Τὸ Βυζάντιο εἶχε ἀπορριφθεῖ τὸν 18ο αἰ. ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες Διαφωτιστὲς καὶ μή, ὡς κεντρικὸς ἐθνικὸς μύθος, λέει ἡ θεωρία, γιατὶ εἶχε χάσει ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Σὲ κάθε μάχη ἔχανε, ποδοπατιόταν, ἐξευτελιζόταν. Ἡ ἥττα του ἦταν ὁρατὴ ἀκόμη κατὰ τὸ 1821 καὶ τὸν Νεοελληνικὸ Διαφωτισμό: ἡ ὀθωμανικὴ κυριαρχία. Ἕνας ἡττημένος, καὶ δὴ ἡττημένος ἀπὸ τὸν τωρινὸ κατακτητή σου, δὲν μπορεῖ νὰ σοῦ ἐμπνεύσει παρὰ μόνο τὴν παρακμή. Ἦταν συνώνυμο τῆς σκλαβιᾶς, λοιπόν. Ἔτσι, ἔπρεπε νὰ βρεῖ τὸ Ἔθνος ἕνα ἄλλο σημεῖο ἀναφορᾶς.
Κάτι ὅμως δὲν πάει καλά. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἔχαναν, σὲ κάθε μάχη, ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους (Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Πύρρο -κατ’ ἀντιστοιχία οἱ Λασκαρίδες κατανικοῦσαν τοὺς Σελτζούκους.) Αὐτογελοιοποιήθηκαν μὲ τὶς συνεχόμενες φιλορωμαϊκὲς συμμαχίες μερικῶν ἐξ αὐτῶν. Πῆραν οἱ μισοὶ τὸ μέρος τῶν Ρωμαίων κατὰ ἄλλων Ἑλλήνων. Αὐτοεξευτελίζονταν μὲ τὶς θεοποιήσεις ἀρχικὰ ρωμαίων ὑπάτων, ἔπειτα τῆς Ρώμης καὶ τέλος τῶν αὐτοκρατόρων, καὶ γέμιζαν τὸν ἑλλαδικὸ χῶρο μὲ ναοὺς τῆς Θεᾶς Ρώμης, καὶ πάνω στὴν Ἀκρόπολη. Ἔγιναν οἱ ἄκαπνοι ὑπηρέτες τῶν Ρωμαίων, μὲ τοὺς ἰατρούς, τοὺς Ἀντίνοους καὶ τοὺς θεατρίνους τους, τὰ μπιμπελὼ τῆς Ρώμης. Δὲν ἐπαναστάτησαν ποτέ τους. Ἄλλαζαν τὰ ὀνόματά τους σὲ ρωμαϊκά. Αὐτὸς ποὺ γνωρίζουμε ὡς Ἡρώδη Ἀττικὸ ἦταν στὴν πραγματικότητα ὁ Λούκιος Βιβούλλιος Ἵππαρχος Τιβέριος Κλαύδιος Ἀττικὸς Ἡρώδης, κι ὁ Αἴλιος Ἀριστείδης ἦταν ὁ Πόπλιος Αἴλιος Ἀριστείδης Θεόδωρος -κι ἔτσι ἔκαναν πλήθη ἄλλων Ἑλλήνων. Ἄλλαζαν τὶς ἀφιερώσεις τῶν ἀγαλμάτων Ἑλλήνων ἡρώων ὥστε νὰ τιμοῦν τοὺς Ρωμαίους. Μόνο 300 χρονάκια χωρίζουν τὸ Μαραθώνα τὸ 490 π.Χ. ἀπὸ τοὺς πανηγυρισμοὺς τοῦ 196 π.Χ. γιὰ τὴν «ἐλευθερία ἀπὸ τοὺς Μακεδόνες» τὴν ὁποία προσέφεραν οἱ Ρωμαῖοι. Ἀπὸ ποῦ λοιπὸν βγαίνει τὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ ἑλληνικὴ Ἀρχαιότητα ἐνέπνεε τὸ πνεῦμα τῆς ἐλευθερίας περισσότερο σὲ σχέση μὲ τὸ Βυζάντιο; Ἀπὸ τὴν ἀσχετοσύνη περὶ τὴν ἱστορία.
Ὑποτίθεται ὅτι τὸ Βυζάντιο ὡς ἰδεῶδες του εἶχε ὄχι τὴν ἑλληνικὴ Ἀρχαιότητα μὰ τὴν Ὕστερη Ἀρχαιότητα, πράγμα ποὺ τὸ κάνει περιθωριακὸ καὶ «ὄχι τόσο ἑλληνικό». Ὅπως γράφει ἡ Averil Cameron, ἡ κλασσικὴ ἐποχὴ ἦταν ἡ «Dream Time of the western civilization», ἀπὸ τὴν ὁποία μποροῦσες νὰ ἐμπνέεσαι, ἤ -θὰ ἔλεγε κάποιος ἄλλος- νὰ φαντασιώνεσαι ἄκριτα, χωρὶς τελειωμό.
Στὴν πραγματικότητα, λίγα πράγματα ἔρχονται ἀπευθείας ἀπὸ τὸν 5ο καὶ 4ο αἰ. πρὸ Χριστοῦ.
-Τὰ περισσότερα ἑλληνικὰ κτίσματα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τῆς Συρίας ἀνοικοδομήθηκαν στὴ ρωμαϊκὴ περίοδο. Στὴν Ἀθήνα, τὸ μνημεῖο τοῦ Φιλοπάππου, τὸ Ὡρολόγιο τοῦ Κυρρήστου, τὸ Ἡρώδειο καὶ οἱ Στῆλες τοῦ Ὀλύμπιου Διὸς εἶναι ἑλληνικὰ κτίσματα ἀλλὰ τῆς ρωμαϊκῆς περιόδου. Ἡ ἔπαυλη τοῦ Διονύσου στὸ Δίων μὲ τὸ ἐκπληκτικὸ ψηφιδωτὸ εἶναι τοῦ 200 μ.Χ.
-Ἡ νομοθεσία τοῦ δυτικοῦ κόσμου βασίζεται στὴ νομοθεσία ποὺ κωδικοποιήθηκε στὴν Ὕστερη Ἀρχαιότητα -ἐκείνη στὴν ὁποία ἀπέβλεπε τὸ Βυζάντιο- κι ὄχι σὲ προηγούμενες ἐποχές.
-Οἱ εὐρωπαϊκὲς θρησκεῖες, λατινικὸς Χριστιανισμός, Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τοὺς Πατέρες καὶ τὸν μοναχισμό, ἀλλὰ καὶ οἱ Μονοφυσίτες καὶ Κόπτες (ὅταν ἡ «Εὐρώπη» συμπεριελάμβανε τὴ Συρία καὶ τὴν Αἴγυπτο), ὅλες τους κατὰ τὴν Ὕστερη Ἀρχαιότητα ἄρχισαν νὰ ἀποκρυσταλλώνονται. Τὸ ἴδιο θὰ μποροῦσε νὰ εἰπωθεῖ ἀκόμη καὶ γιὰ τὸ Ἰσλάμ, ποὺ δανείστηκε πολλὰ ἀπὸ τὸν Ἀρειανισμὸ καὶ ἄλλες αἱρέσεις τῆς ρωμαϊκῆς-βυζαντινῆς Ὕστερης Ἀρχαιότητας ὅσον ἀφορᾶ τὴ θεότητα καὶ τὴ φύση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ μοναχισμὸς ἐμφανίστηκε τὴν ἴδια ἐποχή.
-Ἀκόμη καὶ τὰ κείμενα τῆς ἀρχαίας (ἑλληνικῆς καὶ λατινικῆς) γραμματείας τὰ γνωρίζουμε βασικὰ μέσῳ τῆς ἀντιγραφῆς ποὺ ἔγινε στὴν Ὕστερη Ἀρχαιότητα, στὰ ἀντιγραφεῖα τῆς Κωνσταντινούπολης (Κωνστάντιος Β΄ κ.λπ.) τῆς βυζαντινῆς Ἀλεξάνδρειας κι ἄλλων πόλεων. Κι ὄχι ἀπευθείας ἀπὸ τὰ ἀντιγραφεῖα τῆς πτολεμαϊκῆς Ἀλεξάνδρειας.
-Τὰ πρῶτα πραγματικὰ πανεπιστήμια μὲ πολλὲς αἴθουσες διδασκαλίας ἡ μιὰ δίπλα στὴν ἄλλη, κι ὄχι ἁπλὲς σχολὲς συγκεκριμένων φιλοσόφων, δημιουργήθηκαν τὸν 4ο καὶ 5ο αἰ. στὴν Ἀλεξάνδρεια.
-Ὁ Νεοπλατωνισμός, ποὺ ἀπὸ τὴν Ἀναγέννηση καὶ μετὰ κίνησε τὸ ἐνδιαφέρον πολλῶν, στὴν ἐποχὴ ἐκείνη, 4ο-6ο αἰ., ἤκμασε, κι ἀπὸ τότε προέρχονται τὰ πάμπολλα νεοπλατωνικὰ σχόλια στὸν Ἀριστοτέλη καὶ τὸν Πλάτωνα.
Ὥστε, λοιπόν, ἦταν οἱ Ἕλληνες, ἀλλὰ ὄχι τῆς Κλασσικῆς Ἑλλάδας. Φυσικά, μόνο παρακμιακὴ δὲν εἶναι μιὰ ἐποχὴ τὰ ἐπιτεύγματα τῆς ὁποίας ἀκόμα εἶναι παρόντα.
Τελικά, βλέπουμε νὰ σχηματίζεται μιὰ τέτοια εἰκόνα στὴν ὁποία τὸ Βυζάντιο δὲν εἶναι καὶ τόσο μοναχικὸ κι ἐξωτικὸ ὅσο λέγεται, ἐξαιτίας τοῦ θαυμασμοῦ του γιὰ τὴν Ὕστερη Ἀρχαιότητα. Ἀλλὰ μᾶλλον ὁ Γίββων καὶ ὁ Διαφωτισμός, ἢ στὰ δικά μας ὁ Καστοριάδης, ὁ Λιαντίνης καὶ ἄλλοι, εἶναι οἱ πραγματικὰ μονάχοι κι ἔρημοι ἀποβλέποντας στὴν ἀπευθείας, ἐξωιστορικὴ πρόσληψη τῆς κλασσικῆς Ἀρχαιότητας. (Ὁ Γίββων, φυσικά, ἀνώτερη ἐποχὴ θεωροῦσε τὸν 2ο μ.Χ. αἰ.) Ἀκόμη καὶ ἡ δημοκρατία ἐκτὸς τοῦ ὅτι εἶναι ἔμμεση περιέχει πολὺ περισσότερες ἐγγυήσεις γιὰ τὸ ἄτομο ἀπὸ ὅ,τι τὸν 5ο π.Χ. αἰ. Ὥστε ἡ ἀντιπαλότητα αὐτὴ εἶναι ἕνα πρόσφατο κατασκεύασμα. Ἄλλωστε, μόνο ἡ εἰρωνεία τῆς Ἱστορίας ἐξηγεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτοὶ ποὺ διέσωσαν γιὰ δέκα αἰῶνες τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ ποὺ ξέκοψαν τοὺς Ἕλληνες μιὰ γιὰ πάντα ἀπὸ τὸ Λάτιο χαρακτηρίζονται σήμερα χριστιανοὶ ἀνθέλληνες.