από τη σελίδα Αγιά Σοφιά / Hagia Sophia
Σαν σήμερα, την 9η Δεκεμβρίου του 536, ο Βυζαντινός στρατηγός Βελισάριος εισέρχεται στη Ρώμη χωρίς να συναντήσει αντίσταση. Η γοτθική φρουρά εγκαταλείπει την πόλη.
Στις αρχές του 535 η φιλοβυζαντινή βασίλισσα των Οστρογότθων Αμαλασούνθα, συνελήφθη, φυλακίστηκε και τον Απρίλιο του ιδίου έτους δολοφονήθηκε με την ανοχή του νέου συζύγου της, Θευδάτου. Η αλλαγή της πολιτικής κατάστασης στην Ιταλία έδωσε στον Ιουστινιανό το πρόσχημα που ζητούσε για να κινηθεί εναντίον των Οστρογότθων. Η ταχεία και απροσδόκητα εύκολη κατάλυση του βανδαλικού βασιλείου συνέβαλε προς την απόφαση του Ιουστινιανού να επιδιώξει με στρατιωτικά μέσα την προσάρτηση της Ιταλίας. Την υλοποίηση των σχεδίων του αυτοκράτορα ανέλαβαν οι στρατηγοί Βελισάριος, που κινήθηκε με στόλο εναντίον της Σικελίας με 12.000 άνδρες, και ο Μούνδος, που προέλασε προς τη γοτθική Δαλματία με 4.000 άνδρες. Η Σικελία ήταν σχεδόν αφύλαχτη από γοτθικές φρουρές, με συνέπεια μέσα σε επτά μήνες να αποτελεί τμήμα της ανατολικής αυτοκρατορίας. Μόνον η Πάνορμος (σημ. Παλέρμο) πρόβαλε αντίσταση, χωρίς αποτέλεσμα.
Η απώλεια ενός τόσο μεγάλου τμήματος της επικράτειάς του, πανικόβαλε τον Θευδάτο. Ήλθε σε διαπραγματεύσεις με τον Ιουστινιανό, αλλά πολύ σύντομα άλλαξε γνώμη. Αιτία ήταν η εσπευσμένη αναχώρηση του Βελισάριου για την Αφρική, όπου είχε εκδηλωθεί μεγάλη στάση μεταξύ των απλήρωτων στρατιωτών, και ο θάνατος του στρατηγού Μούνδου στη Δαλματία.
Όμως ο Βελισάριος κατάφερε σε ελάχιστο χρόνο να επαναφέρει την πειθαρχεία στις ρωμαϊκές δυνάμεις της Αφρικής και να επιστρέψει στην Ιταλία. Αποβιβάστηκε στο νότιο άκρο της Καλαβρίας (αρχές καλοκαιριού του 536) και προέλασε ταχύτατα προς Βορρά. Οι ελληνόφωνοι κατά κύριο λόγο πληθυσμοί υποδέχονταν τους Βυζαντινούς σαν ελευθερωτές. Ακόμη και οι γοτθικές δυνάμεις της περιοχής, υπό την ηγεσία του γαμβρού τού Θευδάτου, παραδόθηκαν στον Βελισάριο χωρίς καν να προβάλουν αντίσταση. Η προέλαση διακόπηκε κάτω από τα τείχη της Νεάπολης. Η πόλη αυτή διέθετε ισχυρή γοτθική φρουρά, ίση με τη δύναμη του Βελισάριου. Επίσης η οχυρή θέση της ενθάρρυνε τους κατοίκους της να αντισταθούν στον Βυζαντινούς. Πράγματι, η πόλη αντιστάθηκε επιτυχώς για έναν μήνα περίπου, σε σημείο που ο Βελισάριος ετοιμάστηκε να άρει την πολιορκία για να μην χρονοτριβήσει περαιτέρω. Τότε όμως, κάποιοι στρατιώτες του βρήκαν τυχαία μία δίοδο προς το εσωτερικό των τειχών μέσα από το υδραγωγείο της πόλης. Ένα απόσπασμα 400 επίλεκτων ανδρών εισήλθε στην πόλη και άνοιξε τις πύλες για τον υπόλοιπο στρατό.
Η πτώση της Νεάπολης (536) συγκλόνισε τους Οστρογότθους. Υπεύθυνος θεωρήθηκε ο Θευδάτος που δεν είχε πράξει κάτι σημαντικό στον στρατιωτικό τομέα για την αναχαίτιση του Βελισάριου. Ο ηγεμόνας των Γότθων εκθρονίστηκε και λίγο αργότερα εκτελέστηκε, ενώ τη θέση του κατέλαβε ένας γηραιός στρατηγός τού Θευδέριχου, ο Ουίτιγης ή Βίτιγκης. Ο τελευταίος άφησε ισχυρή φρουρά στη Ρώμη και έφυγε για τη Ραβέννα, όπου ήταν συγκεντρωμένος ο κύριος όγκος των γοτθικών στρατευμάτων. Επιπλέον αντιμετώπιζε μια φραγκική εισβολή στη βόρειο Ιταλία, για την οποία, όπως και στην περίπτωση της επαναστατημένης εναντίον του Γελίμερου Σαρδηνίας, ευθυνόταν οι διπλωματικοί χειρισμοί του Ιουστινιανού.
Ο Ουΐτιγης εξαγόρασε την αποχώρηση των Φράγκων από την Ιταλία με χρυσό και εδαφικές παραχωρήσεις και σύντομα ήταν έτοιμος να αντεπιτεθεί στους Βυζαντινούς. Ενόσω βρισκόταν στην Ραβέννα, παντρεύτηκε την κόρη της Αμαλασούνθας, Ματασούνθα για να νομιμοποιήσει την εξουσία του. Εν τω μεταξύ ο Βελισάριος είχε γίνει κύριος της Αιώνιας Πόλης αναίμακτα. Η παλαιά Ρώμη άνοιξε τις πύλες της στους στρατιώτες της Νέας Ρώμης μετά από σύντομες διαπραγματεύσεις, την ίδια ώρα που η γοτθική φρουρά εγκατέλειπε την πόλη (9 Δεκεμβρίου 536). Για τον Ιουστινιανό η ανάκτηση της Ιταλίας είχε επιτευχθεί το ίδιο εύκολα και γρήγορα όπως η βανδαλική Αφρική. Όμως ο Βελισάριος άρχισε να ετοιμάζεται πυρετωδώς για μακρά πολιορκία, καθώς γνώριζε ότι οι Γότθοι θα έκαναν το παν για να ανακτήσουν τη Ρώμη όπως και όλες τις απολεσθείσες περιοχές. Για την υπεράσπιση της Ρώμης δεν διατίθεντο περισσότεροι από 5.000 άνδρες, αφού οι υπόλοιποι επάνδρωναν φρουρές στη Σικελία και την νότιο Ιταλία.

Στη φωτογραφία:
Ο Βελισάριος πιθανολογείται να είναι αυτός ο γενειοφόρος άνδρας στα δεξιά του Ιουστινιανού Α’, (αριστερά όπως βλέπουμε τη φωτογραφία), όπως απεικονίζεται στο ψηφιδωτό του Ναού του Αγίου Βιταλίου στη Ραβέννα.