Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος, διεθνολόγος – μεταπτυχιακός φοιτητής Βυζαντινής Ιστορίας
Προς τα τέλη του 8ου αιώνος τα αγγλοσαξονικά χρονικά γεμίζουν με αναφορές ζοφερών οιωνών. Ανεμοστρόβιλοι, καταιγίδες, απόκοσμα φώτα στον ουρανό, ακόμη και θεάσεις …δράκων (!) ακολουθήθηκαν από λιμό, γεμίζοντας με μεταφυσικό τρόμο τους ανθρώπους. Το μοτίβο της κακοδαιμονίας (πολύ συνηθισμένο στη μεσαιωνική ιστοριογραφία) σύντομα έδωσε τη θέση του σε αληθινά δεινά. Σποραδικά, σχεδόν τυχαία στην αρχή, επιδρομείς άρχισαν να φθάνουν στις ακτές της Αγγλίας. Το 790 τρία άγνωστα πλοία άραξαν στη νησίδα Πορτλαντ, στις ακτές του Ουέσσεξ. Ο ανυποψίαστος τοπικός αξιωματούχος-περνώντας τους για εμπόρους-έσπευσε να τους προϋπαντήσει, με αποτέλεσμα να σφαγεί επί τόπου. Τρία χρόνια αργότερα όλη η Βρετανία αναρρίγησε με τρόμο, μαθαίνοντας πως ασεβείς, θηριώδεις βάρβαροι άλωσαν το μοναστήρι του Λίντισφαρν στη Νορθουμβρία. Η καρδιά του αγγλοσαξονικού χριστιανισμού καταστράφηκε ολοσχερώς: η πλούσια μονή λεηλατήθηκε, εκατοντάδες πολύτιμα βιβλία εξαφανίστηκαν και οι μοναχοί εσφάγησαν ανελέητα πάνω στην αγία τράπεζα ή σύρθηκαν αιχμάλωτοι στα πλοία των επιδρομέων. Σειρά είχε το νησί Ιόνα και η μονή του Αγίου Κολούμπα, πνευματική πρωτεύουσα της Σκωτίας, που λεηλατήθηκε τρεις φορές (795, 802, 806). Η καταστροφή της μονής ήταν τόσο ολοσχερής που ο τόπος έμεινε έρημος για 400 χρόνια. Γενικώς τα μοναστήρια, λόγω της απομονωμένης τοποθεσίας τους, της πλήρους έλλειψης άμυνας και των αποθεμάτων σε πολύτιμα αντικείμενα (χρυσά και αργυρά λειτουργικά σκεύη, κυρίως) υπήρξαν οι αγαπημένοι στόχοι των Βίκινγκς. Στο μεταίχμιο του νέου αιώνα πειρατικές επιδρομές σάρωσαν το Κεντ και τις ακτές της Μάγχης, αναγκάζοντας ως και τον ισχυρό Όφφα της Μερκίας να λάβει μέτρα άμυνας των ανατολικών του επαρχιών.
Ο νέος εχθρός δεν είναι άλλος από τους θρυλικούς Βίκινγκς, τους γερμανογενείς παγανιστές της Σκανδιναβίας. Λαοί άγνωστοι, αποκομμένοι από την ευρωπαϊκή ιστορία ως τότε, η έλευση των Ανθρώπων του Βορρά (Nordman/Norman, Νορμανδοί) σημάδευσε τη Γηραιά Ήπειρο με τον πιο απότομο και βάναυσο τρόπο. Δεινοί θαλασσοπόροι, από παλιά πολυτάξιδοι και τολμηροί έμποροι, οι Βίκινγκς στα τέλη του 8ου αιώνος ξεκίνησαν μία σειρά από πειρατικές επιδρομές σε όλες τις ακτές της δυτικής Ευρώπης. Ψάχνοντας χρυσό, σκλάβους και γη για να εγκατασταθούν, μικροί ή μεγαλύτεροι στόλοι εφορμούσαν από τη Νορβηγία, τη Δανία ή τη Σουηδία και προκαλούσαν πανικό στους χριστιανούς. Οι πολεμικές τους ικανότητες, ο ταχύς χαρακτήρας των επιδρομών τους (που δεν άφηνε χρόνο για τη συγκέντρωση μεγάλων στρατιών για την καταδίωξη τους) και η εξαιρετική τους ναυτοσύνη έκαναν την αντιμετώπιση τους πολύ δύσκολη. Ακόμη και κράτη ισχυρά όπως η Φραγκία των Καρολιγγείων βρέθηκαν απροετοίμαστα και υπέστησαν μεγάλες καταστροφές.
Το 835 η απειλή κλιμακώνεται, και οι Βίκινγκς με ορμητήριο τη νησίδα Σέππεϋ στο Κεντ απειλούν ολόκληρη την ανατολική Αγγλία. Την επόμενη χρονιά, στο Καρχαμπτον του Σόμερσετ (βορειοδυτικές ακτές τους Ουέσσεξ, απέναντι από την Ουαλία) ένας άλλος στόλος με 35 πολεμικά πλοία νίκησε το βασιλιά Έγκμπερτ. Οι Βίκινγκς συμμάχησαν με τους Κέλτες της Κορνουάλης, που ο Έγκμπερτ είχε νικήσει το 815, όμως οι συνδυασμένες δυνάμεις τους ηττήθηκαν στο λόφο Χίνγκστον Ντάουν (838). Η μάχη παγίωσε την κυριαρχία των Δυτικών Σαξόνων στην Κορνουάλη, όμως οι σκανδιναβικές επιδρομές (που την ίδια περίοδο ερήμωναν την Ιρλανδία και τη Σκωτία) έμοιαζαν να μην έχουν τέλος. Το 839 ο Έγκμπερτ πέθανε, δίνοντας τη θέση του στον Έθελγουλφ (839-858), ο οποίος το επόμενο έτος αντιμετώπισε τους Βίκινγκς στο Κάρχαμπτον και ηττήθηκε ύστερα από σκληρή, τριήμερη μάχη.
Πέρα από την αφόρητη συχνότητα και την τρομακτική βιαιότητα που τις χαρακτήριζαν ήδη, οι επιθέσεις των Βίκινγκς από τη δεκαετία του 850 άρχισαν να αναβαθμίζονται και ποιοτικά. Καθώς εξοικειώνονταν ολοένα και περισσότερο με τη γεωγραφία και τις πολιτικές συνθήκες της Βρετανίας, οι Άνθρωποι του Βορρά γρήγορα αντιλήφθηκαν το πόσο ευάλωτα και πρόσφορα για κατάκτηση ήταν τα αγγλοσαξονικά βασίλεια. Έτσι όχι απλώς οι επιδρομικοί στόλοι μεγάλωναν σε αριθμό, αλλά όλο και συχνότερα η προοπτική δεν ήταν η λεηλασία και η αρπαγή, αλλά η μόνιμη κατάκτηση και εγκατάσταση σε αγγλικά εδάφη. Βασική αλλαγή μοτίβου είναι πως μετά το πέρας της επιδρομής οι Βίκινγκς δεν έμπαιναν πλέον στα πλοία τους για να επιστρέψουν στις βάσεις τους, αλλά στρατοπέδευαν και διαχείμαζαν επί τόπου, για να επαναλάβουν τις επιθέσεις τους την επόμενη άνοιξη. Αυτή η αλλαγή καθιστούσε την απειλή από σφοδρή ενόχληση ή «καρφί στα πλευρά» των Σαξόνων, σε υπαρξιακό κίνδυνο που σκόπευε να επαναλάβει εις βάρος τους, ό,τι είχαν εκείνοι κάνει εις βάρος των Κελτών λίγους αιώνες νωρίτερα. Το 851 οι Βίκινγκς, αποβιβαζόμενοι από έναν στόλο 350 πλοίων, χτύπησαν το Καντέρμπουρυ στο Κεντ και το Λονδίνο, μέσα στην καρδιά της Μερκίας. Ο βασιλιάς Μπέορθβουλφ τράπηκε σε φυγή και χρειάστηκε να σπεύσει σε βοήθεια ο Έθελγουλφ του Ουέσσεξ με το στρατό του για να τους συντρίψει στην πολυαίμακτη μάχη του Όκκλεϋ (Σαρρέυ). Ο αριθμός περί 350 πλοίων κρίνεται σίγουρα υπερβολικός, ακόμη και εάν συνυπολογιστεί ότι εκεί επέβαιναν και γυναικόπαιδα ή βοηθητικό προσωπικό, όμως δείχνει το πόσο είχε διογκωθεί το επιθετικό ρεύμα από τη Σκανδιναβία προς την Αγγλία, αιματηρός προάγγελος των επομένων δεκαετιών. Η επίθεση οδήγησε στην στρατιωτική και οικονομική κατάρρευση της Μερκίας, όπως δείχνει η δραματική ελάττωση κυκλοφορίας νομίσματος μετά την πτώση του Λονδίνου.
Ο βασιλιάς Έθελγουλφ κυβέρνησε συνετά και επεξέτεινε την επιρροή του Ουέσσεξ, ανέπτυξε στενούς δεσμούς με τον Πάπα και τους Καρολίδες ενώ συγκράτησε την απειλή των Βίκινγκς. Πάνω στις βάσεις του αγώνα του οι γιοι του θα συνέχιζαν την πάλη για την αναχαίτιση της εισβολής και την ανεξαρτησία της Αγγλίας. Ένας από αυτούς έμεινε στην ιστορία ως ο σωτήρας της Αγγλίας και του Χριστιανισμού, πατέρας ενός νέου έθνους: ο Αλφρέδος.
(συνεχίζεται)
Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, 2017
Αν θα δημοσιεύατε και κάποιον χάρτη με σημειωμένες τις τοποθεσίες για αυτό και το προηγούμενο άρθρο, θα ήταν πιο πλήρες το αφήγημα.
Φιλιστορικός