Με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου «Η τραγωδία ανήκει στους Έλληνες», ο νομικός και ποιητής Στάθης Κεφαλούρος παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στο cognoscoteam αναφερόμενος σε σύγχρονα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα τα οποία δεσπόζουν στην αρθρογραφία και στο βιβλίο του.


– Ποιοι λόγοι σας ώθησαν στη συγγραφή του βιβλίου και τι έχει να κερδίσει ο αναγνώστης που θα το διαβάσει ;
Δύο είναι οι λόγοι. Ο πρώτος λόγος είναι ότι το βιβλίο αυτό συμπεριλαμβάνει μία σειρά κειμένων που κατά την γνώμη μου αποτυπώνουν με ειλικρίνεια και απροκατάληπτα την πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα της χώρας για όποιον ενδιαφέρεται να εντρυφήσει. Ο δεύτερος λόγος και ίσως πιο σημαντικός είναι ότι κι εγώ ο ίδιος στην πορεία κατάλαβα ότι όλα αυτά τα κείμενα σχηματίζουν τελικά ένα πολύ συγκεκριμένο σώμα ιδεών και προτάσεων. Συνιστούν δηλαδή ενδεχομένως ένα νέο πολιτικό πρόγραμμα, έστω κι αν σε πολλά σημεία είναι λογοτεχνικά δοσμένο.

– Πως κρίνετε το υπάρχον πολιτικό προσωπικό του ελληνικού κράτους ; Σε ποιους τομείς εντοπίζετε το πολιτικό πρόβλημα της χώρας ;
Πιστεύω πως η Ελλάδα εξακολουθεί να παράγει πολιτική και μάλιστα γόνιμη. Το πολιτικό προσωπικό της χώρας όμως, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, αδυνατεί να σταθεί στο ύψος ή ακόμα καλύτερα στο βάθος των περιστάσεων.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας το εντοπίζω στην παιδεία για εντελώς διαφορετικούς λόγους από πολλούς άλλους που επικαλούνται το ίδιο.
Πρώτον, έχω διαπιστώσει ότι ο δαίμονας του λαϊκισμού στην Ελλάδα, για τον οποίο έχουν γραφτεί τόσα πολλά και τα περισσότερα άστοχα, έχει μητέρα του την επίκληση της παιδείας, Το κακό ξεκίνησε πριν πολλά χρόνια όταν κάποιοι λίγοι δαιμόνιοι και πονηροί, προκειμένου να αποκτήσουν πολιτική πελατεία, κατάλαβαν και προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την υπερβολική αγάπη των γονιών για τα παιδιά τους στην χώρα μας. Έτσι λοιπόν το έκαναν σύνθημα. Ο στόχος και ο πολιτικός πόθος τους, όπως και τότε στα μαύρα χρόνια, ήταν τα ίδια τα παιδιά όχι η παιδεία. Πίσω από το εύληπτο, ομόηχο και ομόρριζο σύνθημα της παιδείας κρύβονται τα παιδιά, όχι η παιδεία. Πρόκειται για την ύψιστη μορφή λαϊκισμού στην Ελλάδα. Ούτε οι διορισμοί, ούτε τα μνημόνια, ούτε τα εμβόλια. Εδώ έχει διαχρονικά την έδρα του ο περίφημος λαϊκισμός. Στο σύνθημα ΠΑΙΔΕΙΑ.
Διότι όποιος αγαπά αληθινά την παιδεία, εξανίσταται, όταν άξια παιδιά που έχουν τελειώσει με χίλιους κόπους και θυσίες τα διδακτορικά τους, δηλαδή τίτλους ακαδημαϊκής καριέρας, είτε μένουν άνεργα είτε γίνονται υπηρέτες άλλων καθηγητών για να συντηρήσουν μια μικρή ελπίδα διαδοχής είτε σε κάθε προκήρυξη ρωτάνε προηγουμένως να μάθουν αν έχουν ελπίδα ή αν η θέση είναι φωτογραφική. Με πολύ πιθανή και χειρότερη τελικώς εξέλιξη να φεύγουν για το εξωτερικό και να δίνουν τα χρήματά τους στο ενοίκιο μιας τρύπας στο Coventry ή αλλού. Ενώ αν είχαν ιδρυθεί ιδιωτικά πανεπιστήμια, οι διαθέσιμες θέσεις και έδρες θα ήταν πολύ περισσότερες. Και γιατί δηλαδή να μην ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια ; Οι Έλληνες ανέκαθεν, πλούσιοι και φτωχοί, επιθυμούσαν την καλύτερη μόρφωση για τα παιδιά τους. Κι επειδή ακριβώς όπως είπαμε πιο πάνω, αγαπούν υπερβολικά τα παιδιά τους, όλοι τους παρά τις οικονομικές δυσκολίες θα βρουν την άκρη να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Κουμάντο στο πορτοφόλι τους θα κάνουμε ;
Δικαίως δε οι καθηγητές μέσης εκπαίδευσης τονίζουν πως το σύστημα με τους βαθμούς και τις εισαγωγικές εξετάσεις έχει απαξιώσει εντελώς το σχολείο και την σχολική τάξη. Κανείς δεν δίνει πια σημασία στο σχολείο. Και μόνο με αυτή την θλιβερή διαπίστωση θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε ατέρμονες συζητήσεις για τα μεγάλα δεινά της χώρας μας.
Γιατί λοιπόν να μην απελευθερωθεί το σχολείο από το άγχος αυτό με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, δηλαδή με την επί της ουσίας ίδρυση νέων και περισσότερων επιλογών και ευκαιριών; Αφού και τώρα χωρίς ιδιωτικά πανεπιστήμια, πολλά παιδιά στριμώχνονται σε κάτι ιδιωτικά ΙΕΚ. Δεν θα ήταν άραγε πιο ποιοτική η μόρφωσή τους, αν τα στέλναμε σε οργανωμένα ιδιωτικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, στα οποία θα δίδασκαν τα τόσα πολλά άξια και φιλόδοξα παιδιά των διδακτορικών, τα οποία ειρήσθω εν παρόδω θα παρέμεναν στην Ελλάδα και θα έκαναν οικογένειες ; Άσε που θα ανακαινίζονταν και πολλά όμορφα κτίρια σε διάφορα μέρη της Ελλάδας για να στεγάσουν τα νέα πανεπιστήμια, Αλλά θα μου πείτε πως έτσι θα μειωνόταν δραστικά η ισχύς και η πίτα των διορισμένων στο δημόσιο πανεπιστημιακών, οι οποίο κατά πάσα πιθανότητα είναι και εκ των πρωτοπόρων των συνθημάτων για την ΠΑΙΔΕΙΑ και κατά των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Πως όμως είσαι υπέρ της παιδείας, όταν αρνείσαι την ίδρυση σχολείων και σχολών; Υπάρχουν, τέλος, πάρα πολλοί νέοι ανά τον κόσμο που θα ήθελαν να κάνουν σπουδές στην Ελλάδα. Γιατί λοιπόν να φέρνουν χρήματα μόνο το καλοκαίρι για ταβέρνες και ξενοδοχεία και όχι για την παιδεία ;
Αυτός που αγαπάει την ΠΑΙΔΕΙΑ προστατεύει τους δασκάλους και τους καθηγητές από το bullying που τους κάνουν αρκετοί σύγχρονοι γονείς. Τους αμείβει καλά και τους περιβάλλει με κύρος. Αναπτύσσει και τονώνει τον σχολικό αθλητισμό ιδιαίτερα σε μια εποχή που ο επαγγελματικός αθλητισμός προκαλεί πολλαπλές απογοητεύσεις.
Επειδή στην Ελλάδα όλοι φίλοι είμαστε, γνωρίζουμε καλά ότι πολλοί από αυτούς που φωνάζουν, βρωμίζουν και γενικώς ασχημονούν εντός πανεπιστημιακού περιβάλλοντος πηγαίνουν στην Αγγλία για συναυλίες, clubs, γήπεδα και γενικώς για να απολαύσουν τις συναρπαστικές νεανικές κουλτούρες του Ηνωμένου Βασιλείου. Ε σίγουρα θα έχουν προσέξει και τις στολές των μαθητών από το δημοτικό μέχρι και το λύκειο που ενισχύουν τον σεβασμό και περιορίζουν την ακαλαισθησία. Αφού λοιπόν αγαπούν τόσο πολύ την Αγγλία, θα ήθελαν να τους μιμηθούμε και στις στολές ;;
Δεν υπάρχει πιο λαϊκίστικό και υποκριτικό σύνθημα από το ΛΕΦΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ. Πρώτον γιατί όλοι γνωρίζουμε ότι με πίστη και θέληση μπορείς να μορφωθείς ανεξαρτήτου υλικοτεχνικού εξοπλισμού και δεύτερον γιατί αυτός που το γράφει στον τοίχο με μπογιά γεννά φθορά και όχι αξία. Από την παιδεία πηγάζουν όντως όλα τα καλά και αυτό το ξέρουν οι αρνητές αλλά δυστυχώς συνεχίζουν να την υπονομεύουν. Ακούγεται σκληρό αλλά αυτό έχω καταλάβει. Δεν θέλουν την κοινωνία καλλιεργημένη, γιατί σε μια τέτοια εξαιρετική περίσταση ελάχιστοι θα τους ακολουθούσαν. Σηκώνουν λοιπόν ψηλά την σημαία της ΠΑΙΔΕΙΑΣ ακριβώς για να κρύψουν τις πραγματικές τους προθέσεις για την συντήρηση ενός κατεστημένου και την ανάσχεση κάθε πραγματικής προόδου της Ελλάδας. Αυτά βέβαια ισχύουν για τους λίγους, τους ενορχηστρωτές, και όχι για τους πολλούς που παρασύρονται από τον αέρα της δύναμης και κατεβαίνουν στις πορείες έτσι για την φάση.
– Σε κείμενό σας έχετε αναφερθεί στην ανάγκη επανίδρυσης του «Λαϊκού Κόμματος». Ποιες πολιτικές προτεραιότητες θα είχε σήμερα ένα «Λαϊκό Κόμμα» έτσι όπως το ονειρεύεστε ;
Οι προτεραιότητες ενός ιδανικού για μένα Λαϊκού Κόμματος θα ήταν η Παιδεία, όπως ανέφερα παραπάνω, και η Δικαιοσύνη. Έχει χάσει ο λαός την εμπιστοσύνη του στην δικαιοσύνη. Είναι διάχυτη στην κοινωνία η ατιμωρησία, ειδικά αυτή την εποχή με την ψήφιση του νέου ποινικού κώδικα από την προηγούμενη κυβέρνηση και παρά τις τροπολογίες της σημερινής. Ένας επιτήδειος μπορεί πλέον να μετατρέψει το έγκλημα σε μια επικερδή επιχείρηση. Κομβικό σημείο στην γρήγορη αλλαγή προς το καλύτερο θα ήταν η κατασκευή νέων, σύγχρονων σωφρονιστικών καταστημάτων. Ο λαός πρέπει να βλέπει τους παράνομους και τους παραβάτες να μπαίνουν στην φυλακή. Και μετά, αφού σωφρονιστούν, να βγαίνουν. Αυτή είναι και η κορωνίδα της δικαιοσύνης.
– Η Ελλάδα ανήκει στη Δύση ή την Ανατολή ;
Η γεωγραφία είναι αμετακίνητη. Η Ελλάδα είναι σταυροδρόμι ανατολής και δύσης, άρα ανήκει και στις δύο. Όσο για τους Έλληνες, ναι, υπάρχουν και δυτικοί και ανατολικοί, γι’ αυτό και δύσκολα τα βρίσκουμε μεταξύ μας.
– Σας φοβίζει το ότι από κάποιες δυναμικές ή φωνασκούσες, πλην όμως ηγεμονικές, μειοψηφίες ακούγεται ως κυριολεκτικό πρόγραμμα η μπρεχτική ειρωνεία “να αλλάξουμε λαό”, γιατί ο υπάρχων είναι καθυστερημένος, υπερβολικά βαλκάνιος κλπ.; Ποια θα ήταν μια γόνιμη απάντηση χωρίς λαϊκισμό;
Το πρώτο κείμενο του βιβλίου μου έχει τίτλο “Απ’ τη μεριά του λαού”. Τον υπερασπίζομαι, γιατί ο λαός ολόκληρος είναι η δική μου τάξη και συνείδηση. Όσο για τις απόψεις αυτές που με καλείτε να σχολιάσω, τις βρίσκω βαθύτατα αντιδημοκρατικές και τις στηλιτεύω συχνά στα κείμενά μου.
– Πώς κρίνετε τη στάση της Τουρκίας, του Ερντογάν, της Ευρώπης αλλά και της χώρας μας όσον αφορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ;
Η Τουρκία είναι ηγεμονική, δηλαδή αλαζονική, ο Σουλτάνος είναι ηγεμονικός, δηλαδή κι αυτός αλαζών, η Ευρώπη απαθής κι εμείς ένα τίποτα που δέχεται αδιαμαρτύρητα ταπεινώσεις. Σωζόμεθα τελικώς από την διαχρονική αλαζονεία των Οθωμανών που τους οδηγεί σε λάθη και τον Θεό.
– Έχεις έναν γνήσιο πόνο και μία αληθινή έγνοια κι αγάπη για τη γειτονιά σου, την Κυψέλη. Σε ενοχλεί που κάποιοι από άλλες, πιο “πολυτελείς” σήμερα περιοχές της Αττικής, έρχονται σε τέτοιες αθηναϊκές γειτονιές – όπως η Κυψέλη, το Κουκάκι και άλλες – για να εφαρμόσουν αφ’ υψηλού ένα ιδεολογικό πρόταγμα ή ένα οικονομικό σχέδιο, ερήμην, συνήθως, των παλιών κατοίκων τους;
Επειδή μου αρέσει να πηγαίνω στην ρίζα των προβλημάτων, με ενοχλεί περισσότερο η άνωθεν απόφαση, που με θέρμη υπηρετεί και ο νέος δήμαρχος, να χωριστεί η Αθήνα σε ζώνες. Να κρατήσουν δηλαδή οι δυνάμεις του κέρδους το Σύνταγμα, το ιστορικό κέντρο και προσφάτως την Πανεπιστημίου και να παραδώσουν την υπόλοιπη Αθήνα, μεγάλο και σημαντικό κομμάτι της οποίας είναι η Κυψέλη και οι γύρω περιοχές των Πατησίων, στις δυνάμεις της παραβατικότητας και της ασχήμιας.
– Σε φοβίζουν, ως ενεργό αλλά μετριοπαθή πολίτη, αλλά και ως νομικό, ορισμένα μέτρα που αφορούν στην αντιμετώπιση της πανδημίας και προκρίνουν ενός είδους διαχωρισμού των πολιτών ή την θεσμοποίηση της λογοκρισίας ;
Ναι. Και θα έπρεπε κατά την γνώμη μου να παρέμβει αρμοδίως και ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών για ορισμένα τέτοια θέματα. Δυστυχώς όμως για τον Δικηγορικό Σύλλογο έχει αποφασίσει ήδη πριν την πανδημία να κινείται σε safe spaces. Κακώς, πολύ κακώς. Πρώτα εμείς οι Δικηγόροι, αφού έχουμε το δικαίωμα ως κατ’ επάγγελμα συνήγοροι (ακόμη και του διαβόλου όπως καμμιά φορά λέμε), να αντιδρούμε στον περιορισμό των λέξεων και των δικαιωμάτων. Όταν απαγορεύεται μια λέξη, απαγορεύεται μία έννοια, δηλαδή χάνουμε ένα επιχείρημα. Ίσως ακούγεται για πρώτη φορά, αλλά αυτό το political correct κάνει πρώτα απ’ όλα κακό στην δουλειά μας, στην λειτουργία της δικαιοσύνης, αφού μας απαγορεύει να υπερασπιστούμε τα δικαιώματα της μιας πλευράς. Διότι αυτή η περιστολή των δικαιωμάτων όπως και η λογοκρισία είναι φαινόμενα, που εμφανίστηκαν πριν την πανδημία αλλά τώρα βρήκαν την ευκαιρία και επεκτάθηκαν επικίνδυνα. Και ευχαρίστως να εισφέρω στο σημείο αυτό και ένα παράδειγμα. Κανείς Συνάδελφος Δικηγόρος από όσους γνωρίζω, αριστερός, δεξιός ή κεντρώος, δεν θεωρεί γιορτή της δημοκρατίας όταν ένα πλήθος σαράντα χιλιάδων ανθρώπων μαζεύεται έξω από ένα δικαστήριο για να πιέσει προς μια απόφαση. Αφήνεις τους Δικαστές ανεπηρέαστους και περιμένεις στο ακροατήριο ή στο σπίτι σου με ησυχία και συγκρατημένη αισιοδοξία την ετυμηγορία του δικαστηρίου. Μετά γιορτάζεις. Αυτός είναι νομικός πολιτισμός.
Όσο για τον διαχωρισμό των πολιτών σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους, αυτό ήταν αναμενόμενο. Είμαστε επιρρεπείς στον διχασμό. Εδώ και χρόνια υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που είναι θυμωμένο εξ αιτίας της αναξιοπιστίας στην πολιτική και θα αντιτίθετο σε ό,τι του ετίθετο αναγκαστικώς. Η Ελληνική Πολιτεία έχει την υποχρέωση να μην ερεθίζει και να μην υποδαυλίζει τέτοιους επικίνδυνους διχασμούς. Αλλά για να γίνει αυτό, θα πρέπει η πολιτική να αποκτήσει και ποιμαντικό χαρακτήρα, αλλά νομίζω πως αυτό ξεκίνησε και διεκόπη βιαίως διακόσια χρόνια πριν με την δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια.