του Παναγίωτη Βασιλόπουλου, Φοιτητή τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας ΑΠΘ
Ο Πελοποννησιακός πόλεμος(431-404) ήταν ο μεγαλύτερος, πολύνεκρος εμφύλιος πόλεμος που γνώρισε ο αρχαίος ελληνικός κόσμος. Τα αίτια βρίσκονται κυρίως στον οικονομικό ανταγωνισμό της Αθήνας με πόλεις της πελοποννησιακής συμμαχίας, με την Κόρινθο-εμπλοκή των Αθηναίων στον εμφύλιο της Κέρκυρας και πολιορκία της Ποτίδαιας-και τα Μέγαρα, εκδίδοντας ψήφισμα το 432 π.Χ. σύμφωνα με το οποίο απέκλειε του Μεγαρείς από την Αθηναϊκή αγορά και από τα λιμάνια της Δηλιακής συμμαχίας με την δικαιολογία ότι δέχθηκαν φυγάδες δούλους και ότι καλλιεργούσαν χωράφια σε συνοριακές περιοχές που ήταν αφιερωμένα σε θεούς. Η αφορμή έναρξης του πολέμου δόθηκε στις Πλαταιές της Βοιωτίας.
Οι Θηβαίοι κρίνοντας από τα γεγονότα ότι η κήρυξη ενός πολέμου πλησιάζει, αποφάσισαν να καταλάβουν τις Πλαταιές, οι οποίες είχαν αποχωρήσει από το Βοιωτικό Κοινό το 510 π.Χ. και είχαν ενταχθεί στην συμμαχία των Αθηναίων. Τον Μάρτιο του 431π.Χ. οι Θηβαίοι με αρχηγούς τους βοιωτάρχες Πυθάγγελο γιό του Φυλείδη και τον Διέμπορο του Ονητορίδη, μπήκαν στην πόλη αργά την νύχτα με 300 περίπου στρατιώτες.
Ο Πλατεύες Ναυκλείδης μαζί με τους οπαδούς του άνοιξαν τις πύλες, για να εισέλθουν οι Θηβαίοι, ώστε να φονευθούν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι, να πάρουν στα χέρια τους την εξουσία και οι Πλαταίες να γίνουν σύμμαχοι των Θηβών, συνεννοούμενοι με τον Ευρύμαχο του Λεοντιάδη σημαντικό πολιτικό άνδρα της Θήβας.
Σε αντίθεση με τα κελεύσματα του Ναυκλείδη και των οπαδών του να πάνε στα σπίτια των πολιτικών εχθρών τους και να τους σκοτώσουν, οι Θηβαίοι συγκεντρώθηκαν στην αγορά εναποθέτοντας τα όπλα και θέλοντας να συμμαχήσει η πόλη με ειρηνικό τρόπο εκφώνησαν διαγγέλματα με σκοπό οι Πλαταιές να γίνουν σύμμαχη και φίλη πόλη. Έβγαλαν τότε κήρυκα να αναγγείλει ότι όποιος επιθυμεί να συμμαχήσει με τους Βοιωτούς κατά τα πατροπαράδοτα έθιμα της Βοιωτικής συμμαχίας , είχε την υποχρέωση να ενωθεί μαζί τους ένοπλος, θεωρώντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα προσετερίζοντο πιο εύκολα την πόλη.
Οι Πλαταιείς με την αιφνιδιαστική κατάληψη της πόλης του και λόγω της νύχτας, νόμιζαν ότι οι Θηβαίοι είναι πολλοί περισσότεροι, άρχισαν διαπραγματεύσεις για την παράδοση της πόλης. Όμως ενόσω διαπραγματεύοντο αντιλήφθηκαν ότι οι Θηβαίοι ήταν λιγότεροι αποφάσισαν να επιτεθούν, επειδή πίστευαν στην ευκολία της νίκης και επίσης η πλειοψηφία των πολιτών δεν ήθελε να σπάσει η συμμαχία με τους Αθηναίους. Έτσι προετοίμασαν την επίθεση τους χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, βγαίνοντας στους δρόμους, ανοίγοντας τρύπες στα γειτονικά σπίτια και στήνοντας οδοφράγματα με άμαξες. Αφού όλα είχαν προετοιμαστεί όρμησαν από τα σπίτια τους λίγο πριν την χαραυγή, για να μην είναι σε θέση οι Θηβαίοι να πολεμήσουν ίσος προς ίσο αλλά επειδή μέσα στο σκοτάδι θα μειονεκτούσαν, καθώς δεν ξέρουν καθόλου την πόλη. Αμέσως επιτέθηκαν και άρχισε μάχη σώμα με σώμα.
Όταν οι Θηβαίοι εξαπατήθηκαν πύκνωσαν τις τάξεις τους, αποκρούοντας τις επιθέσεις. Ύστερα από την απόκρουση τριών επιθέσεων, οι Πλαταιείς έκαναν επίθεση με αλαλαγμούς και οι γυναίκες και οι δούλοι έριχναν από τα σπίτια πέτρες και κεραμίδια, υπό την ολονύκτια βροχή οι Θηβαίοι στρατιώτες άρχισαν να υποχωρούν στους δρόμους της Πλατείας, λόγω του γεγονότος ότι οι περισσότεροι δεν γνώριζαν τους δρόμους και την λάσπη δεν ήξερα προς του να πάνε(ήταν και τέλος του μήνα και δεν είχε φεγγάρι), ενώ οι Πλαταιείς που τους καταδίωκαν ήξεραν πως να τους εμποδίσουν, έτσι πέθαναν πολλοί Θηβαίοι. Στην συνέχεια ένας έκλεισε την πύλη, όπου είχαν μπει, έτσι άλλοι πηδούσαν από τα τείχη αλλά οι περισσότεροι σκοτώθηκαν άλλοι έφτασαν σε μια αφύλακτη πύλη δίχως να τους καταλάβουν και έσπασαν τον σύρτη της πύλης με ένα τσεκούρι που τους έδωσε μια γυναίκα, όμως λίγοι κατόρθωσαν να ξεφύγουν, γιατί έγιναν αντιληπτοί, άλλοι καταδιωγμένοι εδώ και εκεί σκοτώθηκαν μέσα στις Πλαταιές. Οι περισσότεροι μπήκαν σε ένα οίκημα που ήταν μέρος του τοίχους και βλέποντας την πόρτα του ανοιχτή θεώρησαν ότι ήταν η έξοδος, όμως παγιδεύτηκαν και οι Πλαταιείς δεν μπορούσαν να αποφασίσουν αν έπρεπε να πυρπολήσουν το σπίτι ή να τους σκοτώσουν με άλλον τρόπο. Τελικά όσοι επέζησαν παραδόθηκαν άνευ όρων.
Σύμφωνα με το σχέδιο των Θηβαίων προβλεπόταν ότι αν τα πράγματα είχαν αρνητική έκβαση να μπουν στην πόλη με πολλούς στρατιώτες, για να βοηθήσουν όσους ήταν μέσα, όταν έμαθαν τι συνέβη τάχυναν το βήμα τους αλλά καθυστερούσαν γιατί η βροχή που έπεφτε όλη την νύχτα τους αργοπορούσε και η απόσταση Θήβας-Πλαταιών είναι 70 στάδια(περίπου τρείς ώρες). Ένας ακόμη λόγος ήταν ότι ο Ασωπός είχε πλημμυρίσει. Ύστερα από την διάβαση του ποταμού οι Θηβαίοι έμαθαν για την αιχμαλωσία των στρατιωτών τους σκέφτηκαν να πιάσουν αιχμαλώτους όσους από τους Πλαταιείς ήταν έξω από τα τείχη και να τους ανταλλάξουν με τους δικούς τους. Επειδή οι Πλαταιείς υποψιάστηκαν αυτό και φοβόντουσαν για όσους ήταν στα χωράφια, έστειλαν κήρυκα να τους αναγγείλει ότι η πράξη κατάληψης της πόλης εν καιρώ ειρήνης είναι μια πράξη ανόσια, να μην πειράξουν τους πολίτες τους, διαφορετικά θα σκοτώσουν τους αιχμαλώτους και αν φύγουν να τους αφήσουν ελεύθερους.
Με αυτόν τον τρόπο οι Θηβαίοι τηρώντας τα συμφωνηθέντα έφυγαν από την πόλη χωρίς να λεηλατήσουν την ύπαιθρο, έπειτα οι Πλαταιείς συγκέντρωσαν τα κινητά αντικείμενα σκότωσαν τους αιχμαλώτους που αριθμούσαν τους 180 και ανάμεσα τους ο Ευρύμαχος. Σύμφωνα με τους Θηβαίους όμως οι Πλαταιείς είχαν ορκιστεί για αυτή την συμφωνία,ενώ οι άλλοι υποστηρίζαν ότι δεν ορκίστηκαν αλλά ύστερα από συμφωνία να ελευθερωθούν οι αιχμάλωτοι.
Μετά από αυτά οι Πλαταιείς έστειλαν αγγελειαφόρους στην Αθήνα και έδωσαν τους νεκρούς ύστερα από συμφωνία. Όταν οι Αθηναίοι τι έγινε συνέλαβαν όσους Βοιωτούς ήταν στην Αττική και έστειλαν κήρυκα στην πόλη να πει στους Πλαταιείς να μην βλάψουν τους αιχμαλώτους προτού αποφασίσουν οι Αθηναίοι τι πρέπει να κάνουν οι Πλαταιείς. Οι Αθηναίοι δεν γνώριζαν τι είχε γίνει, καθώς οι Πλαταιείς είχαν στείλει δύο αγγελιαφόρους τον ένα κατά την εισβολή και τον δεύτερο όταν νίκησαν και αιχμαλώτισαν τους Θηβαίους. Με αυτόν τον τρόπο οι Αθηναίοι έστειλαν τις διαταγές τους χωρίς να ξέρουν τι είχε γίνει και φτάνοντας ο κήρυκας βρήκε νεκρούς τους αιχμαλώτους. Οι Αθηναίοι έστειλαν στρατό και εφοδιοπομπή, άφησαν φρουρά και πήραν μαζί τους τους αδύναμους και τα γυναικόπαιδα.
Βιβλιογραφία:
1. www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=73&page=47
2.Τσεβάς.Δ.Γ Ιστορία της Θήβας και της Βοιωτίας από τα αρχαιότατα χρόνια μέχρι σήμερα, Θήβα Ιούλιος 2006 σελ199-202
3.Lefévre.F, Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, μετάφραση Κεφαλά Αναστασία&Καρδαμίτσα Μίνα,Αθήνα 2016 σελ 236-238