Το κίνημα του υποστράτηγου Χαράλαμπου Λούφα και τα Δημοκρατικά Τάγματα (19 Νοεμβρίου 1924)

(Προδημοσίευση από το βιβλίο του Γιάννη Δασκαρόλη “Δημοκρατικά Τάγματα – Οι πραιτωριανοί της Β΄ Ελληνικής Δημοκρατίας (1923-1926)” των εκδόσεων Παπαζήση)

Εν μέσω των προσπαθειών που κατέβαλε για την επίλυση των οξύτατων εσωτερικών και εξωτερικών προβλημάτων, η κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου αντιμετώπισε την έντονη δυσφορία πολλών βενιζελικών αξιωματικών για τη συμβιβαστική της στάση έναντι των αντιβενιζελικών. Εκτός αυτού, η συμμετοχή του Κονδύλη στην κυβέρνηση προκαλούσε τις αντιδράσεις των αξιωματικών που επηρεάζονταν από τον Πάγκαλο, καθώς ο Κονδύλης προωθούσε τους δικούς του ευνοούμενους στον Στρατό. Την ίδια εποχή ο Οθωναίος προβαλλόταν εκ νέου ως εκπρόσωπος του Στρατού έναντι της κυβέρνησης, μέχρι του σημείου να διαμαρτυρηθεί ο Μανέτας από τη Λάρισα με επιστολή του προς το υπουργείο.[1] Υπό αυτές τις συνθήκες δεν άργησε να εκδηλωθεί το επόμενο στρατιωτικό κίνημα κατά της κυβέρνησης τον Νοέμβριο του 1924.

Αρχηγός της κίνησης ήταν ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Λούφας, αξιωματικός που είχε διακριθεί στους Βαλκανικούς Πολέμους ενώ είχε παραμείνει εκτός της πολιτικής διαμάχης του Εθνικού Διχασμού. Έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής στην κοινή γνώμη για τη γενναιότητά του κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ενώ κατά την άτακτη υποχώρηση των Ελλήνων είχε καταφέρει να διατηρήσει συντεταγμένο το 23ο Σύνταγμα Πεζικού, δίνοντας σκληρές μάχες οπισθοφυλακής με τους προελαύνοντες Τούρκους αλλά και με το τουρκικό Ιππικό,[2] αποτρέποντας την κύκλωση ενός τμήματος της Στρατιάς Μικράς Ασίας.[3] Ο Λούφας συμμετείχε ενεργά στην Επανάσταση του 1922 και στην τριμελή επιτροπή υπό τον Πάγκαλο που διεξήγαγε τις ανακρίσεις για τη δίκη των Έξι, ήταν διοικητής της Ι Μεραρχίας μέχρι το 1924, συμμετείχε σε συσκέψεις με τον Πλαστήρα για τη χάραξη της «επαναστατικής πολιτικής»[4] και γενικότερα εθεωρείτο αδιάλλακτος παγκαλικός.

Ο Λούφας με παρασκηνιακές συνεννοήσεις φαίνεται πως είχε κατορθώσει να μυήσει στον σκοπό του μια μικρή ομάδα χαμηλόβαθμων αξιωματικών στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Τα κίνητρα των συμμετεχόντων αξιωματικών ήταν καθαρά ιδιοτελή και αφορούσαν αδικίες (πραγματικές ή φανταστικές) που είχαν γίνει εις βάρος τους στις προαγωγές που είχε κάνει ο Κονδύλης. Ο Λούφας όχι μόνο είχε χάσει τη διοίκηση της Ι Μεραρχίας, αλλά είχε παραμείνει και στάσιμος στις στρατιωτικές κρίσεις. Επίσης, η είδηση ότι η κυβέρνηση εξέταζε την πιθανότητα επαναφοράς των απότακτων αξιωματικών που συμμετείχαν στο κίνημα Γαργαλίδη – Λεοναρδόπουλου θορύβησε κάποιους αξιωματικούς οι οποίοι μοιραία θα υποβιβάζονταν στη στρατιωτική επετηρίδα.[5] Από το κατηγορητήριο που συντάχθηκε εκ των υστέρων φαίνεται ότι οι μυημένοι στο κίνημα αξιωματικοί δεν ήταν πάνω από 40. Από τους βασικούς κινητήριους μοχλούς ήταν ο αντισυνταγματάρχης Βασίλειος Ντερτιλής,[6] παλαιός διοικητής του Α΄ Δημοκρατικού Τάγματος και φανατικός παγκαλικός που, όπως είδαμε, είχε πρωταγωνιστήσει στο προνουντσιαμέντο εις βάρος του Καφαντάρη. Ο Ντερτιλής στο παρελθόν είχε υποπέσει σε στρατιωτικά παραπτώματα και του είχε αφαιρεθεί η διοίκηση του τάγματός του. Ο ίδιος θεώρησε τη μεταχείριση αυτή άδικη και επιζητούσε την ανατροπή της πολιτικής και στρατιωτικής κατάστασης πάση θυσία, ώστε να δικαιωθεί. Εκ των υστέρων αποδείχθηκε από τις ανακρίσεις πως στο κίνημα είχαν μυηθεί από τον Βουτσινά και λίγοι αξιωματικοί του 7ου Συντάγματος της Μεραρχίας Χαλκίδας.

Το σχέδιο των πραξικοπηματιών ήταν απλοϊκό και ουσιαστικά πανομοιότυπο με πολλά άλλα που ακολούθησαν και είχαν τον ίδιο σκοπό. Επειδή γνώριζαν ότι δεν μπορούσαν εύκολα να παρασύρουν άλλες οργανωμένες μονάδες, ο Λούφας και οι υπόλοιποι συνωμότες θα χρησιμοποιούσαν τα τεθωρακισμένα οχήματα από τα παραπήγματα του Α΄ Δημοκρατικού Τάγματος[7] κοντά στην έπαυλη Θων[8] στους Αμπελόκηπους, και με αυτά θα προσπαθούσαν να καταλάβουν αιφνιδιαστικά το Υπουργείο Στρατιωτικών και το κοινοβούλιο εν συνεδριάσει, συλλαμβάνοντας τους πληρεξουσίους και καταλύοντας την κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου. Στη συνέχεια –όπως ανέφερε αργότερα στην απολογία του ο Λούφας– θα καλούσαν τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να ορκίσει νέα κυβέρνηση, η οποία θα στεκόταν στο «ύψος τωνπεριστάσεων».Σύμφωνα με το σχέδιο, ο Ντερτιλής θα επωμιζόταν την ευθύνη να κινητοποιήσει το Α΄ Δημοκρατικό Τάγμα, καθώς ασκούσε επιρροή στους αξιωματικούς και στους οπλίτες του ως παλαιός διοικητής τους.[9] Επίσης, ο βασικός συνωμότης Ν. Παπαδόπουλος, λοχαγός του Α΄ Δημοκρατικού Τάγματος, είχε τοποθετήσει ως αξιωματικό επιφυλακής στο Τάγμα τον ανθυπασπιστή Σοφοκλή Τιβέριο που επίσης ήταν μυημένος.[10]  Σύνδεσμος μεταξύ των συνωμοτών και του Πάγκαλου ήταν ο αντισυνταγματάρχης Θεόφιλος Βουτσινάς, ο οποίος σε περίπτωση επιτυχίας της κίνησης θα αναλάμβανε το Υπουργείο Στρατιωτικών.[11]

Στις συνωμοτικές συνεννοήσεις του Λούφα δεν τηρούνταν ούτε η στοιχειωδέστερη μυστικότητα που συνήθως χαρακτηρίζουν αυτού του είδους τις δραστηριότητες. Οι διαμαρτυρίες του Λούφα κατά της κυβέρνησης ήταν συνεχείς και μάλιστα γραπτές, με δηλώσεις και άρθρα του σε εφημερίδες. Οι συζητήσεις για το πραξικόπημα διεξάγονταν σχεδόν φανερά μεταξύ των αξιωματικών, ενώ διακινούνταν πρωτόκολλα προς υπογραφή,[12] με αποτέλεσμα πολύ γρήγορα οι Αρχές να πληροφορηθούν τα σχέδιά τους. Είχε διαδοθεί τόσο πολύ η φήμη, ώστε κάποιοι να προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν στο χρηματιστήριο την πιθανή αναταραχή που θα προκαλούσε. Κατά τη μετέπειτα δίκη αποκαλύφθηκε ότι ο Κονδύλης γνώριζε λεπτομέρειες για την ταυτότητα και τα σχέδια των κινηματιών καθώς είχε ειδοποιηθεί από αξιωματικούς,[13] χωρίς όμως να λάβει κάποιο μέτρο προστασίας.[14]

Ως χρόνο ενέργειας οι κινηματίες είχαν ορίσει τη νύχτα της 19ης Νοεμβρίου 1924. Οι μυημένοι αξιωματικοί των Ταγμάτων συγκεντρώθηκαν στο ζυθοπωλείο «Ηραίον», στους Αμπελόκηπους, και στο σπίτι του υπολοχαγού Κυπαρίσση που βρισκόταν απέναντι από το στρατόπεδο, όπου σχεδίαζαν πρόχειρα τον τρόπο δράσης τους. Οι Αρχές όμως είχαν πληροφορηθεί επακριβώς τα σημεία συνάντησης των συνωμοτών, καθώς ένας στρατιώτης από το πλήρωμα ενός τεθωρακισμένου οχήματος ανέφερε σε συνάδελφό του ότι την επομένη θα γίνονταν «μεγάλα πράγματα» και εκείνος έσπευσε να ενημερώσει το φρουραρχείο Αθηνών. Επιτόπου στην περιοχή έσπευσαν ο αντιστράτηγος Παπαθανασίου, διοικητής του Α΄ Σώματος Στρατού, με τον προσωπάρχη του Υπουργείου Στρατιωτικών, συνταγματάρχη Γεώργιο Σκανδάλη, οι οποίοι διαπίστωσαν τις ύποπτες συζητήσεις των αξιωματικών. Ο Παπαθανασίου ειδοποίησε τον Μιχαλακόπουλο και τον Κονδύλη για την κατάσταση και έθεσε αμέσως σε συναγερμό το Α΄ Σώμα Στρατού και τη ΙΙ Μεραρχία που είχε ως έδρα την Αθήνα. Ως εκ τούτου, οι στασιαστές είχαν πλέον ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας.

Βάσει του σχεδίου, ο ανθυπασπιστής του Α΄ Δημοκρατικού Τάγματος Σοφοκλής Τιβέριος εμφανίστηκε νύχτα στα παραπήγματα των Ταγμάτων και έθεσε σε επιφυλακή τα πληρώματα των τεθωρακισμένων οχημάτων, ζητώντας να τα εφοδιάσουν με καύσιμα και να τα ετοιμάσουν για κίνηση. Οι στρατιώτες προέβαλαν κάποιες χλιαρές αντιρρήσεις, διότι η διαταγή παραβίαζε τους κανονισμούς καθώς, κατά πάγια τακτική, τα αυτοκίνητα εφοδιάζονταν και ετοιμάζονταν με τον διοικητή της μονάδας παρόντα, ωστόσο υπάκουσαν όταν εμφανίστηκε ο παλαιός διοικητής τους, Ντερτιλής. Σύμφωνα με κατάθεση του ανθυπολοχαγού Δ. Στριγκλή, όλοι οι οπλίτες του Τάγματος παρέμεναν αφοσιωμένοι στον Ντερτιλή παρότι δεν ήταν πλέον εν ενεργεία διοικητής τους.

Την κρίσιμη στιγμή όμως, ενώ οι λόχοι προετοιμάζονταν για κίνηση, εμφανίστηκαν στο στρατόπεδο του Τάγματος ο Παπαθανασίου μαζί με τον Αφθονίδη και τον υποδιοικητή του Α΄ Δημοκρατικού Τάγματος αντισυνταγματάρχη Τσιριμωνάκη. Ο Παπαθανασίου απευθύνθηκε στους οπλίτες σε αυστηρό τόνο, ζητώντας να πειθαρχήσουν στους ανωτέρους τους. Ο Τσιριμωνάκης διέταξε τους στρατιώτες να διαλυθούν και να αποσυρθούν στους θαλάμους τους, όπως και έγινε. Έτσι το επίδοξο κίνημα κατεστάλη εν τη γενέσει του και ο Ντερτιλής συνελήφθη επιτόπου. Σύντομα, όλοι οι συνωμότες είχαν συλληφθεί, καθώς αστυνομικές δυνάμεις κύκλωσαν το σπίτι του Κυπαρίσση και συνέλαβαν όσους επίδοξους κινηματίες βρίσκονταν εκεί.

Η όλη προσπάθεια εξελίχθηκε πολύ γρήγορα σε φιάσκο, καθώς, όπως αποδείχθηκε, οι συντελεστές της δεν έδειξαν αποφασιστικότητα, ενώ ήταν ελάχιστοι αριθμητικά. Επίσης, η επιλογή ενός ζυθοπωλείου για την οργάνωση της συνωμοσίας που θα οδηγούσε σε στρατιωτικό κίνημα αποδεικνύει ότι οι επίδοξοι κινηματίες στερούνταν και στοιχειώδους προνοητικότητας.[15] Πολλοί υποστήριξαν ότι οι κινηματίες δεν σκόπευαν να κινηθούν εκείνο το βράδυ, αλλά ίσως έκαναν κάποια δοκιμή για να δουν τις αντιδράσεις των οπλιτών των Δημοκρατικών Ταγμάτων. Αναμφίβολα, πάντως, όπως αποδείχθηκε και από γεγονότα που ακολούθησαν, οι περισσότεροι αξιωματικοί οι οποίοι ήταν αναμεμειγμένοι ανήκαν στην ομάδα αξιωματικών που επηρέαζε ο Θεόδωρος Πάγκαλος. Ο ίδιος ο Πάγκαλος με δηλώσεις του αρνήθηκε ότι γνώριζε οτιδήποτε για τα σχέδια των κινηματιών, ενώ για τον Λούφα δήλωσε (ανακριβώς) ότι απλά τον γνώριζε, χωρίς να συνδέεται μαζί του με φιλία, παρότι ήταν ένας από τους στενότερους συνεργάτες του στη δίκη των Έξι.

Μετά την αποτυχία του κινήματος, εκτός από τον Ντερτιλή συνελήφθη ο Λούφας, οι λοχαγοί Χ. Αργυρόπουλος και Ν. Παπαδόπουλος, οι υπολοχαγοί Κυπαρίσσης και Ιωαννίδης, ο ανθυπασπιστής Τιβέριος, ο υπολοχαγός Λεοντοκανάκης και άλλοι κατώτεροι αξιωματικοί. Ο Λούφας αρχικά τέθηκε υπό αυστηρό περιορισμό, ενώ δήλωσε ενοχλημένος στον Τύπο ότι η κράτησή του ήταν προσωρινή. Την επομένη οι μονάδες Στρατού στην Αθήνα τέθηκαν σε συναγερμό ενώ στους στρατώνες των Δημοκρατικών Ταγμάτων διεξήχθησαν ανακρίσεις από τον στρατοδίκη Κ. Δάρρα. Οι καταθέσεις όλων των εμπλεκομένων διαβεβαίωναν ότι οι στρατιώτες των Δημοκρατικών Ταγμάτων εσκεμμένα καθυστέρησαν στην εκτέλεση των εντολών που έλαβαν ώστε να δοθεί ο χρόνος στις Αρχές να αντιδράσουν, ενώ αμέσως πειθάρχησαν στις διαταγές που έλαβαν από τον υποδιοικητή τους.[16] Από τις ανακρίσεις προέκυψαν στοιχεία για συμμετοχή στο κίνημα δύο ακόμη αξιωματικών[17] του Α΄ Δημοκρατικού Τάγματος που συνελήφθησαν.

Λόγω της μικρής συμμετοχής και της εύκολης καταστολής του, το κίνημα Λούφα θεωρήθηκε τότε ένα μεμονωμένο περιστατικό χωρίς σοβαρές προεκτάσεις στο στράτευμα. Ο πρωθυπουργός Μιχαλακόπουλος χαρακτήρισε το κίνημα «ασήμαντο», ενώ με δηλώσεις του στον Τύπο λίγο αργότερα υποστήριξε ότι δεν υπήρχαν στοιχεία που να το συνδέουν με τον Πάγκαλο. Ο Παπαναστασίου και ο Κονδύλης επίσης καταδίκασαν το κίνημα, ενώ ο Καφαντάρης το χαρακτήρισε «ανόητο», «στερούμενο σοβαρότητος», που όμως δημιουργούσε αρνητική εικόνα για τη χώρα στο εξωτερικό.[18] Η κυβέρνηση προσπάθησε να επιδείξει πυγμή έναντι όσων αξιωματικών έδειχναν τάσεις αμφισβήτησής της, εκδίδοντας αυστηρές διαταγές προς το σώμα των αξιωματικών για πειθαρχία. Ο Γόντικας έθεσε σε αργία τους υποστρατήγους Τσερούλη και Παναγιωτόπουλο, ενώ ο Κονδύλης εξέδωσε αυστηρή προειδοποίηση προς όσους θα τολμούσαν να συμμετάσχουν σε κινήματα στο μέλλον.[19] Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες ζήτησαν την παραδειγματική τιμωρία των πρωταιτίων,[20] ενώ αξιωματικοί του Στρατού ανεπίσημα καταδίκαζαν την κίνηση.

Ο Λούφας σε συνεντεύξεις του στις εφημερίδες μετά τη σύλληψή του υποστήριξε ότι το κίνημά του δεν είχε προσωπικά ελατήρια αλλά ότι προκλήθηκε από την ανικανότητα και τη φαυλότητα των πληρεξουσίων της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης. Στόχος του κινήματος ήταν η πτώση της κυβέρνησης Μιχαλακόπουλου και η αντικατάστασή της από πολιτικούς που θα μπορούσαν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων.[21] Βασική πρόθεση του Λούφα (σε περίπτωση επιτυχίας του κινήματος) θα ήταν η άμεση διενέργεια εκλογών[22] και η διεξαγωγή σοβαρής έρευνας για την ανακάλυψη των ενόχων για την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου και την υποδειγματική τιμωρία τους, αφού οι Έξι που εκτελέστηκαν είχαν μόνο πολιτικές ευθύνες και αποτέλεσαν εξιλαστήρια θύματα.[23] Οι κατηγορίες και τα υπονοούμενα Λούφα εναντίον των Πλαστήρα – Γονατά είχαν προκαλέσει τη συμπάθεια του αντιβενιζελικού Τύπου[24] μέχρι του σημείου να υποστηριχθεί από μέρους του ότι τα ελατήρια του κινήματος δεν ήταν ταπεινά αλλά ειλικρινή![25] Παρατηρώντας την ατμόσφαιρα της εποχής θα λέγαμε ότι η απόπειρα του Λούφα εκδηλώθηκε σε λάθος συγκυρία, καθώς η κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου είχε αναλάβει καθήκοντα μόλις έναν μήνα πριν και δεν είχε προλάβει να φθαρεί στη συνείδηση της κοινής γνώμης, που προσέβλεπε σε μια κατάσταση σταθερότητας. Υπό αυτό το πρίσμα, η κίνηση Λούφα έμοιαζε αναίτια και στρατοκρατική, και αντιμετωπίστηκε με εχθρότητα από όλες τις πλευρές.


[1] Τηλεγράφημα Μανέτα στο Υπουργείο Στρατιωτικών (28 Νοεμβρίου 1924), Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Κ. Γόντικα, 632/1/57.
[2] Λαχανόκαρδος Ευάγγελος, Νέον άπλετον φως εις την Μικρασιατικήν Καταστροφήν και ο στρατηγός Λούφας,Εκδόσεις Εθνική Ώρα, Αθήνα 1929.  
[3] Αυτό πιστοποίησε και ο υποστράτηγος Ιωάννου που συμμετείχε ως μέλος στην επιτροπή απόδοσης ευθυνών για την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου (Ελληνική, 1.7.1926)
.[4] Εμπρός, 13.8.1923.
[5] Εμπρός, 20.11.1925.
[6] Ο Βασίλειος Ντερτιλής ήταν ένας από τους αξιωματικούς που μετά την εκλογική ήττα των βενιζελικών το 1920 είχαν εγκαταλείψει τις μονάδες τους και είχαν ακολουθήσει τον Κονδύλη στην Κωνσταντινούπολη. Είχε διακριθεί στην κατάπνιξη του κινήματος Γαργαλίδη – Λεοναρδόπουλου ηγούμενος ενός αποσπάσματος στρατιωτών στα νώτα των αντεπαναστατών.
[7] Ελεύθερον Βήμα, 22.11.1924
[8] Ο Νικόλαος Θων γεννήθηκε στην Αθήνα το 1850. Πατέρας του ήταν ο Βαυαρός λογιστής Καρλ Κριάνιαν Φρίντριχ Θων που ήρθε στην Ελλάδα με την ακολουθία του Όθωνα και παντρεύτηκε τη Μαριγώ Βογιατζή η οποία καταγόταν από τα Καλάβρυτα. Ο Θων υπήρξε ανώτερος αυλικός και επιμελητής της Βασιλικής Χορηγίας του Γεωργίου Α΄ ο οποίος του ανέθεσε τη διαχείριση και φροντίδα της ανέγερσης του Βασιλικού Θεάτρου (μετέπειτα Εθνικό). Απέκτησε μεγάλη ακίνητη περιουσία και υψηλή θέση στην αθηναϊκή κοινωνία. Φέρεται ως ιδιοκτήτης ακινήτων στην οδό Ιπποκράτους και ενός άλλου κτήματος κοντά στο Χαϊδάρι. Διατέλεσε Πρόεδρος του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου, ενώ χρηματοδότησε την κατασκευή του καμπαναριού του Αγίου Γεωργίου, στην κορυφή του Λυκαβηττού. Πηγή: http://paysanias.blogspot.com/2013/06/blog-post_30.html#ixzz3XAY1lYGP
[9] Ελεύθερον Βήμα, 23.12.1924.
[10] Ελεύθερον Βήμα 21.11.1924.
[11] Απογευματινή, 25.11.1924.
[12] Ελεύθερον Βήμα, 21.11.1924.
[13] Ελεύθερον Βήμα, 23.12.1924.
[14] Νέα Ημέρα, 23.12.1924.
[15] Από τις καταθέσεις πολιτών στη δίκη που ακολούθησε καθίσταται σαφές ότι οι στασιαστικές προθέσεις των αξιωματικών είχαν γίνει αντιληπτές από όλους τους παρόντες θαμώνες της μπιραρίας!
[16] Απογευματινή, 21.11.1924.
[17] Ήταν οι ανθυπασπιστές Ευστράτιος Κοντάρας και Γ. Φριλίγκος (Απογευματινή, 24.11.1925).
[18] Εμπρός, 20.11.1924.
[19] Βραδυνή, 21.11.1924.
[20] Έθνος, 21.11.1924.
[21] Τηλέγραφος, 24.2.1924.
[22] Αθήναι, 24.11.1924.
[23] Αυτό υποστήριξε και σε μεταγενέστερη συνέντευξή του στην Ελληνική, 10.3.1927.
[24] Μετά την πτώση του Πάγκαλου, ο Λούφας προσχώρησε στον αντιβενιζελισμό δημοσιεύοντας άρθρα στον Τύπο υπέρ της ουδετερόφιλης πολιτικής του Βασιλιά Κωνσταντίνου κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (Πρωία,11.11.1927), κατηγόρησε εκ νέου τον Πλαστήρα ως βασικό υπεύθυνο για την κατάρρευση του μετώπου, ενώ υποστήριξε εμμέσως ακόμη και την παλινόρθωση! (Λαχανόκαρδος Ευάγγελος, Νέον άπλετον φως εις την Μικρασιατικήν Καταστροφήν και ο στρατηγός Λούφας).
[25] Απογευματινή, 25.11.1924.

ΘΕΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *