Τα γεγονότα στην περιοχή του Ολύμπου το 1854 και οι επαναστατικές κινήσεις του 1866-7

Από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα

Τα τελευταία γεγονότα της επαναστάσεως του 1854

Τα γεγονότα στην περιοχή Ολύμπου: Την ίδια εποχή με τα γεγονότα της Καλαμπάκας στα οποία αναφερθήκαμε στο προηγούμενο σημείωμά μας, τον Απρίλιο του 1854, ο Τσ. Καρατάσος άρχισε επαναστατικές κινήσεις στην περιοχή του Αγίου όρους. Έτσι το σώμα των Μακεδόνων αγωνιστών μετά τις μάχες του Πλατάνου και της Καλαμπάκας προχώρησε σε συνεννόηση με τον Καρατάσο, στην περιοχή του Ολύμπου. Οι κάτοικοι του Λιβαδίου ύψωσαν τη σημαία της επανάστασης. Στην περιοχή Αγιά Τριάδα, ένα σώμα επαναστατών ελέγχουν το πέρασμα προς τα Σέρβια. Τα μοναδικά τουρκοχώρια της περιοχής, Σάντοβο (Καλλιθέα), Μπακαράδες και Παζαρλάδες (Λόφος), πυρπολήθηκαν από τους επαναστάτες. Μια δύναμη 1.500 οπλοφόρων του οθωμανικού στρατού εμποδίστηκε από μόλις 70 επαναστάτες στη θέση Σάπκα Λιβαδίου1Η τουρκική δύναμη ερχόταν από τα Σέρβια έχοντας κατακαύσει τη Δεσκάτη, για να χτυπήσει τους Θεσσαλούς επαναστάτες. Όμως, η τύχη της επαναστατικής κίνησης στον Όλυμπο κρίθηκε από την αποτυχία του Καρατάσου στη Χαλκιδική. Έτσι μετά την αποχώρησή του μεγάλου Μακεδόνα οπλαρχηγού, οι επαναστάτες του Ολύμπου επέστρεψαν στην ελεύθερη Ελλάδα.

Η χωρίς ελληνική ήττα καταστολή της επανάστασης: Δυστυχώς οι θυσίες αυτές του ελληνικού στρατού και των επαναστατών πήγαν χαμένες για λόγους έξω από το ελληνικό-θεσσαλικό αγωνιστικό φρόνημα. Οι μεγάλες δυνάμεις που όπως προαναφέραμε στη συγκυρία αυτή ήταν με το μέρος του “γίγαντα με τα πήλινα πόδια”, όπως αποκαλούνταν η ήδη παραπαίουσα Οθωμανική αυτοκρατορία, αφού στο προηγούμενο διάστημα έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για την παρεμπόδιση εφοδιασμού των ελληνικών στρατιωτικών τμημάτων, κατέλαβαν τον Πειραιά, για λόγους εκφοβισμού. Έτσι ο υπουργός των στρατιωτικών Μαυροκορδάτος αναγκάστηκε να ανακαλέσει, με αυστηρές προειδοποιήσεις, όλους τους αξιωματικούς του ελληνικού στρατού από τη Θεσσαλία και έδωσε εντολή να διακοπεί η αποστολή κάθε υλικής βοήθειας προς τους επαναστάτες. Συγχρόνως ο Όθων εξαναγκάστηκε να υπογράψει τη σχετική διακήρυξη ουδετερότητας, ή καλύτερα την αποκήρυξη της επανάστασης στις 12/24 Μαΐου του 1854. Μετά από αυτά το νικηφόρο στρατόπεδο της Καλαμπάκας άρχισε σταδιακά να αραιώνει από τους αξιωματικούς του, μέχρι που διαλύθηκε οριστικά την 6η Ιουνίου. Από την περιοχή της Θεσσαλίας ο Χατζηπέτρος αναχώρησε μέσω Νεοχωρίου και Υπάτης. Έφτασε στη Λιβαδιά την 29η Ιουνίου. Όπως ήταν φυσικό ή αποτυχία της θεσσαλικής αυτής επανάστασης, που οφειλόταν στην ξενική κατοχή των μεγάλων δυνάμεων, ακολουθήθηκε από βιαιοπραγίες του τουρκικού όχλου εις βάρος των Χριστιανών της Λάρισας, των Τρικάλων και των άλλων αστικών και μη κέντρων της Θεσσαλίας.

1. Το γεφύρι του Κοράκου πριν την ανατίναξή του από τους αντάρτες
  1. Οι επαναστατικές προσπάθειες του 1866-7.

Με το ξέσπασμα της επανάστασης στην Κρήτη, το 1866, οι σκλαβωμένοι αδελφοί της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Ηπείρου πήραν τα όπλα. Η ελληνική κυβέρνηση πήρε, όπως ήταν φυσικό, το μέρος των επαναστατών, προτείνοντας μάλιστα τις περιοχές απ’ όπου θα ξεκινούσε ο αγώνας. Πρωταγωνιστικό ρόλο στις κυβερνητικές προσπάθειες ανέλαβαν ο Επ. Δεληγεώργης και ο νεαρός τότε Χαρ. Τρικούπης, που ήταν υπουργός των εξωτερικών, και ο Αλ. Κουμουνδούρος, σε συνεννόηση με τον βασιλιά Γεώργιο. Η πρώτη εισβολή ενόπλων από την ελεύθερη Ελλάδα, έγινε από τον Ζήση Σωτηρίου που πέρασε με 30 ενόπλους τα σύνορα στην περιοχή Δομοκού για να υποστηρίξει τον εκεί απελευθερωτικό αγώνα, χωρίς όμως να κατορθώσει κάτι σημαντικό. Όμως, εξαιτίας αυτής της εισβολής, προέκυψε διπλωματικό ζήτημα για την ελληνική κυβέρνηση, με την κατηγορία ότι βοηθάει κι ενθαρρύνει τις επαναστάσεις.

Την άνοιξη του 1866 ο Κυριάκος Καράμπασης με τους ενόπλους του άρχισε την επαναστατική δραστηριότητα στη Γούρα (Ανάβρα) της Όθρυς. Οι σπουδαιότερες μικροσυμπλοκές του 1866, αλλά και των αρχών της επομένης πραγματοποιήθηκαν σε χωριά της περιοχής Αλμυρού, όπως στη Φυλλιαδόνα, στους Κωφούς, στην Ανάβρα, αλλά και σε άλλες περιοχές, όπως στη Μελιταία και στο Μακρολίβαδο. Η σημαντικότερη όμως μάχη αυτής της επανάστασης δόθηκε στον Παλαμά. Αυτή κράτησε 6 ώρες και διακρίθηκαν οι Έλληνες οπλαρχηγοί ΚαλαμάραςΒουλγαράκης και Καράμπασης. Σ’ αυτή τη συμπλοκή σκοτώθηκαν 40 Τουρκαλβανοί και μόλις 2 Έλληνες. Άλλη σπουδαία σύγκρουση που καταγράφεται στην Ιστορία αυτής της επανάστασης ήταν η μάχη του Κοράκου, στο ομώνυμο γεφύρι της Δ. Θεσσαλίας, [στο οποίο θα αναφερθούμε και όταν, συν Θεώ, μιλήσουμε για τα θεσσαλικά γεφύρια] σε μια περιοχή που συνδέει τη Θεσσαλία με την Ήπειρο (Άρτα). Την 22 Δεκεμβρίου 1866, δύναμη 600 Τουρκαλβανών στρατιωτών υπό τον Χατζή – Εμίν Μπέη και ένα σώμα 400 Αλβανών ατάκτων αναχώρησε από την Άρτα για τη Μπότση, με σκοπό την κατάπνιξη της εξέγερσης στην περιοχή της ορεινής Άρτας και εν συνεχεία την απελευθέρωση της γέφυρας του Κοράκου και την προέλαση προς τη Θεσσαλία όπου θα χτυπούσαν το Θεσσαλικό κίνημα, που θέριευε από μέρα σε μέρα. Την 26η Δεκεμβρίου ο Εμίν Μπέης έφτασε στα Γρέβια, όπου, έχοντας την πληροφόρηση πως θα χτυπήσει τους επαναστάτες και ο Χαλίλ πασάς από την πλευρά της Θεσσαλίας, διέσπασε τη δύναμή του σε δυο τμήματα. Το ένα θα έφθανε μέσω των γειτονικών βουνών στη Βρεστενίτσα όπου θα επετίθετο στο στρατόπεδο των εκεί επαναστατών, το δε άλλο από παραποτάμια μονοπάτι θα έφθανε στα Κονάτσια, όπου θα επετίθετο στη φρουρά της γέφυρας που την αποτελούσαν 70 άνδρες υπό τον Ιωάννη Κοντονίκα.

Έτσι ο Εμίν έδωσε το σύνθημα για άμεση επίθεση κατά των επαναστατών που φύλαγαν τη γέφυρα. Οι επαναστάτες μάχονταν γενναία. Μάλιστα κάποια στιγμή, εν είδει τεχνάσματος, προσποιήθηκαν υποχώρηση. Τότε οι Οθωμανοί όρμησαν στη γέφυρα, αλλά δέχτηκαν ομοβροντία από τα γύρω υψώματα της αριστερής πλευράς, της θεσσαλικής, που φύλαγαν οι Θεσσαλοί αγωνιστές υπό τον Αλεξανδρή, ενώ οι του Κοντονίκα άρχισαν να τους χτυπούν από πίσω. Μετά τον αιφνιδιασμό οι Τούρκοι αποχώρησαν αφήνοντας πίσω τους αρκετούς νεκρούς και τραυματίες. Ένας από τους τραυματισμένους που διέφυγαν ήταν και ο Εμίν. Ούτε όμως και το άλλο τμήμα των Τουρκαλβανών είχε καλύτερη τύχη. Μετά από πολύωρο χτύπημα του γειτονικού στρατοπέδου των επαναστατών, στη Βρεστενίτσα, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις βραδινές ώρες τις θέσεις τους και να επιστρέψουν προς τα Γρέβια της Ηπείρου. Την 28η Δεκεμβρίου οι Οθωμανοί επανέλαβαν τις επιθέσεις τους στη γέφυρα του Κοράκου [σήμερα το σπουδαίο αυτό μονότοξο γεφύρι -με το μεγαλύτερο άνοιγμα στα Βαλκάνια- δεν σώζεται μιας και δυστυχώς το ανατίναξαν οι διωκώμενοι από τον Ελληνικό Στρατό κομμουνιστές κατα την υποχώρησή τους προς το Γράμμο το 1949] αλλά και πάλι ηττήθηκαν έχοντας και πάλι απώλειες πέντε νεκρών και δέκα τραυματιών.

Τα γεγονότα στη Μονή Σπηλιάς Στεφανιάδας: Οι επαναστατημένοι κάτοικοι των χωριών της Αργιθέας, Στεφανιάδας, Κουμπουριανών, Λιάσκοβου, αλλά και άλλων οικισμών, υπό τον Καραούλη2, τον Αλεξανδρή, και άλλους οπλαρχηγούς, με την αναμενόμενη ύφεση της επανάστασης, κλείστηκαν στην Ι. Μ. Σπηλιάς. Εκεί, τον Ιανουάριο του 1867, περικυκλώθηκαν από ισχυρή οθωμανική δύναμη που διοικούνταν από τους Φράσαρη και Ιμπραήμ. Χάρις όμως σε έξυπνο σχέδιο του Καραούλη, κατάφεραν, αφού αντιμετώπισαν με επιτυχία τις πρώτες αψιμαχίες, να ξεφύγουν μέσω Τσουρνάτας στην ελληνοτουρκική μεθόριο. Βέβαια, ο αγώνας τους δεν σταμάτησε εκεί, αλλά πολύ συχνά περνούσαν τα σύνορα και προξενούσαν φθορά στον εχθρό.

Το τέλος της επανάστασης αυτής γράφτηκε στην Ι. Μ. Ρεντίνας. Εκεί 50 επαναστάτες με ηγέτες τους τον Ε. Κατσιούλα και τον Κ. Καραστάθη περικυκλωμένοι από ισχυρή οθωμανική δύναμη έπεσαν μαχόμενοι μέχρις ενός

Το κλίμα, όμως, στην Ευρώπη ήταν δυσμενές για τα ελληνικά συμφέροντα και υπαγόρευε την κατάπαυση του πυρός. Άλλωστε η Κυβέρνηση δεν ήταν τόσο προετοιμασμένη στρατιωτικά για να ενισχύσει όλα τα επαναστατικά μέτωπα των υποδούλων και αναγκάστηκε να συμμορφωθεί μα τις αξιώσεις της Υψηλής Πύλης.

Επιστολή του Χατζηπέτρου προς τα κεντρικά, μετά τη μάχη της Καλαμπάκας

“Γενναιότατε αδελφέ

Καλαμπάκα τη 10η Μαΐου 1854

Τους Τούρκους μετά δεκαήμερον πολιορκίας τους κατασφάξαμεν χθες φονεύσαντες υπέρ τους 500, πληγώσαντες ικανούς και ζωγρίσαντες ζώντες υπέρ τους 200, καταδιώξαντες μακράν, και την ελθούσαν εις αυτούς βοήθειαν εκ 2000 περίπου Αράβων και Αλβανών διοικουμένους υπό του Χαλίμβεη και του Μέτζου Μελισσόβα εκ της ήττας δε ταύτης ενώ επτά ημέρας έπασχον από στερίας τροφών και έτρωγον μουλάρια, γαϊδούρια, χελώνας και σκυλιά ακόμη. Αναγκασθέντες οι Οθωμανοί αποφάσισαν και έφυγον χθες την νύχτα αφήσαντες τα πέντε κανόνια, τα οποία είχον σώα και αβλαβή, δύο σημαίας, πολεμοφόδια και όλα της στρατιωτικής των αποσκευής, και τους πληγωμένους των ως και τα τζαντήρια. Διερχόμενοι δε τον Πηνειόν ποταμόν οι πλειότεροι των διασωθέντων διεσκορπήσθησαν οι άλλοι και σήμερον ο μεν ποταμός γέμει πτωμάτων, οι δε χωρικοί από πρωίας φέρουσιν εις το στρατόπεδον αιχμαλώτους. Ούτω, λοιπόν, τη θεία συνάρσει διελύθη το επικινδυνοδέστερον εχθρικόν στρατόπεδον και ακολούθως πλέον δυνάμεθα να προχωρήσωμεν τα επαναστατικά όπλα και περαιτέρω εάν έχωμεν την προς τούτον διάθεσιν. Σήμερον την στιγμήν ταύτη πληροφορήθην ότι ο Ζεϊνέλ πασάς έκαυσεν την Δεσκάτα. Έστειλα τους Μακεδόνας με δύναμιν εξακοσίων ανδρών και ελπίζω να φάγουν και εκεί την παπάραν οι βρωμότουρκοι. Αδελφέ η έλλειψις πολεμοφοδίων είναι τρομερά εμπόδισις διά το στρατόπεδόν μου. Έγραψα προς τον (… δεν διακρίνεται …) και σας παρακαλώ να συνεννοηθείτε του λοιπού τα εμπόδια, διότι εάν δεν εκυριεύομεν τα πολεμοφόδια των Τούρκων σήμερον ηθέλαμεν ήσθε χωρίς τουφέκι.

Ο αδελφός σας Χρ. Χατζηπέτρος (Φ. 189, αριθμ. 147).”

Σ. Αθανασιάδης, “22 ανέκδοτα έγγραφα για την επανάσταση του 1854 στη Δ. Θεσσαλία, από το αρχείο του Γ. Σκούφου”, Θ. Η. , τόμος Ζ΄ , Λάρισα 1984, σ. 139.

  1. 1. Δες σχετικά Ι. τ. Ε. Ε., τόμος ΙΓ΄, σελ. 164-5.
  2. 2. Ο Καραούλης καταγόταν από τη Μίγερη (Τετράκωμο) της Άρτας και γύρω στο 1840 εγκαταστάθηκε στη Στεφανιάδα. Δες σχετ. Αν. Στεργίου,“Ο Γιώργος Καραούλης”, Ιστορικά Αργιθέας και Αγράφων, Λεοντίτο 2007..

Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET

, , , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *