ἔβλεπε λαμπρὰ τὴ θέση τῶν πραγμάτων καὶ θέλοντας νὰ ἐργασθῆ γιὰ νὰ δόση ζωὴν στὸν ἀναστατῶµένο κρατικὸ ὀργανισμὸ τῆς Αὐτοκρατορίας, καθαρώτατα ἀντελήφθηκε, ὅτι ἦταν ἀνάγκη νὰ μεταχειρισθῆ τοὺς “Αραβες μὲ πολλὴ λεπτὴ διπλωματία.

“Αν και μὲ ἡρωϊσμὸ καὶ σθένος κι αὐτὸς κι οἱ διάδοχοί του πολεμῆσαν τὸ Αραβικό Ἰσλάμ, ἐντούτοις οἳ σχέσεις τῶν δύο ἐκείνων ἀντιπάλων κόσμων πάντα σταθῆκαν ἱπποτικὲς καὶ συχνὰ κι ἀπ’ τὰ δύο µέρη ἔγιναν ἀπόπειρες συμφιλιώσεως καὶ προσπάθειες εἰρηνικῆς συνεννοήσεως.

Τὴν ἔξυπνη καὶ πατριωτικὴ αὐτὴ πολιτεία τοῦ Λέοντος συχνὰ τὴν παρεξήγησαν οἵ ἀντίπαλοί του καὶ μὲ περιφρόνηση οἵ ἐχθροί του τὸν ονόµασαν «σαρακηνόφρονα» (8) γιὰ νὰ στιγµατίσουν δῆθεν τὴν ὑποχωρητικότητα τοῦ Ἱσαύρου ἀπέναντι τῶν ἐχθρῶν τῆς Αὐτοκρατορίας.

Χωρὶς νὰ µποῦμε στὶς λεπτομέρειες τῆς πολιτείας τῆς δυναστείας ἐκείνης, τὸ γεγογὸς εἴνε ὅτι στὰ 717 ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου ἵδρύθηκε στὴν Πόλι τὸ πρῶτο Μουσουλμανικὸ Τέμενος ποὺ μᾶς ἀναφέρει ἡ ἱστορία.

Πέρασαν τὰ χρόνια καὶ ἄλλαξαν τὰ πράγματα στὴν ᾿Ανατολή. Στὰ µέσα τοῦ ἑνδέκατου αἰῶνος τὸ κράτος τοῦ Χαλίφη ἦταν ὑπὸ διάλυσιν. Κομματιασμένο σὲ ἄπειρα μικρὰ κράτη, διῃρηµένο ἀπὸ ἐσωτερικὰ πάθη καὶ φυλετικὰ µίση παρουσίαζε ἀξιοθρήνητη κατάσταση, ἐνῶ ἄπεναντίας ἡ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία εἶχε γνωρίσει στὸ μεταξὺ ἔνδοξες ἡμέρες

Οἱ δρίαμβοι τῆς Μακεδονικῆς δυναστείας εἶχαν σχεδὸν ἁποκαταστήσει τὸ γόητρο καὶ τὴ δόξα τῆς ἀρχαίας Αὐτοκρατορίας τῶν Ῥωμαίων τῆς Ἄνατολῆς, κι οἳ φάλαγγες τοῦ Νικηφόρου Φωκᾶ, τοῦ Τσιμισκῆ καὶ τοῦ Βουλγαροκτόνου εἶχαν πλατύνει τὰ σύνορα τοῦ Κράτους, ὣς στὶς πιὸ µακρυνὲς χῶρες τῆς ᾽᾿Ανατολῆς.

Τότε ὅμως ἄκριβῶς νέος σωτὴρ τοῦ Ἴσλὰμ καὶ ὑπερασπιστῆς τῆς Χαλιφικῆς αἴγλης παρουσιάστηκε στὴ μέση. Ὁ Σελιζοὺκ Τουγροὺλ Μπὲκγ ἀφοῦ τροµοκράτησε τὸ Ἰσλὰμ καὶ αὗτοχειροτονήθηκε προστάτης τοῦ Χαλίφη, βγῆκε σὲ πόλεμο καὶ μὲ τοὺς Βυζαντινούς.

Μακροὶ καὶ αἱματηροὶ πόλεμοι γιὰ χρόνια φέραν σὲ σύγχρονση τοὺς στρατοὺς τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου μὲ τοὺς ἄγριους Τούρκους καβαλλάρηδες τοῦ Σελτζοὺκ Τουγρούλ.

Στὰ 1048 ὅ Μονομάχος ἀναγκάστηχε ἐπιτέλους νὰ ζητήση εἰρήνη ἀπ᾿τὸν τρομερὸ ἀντίπαλό του.

Ἠλθε τότε στὴν Κωνσταντινούπολι Τοῦρκος πρέσβυς ὅ ὅποῖος μὲ αὖθάδεια καὶ ὑπεροψία ὑπόβαλε τοὺς βαρεῖς ὄρους τοῦ νικητη Τογροὺλ γιὰ νὰ κλειστή ἡ ποθητὴ ἐκείνη εἰρήνη. Μεταξὺ τῶν ὅρων αὐτῶν συζητήθηκε πάλι καὶ τὸ ζήτημα τοῦ τζαμιοῦ.

Εῖνε φυσικὸ νὰ φαντασθοῦμε ὅτι τὸ τροπαιοφόρο κι’ ἔνδοξο Βυζάντιο τῆς ἐποχῆς τῆς Μακεδονικῆς δυναστείας βεβαίως δὲν εἶχε φροντίσει γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ Μαγισδίου τῶν Σαρακηνῶν τῆς Πόλις, τῶν Σαρακηνῶν αὐτῶν ποὺ τόσες πιὰ φορὲς εἶχε νικήσει κι ἀπέναντι τῶν ὁποίων κανένα λόγο δὲν εἶχε νὰ διατηρῆ τέτοια ταπεινωτικὴ γιὰ τὴν ἐποχὴ συμφωνία.

Το παλιὸ Μαγίσδιον τῶν Σαρακηνῶν θὰ ἦταν βέβαια σχεδὸν ἐρείπιο τὴν ἐποχὴ τοῦ Μονομάχου. Και γι’ αὐτὸ μ᾿ ἀληθινη ὀδύνη θὰ ἄκουσε ὁ Αὐτοκράτωρ τὸν πρέσβυ τοῦ Τογροῦλ νὰ λέγη: «Αν δέλης εἰρήνη χτίσε στην πρωτεύουσά σου τζαμὶ γιὰ τοὺς ὁμόθρησκούς µου, στὸ ὁποῖο δὰ κηρύσσεται ἡ Κότμπα (τὸ Ἱερὸν κήρυγμα) εἷς ὄνομα τοῦ αὖθέντη µου».

Κι ὅ Μονομάχος ἀναγκάστηκε νὰ δεχδῆ τὴν ἀπαίτηση ἔκείνη καὶ ν᾿ ἀναγείρη τὰ ἐρείπια τοῦ παλιοῦ τζαμιοῦ, ποὺ εἶχε κτισθῆ ἄλλοτε ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου γιὰ τοὺς Μουσουλμάνους τῆς Πόλις. Κι ἀκόμα πλήρώσε φαίνεται ὁ Αὐτοκράτωρ ἀπ᾿ τὸ ἰδιαίτερό τον ταμεῖο τοὺς ιμάμιδες, τὸ λάδι τῶν κανδηλῶν καὶ τὰ ἔξοδα τοῦ ἔσωτερικοῦ στολισμοῦ τοῦτζαμιοῦ, (9) γιὰ νά εὐχαριστήση ἀκόμη παραπάνω τὸν ἄγριο Τογρούλ. Τὸν όρο ὅμως αὐτὸν τῆς εἰρήνης μεταξὺ τοῦ Μονομάχου καὶ τοῦ Σουλτάνου τῶν «Σελτζοὺκ κανένας Ἕλλην χρονογράφος δὲν μᾶς τὸν ἄναφέρει.

Ὁ “Εμπν -᾿Αθίρ, ὁ ᾽Αμποὺλ- Φέντα, κ ὅ ᾿᾽Αμποῦλ- Φάραγκ ὅμως συμφωνοῦν κι οἵ τρεῖς μὲ τὴ λεπτομέρεια αὐτή, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς εἶνε σωστὴ ἂν λάβη κανεὶς ὑπ ὄψιν τὴν περίσταση καὶ τὸ ἀπροχώρητο εἷς τὸ ὁποῖο εἶχε φτάσει τότε τὸ Βυζαντινὸ κράτος κι ὁ Αὐτοκράτωρ Κωνσταντῖνος ὁ Μονομάχος.

Τότε τὸ Μαγίσδιον τῶν Σαρακηνῶν μετετράπη εἷς κανονικὸ τζαμί. Ὁ ὄρος ὅμως αὐτὸς τὸν οποῖον ὁ νικητὴς Τουγροὺλ διὰ τῆς βίας ἐπέβαλε στὸν Αὐτοκράτορα δὲν διατηρήοηκε καὶ πολλὰ χρόνια.

Τρία χρόνια μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Μονομάχου στέφουνταν Αὔτοκράτωρ στὴν Πόλι ὁ Ἰσαάκιος Κομνηνὸς ὁ πρῶτος τῆς δυναστείας τῶν Κομνηνῶν, ποὺ ἦταν γραφτὸ νὰ ξαναδώση 125 χρόνια ἀκόμη ζωὴ καὶ δόξα στὴν κουρασμένη Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία.

Εΐναι βέβαιο, ἀπ᾿ ὅτι θὰ ἐκθέσωμε παρὰ κάτω, ὅτι ἐπὶ Κομνηνῶν καταργήθηκε σιωπηλὰ ὁ ὄρος ἐκεῖνος τῆς εἰρήνης μεταξὺ τοῦ Μονομάχου καὶ τοῦ Τουγρούλ κι ὅτι τὸ τζαμὶ τῆς Πόλις ξαναέγινε ὡς στὸ τέλος τοῦ 12ου αἰῶνος τουλάχιστον ἁπλῶς εὐπτήριος οἶκας χωρὶς Κότμπα, µουεζίνιδες καὶ κανονική ᾿Ἰσλαμικὴ λατρεία, πρὸς µεγάλη ἵκανοποίηση τοῦ φιλότιμου τῶν Βυζαντινῶν.

Στὰ 1189 ἐπὶ Ἱσαακίου Αγγέλου γίνεται πάλι λόγος στὰ χρονικὰ γιὰ τὸ Μαγίσδιον τῶν Σαρακηνῶν τῆς Πόλις. Ο Αὐτοκράτωρ ᾿Ισαάκιος κατατρομαγµένος ἀπὸ τὴν πλημμύρα τῆς τρίτης σταυροφορίας, μ’ ἀγωνία παρακολουθοῦσε τὶς βιαιότητες τῶν σταυροφόρων τότε. Ἡ θέση του ἦταν τροµερή, κι ὃ ἴδιος δὲν ἤξευρε τί στάσι επρεπε νὰ κρατήση ἀπέναντι τῶν Χριστιανῶν ἐκείνων ἐχθρῶν του. Πότε τοὺς ἔκαμνε τὸ φίλο, θέλοντας μὲ τὸ καλὸ ν᾿ ἀπομακρύνη ἀπ τὸ κράτος του τὰ φανατικὰ ἐκεῖνα στίφη, πότε πάλι τοὺς παρενέβαλε κρυφἀ χίλιες δύο δυσκολίες καὶ μὲ χαρὰ πληροφοροῦνταν τὴν καταστρεπτικὴ πορεία τους προς τὴ Συρία καὶ τὸν αἰφνίδιο θάνατο τοῦ ἀγέρωχου Φρεδερίκου Βαρβαρόσσα στὴν Κιλικία.

Στὴν ἁμηχανία τὴ µεγάλη ποὺ βρέθηκε τότε ὅ Αὐτοκράτωρ τοῦ ἦλθε σκέψη νὰ ζητήση συνεννόηση μὲ τὸν τρομερὸ Μουσουλμάνο ἀντίπαλο τῶν μισητῶν Φράγκων, τὸν ἔνδοξο Σάλαχ- ἐλ- Ντίν.

Ὁ Ἰσαάκιος ἦταν τότε ἔτοιμος σε κάθε ὑποχώρηση ἀπέναντι τοῦ πανισχύρου Σουλτάνου, ἀρκεῖ νὰ καταστρέφονταν μιὰ ὥρα ἀρχίτερα οἳ Σταυροφόροι.

Γι’ αὐτὸ κι οἳ συνεννοήσεις μεταξὺ Μουσουλμάνων καὶ Βυζαντινῶν τότε εὔκολα προχώρησαν, κι ὅ Αὐτοκράτωρ χωρὶς καμμιὰ δυσκολία ἄποδέχθηκε αἴτηση τοῦ Σουλτάνου ποὺ ζητοῦσε νὰ ξαναγίνη τὸ Μαγίσδιον τῶν Σαρακηνῶν τῆς Πόλις τακτικό καὶ κανονικὸ Μουσουλμανικὸ τζαμί.

Τὰ ᾿Αραβικᾶ χρονικὰ μὲ πολλὲς λεπτομέρειες μᾶς διαφύλαξαν τὶς συνεννοήσεις ἐκεῖνες τοῦ Ἱσαακίου μὲ τὸ Σουλτάνο.

Απ τὸ χρονικὀ τοῦ ᾽Αμποῦλ- Μαχάσσεν -Γιούσεφ τοῦ ἐπιλεγομένου Μπέχα- ἔντ -ντὶν (10) ξεύρουμε ὅτι μεταξὺ Αὐγούστου καὶ Σεπτεμβρίου τοῦ 1189 ἦλθε ἀποσταλμένος ἀπ τὴν Πόλι στὸ στρατόπεδο τῶν Σαρακηνῶν τοῦ Μάρζ -᾽Αγιοῦν κι ἔφερε στὸ Σουλτάνο γράμμα τοῦ Αὔτοκράτορος, στὸ ὁποῖο ἐκεῖνος τοῦ ἔλεγε ὅτι εὐχαρίστως δέχουνταν τὴν προγενέστερη αἴτησή του γιὰ τὸ Μαγίσδιον τῶν Σαρακηνῶν τῆς Πόλις.

Ὁ Σάλαχ- ἑλ-Ντὶν μόλις ἔλαβε τὴν τόση εὐχάριστη γιὰ τo Ἰσλὰμ ἀπάντηση αὐτὴ τοῦ Αὐτοκράτορος, ἔστειλε στὴν Kωνσταντινούπολι εἰδικὸ πρέσβυ γιὰ νὰ παρευρεθῆ, στὴ μετατροπὴ τοῦ Μαγισδίου καὶ τὴν ἔγκαινίαση τῆς κανονικῆς λατρείας ἐκεῖ.

Ὁ πρέσβυς αὐτὸς φεύγοντας γιὰ τὴ βασιλεύουσα κουβάλησε μαζύ του ἕναν ἄμβωνα (μίμπαρ) κι ὁλόκληρη συνοδεία ἀπὸ µουεζίνιδες κι ἄναγνῶστες τοῦ Κορανίου. Ἡ ἡμέρα τῆς εἰσόδου ὅλων αὐτῶν στὴν Πόλι ὑπῆρξε φαίνεται σχόλη σπουδαία γιὰ τοὺς Μουσουλµάνους.

Ὅλοι οἳ ἔμποροι Σαρακηνοὶ ποὺ ἦταν ἀπὸ χρόνια ἐγκαταστημένοι στὴν Πόλι κι ὅσοι περαστικοὶ ἔτυχε νὰ βρεθοῦν τότε ἐκεῖ, ὑποδέχθηκαν μὲ τιμὲς τοὺς ἀποσταλμένους τοῦ Σάλαχ-ἓλ – Ντὶν καὶ τοὺς ἀκολούθησαν ἓν πομπῃ στὸ στολισμένο τζαμί.

Ἐκεῖ ἀφοῦ οἳ μουεζίνιδες καλέσαν τοὺς πιστοὺς εἷς προσευχήν, ἀνέβηκε ὁ ἴδιος ὃ πρέσβυς στὸ νεοστηµένο ἄμβωνα ἀπάνω κι ἐξεφώνησε τὴν ὀρθόδοξη Κότμπα (κήρυγμα) ἓν ὀνόματι τοῦ ᾽Αβασσίδη Χαλίφη τοῦ Βαγδατιοῦ.

Ὁ Αὐτοκράτωρ τόσο πολὺ θέλησε στὴν περίσταση αὐτὴ νὰ περιποιηθῆ τὸν Σάλαχ-ὲλ Ντίν, ὥστε, ἀμέσως μετὰ τὴν τελετή, τοῦ ἔστειλε πρέσβυ στὴ Συρία νὰ τοῦ ἀναγγείλη ὁ ἴδιος ἐπίσημα τὴν τακτικὴ καθιέρωση τοῦ τζαμιοῦ, καὶ τὴν κανονικὴ ἔναρξη τῆς ὀρθόδοξης Μουσουλμανικῆς λατρείας στὴν Πόλι σύμφωνα μὲ ὅσα τοῦ εἶχε ὑποσχεθῆ.

Μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτὴ µέσα στὸ χρυσόβουλλο ποὺ ἔστειλε τότε τοῦ Σουλτάνου ὁ Ἰσαάκιος δὲν παράλειψε νὰ τοῦ ὑπενθυμίση τὰ συμφῶνημένα καὶ νὰ τοῦ ζητήση πραγματικὴ συμμαχία μιὰ ποὺ αὐτὸς εἶχε τίμια κρατήσει τὸ λόγο του στὸ ζήτημα τοῦ τζαμιοῦ.

“Όλες αὐτὲς οἵ λεπτομέρειες στὶς ὁποῖες «οἳ ΄Αραβες χρονογράφοι συµφωνοῦν ἀπολύτως (11), μᾶς πείθουν ὅτι στὰ 1189 δὲν λειτουργοῦσε κανονικὸ τζαμὶ στὴν Πόλι κι ότι συνεπῶς ἢ παλιὰ συμφωνία τοῦ 1048, µεταξὺ Μονομάχου καὶ Τουγρούλ, εἶχε σιωπηλὰ παταργηθῆ ἐπὶ Κομνηνῶν, ὁπότε στὴν Πόλι µόνο τὸ ἀρχαῖο Μαγίσδιον τῶν Σαρακηνῶν τοῦ ὀγδόου αἰῶνος διατηροῦσε ὁπωσδήποτε τυπικὰ τὴ λατρεία τοῦ Ἰσλάμ.

Ἐκεῖνο ποῦ ἀξίζει νὰ σηµειωθῆ εἶνε ὅτι στὰ τέλη τοῦ δωδέκατου αἰῶνος ζοῦσαν ἀρκετοὶ Μουσουλμάνοι στὴν Πόλι κι ὅτι ἤ ὁριστικὴ καθιέρῶση πλέον τοῦ τζαμιοῦ τους τότε ἐκεῖ τοὺς ἔδοσε ἀφορμὴ νὰ ἐκδηλώσουν ἐλεύθερα τὰ θρησκευτικά τους αἰσθήματα.

᾽Απὸ τότε Μουσουλμάνοι ἔμεναν πάντα στὴν Πόλι ἀρκετοί, κι ὁ Πασπάτης λέγει (12), ὅτι ὣς τὰ 1875 σώζονταν ἀκόμη πίσω ἄπ᾿ τὸν αὗτοκρατορικὸ Ναύσταθμο ἰδιαίτερο κοιμητήριο, όπου διατηροῦνταν οἳ τάφοι τῶν Μουσουλμάνων, ποὺ εἶχαν πεθάνει στὴν Πόλι πρὶν ἀπὸ τὴν ἅλωση. Αλλο τζαμὶ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ δὲ φαίνεται νὰ ὑπῆρχε στήν Πόλι γιὰ τοὺς Μουσουλμάνους.

Ἔχουν λάθος μερικοὶ ποὺ θεωροῦν τὸ ᾿Αράμπ Τζαμὶ ποὺ σώζεται καὶ σήµερα στὸ Γαλατᾶ τῆς Πόλις ὡς τζαμὶ Σαρακηνῶν τοῦ Βυζαντίου ἵδρυµένο ἐκεῖ πρὸ τῆς ἁλώσεως. Τὸ ᾿Αράμπ Τζαμὶ αὐτὸ εἶνε παλιὰ ἐκκλησία, Χριστιανική, ἴσως μάλιστα τοῦ πέµπτου αἰῶνος, ἡ ὁποία µετετράπηκε σὲ τέµενος µόνο μετὰ τὴν ἅλωση τοῦ 1453 (13).

Τέσσαρα ἔτη μετὰ τὴν ἐπίσημη καθιέρωση τοῦ τζαμιοῦ τῶν Σαρακηνῶν οἱ Φράγκοι τῆς τετάρτης σταυροφορίας καταλάμβαναν τὴ βασιλεύουσα καὶ ἐπανάφερναν στὸ θρόνο τὸν Ἰσαάκιο “Αγγελο μαζὺ μὲ τὸν υἱό του τὸν Αλέξιο τὸν Δ΄.

Οἵ Φράγκοι ἐγκαταστάθηκαν φιλικὰ δῆδεν τότε στὴν Πόλι (18 Ιουλίου 1203), ἀλλὰ σὰν αὐθάδεις νεοφερµένοι τυχοδιῶχτες ποὺ ἦταν στάθηκαν ἀνίκανοι νὰ µαλακώσουν τὴν ἔχθρα τῶν Βυζαντινῶν ἐναντίον τους.

Άπειρες καθημερινῶς ἀφορμὲς δυσαρεσκείας καὶ ἀδιάκοπος ἐρεθισμὸς τοῦ παλιοῦ µίσους μεταξὺ ᾿Ορθοδόξων καὶ Λατίνων γρήγορα ἔφεραν τὴν κατάσταση στὸ ἀπροχώρητο. Οἵ φανατικοὶ σταυροφόροι ὄχι µόνον μισοῦσαν τοὺς σχισματικοὺς ὀρθοδόξους, ἀλλὰ δὲν μποροῦσαν κυρίως νὰ ὑποφέρουν τὴν παρουσία ἀρκετῶν Μουσουλμάνων τότε στὴν Πόλι μὲ τοὺς ὁποίους ἐξάλλου τόσα χρόνια εἶχαν ζήσει ἁρμονικὰ οἳ ἀρχοντικοὶ Βυζαντινοί.

Τοὺς Σαρακηνοὺς αὐτοὺς τοὺς ὑποίους δῆθεν πήγαιναν νὰ ἔξολοθρεύσουν, τοὺς βλέπαν μὲ κακὸ µάτι οἳ νέοι ἐκεῖνοι ἀπόστολοι τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης κι εὔκολα μπορεῖ κανεὶς νὰ φανταστῆ τί φρικτὴ ἑντύπὠση τοὺς προξενοῦσε ἡ θέα τοῦ Μουσουλμανικοῦ τζαμιοῦ τῆς Πόλις ποὺ εἰρηνικὰ καὶ ἥσυχα ὕψωνε τοὺς ἄσπρους τοίχους του ἀνάμεσα ἀπ᾿ τὸ δάσος τῶν Σταυρῶν τῶν ἐκκλησιῶν τῆς Βασιλεύουσας.

Ἑπόμενο ἦταν οἳ ἐντελῶς διάφορες αὐτὲς ἀντιλήψεις νὰ ξεσπάσουν κάποτε σὲ τραγικότητες, κι ἐπὶ τέλους τὸ τζαμὶ αὐτὸ στάθηκε ἡ ἀφορμὴ τῆς καταστρεπτικῆς πυρκαϊᾶς τοῦ 1203, τῆς ὁποίας τὰ φοβερὰ ἀποτελέσματα συμπλήρωσε λίγους μῆνες ἔπειτα (12 Απριλίου 1204) ἡ ἄγρια ἅλωσις, κι ἡ συστηματικὴ λεηλασία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους.

“Ἠταν χειμῶνας τοῦ 1203, ὅτε ἀπὸ κάποια ἀσήμαντη ρήξη μεταξὺ Βυζαντινῶν καὶ Φράγκων, οἵ τελευταῖοι αὐτοὶ ἐπετέθηκαν ἐναντίον τοῦ τζαμιοῦ τῶν Σαρακηνῶν γιὰ νὰ τὸ ληστεύσουν καὶ νὰ τὸ κάψουν.

Καὶ λέγει ὁ χρονογράφος (14):

«καὶ δὴ τὸ αύνταγµα εκεῖνο τὸ πονηρὸν τῇ πόλει προσσχὸν δι’ ἆλιάδων (οὐδὲ γὰρ ἦν τις ὃ προσιστάµενος ὅλως ἐπιπλέειν σφᾶς τῇ πόλει καὶ αὖθις ἀνάγεσθαι) τῷ τῶν ἓξ “Αγαρ συναγωγίῳ λάθρᾳ ἐπεισπίπτουσιν, ὅ φησὶ Μιτάτον ἡ δημώδης διάλεκτος, καὶ τὰ ἑνόντα μετά ξίφους λῃστεύουσιν. Ὡς δ’ οὕτω ταῦτα παραλόγως καὶ ὕπερ δόκησιν πᾶσαν παρηνομεῖτο, ἡμύναντο μὲν αὐτοὺς οἳ Σαρακηνοὶ τὰς χεῖρας τοῖς παρατυχοῦσιν ὁπλίσαντες ἐπιβοηθοῦσι δὲ καὶ Ῥωμαῖοι, παρὰ τῆς τοῦ κακοῦ φήμης ἐκεῖσε συνηλισµένοι.»

Καὶ παρακάτω (15):

«”Ἠρξατο μὲν οὖν ἡ πρώτη τοῦ πυρὸς ἀφὴ ἀπὸ τοῦ συναγωγίου τῶν Σαρακηνῶν (τὸ δέ ἐστι κατὰ τὸ πρὸς θάλασσαν ἐπικλινὲς βόρειον µέρος τῆς πόλεως καὶ τῷ τεµένει ἐγγίζον ὅ ἐπ᾽ ὄνόματι τῆς ἁγίας Ἑἰρήνης ἵδρυται) καὶ πρὸς ἕω κατ᾽ εὗρος λωφῆσαν εἷς τὸν νεὼν τὸν παµµέγιστον, κατὰ δ᾽ ἑσπέραν εἰς τὸ λεγόµενον Πέρασμα ἐξεμηκίσθη….»

Ὥστε οἳ Φράγκοι τῆς τετάρτης Σταυροφορίας βάλαν φωτιὰ στὴν Πόλι, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸ μισητὸ γι’ αὐτοὺς τζαμὶ τῶν Σαρακηνῶν, κι εἶνε χαρακτηριστικὸ γιὰ τὰ φρονήματα τῆς ἐποχῆς νὰ σημειώση κανεὶς ὅτι οἳ Βυζαντινοὶ ἀμέσως ἄπ᾿ τὴν πρώτη στιγμὴ συνταχθῆκαν μὲ τοὺς Σαρακηνοὺς κι ὑπερασπίστηκαν µαζύ τους τὸ τέµενος ἐκεῖνο τῶν παιδιῶντῆς “Αγαρ κατὰ τῆς ληστρικῆς ἐπιθέσεως τῶν Δυτικῶν.

Ὁ Χωνιάτης τὸ τζαμὶ αὐτὸ τὸ ὀνομάζει «συναγώγιον» (16) κι ὄχι Μαγίσδιον, ὅπως ἄλλοτε ὁ Πορφυρογέννητος, γιατὶ ὅπως εἴδαμε ὁ παλιὸς µικρὸς εὐκτήριος οἶκος τῆς ἐποχῆς τῶν ᾿Ἰσαύρων εἶχε στὸ μεταξὺ µεταβληδῆ εἲς κανονικὸ τζαμί, κι ὀνομασία συναγωγὴ ἦταν πιὸ σωστὸ γι αὐτὸ τότε.

Ὁ λαός ὅμως φαίνεται ὅτι ἐξακολουθοῦσε ἀκόμη νὰ θεωρῆ τὸ τζαμί ἐκεῖνο ὣς ἁπλὸ ἡσυχαστήριο, καὶ νὰ τ ὀνομάζη «Μιτάτον» (17) βέβαια ἀπὸ λαϊκὴ συνήθεια.

“Αξιο ἀκόμα νὰ σημειωδῆ εἶναι τὸ ὅτι ὁ Χωνιάτης ὁρίζει στὴ διήγησή του ἀκριβῶς τὴν τοποθεσία τοῦ τζαμιοῦ τῶν Σαρακηνῶν τῆς Πόλις τὸ 13ο αἰῶνα κι ἡ τοποθεσία αὐτὴ […τὸ τέµενος ἐγγίζον ὅ ἐπ᾽ ὀνόματι τῆς ‘Ἁγίας Εἰρήνης ἵδρυται) ἀντιστοιχεῖ ἀκριβῶς μὲ τὴν τοποθεαία τοῦ Βασιλικοῦ Πραιτωρίου ὅπου, κατὰ τὸν Πορφυρογέννητο, ἵδρύθηκε όπως εἴδαμε κατόπιν αἴτήσεως τοῦ Μασλάμα τὸν ὄγδοο αἰῶνα, τὸ πρῶτο Μουσουλμανικὸ τέµενος τῆς Πόλις.

Ὥστε εἶνε μᾶλλον πιθανὸν ὅτι καθ᾽ ὕλο αὐτὸ τὸ μακρὺ χρονικὸ διάστηµα τῶν πέντε περίπου αἰώνων ἕνα καὶ µόνο τέµενος Μουσουλμανικὸ ἵδρύθηκε καὶ διατηρήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολι, ὅτι δὲ γι΄ αὐτὸ καὶ µόνο πάντα φρόντισαν οἵ ἐπικεφαλῆς τοῦ Ἴσλάμ, ὅσες φορὲς τὸ κάναν ζήτημα μὲ τοὺς αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου.

Ὁπωσδήποτε τὸ τέµενος αὐτὸ ἀποτεφρώθηκε κατὰ τὴν τρομερὴ ἐκείνη πυρκαϊὰ τοῦ 1203, ἡ ὁποία κινδύνευσε νὰ καταστρέψη ὁλόκληρη τὴν Κωνσταντινούπολι. Κι εἶνε συγκινητικὴ ἡ ταραχή, ποὺ διαφαίνεται ἀνάµεσα ἀπ τὶς γραμμὲς τῆς ἁπλῆς διήγησις τοῦ Νικ. Χωνιάτη, ἅμα λέγει ὅτι οἳ φλόγες φθάσαν τότε ὥς στὸν «νεὼν τὸν παμμέγιστον» δηλ. τὴν Αγία Σοφία.

Οἱ ἴδιοι οἳ Σταυροφόροι μὲ φρίκη παρακολούθησαν τὶς τραγικὲς συνέπειες τῆς πυρκαϊᾶς ἐκείνης κι οἳ χρονογράφοι τους μὲ τρόµο τὴν περιγράφουν στὰ χρονικά τους (18).

Λίγους μῆνες ἔπειτα ἡ Πόλι γίνουνταν ὁριστικὰ Φράγκικη καὶ βέβαια κατὰ τὰ πενῆντα ἕπτὰ χρόνια ποὺ βάσταξε ἤ Λατινικὴ Αὐτοκρατορία οὔτε λόγος δὲν μποροῦσε νὰ γίνη γιὰ τζαμὶ τῶν Μουσουλμάνων στὴν Κωνσταντινούπολι.

Πέρασαν πάλι τὰ χρόνια κι οἳ Παλαιολόγοι ἀφοῦ ἀνακτῆσαν τὴν Πόλη ἀπὸ τοὺς Φράγκους μ’ ἀπελπισία ἀναλάβαν τὸν ὕστατο ἀγῶνα κατὰ τῶν Τούρκων, ποὺ ἀπὸ παντοῦ ἀπειλοῦσαν τὴν ἐξαντλημένη Αὐτοκρατορία.

Φαίνεται ὅτι τὴν ἐποχὴ τῶν Παλαιολόγων, μαζὺ μὲ τὶς τόσες ἄναγκαστικές τους ὑποχωρήσεις ἀπέναντι τῶν ολοένα πιὸ ἀπαιτητικῶν Τούρκων, πρέπει νὰ λογαριασθῆ κι ἣ ἀνοικοδόμησις τοῦ Τουρκικοῦ τζαμιοῦ τῆς Πόλις, ποὺ εἶχε καταστραφῆ ἀπὸ τὴν πυρκαϊὰ τοῦ 1203.

Λέγω ὅτι οἵ Παλαιολόγοι ἀποκατέστησαν τὴ Μουσουλμανικὴ λατρεία στὴν Πόλι, διότι ὅτε στὰ 1396, ὅ τρομερὸς Βαγιαζὶτ ὁ Ἴλδεμὶρ (Κεραυνὸς) ἐπρόβαλε στὸν Αὐτοκράτορα Μανουὴλ νέες ἀπαιτήσεις, τοῦ ζήτησε, μεταξὺ ἄλλων, µονάχα τὴν ἐγκάτάσταση τούρκου δικαστὴ (καδὶ) στὴν Πόλι, κι ὄχι καὶ τὴν ἵδρυση Μουσουλμανικοῦ τεμένους.

Ὁ Δούκας ρητὰ λέγει, (19) ὅτι ὁ Βαγιαζὶτ ἔστειλε πρεσβεία τοῦ Μανουὴλ ζητώντας τὸ διορισμὸ Μουσουλμάνου κριτὴ καὶ νοµιµαρίου (καδί, δηλ.) στὴν Πόλι, γιατὶ δὲν ἦταν σωστό, κατὰ τὴ γνώµη του, οἵ Μουσουλµάνοι ἔμποροι τῆς Πόλις νὰ δικάζωνται ἀπὸ χριστιανοὺς δικαστάς.

Ὁ Σουλτάνος τῶν Τούρκων ποὺ μὲ τόση ὑπεροψία ζητοῦσε τότε Μουσουλμαγικό δικαστήριο στὴν Πόλι, θὰ ἀπαιτοῦσε βέβαια καὶ τὴν ἵδρυση τζαμιοῦ, ἂν δὲν παραδεχθοῦμε ὅτι ἀσφαλῶς λειτουργοῦσε ἤδη τότε τακτικὸ Μουσουλμανικὺ τέµενος ἐκεῖ. Στὸ τέµενος αὐτὸ πλάϊ θέλησε ὅ Σουλτάνος νὰ ιδρύση καὶ µεκχεμέ, ὅπου θὰ διώριζε δικό του καδί, γιὰ νὰ ἐγκαταστήση ἔτσι τέλεια τὴ λειτουργία τοῦ νόµου τοῦ Μωάμεθ στὴν περίβλεπτη πρωτεύουσα ποὺ μὲ λαχτάρα ἀπὸ παντοῦ περιέσφιγγε.

Ὁ Αὐτοκράτωρ Μανουὴλ τότε ἀρνήθηκε τὴν ἀληθινὰ ὑπερβολικὴ πιὰ αὐτὴ ἀπαίτηση τοῦ Βαγιαζίτ. Ὅταν ὅμως ὁ Μανουηλ ἀναγκάστηκε νὰ καταπιαστῆ τὸ κουραστικό του ἐκεῖνο ταξεῖδι στὴν Εὐρώπη, γιὰ νὰ πάη νὰ ζητιανέψη τὴ βοήθεια τῶν ἀδιάφορων Φράγκων, κατὰ τοῦ παγκόσμιου Τούρκικου κινδύνου, κι ἀνάλαβε τὸ θρόνο ὁ ἄνεψιός τον Ἰωάννης, ἡ ἀπαίτησις ἐκείνη τοῦ Βαγιαζίτ ἔγινε ἁμέσως δεκτὴ κι ὁ Τοῦρκος καδὶς ἐγκαταστάθηκε στὴν Πόλι.

«Ὁ δὲ Βασιλεὺς Ἰωάννης εἰσελθὼν ἐν τῇ πόλει καὶ στεφθεὶς βασιλεύς, εἰσῆξε πρῶτον κατὰ τὸ αἴτημα τοῦ Παγιαζὴτ κριτὴν Τοῦρκον, ὅς τὰς ἀμφιβολίας τὰς ἀναμεταξὺ συμβαινούσας Ῥωμαίοις καὶ Τούρκοις αὐτὸς διέκρινε κατὰ τὸν ᾽Αραβικὸν νόµον» (20).

Ἠταν τότε Δεκέμβριος τοῦ 1399.

Πενῆντα τρία χρόνια µετά, ἤ Πόλι ἔπεφτε ἐξαντλημένη κι οἳ Τοῦρκοι ἄγρια εἰσωρμοῦσαν στὰ τείχη τῆς µέσα, ἐνῶ ὁ Πορθητὴς μεθυσμένος ἀπ’ τὸν θρίαμβό του καθιέρωνε ὁ ἴδιος τὸν «νεὼν τὸν παμµέγιστον» τὴν τιμημένη Αγία Σοφία, στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ τῶν παιδιῶν τῆς “Αγαρ.

Χ.Α. ΝΟΜΙΚΟΣ


(1) Θεοφαν.». σελ. 607 – Λέον. τοῦ Γραμματικοῦ σελ: 787 – Κεδρηνου σελ: 787 – Ζωναρᾶ ΧV. Ι.

(2) Tabari, Χρονικόν: µετάφ. Zottenberg, Τόμ. ΙV σελ: 224 καὶ 140-243 καὶ τὸ συναξάρι τῆς αὐτοκρ. Βιθλιοθήκης τῆς Βιέννης: cod: Hist: Graec: 45 τοῦ 11ου αἰῶνος ποὺ δημοσίευσε στὰ Ἱστορικὰ Μελετήματα, σελ, 141 ὁ Σπ. Λάμπρος.

(3) Βλέπε Παπαρρηγοπούλου, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἓθθνους, ἔκδ: 1902, Τόµος ΙΙΙ: σελ. 375.

(4) Θεοφ. σελ. 613, 614. Λέον. τοῦ Γραμματ. 178. 179. Κεδρ. 791

(5) Πορφυρογέννητος, Τόμος 4, σελ. 101 «…ἔκγονος δὲ τοῦ Μαβίου ὑπῆρχεν ὁ Μάσαλµας ὁ κατὰ Κωνσταντινούπολιν ἐκστρατεύσας οὔ τινὸς χαὶ δι’ αἰτήσεως ἐκτίσθη τὸ τῶν Σαρακηνῶν µαγίσδιον ἐν τῷ βασιλικῷ πραιτωρίῳ».

(6) Μαγίσδιον παράγεται ἀπὸ τὴν ἀραθικὴ λέξη «masjid». Κατὰ τὸν Ποσπάτην: Βυζαντιναὶ Μελέται σελ. 189: «Μαγίσδιον» σηµαίνει ἠσυχαστήριον, εὐκτήριος οἴκος, ὅπως καὶ τὸ τουρκικὸν «μεστζήδ».

(7) Ἑλέπε: Πασπάτη, Βυζαντιναὶ Μελέται, σελ, 372.

(8) Θεοφαν. σελ. 623. «.,.. καὶ μετὰ ἄλλων πολλῶν καλῶν «καθαιρέτης ὁ σαραηνόφρων οὗτος Λέων γέγονεν.»

(9) Παράβαλε ᾿᾽Αμποῦλ- Φάραγκ (Bar Hebraeus), Chronicon Syriacun, σελ. 249.

(10) Recueil des Historiens des eroirades: =Historiens Orientaux Τόμ. III σ. 172.

(11) Βλέπε ἐπίσης: Recueil des Historiens des Croisades =Historiens Orientaux: Les deux jardins = El Imad, Τόμ. IV, σ. 470. Xadi Idn Chedad, Τόμ. IV, σελ. 471.

(12) Πασπάτη, Βυζαντιναὶ Μελέται, σελ. 190.

(13) Βλέπε τὴν λανθασμένη αὐτὴ γνώµη στὸ βιβλίο τοῦ Νζελὰλ-᾿Εσσάδ, Constantinople: de Byzance a Stamboul, σελ. 190, καὶ τὸ ἱστορικὸ τοῦ ᾽Αράμπ- Τζαμί, καθὼς καὶ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ἀληθείας στὸ βιβλίο τοῦ κ. Jean Ebersolt, Mission archeologique, σελ. 39 κι ἐκεῖ, καὶ ἰδίως στήν ὑποσημείωση τῆς σελ. 42.

(14) Νικ. Χωνιάτης, Τόμ. 2 σελ. 731.

(15) Νικ. Χωνιάτης, Τόμ. 2 σελ. 733.

(16) ᾽Απὸ τὴν ὀνομασία αὐτὴ ἀπατήθηκε ὁ M. Michaud καὶ λέγει ὅτι ἡ πυρκαῖὰ αὐτὴ ἄρχισε ἀπ᾽ τὴ συναγωγὴ τῶν Ἑβραίων τῆς Πόλις. Histoire des Croisades, ἐκδ. 1817. Τόμ. ΙΙΙ σελ. 204.

(17) Μιτάτον σηµαίνει μυρίῶς κατάλυμα διαβατικοῦ στρατοῦ καὶ κατὰ σὐμβασι ἤσυχαστήριον. Βλέπε Θεοφαν. Τόµ. Ι. 113.

(18) Geoffroi de Ville Hardouin, Κεφ: XLIV, 203-203 «et cil feus si granz et si orribles que nus hom nel pot esteindre ne abaissier.»

(19) Δούκας, Κεφ. ΧΙΙΙ, σελ. 49.

(20) Δούκας, Κεφ. ΧV, σελ. 56.

Πηγή: ir.lib.uth.gr

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *