H «Ορθοδοξία και Δύση» του Χρ. Γιανναρά

Πηγή: https://www.facebook.com/profile.php?id=100014553737849 (Βασίλης Στοϊλόπουλος)

“Ορθοδοξία και Δύση στη νεότερη Ελλάδα”

«Δεν νομίζουμε», έγραφε στην επιφυλλίδα του στον «ΕΠΕΝΔΥΤΗ» ο αείμνηστος Κωστής Παπαγιώργης, «ότι υπάρχει αναγνώστης που θα διαβάσει το ”Ορθοδοξία και Δύση στη νεότερη Ελλάδα” (του καθηγητή Χρήστου Γιανναρά) και δεν θα νοιώσει ένα σκίρτημα ευγνωμοσύνης για τον συγγραφέα” (*).

Όντως – μια διαπίστωση που ισχύει ασχέτως αν συμμερίζεται κανείς όλες τις απόψεις του συγγραφέα – τότε και τώρα! Πόσο μάλλον μετά από μια δεύτερη, ύστερα από τρεις σχεδόν δεκαετίες, πιο διεισδυτική και πιο καταφατική ανάγνωση ενός ίσως από τα πιο σημαντικά βιβλία για την κατανόηση «της εξέλιξης του πολιτισμού των Ελλήνων των νεότερων χρόνων».

Εξ αρχής, εντύπωση προκαλεί που ο Γιανναράς δεν θέτει, ως είθισται, αφετηρία του Νεότερου Ελληνισμού το 1204 ή κατ΄ άλλους το 1453, αλλά «μάλλον το 1354». Τη χρονιά δηλαδή που ο Δημήτριος Κυδώνης μεταφράζει στα ελληνικά την περίφημη “Summa Theologiae” του Θωμά Ακινάτη και αναλαμβάνει να μεταλαμπαδεύσει με πρωτόγνωρο ζήλο το εξ Εσπερίας «καινούριο φως» στους Έλληνες συμπατριώτες του.

Ο λόγος επιλογής αυτής της «άγνωστης» εν πολλοίς ημερομηνίας (1354) είναι που για τον Γιανναρά οι πρώτες ελληνικές μεταφράσεις του Ακινάτη αποτελούν «την απαρχή αλλοτρίωσης της ιστορικής και πολιτισμικής αυτοσυνειδησίας των Ελλήνων». Αλλοτρίωση που σηματοδοτεί όχι μόνο την «απώλεια της ιδεοπροσωπίας για χάρη του μιμητισμού ξένων προτύπων» αλλά και μια «αυτό-υποτίμηση» και μάλιστα σε μια περίοδο «εκπληκτικής (και τελευταίας) άνθησης της ελληνικής σκέψης και της ελληνικής τέχνης» (Παλαιολόγεια Αναγέννηση). Πολλοί μιλούν και για «κόμπλεξ κατωτερότητας» απέναντι στη Δύση που έκτοτε έχει αποκτήσει πλέον διαστάσεις «επιδημίας» στην ελληνική ιστορία – και στην ελληνική διανόηση.

Πέρα όμως από τις εμβριθείς αναλύσεις για δογματικά, ιστορικά κ.α ζητήματα, μέσα σε 19 κεφάλαια του βιβλίου παρουσιάζονται διεξοδικά δεκάδες σημαντικές προσωπικότητες Ελλήνων διανοητών των τελευταίων επτά αιώνων που σχετίζονται άμεσα με τον χαρακτηριστικό τίτλο του βιβλίου. Από τη μια τοποθετούνται οι λιγοστοί πυλώνες της αντίστασης στον εκδυτικισμό και της αμφισβήτησης της δυτικής νοησιαρχίας, του ηθικισμού και της «θρησκειοποίησης» του Χριστιανισμού. Και από την άλλη, «παρελαύνει» ένα πλήθος από σημαντικούς «φωταδιστές», στυλοβάτες της ελληνικής δυτικοφροσύνης (βλέπε λίστα ονομάτων στο σχόλιο).

Εν κατακλείδι, για τον Γιανναρά «ο μεγάλος ιστορικός κύκλος που άρχησε να διαγράφεται το 1354 με συμβολικό ορόσημο τον Δημήτριο Κυδώνη, κλείνει οριστικά και με την τυπική πια κατάποση της Ελλάδας από την Ευρώπη, τον τελικό θρίαμβο των “φιλενωτικών”». Παρότι ο συγγραφέας θεωρεί ότι η συντελούμενη, αν και προβληματική, ευρωπαϊκή ενοποίηση φαίνεται για πολιτικούς-οικονομικούς λόγους να είναι ιστορικά «αναπότρεπτη αναγκαιότητα», όμως δεν κρύβει με έκδηλη απογοήτευση πως το «αρνητικό και επώδυνο είναι ότι έχουν καταρρεύσει ή απαλειφθεί τα πραγματικά σύνορα της ελληνικής ύπαρξης, αυτοσυνειδησίας και ταυτότητας.»

Εν τούτοις, παρά την καταθλιπτική και δυσοίωνη ιστορική πορεία του Νεότερου Ελληνισμού, ο Γιανναράς στην τελευταία παράγραφο του ιδιαίτερα σημαντικού του έργου αφήνει και μια μικρή «ελπίδα φωτός» πνευματικής ανάτασης : «Παραμένουν μόνο, πάντοτε ζωτικά επίκαιροι, οι δρομοδείχτες παραπομπής στην όντως ελληνικότητα – στην ελληνική ιστορική σάρκα του εκκλησιαστικού ευ-αγγελίου – οι κορυφαίες εκπλήξεις του ιστορικού κύκλου της παρακμής που τώρα ολοκληρώνεται : Ο πατριάρχης Ιερεμίας Β΄, ο Πατροκοσμάς ο Αιτωλός, ο Μακάριος Νοταράς, ο στρατηγός Μακρυγιάννης, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και οι συνεργοί της απρόσμενης ανθοφορίας στα τέλη της δεύτερης χριστιανικής χιλιετηρίδας.»

Και όλα αυτά, κατά τον Γιανναρά, την ώρα που «η λεγόμενη “επίσημη” εκκλησία μοιάζει επίσης βυθισμένη σε κωματώδη αφασία», όπως και η «παιδεία του κρατιδίου», καθώς «η συνεχής απίσχναση της γλωσσικής ιδιαίτερα καλλιέργειας αποκόβει όλο και περισσότερο τις νεώτερες γενιές από τις πηγές της πολιτιστικής τους συνέχειας και ταυτότητας».

Άλλωστε το «Finis Graeciae» είναι δική του επισήμανση-επινόηση, ήδη από τη δεκαετία του ΄80.

(*) Κωστής Παπαγιώργης, «Η περίπτωση Χρ. Γιανναρά, Η Αριστερά ως Δεξιά – η Δεξιά ως παντομίμα», 1-9-2001)

Πηγή: https://www.facebook.com/profile.php?id=100014553737849

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *