Ελ. Βενιζέλος προς Αλ. Σταμπολίνσκυ: “Δεν παραχωρώ τη Θράκη στη Βουλγαρία”! Η αλλαγή στάσης και η επιστολή ντοκουμέντο

του Παντελή Στεφ. Αθανασιάδη,
(Πηγή: sitalkisking.blogspot.com)

Το έτος 1912, είχε αφήσει μια μεγάλη πίκρα στον Θρακικό Ελληνισμό, όταν στη Βουλή, από πρόκληση αντιβενιζελικών βουλευτών, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, αναγκάσθηκε να παραδεχθεί ότι ενόψει των Βαλκανικών Πολέμων, στις προκαταρκτικές συνεννοήσεις με τα άλλα βαλκανικά κράτη, δεν είχε προβλέψει τίποτα για την τύχη της Θράκης, αφήνοντας να την καταλάβουν οι άλλοι σύμμαχοί μας, την οποία σε πρώτη φάση, όπως ήταν επόμενο κατέλαβε η Βουλγαρία, ασκώντας από την πρώτη μέρα άκρως ανθελληνική πολιτική με απηνείς διωγμού κατά των Ελλήνων.

Το πρόβλημα αυτό αποκαταστάθηκε το 1919, όταν μετά τον τερματισμό του Α Παγκοσμίου Πολέμου, η Ελλάδα χάρη στους διπλωματικούς χειρισμούς του Βενιζέλου η Θράκη γνώρισε το 1920 οριστικά, την πολυπόθητη ελευθερία της μετά από 550 χρόνια και πλέον υποδούλωσης στους Τούρκους. Ήταν κατά κάποιο τρόπο ένας εξαγνισμός για την προγενέστερη στάση του. Μια καταφανής αλλαγή στάσης.

Το 1919, το Παρίσι και κάποια προάστιά του έγιναν το επίκεντρο του παγκοσμίου ενδιαφέροντος, γιατί εκεί συγκλήθηκε το Συνέδριο της Ειρήνης που οργανώθηκε από τις συμμαχικές δυνάμεις της Αντάντ και των ΗΠΑ, στο τέλος του Α’ παγκοσμίου πολέμου, με στόχο να συσταθεί ένας παγκόσμιος σύνδεσμος των εθνών, που θα λάβει την επίσημη ονομασία Κοινωνία των Εθνών και να τεθούν υπό διαπραγμάτευση οι συνθήκες ειρήνης μεταξύ αυτών και των ηττημένων.

Στο προάστειο Νεϊγύ-συρ-Σεν (Neuilly sur Seine) υπογράφηκε στις 27 Νοεμβρίου 1919 μεταξύ της Βουλγαρίας και των νικητριών δυνάμεων του Α’ Παγκοσμίου πολέμου η συνθήκη που επέβαλε στην ηττημένη Βουλγαρία να παραιτηθεί από όλα τα κυριαρχικά δικαιώματά της στη Δυτική Θράκη. Η συνθήκη αυτή, χαρακτηρίσθηκε από τη βουλγαρική ιστοριογραφία ως εθνική καταστροφή.

Ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας, Αλεξάνταρ Σταμπολίνσκυ

Η επιστολή του Σταμπολίνσκι
Ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας Αλεξάνταρ Σταμπολίνσκυ ήταν επικεφαλής της Βουλγαρικής αντιπροσωπείας στη Συνέδριο της Ειρήνης στο Παρίσι. Ήταν αντίθετος στην πολιτική που έσυρε τη Βουλγαρία στο πλευρό των Κεντρικών Αυτοκρατοριών και της Τουρκίας “του κοινού εχθρού των Χριστιανικών λαών εν τη Βαλκανική Χερονήσω” σύμφωνα με φράση του Βενιζέλου. Ήταν όμως ως πρωθυπουργός υποχρεωμένος να υποστηρίξει τα συμφέροντα της χώρας του. Για το λόγο αυτό έστειλε επιστολή Νεϊγύ- συρ- Σεν, στις 23 Νοεμβρίου για τον Έλληνα πρωθυπουργό, αλλά ο Βενιζέλος ήταν στο Παρίσι.

Ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας Σταμπολίνσκυ, έστειλε επιστολή στην ελληνική αντιπροσωπεία στο Νεϊγύ- συρ- Σεν, στις 23 Νοεμβρίου 1919, εξέφραζε την άποψη ότι για την επίτευξη διαρκούς ειρήνης και ανάπτυξης των σχέσεων μεταξύ των κρατών της Βαλκανικής Χερσονήσου απαιτείται να παραιτηθεί η Ελλάδα από κάθε αξίωσή της επί της Θράκης, υπέρ της Βουλγαρίας.

Ο Σταμπολίνσκυ υποστήριζε ότι με την παραχώρηση της Θράκης στην Ελλάδα θα υποστεί διάσπαση η εθνική ενότητα των Βουλγάρων και θα εστερείτο η Βουλγαρία εξόδου προς το Αιγαίο, μέγιστη γεωγραφική οικονομική και πολιτική αναγκαιότητα γι’ αυτήν, όταν μάλιστα η Θράκη δεν είναι αναγκαία για την Ελλάδα για κανένα λόγο πολιτικής, γεωγραφικής και οικονομικής φύσεως. Στην επιστολή αυτή απάντησε ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος στις 27 Νοεμβρίου από το Παρίσι, αναφέροντας ότι η επιστολή του Βούλγαρου ομολόγου του έφτασε στα χέρια του μόλις στις 26 Νοεμβρίου.

ΠΑΤΡΙΣ, 12 Δεκ 1919

Σημαντικό ντοκουμέντο για την ιστορία της Θράκης
Η επιστολή αυτή, αποτελεί σημαντικό ντοκουμέντο για την ιστορία της Θράκης, γιατί με τον πιο επίσημο τρόπο, σε μια κρίσιμη στιγμή, όταν παίζονταν το μέλλον της (ας μην ξεχνάμε ότι ΗΠΑ και Βουλγαρία τότε υποστήριζαν τις αξιώσεις των Βουλγάρων για έξοδο στο Αιγαίο) διακηρύχθηκε η ελληνικότητά της από τα αρχαία χρόνια και αναλύθηκε η στάση της αδηφάγου Βουλγαρίας, που αν και ηττημένη επιχειρούσε να κυριαρχήσει στα Βαλκάνια.

Η επιστολή δημοσιεύθηκε σε εφημερίδες της Αθήνας στις 12 Δεκεμβρίου 1919.
Από την αρχή της επιστολής του ο Βενιζέλος ξεκαθάριζε με απόλυτη σαφήνεια:

“Δυστυχώς μοι είναι αδύνατον να προσχωρήσω εις την Υμετέραν αντίληψιν και παραιτηθώ της Δυτικής Θράκης υπέρ της Βουλγαρίας”.

Η επιστολή αυτή γράφηκε από τον Βενιζέλο, ο οποίος εξασφαλίζοντας στο συνέδριο της Ειρήνης το μέλλον της Θράκης υπέρ της Ελλάδος, δεν δίστασε να κάνει παραδοχές, που από το 1912, δεν ήθελε να κάνει δημόσια και κάθε υπόμνησή τους (δείτε ΕΔΩ σχετικό άρθρο), του προκαλούσε εκνευρισμό. Τόνιζε μάλιστα προς τον Σταμπολίνσκυ ότι χάριν της αποτελεσματικώτερης προσεγγίσεως των Βαλκανικών λαών “εφάνην μάλιστα διατεθειμένος να προβώ προς τον σκοπόν τούτον εις πολιτικάς θυσίας αλησμονήτους“.

Απόσπασμα από τα πρακτικά της Βουλής

Οι “αλησμόνητες θυσίες”
Ποιές ήταν αυτές οι αλησμόνητες θυσίες; Τις περιγράφει με ειλικρίνεια ο Βενιζέλος στην επιστολή του προς τον Σταμπολίνσκυ, γράφοντας:
Πράγματι δεν είναι δυνατόν να λησμονηθή, ότι η Ελλάς μετά τον πρώτον Βαλκανικόν πόλεμον ήτο διατεθειμένη να παραιτηθή υπέρ της Βουλγαρίας, αλλά αυτής της Ανατολικής Μακεδονίας, όπως η Βουλγαρία συγκατατεθή εν τη Δυτική Μακεδονία εις θυσίας αναλόγους αλλά πολύ κατωτέρας κατ’ έκτασιν. Ο συμβιβασμός ούτος είχε ως σκοπόν να διευκολύνη την ειρηνικήν διανομήν των απελευθερουμένων εδαφών και τον σχηματισμόν Βαλκανικού Συνασπισμού, όστις θα εξησφάλιζεν οριστικώς την ειρήνην εν τη Χερσονήσω.
Δια των παραχωρήσεων τούτων η Ελλάς εθυσίαζε 750.000 Ελλήνων εν τη Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη συμπεριλαμβανομένης και της Κωνσταντινουπόλεως
“.

Πράγματι είναι πλήρης η παραδοχή του Βενιζέλου ότι η Θράκη το 1912, ουσιαστικά ήταν αποφασισμένο, να παραχωρηθεί στη Βουλγαρία ανάλογα με την εξέλιξη του πολέμου. Και πρόσθετε:
Διαρκούντος του δευτέρου τούτου Βαλκανικού πολέμου, η Ελλάς είχε καταλάβη άπασαν την Δυτικήν Θράκην μέχρι του Έβρου. Είχεν απωθήσει την Βουλγαρίαν μέχρι των του πρώτου πολέμου συνόρων αυτής. Ουχ’ ήττον εν τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου η Ελλάς εδέχθη να αποδώση εις την Βουλγαρίαν την Δυτικήν Θράκην, εν τη οποία οι Βούλγαροι απετέλουν μόνον μειονότητα, υπήρχον δε πλεόν της μιας ανθούσαι Ελληνικαί πόλεις, μη υπολογιζομένων πολυαρίθμων και πλουσίων αγροτικών πληθυσμών.
Η Υμ. Εξοχότης θα θελήση να αναγνωρίση ότι το διαλλακτικόν τούτο πνεύμα εις ουδέν ωφέλησεν. Μόλις κατέλαβε την Δυτικήν Θράκην η Βουλγαρία, έσπευσε να εκδιώξη εκείθεν ολόκληρον τον Ελληνικόν πληθυσμόν
“.

Συνεχίζοντας ο Ελευθέριος Βενιζέλος επισημαίνει ότι όλες οι παραχωρήσεις προς την Βουλγαρία υπήρξαν ανωφελείς, αλλά κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η γειτονική χώρα, αγνόησε και τις προτάσεις της Αντάντ, που της παραχωρούσε όσα είχε χάσει κατά τον Β’ Βαλκανικό πόλεμο και προτίμησε να συμμαχήσει με την Τουρκία και να επιβάλλει την ηγεμονία της σε εδάφη της Βαλκανικής στα οποία άλλοι λαοί είχαν επικρατήσει από πολλούς αιώνες πριν.

Με αφορμή την επιστολή αυτή ο Έλληνας πρωθυπουργός έκανε και σειρά ιστορικών αναφορών υπογραμμίζοντας ότι στα εδάφη της Θράκης, ζούσαν εξαπλάσιοι Έλληνες και πενταπλάσιοι Τούρκοι έναντι των Βουλγάρων και αν συνυπολογισθεί ο πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης, τότε ο Βουλγαρικός πληθυσμός της Θράκης θα ισούτο μόλις προς το ένα ένατο του Ελληνικού πληθυσμού και το ένα δέκατο του Τουρκικού. Υπενθύμιζε επίσης ότι από την εποχή που εμφανίσθηκαν οι Βούλγαροι στα Βαλκάνια και έως την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους η Θράκη ποτέ δεν είχε περιληφθεί στο Βουλγαρικό κράτος. Μόνο όταν κατά τη Δ’ Σταυροφορία όταν οι Φράγκοι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη και η η πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μεταφέρθηκε στη Νίκαια, οι Βούλγαροι κατέλαβαν ένα σημαντικό μέρος της Θράκης. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση η κατοχή τους κράτησε μόνο 14 χρόνια. Συνιστούσε μάλιστα στον Σταμπολίνκυ να διαβάσει το βιβλίο του Βούλγαρου πρεσβευτή στο Βερολίνο Ριζώφ, που εκδόθηκε το 1917, με τίτλο “Οι Βούλγαροι εν τοις ιστορικοίς, εθνογραφικοίς και πολιτικοίς συνόροις αυτών” και τόνιζε ότι “εν τοις Βαλκανίοις μέχρι των ημερών ημών, ήτοι επί δώδεκα αιώνας το Ελληνικόν Έθνος ουδέποτε έπαυσεν επικρατούν εν των τμήματι τούτω της Θράκης”.

Ο Βενιζέλος υπενθύμιζε στη συνέχεια πως αναγνωρίζοντας ότι τα οικονομικά συμφέροντα της Βουλγαρίας θα εξυπηρετούνταν καλύτερα πρόσφερε το λιμάνι του Δεδέαγατς, που οι Βούλγαροι θεώρησαν ανεπαρκές. Πρότεινε το λιμάνι της Καβάλας να παραχωρηθεί μάλιστα με καθεστώς εγγύησης της Κοινωνίας των Εθνών. Θύμιζε ότι και η δίοδος του Ντάντσιχ είχε παραχωρηθεί στην Πολωνία ως εμπορική διέξοδος προς το λιμάνι του και δεν τέθηκε υπό την κυριαρχία της, γιατί η πλειονότητα του πληθυσμού ήταν γερμανική. Και ρωτούσε γιατί η Βουλγαρία δεν ζητάει διέξοδο στο Αιγαίο από γειτονική της χώρα, ως τίμημα της φιλίας της, υπονοώντας χωρίς να την κατονομάζει την Τουρκία.

Σχόλια του τύπου
Η εφημερίδα “Καιροί” σε σχόλιό της στις 13 Δεκεμβρίου 1919 έγραψε: “Η δημοσιευθείσα απάντησις του κ. Πρωθυπουργού προς τον Πρωθυπουργόν της Βουλγαρίας κ. Σταμπολίνσκυ δύναται να θεωρηθεί, όπως και είναι, πρότυπον διπλωματικού εγγράφου”. Η “Εστία” σε κύριο άρθρο της την ίδια μέρα με τίτλο “Η απάντησις που εχρειάζετο” είχε γράψει μεταξύ άλλων: “Ο Βούλγαρος Πρωθυπουργός εζήτησε παρά της Ελλάδος να στέρξη να παραιτηθή της Δ. Θράκης επ’ ανταλλάγματι της Βουλγαρικής φιλίας εις το μέλλον. Και ο κ. Βενιζέλος απάντησε επί τη βάσει της Ιστορίας: Η Θράκη ουδέποτε υπήρξε Βουλγαρική”.

Η Συνθήκη του Νεϊγύ

Τί είχε προηγηθεί
Τα 25 χρόνια του 20ου αιώνα, ήταν χρόνια φωτιάς, εξαιτίας τοπικών πολέμων, αλλά και του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με τα 10 και πλέον εκατομμύρια νεκρών στρατιωτών και 20 και πλέον εκατομμύρια τραυματιών και τα 10 εκατομμύρια άμαχων νεκρών.

Η Ελλάδα, έχοντας τα δικά της εσωτερικά προβλήματα (Βαλκανικοί Πόλεμο, Εθνικός Διχασμός, χωριστικό κράτος Θεσσαλονίκης κ.λπ.) μπήκε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο τέλος του 1917. Μπήκε χωρίς προηγουμένως να έχει συνάψει συμφωνία με τους Συμμάχους για τα οφελήματα που θα αποκόμιζε σε περίπτωση νίκης των συμμάχων της Αντάντ. Έτσι ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος που πήρε μέρος στην υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης στο Παρίσι, αρκέσθηκε να αποδεχθεί την ελεύθερη αυτοδιάθεση των λαών αλλά πρόβαλε την ικανοποίηση των ελληνικών αξιώσεων στο μέλλον.

Οι ελληνικές διεκδικήσεις είχαν περιληφθεί στο υπόμνημα το οποίο κατέθεσε στις 30 Δεκεμβρίου 1918 και παρουσίασε ο ίδιος ενώπιον του “Συμβουλίου των Δέκα” στις 3 Φεβρουαρίου 1919. Το ελληνικό υπόμνημα είχε αντιμετωπισθεί με ευμένεια, με εξαίρεση τους αντίθετους Αμερικανούς και Ιταλούς. Γνωρίζοντας ο Βενιζέλος τη στάση τους για την έξοδο στο Αιγαίο, όταν μίλησε ζήτησε την εφαρμογή της αρχής των εθνοτήτων της Θράκης της οποία το δυτικό τμήμα, έπρεπε να παραχωρηθεί στην Ελλάδα τονίζοντας μεταξύ άλλων:

“Αναμφιβόλως τούτο θα είχε ως αναπόφευκτον συνέπειαν την απώλειαν της διεξόδου εις το Αιγαίον αλλά είμαι έτοιμος να συστήσω λύσιν προς αντιμετώπιση των οικονομικών αναγκών της Βουλγαρίας, καίτοι αυτή διαθέτει θαυμάσιους λιμένες εις την Μαύρην Θάλασσαν…” και συνέχισε “κάθε παραχώρηση κι αν εγίνετο θα ήταν ανωφελής εφόσον η Βουλγαρία δεν θα ησύχαζε μέχρις ότου αποκτήση ολόκληρον την Βαλκανικήν, αξιούσα πλήρη ηγεμονίαν εφ’ όλης της Χερσονήσου και κατά συνέπειαν, επωφελούμενης πάσης ευκαιρίας δια να ικανοποιήση τις φιλοδοξίες της. Η Βουλγαρία αντιπροσωπεύει εις τα Βαλκάνια ότι η Πρωσσία εις την Κεντρικήν Ευρώπην, πάντοτε δε θα επιχειρή να επιβάλη τον μιλιταρισμόν της επί των Βαλκανίων, όπως επεχείρησε να πράξη η Πρωσσία εις την Δυτικήν Ευρώπην”.

Η Θράκη ζούσε τότε μεγάλες στιγμές, με αγωνία αλλά και ελπίδα, περιμένοντας την απελευθέρωσή της, που άργησε να έρθει και τελικά ήρθε μέσα από πολυετείς και μεγάλες δοκιμασίες θηριωδιών, ωμοτήτων και γενοκτονικών διαθέσεων. Όμως άντεξε..

ΠΗΓΕΣ
-Αρχείο εφημερίδων “Καιροί”, “Εμπρός”, “Εστία” Αθηνών, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων

sitalkisking.blogspot.com

, , , , , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *