Ιωάννης Μεταξάς προς Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη: Την υπόληψίν μου δεν σας την δίδω

Βαγγέλης Στεργιόπουλος

Εξέφρασα την απορίαν μου πώς απεφασίσθη τόσον σπουδαία επιχείρησις με τόσον ασθενείς δυνάμεις

Συνομιλία μεταξύ Γούναρη, Πρωτοπαπαδάκη και εμού. Την 25 Μαρτίου 1921.

Το απόγευμα της 25 Μαρτίου 1921 (Πέμπτην), ο κ. Αθαν. Εξαδάκτυλος ήλθεν εις την εν Ν. Φαλήρω κατοικίαν μου και μοι μετέφερε την παράκλησιν του κ. Γούναρη να συναντηθώ μετ’ αυτού το εσπέρας της αυτής εις την οικίαν του κ. Πρωτοπαπαδάκη. Μοι είπεν ότι επρόκειτο να ομιλήσωμεν επί της εν Μ. Ασία καταστάσεως από γενικής απόψεως.

Το εσπέρας, ώραν 10 μ.μ., συνηντήθην μετά του κ. Γούναρη εις του κ. Πρωτοπαπαδάκη. Εις την συνέντευξίν μας ταύτην έλαβον μέρος οι κ.κ. Πρωτοπαπαδάκης και Εξαδάκτυλος. Ουδείς έτερος ήτο παρών.

Με ηρώτησαν πώς βλέπω την κατάστασιν. Απήντησα ότι αγνοώ τας λεπτομερείας της τακτικής καταστάσεως, έχω όμως την εντύπωσιν ότι αι δυνάμεις είναι ανεπαρκείς διά την επιχείρησιν: ήρκει να αναλογισθή τις μόνον το μέτωπον μήκους υπέρ τα 300 χιλιόμ. και το βάθος ακόμη περισσότερον, το μήκος των συγκοινωνιών, το δυσχερέστατον του εδάφους, την εχθρότητα των κατοίκων. Εξέφρασα την απορίαν μου πώς απεφασίσθη τόσον σπουδαία επιχείρησις –δηλ. η της καταλήψεως της Αγκύρας– με τόσον ασθενείς δυνάμεις. Μοι εξήγησαν τότε διά μακρών ότι εβασίσθησαν επί των βεβαιώσεων των διευθυνόντων τον εκεί στρατόν, οίτινες και ούτοι εβασίσθησαν επί των αποτελεσμάτων των μέχρι Ιανουαρίου επιχειρήσεων και ιδία επί της τότε γενομένης μεγάλης προς Εσκή Σεχήρ αναγνωρίσεως. Απήντησα ότι έδει ευθύς εξ αρχής να εννοηθή ότι επρόκειτο περί πολέμου προς την Τουρκίαν, προς ολόκληρον δηλ. το Τουρκικόν Έθνος.

Με ηρώτησαν τι έδει να γίνη, προϋποτιθεμένου ότι δεν ήταν ήτο δυνατόν να επέλθη ειρηνικός διακανονισμός. Απήντησα ότι έπρεπε να γίνη γενική επιστράτευσις, να συγκροτηθή ο στρατός προς πόλεμον και να κτυπηθή ο Κεμάλ δι’ ολοκλήρου της δυνάμεως του ελληνικού στρατού. Μοι απήντησαν ότι αι ολίγαι ηλικίαι, αίτινες απέμεναν, δεν θα προσέθεταν μεγάλην δύναμιν εις τον όλον στρατόν, αλλά, το κυριώτερον, δεν ηδύνατο να επεκταθή η επιστράτευσις και επί άλλων ηλικιών, διότι έλειπαν όπλα πεζικού. Ο κ. Πρωτοπαπαδάκης μοι έδειξε τότε κατάστασιν, εκ της οποίας κατεδεικνύετο ότι υπήρχον μόνον 72 χιλ. μάνλιχερ, 27 χιλ. Lebel και και μερικαί χιλ. γκρα. Τα δύο πρώτα ποσά μόλις εξήρκουν διά την ήδη επιστρατευθείσαν δύναμιν.

[…]

Εζήτησα τότε να εννοήσω ποίαι ήσαν αι πολεμικαί προθέσεις της Κυβερνήσεως. Μοι απήντησαν ότι ενόμιζον ότι διά της καταλήψεως του σιδηροδρομικού τμήματος Αφιόν Καρά Χισάρ – Εσκή Σεχήρ και της μετέπειτα καταλήψεως της Αγκύρας και του Ικονίου θα κατελύετο η αντίστασις του Κεμάλ και θα επείθετο ούτος να υπογράψη την ειρήνην. Απήντησα ότι, ασχέτως με το ανεπαρκές τής εν Μ. Ασία δυνάμεώς μας προς τοιαύτην ενέργειαν, αυτή αύτη η τοιαύτη ενέργεια δεν θα ήγε προς το επιδιωκόμενον αποτέλεσμα· διότι η τουρκική αντίστασις θα μετετίθετο περαιτέρω εις το εσωτερικόν, θα έδει να καταλάβωμεν ολόκληρον την Μ. Ασίαν και να εξασφαλίσωμεν την κατοχήν αυτής όπως πεισθώσιν οι Τούρκοι εις ειρήνην ήτις πράγματι θα ήτο η αρχή καταλύσεως του κράτους των. Προς τοιούτον πόλεμον θα ήσαν ανεπαρκείς αι δυνάμεις της Ελλάδος. Είπον ότι εγώ πάντοτε, από της εποχής του Βενιζέλου, είχον την ιδέαν ταύτην, της σημερινής ανεπαρκείας της Ελλάδος προς κατάλυσιν του Τουρκικού Κράτους, και διά τούτο πάντοτε κατεδίκασα τας εν Μ. Ασία στρατιωτικάς επιχειρήσεις. Συνεπώς δεν έβλεπα το τέρμα τού νυν διεξαγομένου πολέμου.

[…]

Τέλος, κατόπιν πολλών ελιγμών και των τριών, ο κ. Πρωτοπαπαδάκης μοι προέτεινε να μεταβώ όπως ενισχύσω το Επιτελείον του Παπούλα. Απήντησα ότι δεν είναι δυνατόν ν’ αναλάβω να διοικήσω τον κ. Παπούλαν. […] Ο κ. Πρωτοπαπαδάκης έσπευσε τότε να διορθώση το γενόμενον και μοι είπε: Λοιπόν δέξου να γίνης εσύ αρχιστράτηγος. Ο κ. Γούναρης εσιώπα, αναμένων την απάντησίν μου.

Απήντησα ότι δεν δύναμαι να αποδεχθώ την αρχιστρατηγίαν διότι δεν συμφωνώ προς τα μέχρι της στιγμής εκείνης γενόμενα προς τε την παρασκευήν του στρατού και τας επιχειρήσεις. Δεν μου ήτο δε πλέον δυνατόν ούτε τα κατά την γνώμην μου κακώς γενόμενα να επανορθώσω, ούτε να αναλάβω να εφαρμόσω ξένα σχέδια και να συνεχίσω επιχειρήσεις αίτινες θα ήγον εις αποτυχίαν.

[…]

Ο κ. Πρωτοπαπαδάκης και ο κ. Εξαδάκτυλος προσεπάθησαν να με μεταπείσουν, αλλά εις μάτην. Τοις είπα: Αποδεχόμενος την αρχιστρατηγίαν, χωρίς φυσικά να εκθέσω δημοσία την απιθανότητα της επιτυχίας, δίδω εις το Έθνος ελπίδας, τας οποίας δεν συμμερίζομαι. Δηλ. εξαπατώ το Έθνος· δεν δύναμαι να το πράξω, είναι παρά την συνείδησίν μου. Ο κ. Πρωτοπαπαδάκης τότε με ηρώτησε: Μα δεν υπάρχουν τουλάχιστον 60% ελπίδες επιτυχίας; Απήντησα: Μα νομίζεις, Πρωτοπαπαδάκη, ότι εάν ενόμιζα ότι έχω 60% ελπίδας, δεν θα εδεχόμην; Ασχέτως προς τον πατριωτισμόν δεν θα ήθελα να δοξασθώ; Τότε μοι λέγει: Δέξου να σώσης ό,τι δύναται, να σώσης 30, 20, 5 τοις εκατόν, έστω ελάχιστον. Τότε εν σφοδρά συγκινήσει τού απαντώ: Μα αυτό που μου ζητείς δεν είναι πλέον η επιτυχία, είναι η θυσία της υπολήψεώς μου, η θυσία όχι χάριν της Πατρίδος, αλλά όπως καλύψω ευθύνας άλλων. Δεν το κάμνω. Όχι, την υπόληψίν μου δεν σας την δίδω. Αυτήν δεν θα σας την δώσω ποτέ. Δεν θυσιάζω προς χάριν σας το μόνον που μου απέμεινε κατόπιν 35 ετών στρατιωτικής υπηρεσίας. Επενέβησαν οι άλλοι δύο. Ο κ. Γούναρης προσεπάθησε να επαναφέρη τα πράγματα εις την προτέραν θέσιν των. Τότε, αποτεινόμενος προς αυτόν, του είπα: Εγώ είμαι πλέον απόστρατος και δεν εννοώ να αναλάβω ουδεμίαν στρατιωτικήν θέσιν, ούτε άλλην δημοσίαν θέσιν. Ήθελε να με διακόψη και να με καθησυχάση, αλλ’ εξηκολούθησα. Όταν έχουν πληθώραν στρατηγών του ενεργού στρατού, δεν αποτείνονται προς τους αποστράτους.

[…]

Αθήναι, εσπέρα 26 Μαρτίου 1921

*Αποσπάσματα από το Προσωπικό Ημερολόγιο (1921-1932) του Ιωάννη Μεταξά (τόμος τρίτος, επιμέλεια Παν. Μ. Σιφναίος, εκδόσεις Ίκαρος, 1964).

Την κρισιμότατη εκείνη περίοδο, την άνοιξη του 1921, ο Δημήτριος Γούναρης ήταν πρωθυπουργός της χώρας, ο Ιωάννης Μεταξάς απόστρατος (με βαθμό υποστρατήγου), ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης υπουργός επί των Οικονομικών και, εκ παραλλήλου, υπουργός επί του Επισιτισμού και Αυταρκείας, ο Αθανάσιος Εξαδάκτυλος αξιωματικός ε.α., σύμβουλος του Γούναρη, και ο Αναστάσιος Παπούλας διοικητής της Στρατιάς Μικράς Ασίας (αρχιστράτηγος των ελληνικών στρατευμάτων στη Μικρά Ασία).

Ως γνωστόν, ύστερα από 15 περίπου χρόνια, και συγκεκριμένα στις 4 Αυγούστου 1936, ο τότε πρωθυπουργός της χώρας, ο στρατιωτικός και πολιτικός Ιωάννης Μεταξάς (Ιθάκη 12 Απριλίου 1871 – Αθήνα 29 Ιανουαρίου 1941), κατέλυσε το κοινοβουλευτικό πολίτευμα και εγκαθίδρυσε δικτατορικό καθεστώς, που έμεινε στην ιστορία ως Δικτατορία της 4ης Αυγούστου ή Μεταξική Δικτατορία.

in.gr

, , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *