Επ.: Βλάσσης Αγτζίδης, περιοδικό Ελλοπία τ. 1 (Απρίλιος-Μάιος 1990), σελ. 40-41
Οι Έλληνες Πόντιοι, λαός ανήσυχος, με έντονη την τάση για πρωτοβουλίες και δραστηριότητες, αντιμετωπίζει επιφυλακτικά την προσπάθεια των οικονομικών αλλαγών που εισάγουν οι μπολσεβίκοι κυρίως μετά το 1928. Η κατάργηση του θεσμού της αγοράς με διάταγμα και η βίαιη κολλεχτιβοποίηση σαρκάζονται από τους ανώνυμους πόντιους «τραγωδάνους».
Ντο να φτας τα κολχοζ
ας έεις το γαϊδουρόποσ και ας είσαι μοναχός’
Δηλαδή: Τι να κάνεις τα κολχόζ
ας έχεις το γαϊδουράκι σου και ας είσαι μοναχός
Όταν αρχίζει η φοβερή φορολογία των ελεύθερων αγροτών στον Καύκασο για να υποχρεωθούν να ενταχθούν στα κολχόζ, οι Ελληνες τραγουδούν:
Αςη Μόσχα σα χωρία, έρθεν το πρικάζ
η κοσσάρα την ημέρα τρία φοράς να ωβάζ
Δηλαδή: Απ’ τη Μόσχα, στα χωριά ήρθε η διαταγή:
Η κότα την ημέρα τρεις φορές να γεννά.
Την περίοδο της σχιζοφρενικής προσωπολατρείας οι Πόντιοι τραγουδούν για τον Στάλιν:
Σολντάτοι και ναρότνικοι
α χέζουν σα μουστάκια α’
Δηλαδή: Φαντάροι και λαός
θα χέζουν στα μουστάκια σου.
Η στρατολόγηση στο «Κόκκινο στρατό» δεν ήταν μια ευχάριστη προοπτική για πολλούς Πόντιους:
Παρακάλα μάνα το Θεό,
σολντάτος νά μή πάω
Σολντατίων σάπκα να μη φορώ
μπελά να μη εφτάω
Δηλαδή: Παρακάλα μάνα το Θεό
φαντάρος να μη πάω
Φαντάρου καπέλο να μη φορώ
σε μπελά να μη βρεθώ
Οι εθνικοί διωγμοί των Ελλήνων στα χρόνια 1937-38 γίνονται θρήνοι:
Από πα κι ασ ο κρεβάτ’ εμέν έσκωσαν χωρίς λόγο,
χωρίς κρίσ’ Εμένα μάνα σο καπισ’ εμέν’ έχωσαν
Ήβρα συντρόφους πολλούς φιλ’ς και συγγενούς,
γεροντάδες, νεοντάδες, χωρίς χράμ, χωρίς παράδες
Τρεις την ώρα κουβαλούνε μας
Σύρνε πάνω μας την φθείρα.
Ντο κι ξέρω, ντο και κι είδα ερωτούνε μας
Καθα γης πολλά άλλος το κορμιν ‘ατ ξυζ’
άλλος αίμα φτυν, άλλος ξεροβύχ’
Ετελέθεν και ν’ ατό
Η καμπάνια Δέκα χρόνια
Εδέκανε σην κοτύλαν να γαζανίεν*
Δηλαδή: Από πάνω και από το κρεβάτι εμένα σήκωσαν. Χωρίς λόγο, χωρίς απόφαση, εμένα μάνα στη φυλακή εμένα έχωσαν
Βρήκα συντρόφους πολλούς φίλους και συγγενείς, γέρους, νέους χωρίς χράμι, χωρίς παράδες.
Τρεις την ώρα μάς κουβαλούν.
Ρίχνουν πάνω μας τη κατηγορία.
Τι δεν ξέρω, τι δεν είδα μάς ρωτούν.
Καθισμένοι στη γη πολλοί, άλλος το κορμί του ξύνει άλλος αίμα φτύνει άλλος ξεροβήχει.
Τέλειωσε και αυτό. Η ποινή
Δέκα χρόνια στον καθένα τογ δώσανε στο κεφάλι να μαζεύει.
Όμοια θρήνησαν και τη μαζική μεταφορά του πληθυσμού στη Κεντρική Ασία, στα σινοσοβιετικά σύνορα.
Ας λενω σας ε! παίδια ντο έντον ση Ρουσία:
Το μιλλετ ετοπλά εψαν άμον κωσσούς πουλιά
Τη Καζαχστάν τα δράμια, έρημα απομένε,
έφαγαν το καρδόπον μου και ολίγον επέμνε’.
Δηλαδή: Ας σας πω ε παιδιά, τι έγινε στη Ρωσία: το έθνος μάζεψαν σαν τα πουλιά της κλώσσας.
Του Καζαχστάν οι δρόμοι έρημοι απομένουν, έφαγαν τη καρδούλα μου και μού άφησαν λίγη.