Η ανάδυση του νεοτουρκικού κινήματος συνέπεσε με την 100ή επέτειο της Γαλλικής Επανάστασης
Η ανάδυση του νεοτουρκικού κινήματος συνέπεσε με την 100ή επέτειο της Γαλλικής Επανάστασης. Τον Μάιο του 1889, μια ομάδα σπουδαστών της Στρατιωτικής Ιατρικής Σχολής της Κωνσταντινούπολης ίδρυσε τη μυστική οργάνωση «Οθωμανική Ενωση».
Την ίδια περίοδο, ιδρύθηκε στο Παρίσι το εξωτερικό κέντρο του κινήματος από τον Αχμέτ Ριζά μπέη. Οι δύο ομάδες ενώθηκαν το 1894 και συγκρότησαν την οργάνωση «Ενωση και Πρόοδος». Αργότερα στο κίνημα προσχώρησαν οι πρίγκιπες Μεχμέτ Σαμπαχαντίν και Αχμέτ Λιουτφιλάχ.
Βασική θέση των Νεότουρκων ήταν η διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οικονομική χειραφέτηση από τις δυτικές δυνάμεις, η επαναλειτουργία του βραχύβιου Συντάγματος του 1876, η ανατροπή του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ Β΄, αλλά και η διατήρηση της δυναστείας του Οσμάν ως συμβόλου ενότητας της αυτοκρατορίας. Στη διάρκεια του πρώτου Συνεδρίου των Νεότουρκων το 1902, έγιναν εμφανείς οι διαφορετικές προσεγγίσεις των μελών τους και διαμορφώθηκαν δύο διακριτές ομάδες.
Με το πέρασμα των ετών, οι Νεότουρκοι κατάλαβαν ότι δεν ήταν δυνατή η ανατροπή του σουλτάνου μονάχα με την προπαγάνδα διά των εφημερίδων τους. Οφειλαν να κινητοποιήσουν τον στρατό. Σταδιακά απέκτησαν επαφές με αξιωματικούς που υπηρετούσαν στη Μακεδονία, βίωναν τις ένοπλες συγκρούσεις των εθνοτήτων στην περιοχή και δυσανασχετούσαν με την παρέμβαση των ευρωπαϊκών δυνάμεων στις εσωτερικές υποθέσεις της αυτοκρατορίας (προγράμματα Βιέννης και Μυρστέγης). Επιπλέον, η καταβολή των μισθών τους δεν γινόταν σε κανονική βάση και γενικότερα δεν έτρεφαν τα φιλικότερα αισθήματα για τον Αβδούλ Χαμίτ Β΄. Το 1906 ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη η μυστική λέσχη «Οθωμανική Εταιρεία για την Ελευθερία» και στη Δαμασκό η «Εταιρεία για την Πατρίδα και την Ελευθερία», στην οποία συμμετείχε ο νέος τότε αξιωματικός Μουσταφά Κεμάλ.
Οι εξελίξεις του Ανατολικού Ζητήματος επίσπευσαν την έκρηξη της Επανάστασης των Νεότουρκων. Μετά το 1902, έτος που η Γερμανία ανέλαβε την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Κωνσταντινούπολης – Βαγδάτης, το Ηνωμένο Βασίλειο σταδιακά εγκατέλειψε το δόγμα της εδαφικής ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το 1904 συνήφθη η Εγκάρδια Συνεννόηση με τη Γαλλία και το 1907 επιτεύχθηκε η προσέγγιση με τη Ρωσία στη βάση του καθορισμού των σφαιρών επιρροής τους στην Ασία.
Την άνοιξη του 1908, ο σουλτάνος πληροφορήθηκε την ύπαρξη του Κινήματος των Νεότουρκων στη Μακεδονία και στη συνέχεια έδωσε εντολή να εξιχνιαστεί η υπόθεση. Αυτή η εξέλιξη επιτάχυνε την εκδήλωση της επανάστασης, ενώ αρχικά προβλεπόταν η έκρηξή της τον Οκτώβριο εκείνου του έτους. Ο διοικητής της φρουράς της Ρέσνας κατέφυγε στα βουνά με περίπου 200 άνδρες και η κεντρική επιτροπή του κινήματος κάλεσε τα μέλη του να ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Πολλοί ήταν εκείνοι που προσχώρησαν στην ανταρσία, ενώ ο τακτικός οθωμανικός στρατός αρνήθηκε να καταπνίξει την εξέγερση.
Στις 22 Ιουλίου, οι Νεότουρκοι κατέβαλαν τα Σκόπια και στις 23 Ιουλίου το Μοναστήρι και τη Θεσσαλονίκη. Αίτημα των επαναστατών δεν ήταν η κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, αλλά η επαναφορά του Συντάγματος του 1876. Δίχως να έχει τη δυνατότητα ελιγμών, ο Αβδούλ Χαμίτ Β΄ υπέγραψε τη νύχτα της 23ης προς την 24η Ιουλίου 1908 το διάταγμα για την επαναφορά σε ισχύ του Συντάγματος και τη διεξαγωγή εκλογών.
Η επαναφορά της ισχύος του Συντάγματος προκάλεσε κύμα ενθουσιασμού στους υπόδουλους. Στη Θεσσαλονίκη πλήθος κόσμου συγκεντρώθηκε στις πλατείες και ξεδιπλώθηκε μια σημαία που έγραφε «Ζήτω το Σύνταγμα. Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη και Δικαιοσύνη». Λίγες ημέρες αργότερα, ο Ενβέρ πασάς μίλησε στο ογκώδες πλήθος που είχε συγκεντρωθεί στην ονομασθείσα από την Επανάσταση Πλατεία Ελευθερίας: «Είμαστε όλοι αδέλφια. Δεν υπάρχουν πια Βούλγαροι, Ελληνες, Σέρβοι, Ρουμάνοι, Εβραίοι, μουσουλμάνοι. Κάτω από τον γαλανό ουρανό είμαστε όλοι ίσοι, είμαστε όλοι περήφανοι που είμαστε Οθωμανοί». Στην πορεία του χρόνου αποδείχθηκε τελικά πως το Νεοτουρκικό Κίνημα ήταν μια έκφραση του εκκολαπτόμενου τουρκικού εθνικισμού.Unmute
Remaining Time -0:00Fullscreen
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης