Ἡ Coup d’ oeil sur la Turquie τοῦ Μαυροκορδάτου

Μιχάλης Ρέττος*

Ὁ Μαυροκορδᾶτος, ἀπὸ τὸ 1819 ποὺ βρισκόταν στὴν Πίζα, ἐνημερωνόταν γιὰ τὴν εὐρωπαϊκὴ πολιτική, διάβαζε τὶς διεθνεῖς συνθῆκες, ἀκόμα καὶ τὶς προκηρύξεις μοναρχικῶν καὶ φιλελεύθερων κύκλων τῆς Εὐρώπης, ἐνῶ ἦλθε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ πολιτικοῦ φιλελευθερισμοῦ.[1] Γνώριζε τὴ γεωπολιτικὴ πραγματικότητα ποὺ καθόριζε τὶς διεθνεῖς σχέσεις καὶ προσέγγιζε τὸ ἑλληνικὸ ζήτημα βάσει αὐτῆς. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ ὑπόμνημα ποὺ συνέταξε στὶς ἀρχὲς τοῦ 1820, στὰ γαλλικά, μὲ τίτλο «Coup d’ oeil sur la Turquie» (Περὶ τῆς Τουρκίας), τὸ ὁποῖο τελικὰ δὲν ἐξέδωσε, μετὰ ἀπὸ προτροπὴ τοῦ Ἰωάννη Καρατζᾶ -γιὰ νὰ μὴν δοθεῖ ἡ ἐντύπωση ὅτι γράφτηκε κατὰ παρακίνησίν του.

Τελικά, ἔστειλε ἕνα ἀντίγραφο τοῦ συγγράματος στὸν Friedrich von Gentz, αὐστριακὸ διπλωμάτη καὶ ἄνθρωπο τοῦ Metternich, τὸ ὁποῖο εἶχε ὑπόψη του ὁ Prokesch von Osten ποὺ δημοσίευσε τὸ περιεχόμενό του.[2] Στὸ ὑπόμνημα αὐτὸ ὀ Μαυροκορδᾶτος, παραμονὲς τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1821, διατυπώνει  τὶς ἀπόψεις του γιὰ τὴν κατάσταση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας καὶ εἰσηγεῖται τὴν πρότασή του γιὰ τὴν ἐπίλυση τοῦ Ἀνατολικοῦ Ζητήματος. Οἱ σκέψεις που ὑποβάλλει οὐσιαστικὰ ἀπευθύνονται πρὸς τοὺς ἰθύνοντες τῆς εὐρωπαϊκῆς πολιτικῆς σκηνῆς, πρὸς τὶς δυνάμεις δηλαδὴ τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας.

Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος / πολιτικός, κυρίαρχη προσωπικότητα στις τάξεις  των εκσυγχρονιστών, αγωνιστής του 1821 - Times News

       Ὁ Μαυροκορδᾶτος στὸ σύγγραμά του θεωρεῖ τὴν ὀθωμανικὴ διακυβέρνηση δεσποτικὴ καὶ αὐθαίρετη,ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει σὲ αὐτὴ κάποιου εἴδους θεσμικοῦ ἐλέγχου στὸν ἡγεμόνα καὶ αὐτὸς μπορεῖ νὰ δρᾶ ἀνεξέλεγκτα. Ὁ δεσποτισμὸς τοῦ ὀθωμανικοῦ συστήματος, σύμφωνα μὲ τὸν Φαναριώτη, στηρίζεται στὰ ιδιαίτερα πολιτισμικὰ χαρακτηριστικὰ καὶ τὴ φυσιογνωμία τοῦ τουρκικοῦ λαοῦ, γι’ αὐτὸ εἶναι στυγνὸς καὶ ἀχαλίνωτος. Ἀντίθετα, ὁ δεσποτισμός τῶν χριστιανικῶν ἐθνῶν, πχ. τῆς Ρωσίας, εἶναι πιὸ ἤπιος καὶ ἀνθρώπινος, διότι ἡ χριστιανικὴ ἠθικὴ γλυκαίνει τὰ ἤθη καὶ ἐξομαλύνει τὸν δρόμο τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς εὐτυχίας, ἐνῶ τὸ δόγμα τοῦ Μωάμεθ θρέφει τὴ σκληρότητα καὶ τὴ βαρβαρότητα μέσα στὶς καρδιὲς τῶν οπαδῶν του.[3] Ἡ χριστιανικὴ συνείδηση, γιὰ τὸν Μαυροκορδᾶτο, εἶναι αὐτὴ ποὺ χαλιναγωγεῖ τὴν αὐθαιρεσία τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἐξουσίας. Ὁ Χριστιανὸς ἡγεμόνας, κυβερνώντας «ἐλέω Θεοῦ», λογοδοτεῖ γιὰ τὶς πράξεις του στὸν Ὕψιστο ἔχοντας στὸν νοῦ του τὶς ἀρχὲς τῆς εὐσπλαχνίας καὶ τῆς φιλανθρωπίας. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐντὰσσει τὸν Χριστιανὸ ἡγεμόνα, ἀκόμη καὶ τον ἀπόλυτο μονάρχη, στὸν κόσμο τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τὸν διαφοροποιεῖ ἀπὸ τὸν μουσουλμάνο ἡγεμόνα ποὺ κατατάσσεται στὸν κόσμο τῆς βαρβαρότητας.[4]

      Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ παραπάνω χαρακτηριστικά, ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία εἶναι, γιὰ τὸν Φαναριώτη, ἕνα μοναδικὸ παράδειγμα σήψης καὶ διαφθορᾶς στὴν Ἱστορία, καθὼς τὸ σύστημα διακυβέρνησής της παράγει μικροὺς τυράννους -ἀγιάννηδες, πασᾶδες, αγᾶδες, βοεβόδες- ποὺ αὐθαιρετοῦν σὲ τοπικὸ ἐπίπεδο καὶ ἀκρωτηριάζουν τὸ κράτος. Ὁ Μαυροκορδᾶτος ἑρμηνεύει αὐτὴ τὴν κατάσταση ἀνομίας, χάους καὶ ἀναρχίας, ποὺ ἐπικρατεῖ στὸ ἐσωτερικὸ τῆς Τουρκίας, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀδιαφορίας τοῦ ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος, ὡς μουσουλμάνος, προασπίζει τὸ ἰδιωτικό του συμφέρον καὶ δὲν μεριμνᾶ γιὰ τὸ γενικὸ καλό.[5] Συνεχίζει ἀναλύοντας τὸν τρόπο ποὺ ἀρθρώνεται τὸ ὀθωμανικὸ διοικητικὸ σύστημα, ἀπὸ τὴν κορυφὴ τῆς πυραμίδας πρὸς τὰ κάτω, διαπιστώνοντας ὅτι σὲ ὅλες τὶς βαθμίδες τῆς ἱεραρχίας κυριαρχεῖ ἡ αὐθαιρεσία, ἀφοῦ ἡ κύρια ἔγνοια τῶν ἀξιωματούχων εἶναι ἡ διατήρηση τῶν προνομίων τους καὶ ὄχι ἡ εὐημερία τῶν ὑπηκόων τους. Ἐπιπλέον ἡ ἴδια ἡ θέση τους στὸν διοικητικὸ μηχανισμὸ δὲν βασίζεται στὶς ἱκανότητές τους ἀλλὰ στὴν ἀποτελεσματικὴ ἐκμετάλλευση τῶν ὑπηκόων.[6]

      Πεποίθηση τοῦ Φαναριώτη εἶναι ὅτι ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία πνέει τὰ λοίσθια, καθὼς βρίσκεται σὲ μία διαρκῆ κρίση, ἡ οποία ἐκτείνεται σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα τῆς οργάνωσης τοῦ κράτους, μὲ ἀποτέλεσμα τὴ δημιουργία φυγόκεντρων δυνάμεων ποὺ θέτουν ὑπὸ αἴρεση τὴν ἴδια τὴν ὑπόσταση τοῦ ὀθωμανικοῦ συστήματος κυριαρχίας. Ἔτσι, σύμφωνα μὲ τὸν Μαυροκορδάτο, προκύπτουν οἱ Πασβάνογλου, οἱ Τφσανικλί-Ογλοῦ, οἱ Ντζεζάρ, οἱ Καραοσμάνογλου, οἱ Τζαπαντζαδέ καὶ τόσοι ἄλλοι οἱ ὁποίοι ἀντιστάθηκαν μέχρι τέλους, ἡ ανοικτή ἐξέγερση τοῦ Πασᾶ τῶν Ἰωαννίνων καὶ ἡ ἀνεξαρτησία, ἄν καὶ συγκαλυμμένη κάτω ἀπὸ τὸ πρόσχημα μίας καθολικῆς ὑπακοῆς, τοῦ Πασᾶ τῆς Αἰγύπτου.[7] Πέρα ἀπὸ τὸ πολιτικὸ σύστημα καὶ τὴ διοίκηση, ὁ Μαυροκορδᾶτος ἐντοπίζει τὴν ἀποδιάρθρωση τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους καὶ στὴν παρακμὴ τοῦ στρατοῦ, ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται πεισματικὰ νὰ ἐκσυγχρονιστεῖ σύμφωνα μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ πρότυπα, παρὰ τὶς ἐπίμονες μεταρρυθμιστικὲς προσπάθειες τοῦ Σελίμ Γ΄ (1789-1808) καί, τώρα, τοῦ Μαχμοῦτ Β΄, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Φαναριώτης πιστεύει ὅτι ἐπίσης ἀποτυγχάνει.[8]

      Νὰ τονιστεῖ ὅτι δὲν μὰς ἐνδιαφέρει τόσο, ἐν προκειμένω, ἡ ἀκρίβεια τῶν ἀπόψεων τοῦ Μαυροκορδάτου γιὰ τὴν κατάσταση τῆς Τουρκίας, ἀλλὰ περισσότερο ἡ πρόταση ποὺ κομίζει πάνω σὲ αὐτὲς του τὶς διαπιστώσεις. Ὁ ἴδιος θεωρεῖ ὅτι ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία, στὴν κατάσταση σήψης καὶ παρακμῆς ποὺ βρίσκεται, δὲν μπορεῖ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὸν γεωπολιτικό της ρόλο, ἀφοῦ δὲν διαθέτει τὴν ἀπαραίτητη ἰσχὺ καὶ τὶς ἀπαιτούμενες ζωτικὲς δυνάμεις γιὰ νὰ συγκρατήσει τὴ Ρωσία. Ἡ ἰσορροπία τῶν Δυνάμεων, ἑπομένως, πάνω στὴν ὁποία στηρίζεται ἡ εὐρωπαϊκὴ εἰρήνη, θὰ διαταραχθεῖ, ἐπειδὴ ὁ ρωσοτουρκικὸς πόλεμος εἶναι ἀναπόφευκτος, ἀφοῦ ἡ Ρωσία ἐκμεταλλεύεται κάθε ὀλιγωρία τῆς Τουρκίας, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸ μοναδικὸ ἐμπόδιο στὴν πάγια ἐπιδίωξή της: στὴν επέκτασή της πρὸς τὸν νότο καὶ στὴν ἀπόκτηση ἐλεύθερης πρόσβασης στὸν Εὔξεινο Πόντο καὶ στὸ Αἰγαῖο.[9] Ὁ ἐπικείμενος αὐτὸς πόλεμος θὰ ἐπιφέρει ἐδαφικὲς ἀπώλειες στοὺς Τούρκους, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ εἶναι σὲ θέση νὰ προβάλουν οὐσιαστικὴ ἀντίσταση.

      Ὁ μόνος τρόπος ἀποτροπῆς αὐτῆς τῆς ἀρνητικῆς -γιὰ τὶς εὐρωπαϊκὲς δυνάμεις- ἐξέλιξης, δηλαδὴ τῆς ἐνισχυμένης παρουσίας τῆς Ρωσίας στὴ νοτιοανατολικὴ Μεσόγειο καί, συνακόλουθα, τῆς ἀνατροπῆς τῆς ὑφιστάμενης ἰσορροπίας, εἶναι, σύμφωνα μὲ τὸν Μαυροκορδᾶτο, μία καταρχὴν ἐδαφικὴ ἐπιδιόρθωση στὸν χῶρο τῶν Βαλκανίων: οἱ δυτικὲς δυνάμεις θὰ ἔπρεπε νὰ πείσουν τὴν Πύλη νὰ δεχθεῖ τὴν ὕπαρξη τριῶν ἀνεξάρτητων ἡγεμονιῶν στὰ βόρεια σύνορά της: τὴ Βλαχία, τὴ Μολδαβία (ποὺ ἀνήκουν στὸ Δοβλέτι μόνο κατὰ τὸ ἥμισυ) καὶ τὴ Σερβία. Ὁ Μαυροκορδᾶτος θεωρεῖ ὅτι ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία, για μπορέσει να διατηρήσει τὴν ὑπόστασή της, θὰ ἔπρεπε νὰ θυσιάσει μέρος τῶν ἐδαφῶν στὸ βόρειο τμήμα της. Αὐτὴ ἡ ἐπιδιόρθωση θὰ μποροῦσε ἀπλῶς νὰ ἀμβλύνει τὸ «κακό», δηλαδὴ τὴ διατάραξη τῆς ἰσορροπίας τῶν Δυνάμεων ποὺ θὰ προκαλοῦσε ἡ ὁλοκληρωτικὴ πτώση τῆς αὐτοκρατορίας ἀπὸ τοὺς Ρώσους.

      Ὡστόσο, ὁ Φαναριώτης πιστεύει πὼς ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία δὲν εἶναι σὲ θέση να κατανοήσει τὰ συμφέροντά της, οὔτε τὸ μέγεθος τῶν προβλημάτων της, ὥστε νὰ προβεῖ σὲ ριζικὲς ἀναθεωρήσεις, καὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀνατρέψει τὴν πτωτική της πορεία. Σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση ἠ κατεδάφιση τοῦ τουρκικοῦ κράτους θὰ καθίστατο ἀναγκαία ἀφοῦ δὲ θὰ ἔμενε καμία ἐπλίδα ἐνίσχυσής του. Τότε, σύμφωνα μὲ τὸν Μαυροκορδᾶτο, χωρίζοντας γιὰ πάντα τὶς δύο ἡγεμονίες στὴν ἀριστερὴ ὄχθη τοῦ Δούναβη καὶ τὴ Σερβία γιὰ νὰ δοθοῦν στὴν Αὐστρία καὶ ἀφήνοντας στὴ Ρωσία ἕνα ἀρκετὰ σημαντικὸ μέρος τῆς ἀσιατικῆς ἀκτῆς στὴ Μαύρη Θάλασσα, στὴ δὲ Ἀγγλία κάποια σημαντικὰ νησιὰ ὅπως τὴν Κύπρο καὶ τὴν Κρήτη καὶ ἐγείροντας μία Ἑλληνική Αὐτοκρατορία, ἀποτελούμενη ἀπὸ τὸ ὑπόλοιπο τῆς εὐρωπαϊκῆς Τουρκίας καὶ τὴ Μικρὰ Ἀσία, ὄχι μόνο αὐτές οἰ δυνάμεις θὰ ἔβρισκαν ἐδὼ τὸ συμφέρον τους ἀλλά θὰ στερέωναν γιὰ ἀρκετὸ καιρὸ τὴν ταραγμένη ἰσορροπία τῆς Εὐρώπης.[10]

Αρχείο:Alexandros Mavrokordatos (Istoria Othonos p. 289).jpg - Βικιπαίδεια

      Στὸ παραπάνω ἀπόσπασμα ὁ Φαναριώτης θέτει τὴ τελικὴ -γιὰ ἐκεῖνον- λύση τοῦ Ἀνατολικοῦ Ζητήματος, στὴν ὁποία ἡ ἐλληνικὴ ἐθνικὴ ἀποκατάσταση συνδυάζεται με τὴ σταθεροποίηση τῆς ταραγμένης ἰσορροπίας στὴν Εὐρώπη. Προσπαθεῖ, ἐπίσης, μὲ αὐτὸ τὸ σχῆμα, νὰ νομιμοποιήσει τὸ ἐνδεχόμενο ξέσπασμα μιᾶς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης, στὶς διαδικασίες προετοιμασίας τῆς ὁποίας ὁ ἴδιος ἦταν ἤδη ἐνταγμένος. Σὲ αὐτὴ τὴ συνθήκη ἡ Ἑλληνικὴ Αὐτοκρατορία -μὲ εδάφη στὴν εὐρωπαϊκὴ Τουρκία καὶ τὴ Μικρὰ Ἀσία- θὰ ἀποτελεῖ τὸν πυλῶνα τῆς ἰσορροπίας καὶ τῆς εἰρήνης, ἀφοῦ ὥς νέα ζωογόνος δύναμη θὰ μπορεῖ νὰ ἀντικαταστήσει ἀποτελεσματικὰ τὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία στὸν παραδοσιακό της ρόλο· σὲ αὐτὸν τῆς ἀνάσχεσης τῆς ρωσικῆς ἐπέκτασης στὴ Μεσόγειο. Αὐτὴ τὴ γεωπολιτικὴ κατεύθυνση, τῆς σύμπτωσης τῶν συμφερόντων τῶν Ἑλλήνων μὲ τὸ μεταναπολεόντειο σύστημα ἰσορροπίας, χάραξε ὁ Μαυροκορδᾶτος (καὶ ὁ κύκλος του) ὡς πολιτικὸς ἡγέτης στὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση.[11] Ὁ ἴδιος θὰ προτάξει ἕναν γεωπολιτικὸ προσανατολισμὸ ποὺ θὰ ἀρθρωθεῖ κατ’ ἀντιπαράθεση μὲ τοὺς λόγους τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, οἱ ὁποῖοι ἀντιπροσώπευαν τὴν παραδοσιακὴ ἀντίληψη τῶν Ἑλλήνων ποὺ ἀντανακλοῦσε στὴν προσμονὴ προστασίας καὶ ἀπελευθέρωσης ἀπὸ τὸ ὁμόδοξο γένος τοῦ Βορρᾶ. Σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση δὲν δρᾶ ὡς δορυφόρος τῆς Ρωσίας οὔτε στηρίζεται ἀποκλειστικὰ σὲ αὐτή, ἀλλὰ ἀντίθετα ἀποτελεῖ δυνητικὸ πυλῶνα τῆς ἀποτροπῆς τῆς ρωσικῆς ἐπέκτασης.


[1] Σὲ αὐτὴ τὴν κατεύθυνση συντέλεσε ἡ γνωριμία καὶ ἡ συναναστροφὴ του μὲ τὸν Ἄγγλο ρομαντικὸ ποιητὴ Percy Bysshe Shelley καὶ τὴ γυναῖκα του Mary Shelley, βλ. Θεοδωρίδης, ὅ.π., 145-54.

[2] Μία ἀποσπασματικὴ παράθεση τοῦ περιεχομένου τοῦ ὑπομνήματος στό: Anton Prokesch von Osten, Ἱστορία τῆς Ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων κατὰ τοῦ Ὀθωμανικοῦ Κράτους ἐν ἔτει 1821 καὶ τῆς ἱδρύσεως τοῦ Ἑλληνικού Βασιλείου, τ. Α΄, ἑλλ. μτφρ. ὑπὸ Γ. Ἐμ. Ἀντωνιάδου (Ἀθήνα: ἐκ τοῦ τυπογραφείου τῆς «Ἀθήνᾶς», 1868), 17–19. Ὁ Μαυροκορδᾶτος ἐκθέτει τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους δὲν κατάφερε νὰ ἐκδώσει τὸ ἐν λόγω πόνημα σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸ Ἐκτελεστικό, τὸ 1824, βλ. Ἐμμανουήλ Πρωτοψάλτης (ἐπιμ), Ἱστορικόν Ἀρχεῖον Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, τχ. 4, Μνημεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας, τ. Ε΄ (Ἀθήνα: Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, 1963), 614–15.

[3] Θεοδωρίδης, ὅ.π., 185.

[4] Στὸ ἴδιο, 186.

[5] Στὸ ἴδιο, 187.

[6] Στὸ ἴδιο, 191.

[7] Στὸ ἴδιο, 199.  Ἡ κρίση τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 18ου αἴ., ἀφορᾶ σὲ μεγάλο βαθμὀ τὸ φαινόμενο τῆς «ἀγιαννοποίησης», δηλαδὴ τὴν ἐκδήλωση ἀποσχιστικῶν τάσεων ἀπὸ πασᾶδες καὶ περιφερειακὲς διοικήσεις, μερικὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἀναφέρει ὁ Μαυροκορδᾶτος στὸ συγκεκριμένο ἀπόσπασμα. Ὁ Ilicak ἀναφέρεται στὶς ὁργανωμένες προσπάθειες τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους νὰ ἐλέγξει τὶς ἠμιαυτόνομες περιφέρειες καὶ νὰ συγκεντρώσει ἐκ νέου τὶς ἐξουσίες, μετὰ τὴ συνθήκη τοῦ Βουκουρεστίου (1812) καὶ τὸ τέλος τῶν ναπολεόντειων πολέμων (1814), μὲ τὸν ὅρο “de-a’yanization project”: βλ. Ilicak, ὅ.π., 27-32. Γιὰ τὴν κρίση τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους κατὰ τὸ β’ μισὸ τοῦ 18ου αἴ. καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου βλ. Ali Yaycioglu, Partners of the Empire: The Crisis of the Ottoman Order in the Age of Revolutions (Stanford, California: Stanford University Press, 2016).

[8] Θεοδωρίδης, ὅ.π., 202.

[9] Στὸ ἴδιο, 237.

[10] Στὸ ἴδιο, 270.

[11] «Πολλὰ τῶν ὅσων εἰς ἐκεῖνο τὸ σύγγραμμα ἔλεγα, ἠκολούθησαν κατὰ γράμμα εἰς τὴν περίοδον τῆς ἐπαναστάσεώς μας, διότι εἶναι ἀληθῆ ὅσα ἔγραφα», βλ. ΙΑΑΜ, ὅ.π., τχ. 4, 614.

*Φιλόλογος, ιστορικός ερευνητής

, , , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *