Αναστάσιος Γιαννάς – 22/06/2013 – ΘΕΟΔΟΤΟΣ
Αυτές τις ημέρες σκεφτόμουν τι θα απαντούσα, αν κάποιος με ρωτούσε τι ήταν αυτό που ξεχώριζε τους Έλληνες, πριν σαράντα χρόνια, από τους άλλους λαούς. Ίσως η παιδεία και το μορφωτικό τους επίπεδο; Δεν θα το έλεγα. Μήπως η ευγένεια τους; Ούτε αυτό. Η συναισθηματική θερμότητα τους; Αυτό το χαρακτηριστικό το συναντούμαι και σε άλλους νότιους πληθυσμούς. Και όμως, είχαν κάτι, που αν και είναι δύσκολο να το προσδιορίσεις με ακρίβεια, τους έκανε πολύ διαφορετικούς από τους άλλους λαούς, στα μάτια ενός ευαίσθητου παρατηρητή. Προσπαθώντας λοιπόν να εντοπίσω και περιγράψω αυτό το χαρακτηριστικό, το ονόμασα: ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΘΟΥΣ. Ναι, αυτή η ιδιόμορφη αίσθηση είναι που έκανε τον Έλληνα διαφορετικό. Όταν συζητάς με έναν Άγγλο, έναν Ιταλό, ή ένα Γερμανό, σου δημιουργούν την εντύπωση ότι ζουν σε ένα «επίπεδο κόσμο», ή αν θέλετε, είναι σαν να βρίσκονται μέσα σε ένα πίνακα ζωγραφικής ο οποίος δεν έχει χρωματική προοπτική (βάθος). Εκείνη την συγκεκριμένη και ταυτόχρονα απροσδιόριστη αίσθηση, που μας δημιουργεί η θέα της θάλασσας μακριά στον ορίζοντα, εκεί που χάνονται τα κύματα, οι ξένοι την έχουν μόνον όταν αντικρίζουν αυτήν την εικόνα. Ο Έλληνας αυτή την αίσθηση την είχε για καθετί, τον συνόδευε στην καθημερινή ζωή του. Για τον ευρωπαίο τα πάντα συντελούνται «εδώ και τώρα». Αυτοί, όταν παρατηρούν αυτό «που υπάρχει», δεν μεταθέτονται σε κάτι άλλο που σχετίζεται με αυτό αλλά το ξεπερνά. Αντίθετα, όταν ο Έλληνας, για παράδειγμα, συναντούσε τον φίλο του, δεν τον συναντούσε «τώρα», ήταν «ο από πάντα φίλος», ήταν η ίδια «η φιλία» που ήλθε να τον συναντήσει. Όταν ο Έλληνας έβλεπε τις ροδιές μέσα στο περιβόλι του, δεν έβλεπε τις ροδιές που φύτεψε πριν κάποιο καιρό. Αντίκριζε τα παιδιά που η πανάρχαια ροδιά γέννησε και εναπόθεσαι στο περιβόλι του. Όταν ο παππούς έλεγε στον εγγονό του να «είσαι πάντα φιλότιμος», δεν του έλεγε αυτό που απαιτούσε η ηθική ή η κοινωνία, αλλά αυτό που γνώριζε ότι αποτελεί αξία από πολύ παλιά, τόσο παλιά που και ο ίδιος δεν θυμόταν πότε και που.
Αυτή λοιπόν η «αίσθηση του βάθους», η αίσθηση ότι τα πράγματα του εδώ κόσμου, αποτελούν την ηχώ, την αντανάκλαση των «από πάντα υπαρχόντων», μόνον από ένα Ελληνικό μυαλό θα μπορούσε να θεωρητικοποιηθεί και να περιγραφεί: Η θεωρία των Ιδεών που ο Πλάτωνας τόσο ανάγλυφα μας φανέρωσε. Εκείνος ο αιώνιος, αιθέριος κόσμος στον οποίο το καθετί υπάρχει στην τέλεια και άφθαρτη μορφή του, την εξαγνισμένη, την βγαλμένη μέσα από την θεϊκή νόηση. Αυτή λοιπόν η ιδιαιτερότητα μας, αυτή η ικανότητας μας να νοιώθουμε το «βάθος των πραγμάτων», μας καθιστούσε και εμάς τους ίδιους μέρος της ΗΧΟΥΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ. Δυστυχώς, αυτή η μαγική ιδιότητα της Ελληνικής ψυχής κοντεύει να χαθεί εντελώς. Φρόντισαν γι’ αυτό εκείνοι που επί πολλές δεκαετίες έκαναν τα πάντα για να γίνουμε και εμείς σαν τους ξένους, δηλαδή να νοιώθουμε ότι τα πάντα «συντελούνται εδώ και τώρα». Εγκλώβισαν τον ψυχικό και νοητικό μας κόσμο μέσα σε υλικές παραστάσεις και επιδιώξεις, έκτισαν ένα φράγμα που σταμάτησε την ροή των αρχετυπικών μορφών στην συνείδηση μας. Αν θέλουμε να ανακτήσουμε αυτή την ικανότητα μας να αφουγκραζόμαστε την ηχώ των Ιδεών, κάτι που θα σημαίνει και την πραγματική μας αναγέννηση, τότε πρέπει να υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στον εκπαιδευτικό και κοινωνικό χώρο.
Η εκμάθηση της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας, η σπουδή πάνω στην αρχαία και τη βυζαντινή γραμματεία, η μελέτη της ιστορίας, είναι φυσικά τα κυριότερα στοιχεία πάνω στα οποία πρέπει να επικεντρωθεί το διδακτικό πρόγραμμα των γυμνασίων και λυκείων μας. Όμως αυτά δεν φθάνουν. Τα μαθήματα, ακριβώς επειδή είναι «μαθήματα», δεν μπορούν να διεγείρουν επαρκώς τον βαθύτερο ψυχονοητικό κόσμο των παιδιών. Είναι αναγκαία η εισαγωγή μερικών ωρών κάθε εβδομάδα, στις οποίες δεν θα διδάσκεται κανένα μάθημα. Αντί του μαθήματος θα διεξάγεται μία ελεύθερη συζήτηση με τον καθηγητή, ο οποίος πρέπει να είναι έμπειρος και καταξιωμένος ως προσωπικότητα, χωρίς αριστερόστροφη νοοτροπία. Θα είναι μία μορφή μαιευτικής μεθόδου, με την οποία ο έμπειρος δάσκαλος θα κεντρίζει τον εσωτερικό κόσμο των παιδιών, θα προκαλεί το ενδιαφέρον τους για συζητήσεις πάνω στα ωραία και μυστικά πράγματα της ύπαρξης , πάνω στις υψηλές έννοιες που φανέρωσε η ελληνική σοφία. Αυτός ο έμπειρος δάσκαλος θα κάνει όμως και κάτι άλλο: Θα διηγείται παραμύθια στους μικρότερους και μύθους στους μεγαλύτερους. Αυτός είναι ίσως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την επαφή της νεανικής ψυχής με τον κόσμο της Ελληνικής παράδοσης.
Όμως χωρίς την κατάλληλη απορρέουσα ατμόσφαιρα του κοινωνικού περιβάλλοντος χώρου, το σχολείο δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα. Όταν η ατμόσφαιρα είναι αυτή που δημιουργούν τα τηλεοπτικά μέσα, τα περιοδικά, η παρακμιακή τέχνη, ο κοινωνικός ελευθεριασμός, η ασυδοσία των ενστίκτων, και τόσα άλλα, τότε κάθε προσπάθεια θα πνίγεται μέσα σε αυτή την γενικευμένη σήψη. Η αλλαγή πρέπει να είναι ριζική και να μην αργήσει να έλθει. Σε διαφορετική περίπτωση, η ηχώ του κόσμου των ιδεών θα χαθεί μέσα στις ερημιές και τα απόμακρα φαράγγια.