Περιοδικό Ελλοπία, τεύχος 3, Φθινόπωρο 1990, σελ. 63-65
Τό έθνικό πρόβλημα-έθνικό κίνημα, στήν έποχή μας, δηλαδή στην έποχή όπου ή καταπίεση έθνους άπό έθνος έχει γίνει πιά παγκόσμιο φαινόμενο, έχει αποκτήσει κεντρική σημασία, όχι μονάχα για νά έρμηνεύονται όρθά, έπιστημονικά, τά διαδραματιζόμενα στήν ανθρώπινη κοινωνία, μά καί για νά κατανοήσουμε τή διαλεκτική τής έποχής μας: τήν πάλη άνάμεσα στήν ιμπεριαλιστική άντεπανάσταση καί στήν άντι-ιμπεριαλιστική επανάσταση, τήν κίνηση τής σύγχρονης άνθρωπότητας πρός τή μιά ή τήν άντιθετη κατεύθυνση.
Ο Λένιν όρισε τήν έποχή μας, έποχή τού ιμπεριαλισμού. Καί τί σημαίνει ιμπεριαλισμός, ώς στάδιο έξέλιζης τού παγκόσμιου άποικιοκρατικού καπιταλιστικού συστήματος; «Ίμπεριαλισμός σημαίνει προοδευτικά αύξανόμενη καταπιεση τών έθνών τού κόσμου άπό μιά χούφτα μεγάλες δυνάμεις, έπέκταση και στερέωση τής καταπίεσης τών έθνών, έποχή έξαπάτησης τών λαϊκών μαζών άπό τούς ύποκρσές σοσιαλπατριώτες. δηλαδή άπό τούς άνθρώπους πού μέ τό πρόσχημα τής «Ελευθερίας τών έθνών», τού «δικαιώματος τής αυτοδιάθεσης τών έθνών» και τής «άμυνας τής πατρίδας», δικαιολογούν καί ύπερασπίζουν τήν καταπίεση τής πλειοψηφας τών έθνών τού κόσμου άπό τις μεγάλες δυνάμεις» (Λένιν)[1]. Τό γνωστό ρωμαϊκό «divide, ut imperes» (νά διαιρείς γιά νά μπορείς νά έξουσιάζεις) στήν έποχή μας έφαρμόζεται μέ τήν καταπίεση έθνους άπό έθνος. Έτσι διαωνιζεται ό άποικιοκρατικός διεθνής καπιταλιστικός καταμερισμός τής έργασίας καί το ιδιο τό παγκόσμιο σύστημα[2].
Ό Φ. Ένγκελς. ατά 1888. θεωρούσε τή δημιουργία τών άστικών-έθνικών κρατών μεγάλη ιστορική πρόοοδο γιατί άποτελούσε. άνάμεσα στ’ άλλα, καί προϋπόθεση τής μελλοντικής νίκης τού προλεταριάτου. Ταυτόχρονα, όμως, προειδοποιούσε: «άν θέλουμε νά διασφαλιστεί ή παγκόσμια ειρήνη, πρέπει πρώτα απ’ όλα νά έξαφανιστούν όλες οί έθνικές συγκρούσεις, πού γιά νά γίνει όμως αύτό. πρέπει τό κάθε έθνος νά είναι άνεξάρτητο καί κυρίαρχο στή χώρα του» (ύπ. δικ.)[4]. Ακριβώς τό άντίθετο άπ ό.τι συμβαίνει στό στάδιο τού ιμπεριαλισμού, τής ιμπεριαλιστικής άντεπανάστασης. Τόν τελευταίο καιρό, μέ τήν άποσύνθεση καί τήν άποδιοργάνωση τής ΕΣΣΔ. άρχισαν ν’ άναπτύσσονται θαρραλέα καί έλπιδοψόρα έθνικο-απελευθερωτικά κινήματα στό έσωτερικό της (στοιχείο κι αύτό τής άντιιμπεριαλιστικής επανάστασης στόν κόσμο) Η άρχή έγινε άπό τή Λιθουανία, πού κήρυξε μονομερώς τήν άνεξαρτησια της (χωρίς άκόμα νά τό πετύχει). Τό παράδειγμά της τό άκολούθησαν καί τά άλλα έθνη τής Βαλτικής, μά και άρκετά έθνη τής Ανατολής (Γεωργία. Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Ουζμπεκιστάν καί άλλα) Καί άπό τήν άρχή θά πρέπει νά κάνουμε μιά σημαντική παρατήρηση: ή κεντρική έξουσία, ή Μόσχα, στην περίπτωση τής Λιθουανίας, περιορίστηκε στόν «πολιτισμένο» οικονομικό άποκλεισμό. Στήν περίπτωση, όμως, τών έθνών τής Ανατολής, χρησιμοποίησε και βία, ακόμα και δηλητηριώδη αέρια (περίπτωση Γεωργίας). Τό άποικιοκρατικά υπερκέρδη άπό τήν Ανατολή είναι πολύ πιό άξιόλογα άπό τό πενιχρά κέρδη πού δίνει ή Λιθουανία (έθνος τής μητρόπολης). Αύτό τό στοιχείο είναι πού προκαλεί καί τό ιδιαίτερο ένδιαφέρον γιά τό λιθουανικό έθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Μέχρι ποιό σημείο μπορεί νά φτάσει καί τί μπορεί νά προσφέρει στήν παγκόσμια άντιιμπεριαλιστική έπανάσταση. Η άπάντηση μπορεί νά δοθεί άν μελετήσουμε τήν έθνογένεση τών Λιθουανών.
Τό Λιθουανικό κράτος, το 1922, είχε έκταση 82 000τ. χλμ ένώ. άπό τό 1945. ή Λιθουανική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία έχει έκταση 65 200 τ χλμ Οι κάτοικοι της μόλις καί ξεπερνούν τά τρία έκατομμυρια (80% Λιθουανοί, 8% Ρώσοι, 9% περίπου Πολωνοί. 1.2% Λευκορώσοι). Τά σύνορα τού λιθουανικού χώρου, πάντα ήταν συγκεχυμένα και ρευστά. Μονάχα στό βορρά ύπήρχε σταθερότητα (όπου ζούσε καί ζεί ό λετονικός λαός). Στά άνατολικά, οί Λιθουανοί, πάντα συνόρευαν μέ τούς Λευκορώσους καί στά δυτικά μέ τούς Πολωνούς. Ο μικρός άριθμός τους περιέπλεκε τά πράγματα και ή γειτνίαση μέ μεγαλύτερες έθνολογικές όμάδες έκανε τήν πορεία τής έθνογένεσής τους δύσκολη, άν όχι ήρωίκή προσπάθεια.
Οί πρώτοι κάτοικοι τής χώρας χρονολογούνται άπό τήν έποχή τής μεσολιθικής καί τής πρώιμης νεολιθικής έποχής (τουλάχιστον μέ τά ώς σήμερα εύρήματα. Στά μισά τής πρώτης χιλιετηρίδας μ.Χ. οί κάτοικοι τής Λιθουανίας ζούσαν κάτω άπό τά καθεστώς τών γενών καί μόλις τά 500 μ.Χ. στράφηκαν πρός τή γεωργία καί τήν κτηνοτροφία. Το καθεστώς τών γενών άποσυντίθεται καί βαθμιαία περνάει στή φεουδαρχία (άνάμεσα στό 800 καί 1.100 μ.Χ ). Οί Λιθουανοί, όπως καί άλλοι λαοί τής Εύρώπης. δέν γνώρισαν τό Ολοκληρωμένο δουλοκτητικό σύστημα. ’Από τό πατριαρχικό καθεστώς των γενών πέρασαν στή φεουδαρχία. Γιά μεγάλο διάστημα. διατηρήθηκαν τά διάφορα γένη τής Λιθουανίας καί ή χώρα ήταν κατατεμαχισμένη σέ διάφορα πριγκηπάτα. Παρ’ όλα αύτά. οί Λιθουανοί κατόρθωσαν ν’ άντιμετωπίσουν μέ έπιτυχία τις επιδρομές τών γειτόνων τους (Πολωνών, γερμανικών ταγμάτων ιπποτών).

Ή μεσαιωνική λιθουανική Εθνότητα (μέ κοινή γλώσσα, κοινό πολιτισμό) εμφανίζεται άπό τότε (12ο-13ο αιώνα μ.Χ.). Τό 14ο αιώνα, καί συγκεκριμένα όταν ήγεμόνευε ό Γιαγκελών, ή Λιθουανία άρχισε νά έπεκτείνεται. Αναμεσα στό 14ο καί στό 16ο αιώνα δημιουργήθηκε μεγάλο φεουδαρχικό κράτος που είχε κάτω άπό τήν ήγεμονία του τό μεγαλύτερο τμήμα τής σημερινής Λευκορωσίας καί τμήμα τής Ουκρανίας. Φυσικά, ή κατάσταση ήταν πάντα συγκεχυμένη όσον άφορά τις σχέσεις καί τις άλληλοεπιδράσεις των Λιθουανών μέ τούς άνατολικούς καί τούς δυτικούς γείτονες τους. Ιδιαίτερα ή έξάπλωση τού Καθολικισμού έπέτρεψε ατούς Πολωνούς νά προσαρτήσουν εύκολα τή Λιθουανία (τό 1569). Οί Λιθουανοί Φεουδάρχες, γιά νά ξεχωρίζουν άπό τούς δουλοπάροικους, όχι μονάχα έγιναν φανατικοί καθολικοί, μά καί μιλούσαν καί συμπεριφέρονταν ώς πολωνοί ήγεμόνες.

Γεγονός πάντως είναι ότι ή λιθουανική μεσαιωνική έθνότητα είχε πιά σταθεροποιηθεί (άκριβώς τή χρονιά τής προσάρτησης τής χώρας άπό τούς Πολωνούς κυκλοφόρησε καί τό πρώτο γραπτό μνημείο στή λιθουανική γλώσσα). Έτσι, παρά τήν έπιρροή τής καθολικής Πολωνίας, ό κύριος όγκος τού λαού τής Λιθουανίας συνέχισε ν’ άμύνεται καί ν’ αναπτύσσει τήν έθνότητά του μέ κύριο όπλο τή δυναμική σχέση τής γλώσσας (οί δουλοπάροικοι καί οί κατώτερες κοινωνικές Ομάδες έπρατταν τό άκριβώς άντίθετο απ αύτό πού έπραξαν οί Λιθουανοί φεουδάρχες). Μά άπό τήν άποψη τού χώρου τους, οί Λιθουανοί άκολούθησαν τήν τύχη τής Πολωνίας. Στόν τρίτο διαμελισμό τής Πολωνίας (στά 1795), ή Λιθουανία κόπηκε κι αύτή στά τρία. Τό μεγαλύτερο τμήμα της προσαρτήθηκε στή Ρωσία. Ένα άλλο κομμάτι της πού έμεινε κάτω άπό τήν κυριαρχία του βασιλείου τού Κογκρεσόφσκα (πολωνικού βασιλείου πού έπιβίωσε άνάμεσα στά 1815 καί στά 1863) που έπεσε κι αύτό στά χέρια του Ρώσου τσάρου (τό 1863 έπίσης). Ένα άλλο, πολύ μικρότερο τμήμα τής χώρας, μπήκε κάτω άπό τήν έξάρτηση τής Πρωσίας (οί Λιθουανοί τής περιοχής αύτής άσπάστηκαν τό Λουθηρανισμό).
Θά μπορούσε νά πει κανείς ότι ή κατοχή τής Λιθουανίας άπό τό καθεστώς τής τσαρικής Ρωσίας (τό 1.5 έκατομμύριο τών Λιθουανών ζούσαν πιά στήν αύτοκρατορία τού τσάρου) είχε μονάχα άρνητικά άποτελέσματα γιά τήν έθνογενετική όλοκλήρωση τών Λιθουανών. Τό τσαρικό καθεστώς. όπως -είναι γνωστό, ήταν άφάνταστα καταπιεστικό. Καί όμως, ή άντίσταση στόν τσαρισμό, έφερε καί τά άντιθετα άποτελέσματα. Ή μικροσκοπική αύτή έθνότητα, πού ίσως νά είχε αφομοιωθεί, κάτω άπό άλλες συνθήκες, άπό τούς Πολωνούς, έπηρεασμένη καί άπό τόν έθνικοαπελευθερωηκό άγώνα των Πολωνών. έδωσε τή δική της μάχη. Άρχισαν νά βγαίνουν έντυπα στά λιθουανικά καί ιδιαίτερα έργα πού σχετίζονταν μέ τήν ιστορία τού λιθουανικού λαού Διαδίδονταν. γραπτά καί προφορικά, οί μύθοι, οί παραδόσεις, ό πολιτισμός γενικά τής Λιθουανίας. Ή προσπάθεια τών Ρώσων νά έπιβάλλουν, μέ τόν έναν ή τόν άλλο τρόπο, τή ρωσική γλώσσα (έκρωσισμός) έβρισκε τήν άπάντησή του μέ τή διάδοση καί τήν καλλιέργεια τού λιθουανικού λόγου (άνάμεσα στά 1841 καί στά 1865 βγήκαν τόσες έκδόσεις στα λιθουανικά, όσες δέν είχαν βγει από τό 16ο έως καί τά μέσα του 19ου αιώνα).
Μπορούμε νά πούμε ότι άπό τά μέσα τού 19ου αιώνα άρχίζει ή όλοκλήρωση τής λιθουανικής έθνογένεσης καί ή έμφάνιση πιά τού λιθουανικού έθνους.
Σ’ αυτό συνέβαλε άποφασιστικά ή ιδία ή Ρωσία καί άπό μιά άλλη άποψη: ή κατάργηση τής δουλοπαροικίας, στά μέοα τού 19ου αιώνα, σ’ όλόκληρη τήν τσαρική αύτοκρατορία καί ή δημιουργία βιομηχανίας (βαρείας καί έλαφριάς στή Λιθουανία) κάτω άπό τις άνάγκες τής τσαρικής καπιταλιστικής οικονομίας. Ή σύνθεση τού πληθυσμού, άπό κοινωνική άποψη, άλλάζει. Τό 88% τών Λιθουανών παρέμειναν άγρότες. Αύτοί πού άπασχαλιόντουσαν στή βιομηχανία- βιοτεχνία αποτελούσαν τό 4,5%. Οι έμποροι δέν ήταν ούτε τό 1%, ένώ οι μισθωτοί γενικά πλησίαζαν τό 9%. Ή δημιουργία άστών καί προλεταρίων ήταν πιά γεγονός καί ή διαμόρφωση τής ντόπιας λιθουανικής άγοράς, μέσα στην άπέραντη ρωσική αύτοκρατορία, ήταν έπίσης γεγονός. Όλα τά στοιχεία, γραπτά καί μή, άποδεικνύουν ότι οί Λιθουανοί. στό δεύτερο μισό τού 19ου αιώνα, είχαν άποκτήσει έθνική συνείδηση.
Τό λιθουανικό έθνος ήταν πιά πραγματικότητα (άλλωστε άπό τότε άρχισε πιο συστηματικά καί πιό σκληρά ή προσπάθεια τών Ρώσων νά ξεριζώσουν τή λιθουανική γλώσσα καί τή λιθουανική συνείδηση). Οι σύμμαχοι τού κατακτητή, οί γαιοκτήμονες, στάθηκαν πολύ άδύναμοι γιά νά άναχαιτίσουν τήν έμφάνιση καί τήν άνάπτυξη τού έθνικοαπελευθερωτικοΰ άγώνα τών Λιθουανών (άλλωστε γιά λόγους άνταγωνισμοΰ πρός τή Ρωσία, ή Γερμανία τού Βίσμαρκ ένίσχυε τούς Λιθουανούς πού ζοΰσαν στήν έπικράτειά της).
Παρά τις ιδιομορφίες πού παρουσιάζει ή έθνογένεση τών Λιθουανών, δέν ύπάρχει καμμιά άμφίβολλία ότι άκολούθησε τό δρόμο τής γενικότερης έθνογένεσης τών λαών τής Εύρώπης. ιδιαίτερα έκείνων πού ζούσαν κάτω άπό ξένο ζυγό. Τό λιθουανικό έθνος είναι ένα έθνος εύρωπαικό, άρα μητροπολιτικό, πού όλοκληρώθηκε κάτω άπό τις συνθήκες τής ξένης καταπίεσης. Όπως καί άλλα καταπιεσμένα έθνη τής Εύρώπης, στήν πάλη γιά τήν όλοκλήρωσή του έδωσε ιδιαίτερο βάρος, όπως είπαμε, στή γλώσσα, μά καί στόν ιδιότυπο πολιτισμό του. Τό έθνικοαπελευθερωτικότου κίνημα, πού είναι έμφανές μετά τά μέσα τού 19ου αιώνα, είχε κινητήρια δύναμη τήν άγροτιά καί ήγεμόνα τήν άστική τάξη, κυρίως τήν άστική διανόηση, συγκεκριμένα εκείνη τήν όμάδα της πού δέν ήταν συνδεδεμένη μέ τή ρωσική κρατική γραφειοκρατική μηχανή. Καί ό έθνικοαπελευθερωπκός άγώνας ήταν τόσο αιματηρός (έξεγέρσεις). όσο καί πολιτιστικός (πνευματικός). Από τις άρχές δέ τού 20ου αιώνα γίνεται ένεργητική καί ή συμμετοχή του προλεταριάτου καί τής λιθουανικής σοσιαλδημοκρατίας (μέ σοβαρή έπιρροή πάνω της τής θεωρίας τού Λένιν γιά τό εθνικό ζήτημα).
Ό πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, ή κατάρρευση τού τσαρισμού καί τελικά ή νίκη τής Οκτωβριανής έπανάστασης, δημιούργησαν τή δυνατότητα γιά νά συγκροτηθεί τό νέο άστικό έθνικό κράτος τής Λιθουανίας. Τό έθνικό σύμβούλιο τής Λιθουανίας (Ταρίμπα), μέ πρόεδρο τόν γαιοκτήμονα Σμετόνα, τό Δεκέμβριο τού 1917, άνακήρυξε τήν άνεξαρτησία τής Λιθουανίας. Ή διαδικασία τής άνακήρυξης τού άνεξάρτητου έθνικοαστικού κράτους τής Λιθουανίας δεν ήταν καθόλου δύσκολη, άφού ή χώρα βρισκόταν στά χέρια των γερμανικών στρατευμάτων. Τό 1919, όταν πιά έγκατέλειψαν τή Λιθουανία οί Γερμανοί, ή κυβέρνηση τών μπολσεβίκων, υποστηρίζοντας τούς Λιθουανούς μπολσεβίκους (μέ βάση τή θεωρία τού Τρότσκυ γιά τήν έξαγωγή τής έπανάστασης) προσπάθησε μέ τόν Κόκκινο Στρατό νά άνακαταλάβει τή Λιθουανία (όπως καί τήν Πολωνία). Μά άντιμετώπισε τήν πετυχημένη άντίσταση τών Πολωνών καί τών Λιθουανών καί ό Κόκκινος στρατός γνώρισε σοβαρή ήττα. Ύστερα άπό διενέξεις μέ τήν Πολωνία, τελικά τό 1923 κατοχυρώθηκε ή πλήρης αύτοτέλεια τού λιθουανικού έθνικοαστικού κράτους (πού σύναψε ιδιαίτερα στενούς δεσμούς μέ τή Δύση – Μεγάλη Βρεταννία. Γαλλία, ΗΠΑ). Η έπέμβαση τής Σοβιετικής Ρωσίας, έξασθένισε τό έργατικό έπαναστατικό κίνημα καί ένίσχυσε τόν άστικό έθνικισμό.
Τό νεαρό έθνικοαστικό κράτος της Λιθουανίας γνώρισε όξύτατες κοινωνικές διαμάχες. Η έργατική τάξη, γενικά οί μισθωτοί, ζητούσαν πραγματική έθνική άνεξαρτησία καί ούσιαστική κοινωνική απελευθέρωση. Ή προσπάθεια τής άρχουσας τάξης νά έπιβληθεί μέ τή δικτατορία τού 1927 (στρατιωτική) άπέτυχε καί τό κοινοβουλευτικό πολίτευμα έπανήλθε τό 1930, χωρίς, όμως, καί νά ξεπεραστεϊ ή κοινωνική κρίση. Τό 1940. ύστερα άπό τή γνωστή συμφωνία άνάμεσα στή χιτλερική Γερμανία καί τή Σοβιετική Ρωσία, μέ βάση τό μυστικό πρωτόκολλο πού τή συνόδευε, ή Λιθουανία προσαρτήθηκε καί πάλι στή Ρωσία (στη Σοβιετική Ρωσία τώρα). Μά ή έθνική άντίσταση ξέσπασε καί τό λιθουανικό έθνικοαπελευθερωτικό κίνημα αναζητήθηκε, ιδιαίτερα άπό τή δεκαετία τού 1960 (ιδρύθηκαν διάφορες πατριωτικές όργανώσεις, όπως ή Καθολική Συμμαχία καί άλλες) καί τό 1974 έμφανίστηκε, στή Βίλνα, «Τό Εθνικό Λαϊκό Μέτωπο τής Λιθουανίας» πού σέ στενή συνεργασία μέ τις άλλες έθνικοαπελευθερωτικές όργανώσεις τής Λεττονίας καί τής Εσθονίας, συνέχισε τήν πάλη τής έθνικής άπελευθέρωσης. Ή άποκορύφωση ήλθε μόλις τό 1989 μέ τή μονομερή άνακήρυξη τής Λιθουανίας σέ άνεξάρτητο κράτος, χωρίς, όμως, άκόμα καί νά γίνει άποδεκτή ή θέληση τών Λίθουανών άπό τή Μόσχα. Ανεξάρτητα, πάντως, άπ’ αύτό, ή πράξη τών Λιθουανών άπετέλεσε τό έναυσμα γιά τόν ξεσηκωμό όλων τών καταπιεσμένων έθνών τής Σοβιετικής Ρωσίας.
Καί, έδώ, άκριβώς βρίσκεται ή μεγάλη συμβολή τού λιθουανικού έθνικοαπελευθερωτικού κινήματος. Ή αυτοκρατορία τής συλλογικής γραφειοκρατικής κρατικής άστικής τάξης, τών Ρώσων σωβινιστών, καταρρέει κι αύτό είναι ιστορική πρόοδος. Τό πόσο μεγάλη θά είναι αύτή ή πρόοδος θά έξαρτηθεί άπό τήν πορεία πού θά πάρουν τά έθνικοαπελευθερωτικό κινήματα, τόσο μέσα στη Σοβιετική Ρωσία, όσο καί σέ παγκόσμια κλίμακα. Αν άκολουθήσουν τήν άστική τάξη, τόν έθνικιστικό σωβινισμό της, ή τό λεγόμενο σοσιαλπατριωτισμό. ή κοσμοπολιτισμό, ή γκομπαλισμό κλπ δηλαδή νά παρασυρθοϋν άπό τά ποικιλόμορφα ιδεολογικά τεχνάσματα τής ιμπεριαλιστικής άντεπανάστασης. τότε έλάχιστα μπορούν νά προσφέρουν. Ίσως να έπιταχύνουν τήν αύτοκαταστροφή τού παγκόσμιου άποικιοκρατικού καπιταλιστικού συστήματος, Ισως νά αύξάνουν τις συγκρούσεις άνάμεσα στά καταπιεσμένα καί στά καταπιεστικά έθνη, μά έκείνο πού δέν μπορούν νά προσφέρουν είναι τήν ένδυνάμωση τής άντι-ιμπεριαλιστκής παγκόσμιας επανάστασης, τής μόνης πού μπορεί νά βγάλει τήν άνθρωπότητα άπό τή σύγχρονη βαρβαρότητα.
Παραπομπές
1. Β. Ι. Λένιν: Ιμπεριαλισμός, Άπαντα (1η ελλην. έκδοση), σελ. 419.
2. Τα πρόσφατα γεγονότα στο Κουβέιτ αποτελούν ένα πειστικό παράδειγμα.
3. Φ. Ένγκελς, Ο ρόλος της βίας στην ιστορία, Μαρξ-Ένγκελς: Άπαντα, τόμ. 21 (τσέχικη έκδοση), σελ. 437.