(Από συνέντευξη του Οδυσσέα Ελύτη στην ΕΡΤ):
Κάποτε θα ερχόταν η στιγμή για την Ευρώπη να συνειδητοποιήσει τις ρίζες της αφού δεν μπορεί να υπάρξει σαν αυτόνομη μονάδα χωρίς κάποιο θεωρητικό υπόβαθρο, αλλά και για την Ελλάδα η στιγμή να αποφασίσει αν θα μείνει απομονωμένη στις δικές της αξίες ή θα ενταχθεί σ ́ ένα ευρύτερο σύνολο με ωφέλη πρακτικής φύσεως αναμφισβήτητα, αλλά και με τον κίνδυνο να αλλοιωθεί η φυσιογνωμία της. Από αυτή την άποψη ομολογώ ότι είμαι απομονωτικός. Μια ζωήν ολόκληρη αγωνίστηκα γι αυτό που λεμε “Ελληνικότητα” και που δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας τρόπος να βλέπεις και αισθάνεσαι τα πράγματα είτε στην κλίμακα τη μεγάλη είτε στην ταπεινή. Θέλω να πω είτε ́σενα Παρθενώνα είτε σ ́ ένα λυχνάρι. Το παν είναι η ευγένεια, η ποιότητα, σε αντίθεση με το μέγεθος και την ποσότητα που χαρακτηρίζουν τη Δύση. Γιατί εκεί βρίσκεται η διαφορά.
Οι ευρωπαίοι αντλήσανε από τις ελληνικές αξίες για φτάσουν στην Αναγέννηση. Αλλά η Αναγέννηση η δική τους είναι κάτι πολύ διαφορετικό α ́παυτό που θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς εάν δε μας σταματούσε η τουρκοκρατία. Το βλέπουμε αυτό στη ταπεινή κλίμακα, τη μόνη άλλωστε όπου μπορούσαμε ακόμη να εκδηλωνόμαστε. Από την άποψη ότι μιά εσωτερική αυλή νησιώτικου σπιτιού – κατά την ταπεινή μου γνώμη – ή ένας περίβολος μοναστηριού είναι – σαν αντίληψη εννοώ- πολύ πιό κοντά στο πνεύμα που έκανε τους Παρθενώνες και τις Θεομήτορες, παρά όλες οι κολώνες και οι μετώπες των ευρωπαϊκών ανακτόρων. Που σημαίνει ότι αν συνέχισε καποιος την αισθαντικότητα την ελληνική και τη διατήρησε είναι αποκλειστικά ο λαϊκός μας πολιτισμός. Μόνον που και αυτός στις ημέρες μας κινδινεύει. Οι αστοί στην πλειοψηφία τους-βέβαια υπήρξαν και εξαιρέσεις- μιμήθηκαν τους ευρωπαίους δηλαδή την παραποιημένη αίσθηση της Ελληνικότητας. Και στη συνέχεια οι ανερχόμενοι από το λαό μιμήθηκαν τους αστούς. Έτσι φτάσαμε σ ́ ένα σημείο που αναρωτιέται κανείς σε τι πια ωφελεί η απομόνωση, τι πάει να προστατέψει. Και με κίνδυνο να φανώ αντιφατικός οδηγούμαι στο άλλο άκρο.
Λέω μήπως είναι σοφρωνέστερον αντί να αντιταχτούμε στο ρου της ιστορίας μήπως μία διαφορετική στρατηγική θα μας βοηθούσε να διακριθούμε από έναν άλλο δρόμο. Ο Ελληνισμός έδειξε ανέκαθεν μια καταπληκτική ικανότητα να αφομοιώνει, να προσαρμόζεται και να δραστηριοποιείται μέσα στα ξένα σύνολα. Εχομε μιά πλειάδα Ελλήνων που διακρίθηκαν την εποχή της διασποράς στα μεγάλα κέντρα του εξωτερικού, και στην Ευρώπη και στην Ανατολή. Και πότε αυτά; Tην εποχή που η Ευρώπη ήταν στην ακμή της και τα κράτη ήταν ισχυρά και σκληρά. Ποσo μάλλον σήμερα, που όπως και να το κάνουμε, είναι γηρασμένα, είναι εξασθενημένα και θα έλεγα οτι έχουν ανάγκη από το σφρίγος νεότερων λαών. Αυτό με κάνει λοιπόν να κατασιγάζω μέσα μου τον αισθηματία Έλληνα που κρύβω και να σκέπτομαι ότι ίσως είναι πιό σωστό να μη φοβηθούμε τη σύγκριση και την άμιλα αλλά να προχωρήσουμε, φυσικά πάντοτε με την προοπτική να διακριθούμε στην ποιότητα που σημαίνει στο πνεύμα.
Γι αυτό επιμένω πολύ στο θέμα της παιδείας. Χρειαζόμαστε παιδεία σοβαρή, βαθειά, όχι αυτή τη τεχνική που ξιππάζει στις ημέρες μας, γιατί μόνο μ ́ αυτή θα μπορέσουμε να διακριθουμε και να πορευτούμε σ ένα καινούργιο δρόμο αλλά και να διατηρήσουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας μας.
Δείτε και το σχετικό βίντεο από την ΕΡΤ: