Αγωνιστής του ‘21 και πολιτικός. Εκ των ηγετών του Ρωσικού Κόμματος, διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 3 Σεπτεμβρίου 1843 έως τις 16 Φεβρουαρίου 1844.
Ο Ανδρέας Μεταξάς γεννήθηκε στο Αργοστόλι το 1790 και ήταν γόνος της επιφανούς κεφαλληνιακής οικογένειας των Μεταξάδων, με καταγωγή από το Βυζάντιο. Ο ίδιος έφερε τον τίτλο του κόμη κι εργαζόταν ως δικολάβος στο νησί.
Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και με την έκρηξη της Επανάστασης συγκρότησε σώμα 350 Κεφαλλήνων (καλώς εξοπλισμένων με δύο τηλεβόλα), μαζί με τον αδελφό του Αναστάσιο και τον εξάδελφό του Κωνσταντίνο, με σκοπό να μεταβεί στην Πελοπόννησο. Επειδή δεν μπορούσε να πάρει άδεια από τις αγγλικές αρχές του νησιού, προσποιήθηκε ότι θα καταδίωκε την πειρατεία στην περιοχή της Ιθάκης.
Αποβιβάσθηκε στην Κυλλήνη στις 9 Μαΐου 1821 και αμέσως τέθηκε υπό τις διαταγές του προύχοντα της περιοχής Γεωργίου Σισίνη. Οι δυο τους προχώρησαν προς το χωριό Λάλα και πολιόρκησαν του περίφημους για την ανδρεία του Λαλαίους Τουρκαλβανούς, τους οποίους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν το χωριό τους και να καταφύγουν στην Πάτρα (30 Μαΐου 1821).
Στις 5 Μαΐου 1822 εκλέχθηκε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και λίγες μέρες αργότερα του δόθηκε η ελληνική υπηκοότητα, λόγω των υπηρεσιών του προς την πατρίδα (25 Μαΐου). Μετά την εισβολή του Δράμαλη το καλοκαίρι του 1822 διορίστηκε υπουργός της Αστυνομίας.
Μετείχε σε αποστολή, μαζί με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη, η οποία θα μετέβαινε στη Βερόνα της Ιταλίας, η οποία είχε σκοπό να υποστηρίξει στο συνέδριο των ηγεμόνων της Ευρώπης τα δίκαια της Ελλάδας (Σεπτέμβριος του 1822). Η τριμελής αποστολή, όταν έφθασε στην Ανκόνα, εμποδίστηκε να μεταβεί στη Βερόνα κι επέστρεψε άπρακτη στην Ελλάδα.
Τον Απρίλιο του 1826 διορίστηκε υπουργός Πολέμου και στη συνέχεια εκλέχθηκε διαδοχικά πληρεξούσιος στην Εθνοσυνέλευση του Άργους και μέλος του Νομοτελεστικού.
Με την άφιξη του Ιωάννη Καποδίστρια στην Ελλάδα διορίστηκε μέλος του Πανελληνίου, μέλος του Γενικού Φροντιστηρίου (με αρμοδιότητα τα στρατιωτικά θέματα) και έκτακτος επίτροπος της Πελοποννήσου. Μετά τη δολοφονία τού Καποδίστρια, ορίστηκε μέλος της Διοικητικής Επιτροπής και μετά την πτώση του Αυγουστίνου Καποδίστρια διετέλεσε μέλος της προσωρινής κυβέρνησης μέχρι την έλευση του Όθωνα.
Επί Αντιβασιλείας διορίσθηκε νομάρχης Λακωνίας, αλλά γρήγορα περιέπεσε σε δυσμένεια. Ως ένας από τους αρχηγούς τού Ρωσικού Κόμματος, φυλακίστηκε στη Σύρο, μετά τη σύλληψη του Κολοκοτρώνη, επειδή θεωρήθηκε ύποπτος. Δραπέτευσε όμως και διέφυγε στη Μασσαλία. Αργότερα ανακλήθηκε και τοποθετήθηκε πρεσβευτής στην Ισπανία (1833-1839). Διατέλεσε κατόπιν σύμβουλος της Επικρατείας (1839) και υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Μαυροκορδάτου (1841).
Στις 3 Σεπτεμβρίου 1843, αμέσως μετά την επικράτηση της Επανάστασης, ανέλαβε τον σχηματισμό κυβέρνησης, η οποία προετοίμασε το Σύνταγμα του 1844. Υπήρξε ο πρώτος που ονομάστηκε «πρωθυπουργός», με τον όρο αυτό να καθιερώνεται και να επικρατεί έκτοτε. Ο Μεταξάς φρόντισε να συμπεριλάβει στην κυβέρνησή του μέλη και από τα άλλα δύο κόμματα, το Γαλλικό και το Αγγλικό, έτσι ώστε αυτή να αποκτήσει οικουμενικό χαρακτήρα. Οι ηγέτες των δύο κομμάτων, Ιωάννης Κωλέττης και Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, συμμετείχαν στην κυβέρνηση χωρίς υπουργείο κι έτσι έγιναν οι πρώτοι υπουργοί άνευ χαρτοφυλακίου στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας.
Ο Μεταξάς υπέβαλε την παραίτηση της κυβέρνησής του στις 16 Φεβρουαρίου 1844, όταν διαφώνησε με την εθνοσυνέλευση, σχετικά με την ισοβιότητα των μελών της Γερουσίας. Η παραίτηση αυτή εμφανίζει έντονα κοινοβουλευτικά ίχνη. Για πρώτη φορά στην ελληνική συνταγματική ιστορία, κυβέρνηση απομακρύνεται, επειδή δεν διαθέτει την εμπιστοσύνη του αντιπροσωπευτικού σώματος, μολονότι το Σύνταγμα, το οποίο άλλωστε κατά την παραίτηση του Μεταξά δεν είχε τεθεί ακόμη σε ισχύ, να ορίζει τίποτε σχετικό. Είναι η πρώτη εφαρμογή του κανόνα, ότι η κυβέρνηση για να διατηρηθεί στη Βουλή, πρέπει να έχει την εμπιστοσύνη του κοινοβουλίου, αλλιώς απομακρύνεται.
Τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών στην κυβέρνηση του Ιωάννη Κωλέττη. Εκλέχθηκε βουλευτής Αττικής (1844-1845, 1850-1859) και γερουσιαστής (1845-1846).
Το 1850 ονομάστηκε από τον Όθωνα αντιστράτηγος και στις 15 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου διορίστηκε πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την έναρξη του Κριμαϊκού Πολέμου, υπέβαλε την παραίτησή του (10 Μαρτίου 1854) και επανήλθε στην Αθήνα. Υποστήριξε κρυφά το κίνημα για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, αλλά απέτρεψε τον Όθωνα να μεταβεί στην περιοχή.
Διετέλεσε πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και άλλων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων.
Ο Ανδρέας Μεταξάς πέθανε στην Αθήνα στις 8 Σεπτεμβρίου 1860, σε ηλικία 70 ετών. Υπήρξε σε όλη του τη ζωή γενναίος, ειλικρινής, ακέραιος και φιλόπατρις. Χάρη στη σωφροσύνη και τη μετριοπάθεια που τον διέκριναν, πέτυχε να βγει αλώβητος από την πολυτάραχη εκείνη εποχή και να αποκτήσει καθολικό κύρος ανάμεσα στον πολιτικό κόσμο της χώρας.