του Βασίλειου Κωστάκη, Προπτυχιακού φοιτητή ΣΕΦΑΑ ΔΠΘ Κομοτηνής
Η Ηπειρώτικη αρχαία ιστορία περιστρέφεται γύρω από τα κυρίαρχα βασίλεια – φυλές, όπως είναι οι Μολοσσοί (με την περιβόητη γενιά των Αιακίδων, απόγοινοι του Τρωϊκού ήρωα Αχιλλέα), οι Χάονες που ζούσαν στα βόρεια της Ηπείρου, τους Θεσπρωτούς και τους Κασσώπιους, όμως λίγοι (δυστυχώς) γνωρίζουν για το αρχαίο φύλο των Αθαμάνων.
Αρχικά, η ιστορία των Αθαμάνων ξεκινά περίπου το 1600 π.Χ. από τον βασιλιά Αθάμα των Μινύων στη Βοιωτία, ο οποίος σύμφωνα με έναν χρησμό έπρεπε να μεταναστέψει σε έναν συγκεκριμένο ορεινό τόπο στους πρόποδες της οροσειράς της Πίνδου (σημερινά Τζουμέρκα). Όταν κατέφθασε εκεί ίδρυσε το Αθαμάνιο με αποτέλεσμα να εγκατασταθεί το νέο Αθαμανικό φύλο στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ηπείρου. Λίγοι πιθανόν να γνωρίζουν την πανάρχαια αυτή ιστορία του σημερινού Αθαμάνιου Άρτας και την σημασία που έχει αυτό για την πολιτιστική κληρονομιά των κατοίκων αυτών των περιοχών.
Το Αθαμανικό φύλο θεωρούνταν Ελληνικό κατά τους ίδιους του Αθαμάνες, ενώ διάφοροι ιστορικοί όπως ο Στράβων και ο Εκαταίος ο Μιλήσιος τους θεωρούσαν βαρβάρους, λόγω του ότι ήταν σκληροτράχηλοι και δεν είχαν εμφανίσει την πολιτισμική ανάπτυξη των περισσότερων ελληνικών πόλεων. Από την άλλη μεριά, κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη θεωρήθηκαν ημι-βαρβαρική φυλή και την τελική απάντηση θα δώσει ο Μέγας φιλόσοφος Πλάτων με την φράση «Οι έκγονοι του Αθάμαντος, Έλληνες γάρ», καθώς γενεαλογικά προέρχονταν από Έλληνες, ήταν ελληνόφωνοι, είχαν ελληνικά ονόματα, πίστευαν στους Έλληνες θεούς και ορισμένες φορές συμμαχούσαν με την Αιτωλική συμπολιτεία.
Κατά την κάθοδο των Δωριέων (1100), οι άγριοι και ικανότατοι πολεμιστές Αθαμάνιοι υπερασπίζονται με σθένος τις περιοχές τους, ασφαλίζοντας έτσι την ελευθερία τους κατατροπόνοντας τους πανίσχυρους Δωριείς. Πενήντα περίπου έτη από αυτή τη νίκη θα έρθει μία νέα μεταρρύθμιση στη λειτουργία του βασιλείου, με την διαίρεση σε 4 επικράτειες (Ηρακλεία, Αργιθέα, Τετραφυλλία, και Χαλκίδα).
Ύστερα, περίπου στα τέλη της Αρχαϊκής εποχής και πριν την έναρξη των Περσικών πολέμων και του Πελοποννησιακού πολέμου οι Σπαρτιάτες προσπάθησαν να αποκτήσουν συμμάχους από την δυτική Ελλάδα, φέρνοντας την Ήπειρο στην σφαίρα επιρροής της. Από αυτή τη διπλωματική κίνηση δεν έλειψε η συμμαχία των Αθαμάνων με την Σπάρτη (500). Αυτή όμως θα καταλυθεί το 395 κατά την αρχή του Κορινθιακού πολέμου με τους Αθαμάνες να συμμαχούν με τις δυνάμεις της Αθηναϊκής συμμαχίας και στη συνέχεια (375) θα αποτελέσουν μέλος της 2ης Αθηναϊκής Συμμαχίας. Το ιστορικό με τις συμφωνίες μεταξύ των τότε υπερδυνάμεων δε σταματά για το Ηπειρωτικό φύλο. Κατά τις εκστρατευτηκές ενέργειες του Φιλίππου του Β’ της Μακεδονίας στον 3ο Ιερό Πόλεμο για τον έλεγχο του Μαντείου των Δελφών, οι Αθαμάνες θα προσχωρήσουν στο στρατόπεδο των Μακεδόνων και των Θεσσαλών απέναντι στους Φωκείς (355). Παρόλο που ξεκίνησαν να εμφανίζουν καλές σχέσεις με τους Μακεδόνες βασιλείς, το 323 με τον θάνατο του Μέγα Αλέξανδρου θα πάρουν το μέρος των Αθηνών εναντίον των διαδόχων στον Λαμιακό πόλεμο. Η ελευθερία των Αθαμάνων θα πάψει για περίπου μία δεκαετία κατά τις εκστρατείες του Μολοσσού βασιλέα Πύρρου (281-272).
Οι Αθαμάνες όταν αποκτήσουν πάλι την ανεξαρτησία τους, θα ιδρύσουν υπό την βασιλεία του Θεόδωρου της Αθαμανίας την πόλη της Θεοδωρίας, στο όνομα φυσικά του βασιλιά. Η περιοχή αυτή υπάρχει εως και σήμερα με την ονομασία Θεοδωριανά, ένα χώριο 994 κατοίκων (απογραφή 2001) στα Τζουμέρκα της Άρτας που απέχει 80χλμ από το κέντρο της τωρινής πόλης και έχει τους μεγαλύτερους καταράκτες της Ελλάδος, ύψους 25 μέτρων!
Επίσης, με τον θάνατο του Νεοπτόλεμου αναλαμβάνει τον θρόνο η κόρη του Πύρρου, Δηιδάμεια, την οποία θα ανατρέψουν οι Ηπειρώτες με την δολοφονία της από τον Νέστορα, έτσι η Ήπειρος μπαίνει στην εποχή της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας του Κοινού των Ηπειρωτών. Στο Κοινό των Ηπειρωτών προσχώρησαν όλα τα Ηπειρωτικά φύλα, όπως επίσης και οι Αθαμάνες.
Η Χρυσή Εποχή των Αθαμάνων θα έρθει με τον βασιλιά Αμύνανδρο, ο οποίος θα φέρει τεράστια πολιτισμική και οικονομική ανάπτυξη στην περιοχή δημιουργόντας τις πρώτες μεγάλες πόλεις των Αθαμάνων (220-178). Όμως, το 191 ύστερα της ρίξης των σχέσεων του Αμύνανδρου με τον Φίλιππο τον Ε’ της Μακεδονίας, θα φέρει την κατάκτηση της περιοχής με τον βασιλιά μας να καταφεύγει στην Αμβρακία μαζί με την σύζηγο του Απάμεια. Ένα χρόνο αργότερα ο Αμύνανδρος καταστρώνει σχέδιο για την απελευθέρωση των Αθαμάνιων περιοχών πράγμα που το πετυχαίνει το 189.
Το τέλος των Αθαμάνων θα έρθει με την Ρωμαϊκή κατάκτηση το 178 με την σθεναρή αντίσταση του τελευταίου βασιλιά Σέλιπου. Ως φόρο τιμής για τον τελευταίο τους ηγέτη θα ιδρύσουν την πόλη της Σελιπιάνας με το όνομα αυτής της πόλης να μένει ανεπηρέαστο εώς το 1930, την οποία θα αλλάξει με Προεδρικό διάταγμα το νέο Ελληνικό κράτος ως Καταφύλλι, από τον βράχο Καταφύλλιον που είχε χτίσει ο βασιλιάς το παλάτι του, στα όρια της σημερινής Άρτας και Καρδίτσας. Η ιστορία αυτή δε τελειώνει εδώ, καθώς ο Ρωμαίος Ύπατος Αιμίλιος Παύλος θα καταστρέψει πολλές πόλεις των Αθαμάνων και θα κατασφαγιάσει τον πληθυσμό (168), έτσι ιδρύεται το Κοινό των Αθαμάνων, το οποίο θα διαλυθεί μετά από λίγα χρόνια με τους περισσότερους Αθαμάνες να μεταναστεύουν ενδότερα της Ηπείρου, στην Αιτωλία και στη Θεσσαλία.
Κλείνοντας, οι περισσότερες περιοχές αυτού του πανάρχαιου Ηπειρωτικού φύλου ήταν στα όρια μεταξύ της Άρτας και της Καρδίτσας ειδικότερα στα Τζουμέρκα και οι περιοχές αυτές κρατάνε μέχρι και σήμερα τα αρχαία ονόματα τους, όπως το Αθαμάνιο και τα Θεοδωριανά και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της Ηπειρωτικής και της Θεσσαλο-Ηπειρωτικής ιστορίας, παράδοσης και πολιτισμού.