του Μανώλη Χατζημανώλη,
Tην εποχή της σύγκρουσής του με την Ρώμη, ο βασιλέας της Ηπείρου Πύρρος διέθετε ήδη απαράμιλλη φήμη μεταξύ των συγχρόνων του για τις στρατηγικές του ικανότητες και την γενναιότητά του στο πεδίο της μάχης, καταφέρνοντας με τους ελάχιστους πόρους του βασιλείου του να αντιμετωπίζει επιτυχώς βασιλείς όπως ο Δημήτριος ο Πολιορκητής και ο Λυσίμαχος της Θράκης.
To 297 π.Χ o βασιλιάς Κάσσανδρος της Μακεδονίας πεθαίνει και δύο χρόνια αργότερα ο νεαρός υιός του Αντίπατρος δολοφονεί την μητέρα του Θεσσαλονίκη (η οποία είναι αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου) και εξορίζει τον μικρότερο αδελφό του Αλέξανδρο, βυθίζοντας το μακεδονικό βασίλειο σε δυναστική κρίση. Ο Αλέξανδρος τότε στρέφεται στα γειτονικά βασίλεια για βοήθεια, στέλνοντας εκκλήσεις στον Πύρρο και στον Δημήτριο, τον επονομαζόμενο και “Πολιορκητή” που έχει κτήσεις στην νότια Ελλάδα. Καθώς όμως ο τελευταίος καθυστερεί λόγω του πολέμου του εναντίον της Σπάρτης, ανταποκρίνεται τελικά πρώτος ο Πύρρος, ο οποίος απαιτεί σε αντάλλαγμα τις περιοχές της Tυμφαίας και της Παραυαίας στην Άνω Μακεδονία, καθώς και την Αμβρακία, την Ακαρνανία και την Αμφιλοχία.
Πράγματι, αφού εξασφαλίζει τις νέες κτήσεις του με φρουρές διευρύνοντας έτσι πολύ τα όρια του βασιλείου του, ο Ηπειρώτης βασιλιάς εισβάλλει στην Μακεδονία και αποκαθιστά τον Αλέξανδρο, συμβιβάζοντας μαζί με τον Λυσίμαχο τα δύο αδέλφια. To 294 π.Χ όμως κάνει καθυστερημένα την εμφάνισή του ο Δημήτριος, ο οποίος καθιστά σαφές ότι ήρθε για να μείνει. Μέσα σε κλίμα εκατέρωθεν δυσπιστίας, ο Δημήτριος τελικά δολοφονεί τον νεαρό Αλέξανδρο και, αφού εκδιώκει και τον Αντίπατρο, γίνεται ο ίδιος βασιλιάς της Μακεδονίας δημιουργώντας ένα βασίλειο το οποίο πλέον κυριαρχεί στον ελλαδικό χώρο. Καθώς δε οι σχέσεις του με τον Πύρρο είναι ήδη εξαιρετικά κακές, αφού ο τελευταίος είναι σύμμαχος και “προστατευόμενος” του μεγάλου του εχθρού Πτολεμαίου Α’, η σύγκρουση των δύο ηγεμόνων για την κυριαρχία στην Ελλάδα είναι παραπάνω από βέβαιη.
Μετά από κάποιες αρχικές συγκρούσεις στην Θεσσαλία και στην Στερεά Ελλάδα, το καλοκαίρι του 289 π.Χ ο Δημήτριος επιτίθεται αιφνιδιαστικά εναντίον των συμμάχων του Πύρρου Αιτωλών και, αφού καταλαμβάνει την χώρα τους, αφήνει ισχυρή φρουρά υπό τον στρατηγό του Πάνταυχο και εισβάλλει στην Ήπειρο για να συντρίψει και τον Πύρρο. Η μεταξύ τους σύγκρουση όμως δεν γίνεται ποτέ, αφού ο Ηπειρώτης βασιλιάς που σπεύδει στο μεταξύ εναντίον του ακολουθεί παράλληλη διαδρομή μέσα από τα βουνά και εισέρχεται στην Αιτωλία, όπου έρχεται αντιμέτωπος με την στρατιά του Πάνταυχου.
Η μάχη μεταξύ των δύο φαλαγγών, της μακεδονικής και της ηπειρωτικής, είναι φρικτή και αμφίρροπη, ενώ σύντομα οι δύο στρατηγοί έρχονται αντιμέτωποι, καθώς ο Πάνταυχος, ο δυνατότερος και γενναιότερος μεταξύ των αξιωματικών του Δημητρίου, προκαλεί τον Πύρρο σε μονομαχία. Η σύγκρουση που ακολουθεί είναι πραγματικά ομηρική, με τους δύο αντιπάλους να εκτοξεύουν τα ακόντιά τους και στην συνέχεια να μονομαχούν με τα ξίφη τους. Έχοντας αρχικά δεχθεί ένα πλήγμα από τον τρομερό Μακεδόνα, ο Πύρρος τραυματίζει τελικά τον Πάνταυχο στον μηρό και στον λαιμό βγάζοντάς τον εκτός μάχης. Αν και οι σύντροφοι του στρατηγού καταφέρνουν να τον σώσουν τελικά από τον θάνατο, οι Ηπειρώτες φαλαγγίτες έχοντας εμψυχωθεί από τη νίκη του βασιλιά τους κονιορτοποιούν τους Μακεδόνες ομολόγους τους και τους καταδιώκουν, φονεύοντας πολλούς και συλλαμβάνοντας 5.000 ως αιχμαλώτους.
Ο Δημήτριος, που στο μεταξύ λεηλατεί την Ήπειρο, δεν αργεί να πληροφορηθεί την συντριβή της στρατιάς της Αιτωλίας και, μπροστά στον κίνδυνο να εγκλωβιστεί στην εχθρική χώρα αντιμέτωπος με τις ενωμένες δυνάμεις του Πύρρου και των Αιτωλών, αποφασίζει να καταπιεί την περηφάνειά του και να επιστρέψει ταπεινωμένος στην Μακεδονία.
Ο Πύρρος από την άλλη επιστρέφει θριαμβευτής στην Αμβρακία, που έχει καταστήσει τη νέα του πρωτεύουσα, και οι έξαλλοι από χαρά Ηπειρώτες του, αποθεώνοντάς τον, του δίνουν για πρώτη φορά το προσωνύμιο “ο Αετός”, για να τους αποκριθεί με την σειρά του: “Χάρη σε εσάς είμαι Αετός. Γιατί πώς μπορώ να μην υψωθώ, σαν με γοργές φτερούγες, με όπλα σαν τα δικά σας;”
Όμως και οι Μακεδόνες, που είχαν γίνει μάρτυρες της γενναιότητάς του στην μάχη, αποκτούν μεγάλο θαυμασμό για τον Ηπειρώτη βασιλέα. Οι δε μεγαλύτεροι σε ηλικία βλέπουν σε αυτόν την δύναμη και την ορμητικότητα του θρυλικού βασιλιά τους Αλέξανδρου του Μέγα, καθώς όπως μαρτυράει ο Πλούταρχος:
“…σε αντίθεση με τους άλλους βασιλείς που μιμούνταν τον Αλέξανδρο με τις πορφύρες, τους Σωματοφύλακες, την κλίση του αυχένα και τον υψηλό τόνο της φωνής κατά τις συζητήσεις, μόνο ο Πύρρος μπορούσε στα όπλα και στα χέρια να συγκριθεί μαζί του“.
O θαυμασμός εχθρών και φίλων στο πρόσωπο του Πύρρου, αλλά και η αυταρχική διοίκηση του Δημητρίου που δυσαρεστούσε τους Μακεδόνες, θα αποβεί τελικά μοιραία για τον υιό του Αντίγονου. Το 287 π.Χ και ενώ οι δύο βασιλείς είναι αντιμέτωποι για ακόμα μια φορά κοντά στη Βέροια, οι Μακεδόνες εγκαταλείπουν μαζικά τον Δημήτριο, που για να διαφύγει αναγκάζεται να μεταμφιεστεί σε χωρικό. Στο απόγειο της δόξας του και χωρίς αντίπαλο, ο Αετός εισέρχεται στο μακεδονικό στρατόπεδο, όπου οι ενθουσιώδεις στρατιώτες τον αναγορεύουν βασιλιά της Μακεδονίας. Ένας ζωντανός θρύλος έχει μόλις γεννηθεί…