της Μαρίας Σκαμπαρδώνη,
Ο Ήφαιστος υπήρξε θεός της Ελληνικής μυθολογίας, ένας από τους Ολύμπιους θεούς του Αρχαίου δωδεκάθεου. Το όνομά του προέρχεται από το αρχαίο ρήμα “ἧφθαι που μπορεί να μεταφραστεί ως αναμμένο είναι.
Ο Ήφαιστος μαζί με την Εστία, ήταν ο θεός της φωτιάς, του ουρανού και της γης, της χαλκουργίας και της μεταλλουργίας. Σύμφωνα με την Ιλιάδα, ήταν γιος του Δία και της Ήρας. Ο Ησίοδος στη Θεογονία του βέβαια, τον παρουσιάζει όχι ένα γέννημα φιλονικίας ανάμεσα στην Ήρα και το Δία, ενώ χαρακτήρισε τη γέννησή του από την Ήρα ως παρθενογένεση.

Σύμφωνα με τις περιγραφές και τα στοιχεία που έχουμε, ήταν ιδιαίτερα άσχημος και παραμορφωμένος, ενώ φημολογείται πως η ίδια η μητέρα του, η Ήρα, τον πέταξε από τον Όλυμπο από τη ντροπή της. Από την πρώτη ο Ήφαιστος έγινε κουτσός, ενώ η θεά Θέτιδα (θεά της μητρότητας) και η Ευρυνόμη (θεότητα της θάλασσας), τον περιμάζεψαν από τη θάλασσα και τον κράτησαν κοντά τους για τα επόμενα εννέα χρόνια. Εκεί μυήθηκε στην τέχνη του χαλκουργού, σφυρηλατώντας και δημιουργώντας.
Η Λήμνος θεωρείται, σύμφωνα με τη μυθολογία, το νησί από το οποίο κατάγεται. Για ακόμα μία φορά ο Δίας τον ρίπτει από την κατοικία των θεών, επιθυμώντας να εκδικηθεί τον ίδιο για τη βοήθεια που έσπευσε να δώσει στην Ήρα. Ο Ήφαιστος καταλήγει από την πτώση του στη Λήμνο, όπου δέχτηκε τη φροντίδα των κατοίκων της πόλης και έχτισε εκεί το εργαστήριό του.

Ο Ήφαιστος έδωσε το όνομά του στα ηφαίστεια, καθώς στα αρχαιότερα χρόνια οι άνθρωποι θεωρούσαν πως κάποια θεότητα θα κρυβόταν κάτω από την πελώρια φωτιά που αναδύεται ένα ηφαίστειο, ενώ σύγχρονοι μύθοι ακόμα θέλουν τον Ήφαιστο να διατηρεί το εργαστήριό του κάτω από ηφαιστειογενή μέρα, όπως η Αίτνα και ο Βεζούβιος.