O καθηγητής Δημήτριος Τσάκωνας γράφει για τον Ίωνα Δραγούμη

Απόσπασμα από το λήμμα για τον Ίωνα Δραγούμη στο βιβλίο, Δημ. Γρ.  Τσάκωνα : «Ιστορία Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και Πολιτικής Κοινωνίας», Εκδόσεις “ΣΩΦΡΩΝ” Τόμος Τρίτος, σ.σ 492-504.  Έκδοση Δεύτερη Επαυξημένη, 1992. 

Γύρω στα 1910, οι νέοι που αποτελούσαν την πρωτοπορία της ελληνικής κοινωνίας, ριζοσπαστικοί εθνικιστές και δημοτικιστές, θεωρούσαν τον Ίωνα Δραγούμη σαν έναν από τους πνευματικούς οδηγούς τους. Της άλλης παράταξης (δηλαδή των σοσιαλιστών) πνευματικός ηγέτης είναι ο Γεώργιος Σκληρός.

Οι εθνικιστές νέοι στον Δραγούμη είχαν αγαπήσει κατά πρώτο λόγο την πολιτική και αναμορφωτική πλευρά του έργου του, το ηρωικό του κήρυγμα, τον παλμό του εθνικού του πάθους. Οι περισσότεροι μελετητές είδαν στο σχηματισμό της προσωπικότητας του Δραγούμη, που είναι ασύγκριτα υψηλότερη από του Ψυχάρη, την επιρροή του Νίτσε και Μπαρρές.

Η επίδραση του Νίτσε είναι γνώρισμα όχι ατομικό του Δραγούμη, αλλά γενικό μιας ελληνικής λογοτεχνικής γενιάς, που οι χαρακτηριστικοί της αντιπρόσωποι είναι ο ίδιος ο Δραγούμης, ο Σικελιανός, ο Καζαντζάκης, ο Πέτρος Βλαστός και γύρω απ’ αυτούς, αρκετοί άλλοι με λιγότερη φήμη. Είναι η γενιά που συζητούσε στα νιάτα της, σαν κάτι φυσικό και προσιτό, την ίδρυση λ. χ. μιας νέας θρησκείας η ενός νέου πολιτισμού.

Ο Δραγούμης, και λίγο πριν από αυτόν ο Περικλής Γιαννόπουλος, που φαίνεται να τον επηρέασε με το παράδειγμα του, φαντάστηκαν, σε ορισμένες στιγμές τους εαυτούς τους προφήτες ενός καινούργιου ελληνικού πολιτισμού, που θα ξεπερνούσε σε πνευματική και ηθική αξία, τον πολιτισμό της Ευρώπης και θα ακτινοβολούσε σ’ όλη την Γη! Τέτοιος ήταν ο αέρας της γενιάς εκείνης που είχε ανατραφεί μέσα στην απαίσια ατμόσφαιρα του 1897 κ’ έμελλε να ωριμάσει στην δίνη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Αν όμως ο Μπαρρές τελικά διοχέτευσε το ρομαντισμό του στον κοινοβουλευτισμό, ο Δραγούμης έβαλε μέσα στη δράση του το ρομαντισμό και κατόρθωσε στην εποχή των μακεδονικών αγώνων να προσδώσει στη γενιά του έναν τόνο επικό: «Φθάνουν πια οι μάρτυρες. Χρειάζονται τώρα ήρωες. Γενήτε ήρωες», κραυγάζει».

Παρά όμως την λαχτάρα του για δύναμη, παρά τις προσπάθειές του να πείσει τον εαυτό του και τους άλλους ότι είναι ένας άνθρωπος γεννημένος για να εξουσιάζει και να προστάζει, αισθάνεται κανείς πως η ενεργητικότητά του είναι, απο μιας αρχής, ραγισμένη. Κυκλοφορεί, Μακεδόνας καθώς είναι, στον κυκεώνα των βαλκανικών εθνικισμών με άνεση αρχοντική και με πλέρια αρμοδιότητα, συνομωτεί οργανώνει μυστικά κομιτάτα και επαναστατικά κινήματα, αγωνίζεται να ενοποιήσει τις δυνάμεις του ελεύθερου κράτους και του αλύτρωτου ελληνισμού, να τις υποτάξει σε κάποιο σχέδιο. Τα λόγια του μιλούν για δύναμη και για πόλεμο, ο ήχος όμως της φωνής του τον προδίδει. Είναι πιο πολύ ένας ρομαντικός της εξουσίας παρά ένας πραγματικός εξουσιαστής. Ονειρεύτηκε τη δημιουργία ανθρώπων, έχοντας υπόψη ότι δίχως αυτούς τα ιδανικά είναι άφθαστα, είναι μάταια. Κι οι άνθρωποι τον ενδιαφέρουν πιο πολύ σαν ηθικές οντότητες παρά σαν πραγματοποιοί ιδεών. Νομίζει κανείς ότι, και μέσα στο κέντρο της δράσης, ζεί περισσότερο με τη φαντασία παρά με τη θέληση.

Ο Δραγούμης δεν ήταν, όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, το είδος αυτού του ανθρώπου. Δεν ήταν για το προσκήνιο καν. Δεν μπορούσε να μπεί μπροστά σε φάλαγγες απο ηλεκτρισμένα πλήθη, γι’αγώνες και νίκες στο μεγάλο φως της ημέρας. Αριστοκρατικός, λεπτός, περισσότερο ευαίσθητος  απ’ό,τι σηκώνει η επαφή με τους πολλούς, μπορούσε να γοητέψει μια μικρή συντροφιά διαλεχτών στο ημίφως. Γι’ αυτό κατέληξε εκεί που καταλήγουν όλοι οι ευγενείς διανοούμενοι της Βαλκανικής, να γίνει σοσιαλιστής. Κι έτσι ο Ίων Δραγούμης, που μαζί με τον Παύλο Μελά εκπυρσοκρότησε και κατεύθυνε το μακεδονικό αγώνα, από εθνικιστής που ήταν , πεθαίνει σοσιαλοδημοκράτης και οπαδός της ιδέας μιας δυαδικής ελληνοοθωμανικής αυτοκρατορίας με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη.

Το 1920 ο πρωτεργάτης αυτός του μακεδονικού αγώνα υπογράφει στην Κωνσταντινούπολη μια μυστική συμφωνία με τον φιλελεύθερο Οθωμανό πρίγκηπα Σαμπαχεντίν περί «ελληνοοθωμανικού δυαδικού κράτους». Στην Κωνσταντινούπολη ο κορυφαίος εθνικιστής διδάσκεται από τη φαναριώτικη πολιτική ότι η ιδέα της στρατιωτικής αναμέτρησης με τους Οθωμανούς είναι μύθος. Έτσι ο σκληροτράχηλος εθνικιστής του μακεδονικού αγώνα μεταποιείται σε υπέρμαχο του ανεθνικού Βυζαντίου, το οποίο μόνο η ελληνοοθωμανική ηγεμονία μπορεί πλέον να αναστήσει. Προσπαθεί να προσηλυτίσει στην ιδέα ενός μεγάλου ανατολικού κράτους, μ’ όλο το μωσαϊκό των λαών – μια νεκρανάσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας -μ ‘άλλη, συγχρονισμένη, δημοκρατική μορφή.

Aυτό ήταν μια απόχρωση του ελληνικού οθωμανισμού που σε μια στιγμή που οι ρωμιοί διέθεταν ένα μεγάλο αριθμό Ελλήνων βουλευτών στην Βουλή της Κωνσταντινούπολης, δίδασκε ότι από την διατήρηση και την επιβίωση της οθωμανικής Αυτοκρατορίας οι μόνοι που θα ωφελούνταν ήταν οι Ελληνες, που σαν ικανότεροι κληρονόμοι του Βυζαντίου θα εξελισσόταν σε ικανούς διαδόχους η συγκυρίαρχους του οθωμανικού κράτους.

Ο Δραγούμης θεωρούσε ολότελα σφαλερή την κατεύθυνση του Ελευθέριου Βενιζέλου που απέβλεπε να αποσπάσει την από την Οθωμανική Αυτοκρατορία εδάφη κατοικούμενα  από συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς. Καταπολέμησε με πάθος τους “πολέμους των προσθηκών” γιατί τον ενδιέφερε η συγκρότηση δυαδικού ελληνο-οθωμανικού κράτους με ηθική και οικονομική ηγεμονία του ελληνισμού μέσα στο μωσαϊκό των εθνών της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Πίσω από τον «πόλεμο των προσθηκών» του Ελευθέριου Βενιζέλου διέβλεπε, σαν συνέπεια το ολοκληρωτικό ξεριζωμό του Ελληνισμού, πρόκριση της ελλαδικής αντί μιας πανελλήνιας πολιτικής.

Παρά όμως τον «αντιβενιζελισμό» του ήταν ανταντόφιλος, γι αυτό και μετά την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ετάχθη κατά των κεντροευρωπαΐκών δυνάμεων. Ήταν ακόμη αντίθετος και στη Μικρασιατική Εκστρατεία, γι’αυτό και εξορίσθηκε. Τον κίνδυνο έβλεπε απο τον Βορρά, όχι από την Ανατολή. Γι’ αυτό και χτυπά τη βενιζελική Μεγάλη Ιδέα που την θεωρούσε ουτοπία.

O ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ΑΝΤΙΤΙΘΕΤΟ ΣΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι μετά την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, δίπλα στην ιδέα της ελληνο-οθωμανικής ομοσπονδίας ταυτόχρονα έθετε και τις βάσεις της σοσιαλδημοκρατικής μεταποίησης του νεοελληνικού εθνισμού. “Άλλοτε – γράφει στο “Ημερολόγιο” του το 1919- “η αντιπάθεια για τον ευδαιμονισμό και τα ιδανικά του σοσιαλισμού του θεωρητικού, μ’ έκαναν να κλείνω τα μάτια στη δυστυχία των ανθρώπων. Μα τώρα ξέρω καλύτερα τον κόσμο…”. “Πρέπει να βρώ και να σημειώσω το συμβιβασμό του εθνικισμού και του σοσιαλισμού και του με την ανατολική ιδέα”. “Να συμβιβασθή ο εθνικισμός, ο σοσιαλισμός και ο ανατολισμός. Να βρεθή ο ρυθμός τους ο ενιαίος. Ούτε ο εθνικισμός, ούτε ο ανατολισμός, ούτε ο σοσιαλισμός με ικανοποιούν ο καθένας τους ολοκληρωτικά. Τους αισθάνομαι και τους τρείς και τους ξεπερνώ” “Τι είμαι ; εθνικιστής; κοινωνιστής ; όλ’ αυτά, αλλά προπαντών άνθρωπος

Γι’ αυτό και ο Ίων Δραγούμης, ο υποστασιακός αυτός μαχητής του πνεύματος, μοιάζει σαν τον ελληνοκεντρικό της σοσιαλδημοκρατίας. Οραματιζόταν, σαν όλους τους σοσιαλδημοκράτες της Βαλκανικής, μια νεοελληνική άνθηση «όχι από κάτω, παρά απο πάνω». Τονίζει ότι η «η ελληνική φυλή δεν είναι κατακτητική», πίστευε ότι χάρη στον πολιτισμό της δεν θα επικρατούσε στρατιωτικά, αλλά θ’ αναδεικνύονταν ποιοτικά.

Όμως το νεοτουρκικό κίνημα παρά τους θεαματικούς ασπασμούς των διαφόρων εθναρχηγών με τους νεότουρκους, παρά την παραχώρηση της ισπολιτείας και το κήρυγμα της αδελφοσύνης τελικά θα εκμηδενίσει όλες τις εθνικές μειονότητες. Ο Δραγούμης με το συνεργάτη του Νικολαίδη- Σουλιώτη ξεχνούσαν ότι οι Τούρκοι δεν είχαν επαναστατήσει για να πραγματοποιήσουν το νεφέλωμα ανατολικού κράτους, αλλά για να σώσουν την Μακεδονία και εκσυγχρονίζοντας την χώρα τους, να τη δυναμώσουν, για να κρατήσει τις κτήσεις της και να αποσοβηθεί η διάλυση της.

Αν όμως ο Δραγούμης στον πολιτικό τομέα ήταν ομοσπονδιακός και σοσιαλίζων, στο πολιτιστικό έμεινε ελληνοκεντρικός με μια όλο και εντονότερα βυζαντινίζουσα απόχρωση. Την ιδιοτυπία του σοσιαλισμού του την βλέπουμε στην εξορία της Κορσικής, όπου συνυπάρχει με τον Ιωάννη Μεταξά και τον Δημήτριο Γούναρη. Ο πρώτος προσπαθεί να μαθητεύσει κοντά του, ενώ ο δεύτερος διαχωρίζεται από χάος μαζί του. Και είναι ότι πιο περίεργο στην ιστορία του αντιβενιζελισμού, ότι ο Δραγούμης χωρίζεται από τον Γούναρη με την ίδια τεράστια απόσταση η οποία τον απομακρύνει από τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Ο ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ΑΝΤΙΤΙΘΕΤΟ ΣΤΟΝ ΚΡΑΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ ΤΟΥ ΓΟΥΝΑΡΗ.

Ο Γούναρης και ο Βενιζέλος είναι οι Ευρωπαίοι, ενώ ο Δραγούμης κι όταν ακόμη προσχωρεί στη σοσιαλδημοκρατία είναι πνευματικά ελληνοκεντρικός και πολιτικά βυζαντινίζων. Ο κρατικός σοσιαλισμός  του Γούναρη κι ο αστισμός του Βενιζέλου είναι τα σημεία της αντιμαχίας του. Γιατί και οι δύο, Γούναρης και Βενιζέλος, γεννιούνται πνευματικά απ΄ τις αντιθέσεις της αστικής κοινωνίας που είναι σύνολο ανθρώπων που συνδέονται, όπως στη Δυτική Ευρώπη, από συμφέρον. Ενώ ο Δραγούμης ζεί (απο παραίσθηση) την ισχυρή ηθική ενότητα του ελληνισμού μέσα στην κοινότητα που είναι διανθρώπινος ψυχικός δεσμός και επίγεια έκφραση της δικαιοσύνης.

Ο ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ΗΤΑΝ ΚΟΙΝΟΤΙΣΤΗΣ ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΟΝ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΡΑΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ ΤΟΥ ΓΟΥΝΑΡΗ.

Επειδή είναι πρωτότυπο πνεύμα αναθέτει στον υπερατομικό σχηματισμό της κοινότητας να αναλάβει τη ζωή και την δυνατοποίηση των Ελλήνων σαν αυτάξιων σκοπών του Έθνους, αίτημα που αργότερα θα ακολουθήσουν (μερικοί μάλιστα με ιδιότυπη κάποτε ανεξαρτησία) στην ποίηση ο Άγγελος Σικελιανός, στην κοινωνιολογία οι Κώστας Καραβίδας και Δημοσθένης Δανιηλίδης και στην πολιτική ο αυτοδιαχειριστικός σοσιαλισμός του Ανδρέα Παπανδρέου.

Ο ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ΕΠΗΡΕΑΣΕ ΤΟΝ ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

Αλλ’ ο Δραγούμης ήταν περισσότερο διανοούμενος και λιγότερο πολιτικός. Η ανασύσταση του πολυεθνικού Βυζαντίου μ’ επικεφαλής  Έλληνες και Τούρκους και κοινωνικό υπόστρωμα το σοσιαλισμό, ήταν έξω απ΄τη σχεδιασμένη εξωτερική πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων.

Ο Ρένος Αποστολίδης, γνωστό αντιεθνικιστικό πνεύμα, στοχαστικότατα παρατηρεί ότι ο Ίων Δραγούμης (Ίδας) τελικά μένει ένας λεβέντης, ένα παλληκάρι από ρίζα παλιά, ελλαδική. Και είναι γνωστό ότι οι λεβέντες και τα παλληκάρια δεν μπορούν να κάνουν τίποτα στον χώρο της πολιτικής. Μερικές φορές στον χώρο της λογοτεχνίας η του λόγου και της σκέψης γενικότερα μπορούν να φέρουν ένα αέρα αψύ, ξανασαστικό, που ξαναθέτει πρώτες ιδέες. Στα μεγαλύτερα της μεγέθη αυτή η ποιότητα δίνει ένα Νίτσε η ένα Καρλάυλ και στιις μικρότερες της ποιότητες, στις εδώ διαστάσεις μας, έστω έναν Περικλή Γιαννόπουλο. Είναι ένας μεγαλεξανδρισμός αυτή η ποιότητα, είναι ακριβώς το «ηρωίζεσθαι» του Καρλάυλ. Προσθέτουμε ότι η σχέση ήρωα και λαϊκού κυκλώματος είναι διαλεκτική.

Κ’ ενώ άλλοι εθνικοί οργανισμοί αξιοποίησαν πάντοτε το «ηρωίζεσθαι» όπως η Αγγλία με τους ήρωες της RAF και του ναυτικού της, η Γερμανία με τους ήρωες της «Λουφτβάφε» και των μηχανοκίνητων της και η Ιαπωνία με τους ανθρώπους -τορπίλλες και τους «καμικάζι», εδώ η κουρασμένη και δίχως ιδανισμό νεοελληνική πραγματικότητα, ούτε θυσιαστήρια επιτρέπει.

Έτσι τουφεκίζεται ο Δραγούμης, αυτοκτονεί ο Περικλής Γιαννόπουλος και ζουν καλά οι μέτριοι, οι ανηρωίκοί, χωρίς να κερδίζουν και τίποτε από τους ελάχιστους ηρωιζόμενους μέσα σ’ οποίους αγώνες ή παρατάξεις.

avalonofthearts.gr

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *