Μια άγνωστη ιστορίες από τις σφαγές της Κερασούντας

Γράφει ο Μανόλης Δεληγιαννάκης-Χυτήρογλου, από το περιοδικό Ελλοπία τ. 14, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1993, σελ. 50-51

Πολλές φορές συναντάς κομμάτια της ιστορίας σου εκεί που δεν το περιμένεις. Και τέτοιες ανταμώσεις με το παρελθόν έχουν αξία συγκινησιακή, καθότι αναπάντεχες, και ιστορική, όταν δεν προκύπτουν στο πλαίσιο μιας προσπάθειας ένταξής τους σε συγκεκριμένη επιχειρηματολογία υπέρ η κατά μιας άποψης, που θα μπορούσε να τις βαρύνει με καχυποψία για την ειλικρίνεια τους. Το παραπάνω περιστατικό ήρθε στο φως στο πλαίσιο μιας δίκης ναυτικής ασφάλισης στο Λονδίνο, λίγο μετά την καταστροφή. Αφορά πάντως γεγονότα του 1920. Η αναφορά υπάρχει στη νομική επιθεώρηση Λλόυντ, 1923, τόμος 14, σελ. 48, και προέκυψε με αφορμή την αρπαγή του ελληνικού πλοίου «Φιλία» από Νεότουρκους στον Πόντο τον Ιούνιο του 1920. Αντίδικοι ήταν η Μπανκ Μονετάκα από τη μια πλευρά και η ασφαλιστική εταιρεία Μότορ Γιούνιον από την άλλη. Αντιγράφουμε, σε ελεύθερη απόδοση από τα πρακτικά της δίκης. «Το ΦΙΛΙΑ, εκτελώντας πλου από την Κωνσταντινούπολη στο Βατούμ αναγκάστηκε να καταπλεύσει στην Κερασούνταλόγω μηχανικού προβλήματος. Η Κερασούντα βρισκόταν υπό τον έλεγχο του περιβόητου εθνικιστή ηγέτη Οσμάν Αγά, άνδρες του οποίου επέβησαν επί του ΦΙΛΙΑ, το κατέλαβαν και συνέλαβαν τον πλοίαρχο, πλήρωμα και επιβάτες. Οι πλοιοκτήτες δεν είχαν έκτοτε πληροφορίες για την τύχη του πλοίου. Το πλήρωμα πιθανόν δολοφονήθηκε. Προσπάθειες να ξαναβρεθεί το πλοίο απέβησαν άκαρπες. Η ζωή των Ελλήνων δεν ήταν πολύ ασφαλής εκείνο τον καιρό στο συγκεκριμένο μέρος της Μικράς Ασίας».

Το παραπάνω επικαλέστηκε η μια πλευρά στη δίκη, αυτή των πλοιοκτητών, που επιζητούσαν αποζημίωση από τους ασφαλιστές. Οι ασφαλιστές ουδόλως αμφισβήτησαν τα παραπάνω, περιορίστηκαν απλά να ισχυριστούν ότι τα εγκλήματα έγιναν από τον προαναφερθέντα Οσμάν όχι ως Νεότουρκο αλλά ως κοινό εγκληματία. Δηλαδή ότι επρόκειτο για απώλεια όχι από πολεμικό κίνδυνο αλλά από κοινή πειρατεία. Ο λόγος είναι ότι η ασφαλιστική σύμβαση κάλυπτε μεν απώλεια του πλοίου από κινδύνους πολέμου, όχι όμως και από πειρατεία. Υποστήριξαν λοιπόν οι ασφαλιστές ότι «η κυβέρνηση του Σουλτάνου δεν είχε αποτελεσματική εξουσία στη Μ. Ασία, σ’ όλη τη χώρα λυμαίνονταν συμμορίες ληστών και ο Οσμάν Αγάς ήταν ένας απ’ αυτούς τους περιβόητους ληστές που λήστευαν και τρομοκρατούσαν την περιοχή προς όφελος τους και μόνο. Ναι μεν το φθινόπωρο του 1920 έλαβε κάποιο αξίωμα, αλλά μέχρι τότε δρούσε για δικό του λογαριασμό μονάχα. Η κατάσχεση δεν έγινε για να καταστήσει το ΦΙΛΙΑ λεία πολέμου, ούτε για να μεταφέρει κεμαλικά στρατεύματα, παρά μόνο για πλιάτσικο. Οι στρατιώτες έβαλαν τα μαχαίρια τους στο λαιμό των μελών του πληρώματος ζητώντας χρήματα και πήραν από το πλοίο ο,τιδήποτε μπορούσε να κουβαληθεί. Οι πράκτορες των Λλουντ στην Τραπεζούντα ανέφεραν ότι ο Οσμάν Αγάς δρούσε ως δικτάτορας της περιοχής και όλοι τον φοβούνταν. Τον Δεκέμβριο του 1920 ο Οσμάν Αγάς έγινε κυβερνήτης της Κερασούντος». Η άποψη που προσπάθησαν να περάσουν οι ασφαλιστές ήταν ότι η νομική κυβέρνηση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αυτή του Σουλτάνου, δεν εξουσίαζε την περιοχή. Η δε κεμαλική εξουσία στη Μικρά Ασία επιχείρησαν να ιδωθεί όχι ως έχουσα κρατική υπόσταση αλλά ως συμφυρμό ληστών που κατά τόπους τρομοκρατούσαν τη χώρα. Έτσι, η κατάσχεση του ΦΙΛΙΑ δεν θεωρείται λεία πολέμου αλλά πειρατεία. Το δικαστήριο στην απόφαση του ανέφερε μεταξύ άλλων:

«Από το ημερολόγιο πλοίου το περιστατικό περιγράφεται ως εξής: “Την ώρα που επρόκειτο να αποπλεύσουμε, άνδρες υπό τις διαταγές του Οσμάν Αγά επέβησαν του πλοίου και με ρώτησαν (τον πλοίαρχο) από που είμαι και που πηγαίνω και συγχρόνως δήλωσαν ότι το πλοίο τελεί υπό κατάσχεση “». Και η απόφαση συνεχίζει: «Είμαι πεισμένος (ο δικαστής) ότι η συγκεκριμένη υπόθεση είναι πράξη σύλληψης από αρμόδια αρχή και όχι πειρατείας (καμωμένη για το προσωπικό συμφέρον του πράττοντος). Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Οσμάν Αγάς ήταν άτομο χαμηλού ήθους και ληστής. Στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή όμως, είχε φτάσει, όπως και ένας ληστής ακόμα μπορεί, σε μια θέση σημαντικής εξουσίας και ουσιαστικά ήλεγχε την περιοχή σα δικτάτορας. Τον Ιούνιο του 1920, χρόνο της κατάσχεσης, ο ελληνικός στρατός προγραμμάτιζε και όντως εκτελούσε εχθροπραξίες κατά των εθνικιστών Τούρκων… Αυτές οι επιχειρήσεις είχαν ήδη αρχίσει το Μάρτιο 1920. Ο Οσμάν αγάς ευρίσκετο στο πλευρό των Τούρκων και η κατάσχεση του πλοίου ΦΙΛΙΑ είχε κάλυψη και κίνητρα πολιτικά. Δηλαδή είχε σαν στόχο να καταφέρει ένα χτύπημα στους Έλληνες… Η γυναίκα του πλοίαρχου έγραψε ένα γράμμα λίγο μετά την περιπέτεια από το οποίο φαίνεται ότι ακολούθησαν βαρβαρότητες, βία και επακολούθησε σφαγή των Ελλήνων στην πόλη της Κερασούντος, οπότε πολλοί από το πλήρωμα σκοτώθηκαν.

Οι Κεμαλικοί είχαν γνώση των σφαγών και ό,τι έγινε, έγινε υπό τον έλεγχο τους. Το πλήρωμα είχε φυλακιστεί με την εξαίρεση του πλοιάρχου. Η γυναίκα του πλοιάρχου έγραφε: “Ταμέλη του πληρώματος φυλακίστηκαν εκτός από τον καπετάνιο, ο οποίος στάλθηκε στο σπίτι του κ. Σουρμελή. Περάσαμε 19 ημέρες φόβου και αγωνίας περιμένοντας να δούμε τι θα γίνει… Μας είπαν ότι το πλήρωμα, μαζί με τον πλοίαρχο και ένα άλλο Έλληνα της πόλης θα στέλνονταν στο Καραϊσάρ. Την επόμενη μέρα οι Έλληνες κάτοικοι της Κερασούντος σκοτώνονταν στους δρόμους. Οι δικοί μας ξέφυγαν το θάνατο. Μετά πέντε μέρες έλαβα ένα γράμμα από το σύζυγο μου από το Καραϊσάρ όπου έλεγε πως είναι καλά”». Και το δικαστήριο συνεχίζει: «Από τα παραπάνω φαίνεται ότι ο πλοίαρχος μεταφέρθηκε από την Κερασούντα. Έκτοτε τίποτα δεν ακούστηκε γι ‘αυτόν, και δεν υπάρχει αμφιβολία άτι βρήκε την ίδια τύχη με τους άλλους Έλληνες. Το όλο συμβάν είναι φανερό ότι υπήρξε μέρος πολιτικής κίνησης, και όχι απλά πράξη εγκληματιών. Σκότωναν από μίσος και εκδίκηση και όχι με σκοπό να ληστέψουν. Το Φόρεϊν Όφφις σε επικοινωνία που είχε ανέφερε ότι ο Οσμάν Αγάς, ληστής ταπεινής προέλευσης, έχει αναδειχθεί σε τοπικό δεσπότη της Κερασούντος και προεδρεύει της επιτροπής Εθνικής Άμυνας Κερασούντος, σώμα συνδεδεμένο με τους Νεότουρκους». Τελειώνοντας, το δικαστήριο αναφέρθηκε σε άλλη ανάλογη ληστρική πράξη του Οσμάν Αγά επί γαλλικού πλοίου. Οι Κεμαλικοί, είτε γιατί θεωρούσαν εαυτούς υπεύθυνους για τις πράξεις του είτε γιατί τον θεωρούσαν ένα από αυτούς, θεώρησαν σωστό να απευθύνουν στη γαλλική κυβέρνηση απολογία σχετικά με αυτή την πράξη του Οσμάν Αγά.

Καμμιά ανάλογη απολογία δε στάλθηκε στην ελληνική κυβέρνηση και το δικαστήριο συμπέρανε ότι παράλληλα με την πολιτική εξουσία που είχε, ο Οσμάν Αγάς συνέχιζε τη δράση του και ως κοινός εγκληματίας, αποτελώντας προφανώς τυπικό παράδειγμα και προοίμιο της ιδεολογίας και πολιτικής του τουρκικού κράτους.

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *