Μέρος δεύτερο: Απόσπασμα από τη διδακτορική διατριβή του Χένρι Κίσινγκερ με τίτλο : A world restored; Metternich, Castlereagh and the problems of peace, 1812-22.
Boston, Houghton Mifflin, 1957.
σελ. 291-94. Μετάφραση CognoscoTeam.
Όλο αυτό το διάστημα, ο Ρώσος πρέσβης στην Τουρκία, Στρογκάνοφ, διαπραγματευόταν με την Πύλη, από το ένα μέρος για παραβάσεις της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, και από το άλλο υπό την ιδιότητά του ως αυτόκλητου προστάτη της ελληνορθόδοξης πίστης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Στρογκάνοφ ήταν διπλωμάτης της παλιάς «ρωσικής σχολής», η οποία θεωρούσε τη Ρωσία κληρονόμο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και την Κωνσταντινούπολη τον φυσικό στόχο της ρωσικής πολιτικής. Αφού έλαβε τις οδηγίες του απευθείας από τον Καποδίστρια, ο Στρογκάνοφ δεν έκανε τίποτα για να κατευνάσει την ένταση, ενώ η Πύλη, από την πλευρά της, αντιμετώπιζε τον Ρώσο υπουργό με περισσότερη αυθάδεια από τη συνηθισμένη. Παρόλο που τα μέτρα του Αλέξανδρου αποδείχθηκαν διφορούμενα για τη Δύση, ήταν όλα πολύ ξεκάθαρα στους καχύποπτους Τούρκους, οι οποίοι τα έβλεπαν ως κάλεσμα της Ιεράς Συμμαχίας για μια νέα σταυροφορία και θεωρούσαν τα ευεργετικά ρητά του Τσάρου ως τέχνασμα για μια κάθοδο στα Στενά. Τόσο τεταμένες έγιναν οι σχέσεις, που ο Στρογκάνοφ αποσύρθηκε από την Κωνσταντινούπολη, σε ένα λιμάνι στη Μαύρη Θάλασσα από την οποία, στις 5 Ιουνίου, έστειλε μια μακροσκελή αφήγηση των τουρκικών φρικαλεοτήτων.
Η απάντηση του Καποδίστρια ήταν επιτακτική. Μίλησε για προσβολή κατά της χριστιανικής θρησκείας και επικαλέστηκε τη συναίνεση της Ευρώπης για λογαριασμό της Ρωσίας. Απαίτησε την άμεση ανακατασκευή των κατεστραμμένων εκκλησιών, εγγυήσεις για το απαραβίαστο της λατρείας, τη διάκριση μεταξύ αθώων και ενόχων και διασφάλιση της ειρηνικής συνύπαρξης για όσους δεν είχαν συμμετάσχει στην (ελληνική) επανάσταση. Μια άρνηση θα αποδείκνυε ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ακατάλληλη να συνδεθεί με τα χριστιανικά κράτη και έτσι η Ρωσία, μαζί με τον υπόλοιπο Χριστιανισμό, θα προστάτευε τους ομοθρήσκους της. Ζητήθηκε η απάντηση της Πύλης εντός οκτώ ημερών. Για τον Καποδίστρια ήταν αναμφίβολα αναμενόμενο ότι ο φρενήρης Σουλτάνος θα αρνούνταν να σκεφτεί καν ένα τελεσίγραφο, και μόνο η μεσολάβηση του Βρετανού πρέσβη, Λόρδου Στράνγκφορντ, έσωσε τον Στρογκάνοφ από τη δολοφονία στα χέρια των εξοργισμένων Τούρκων. Όταν ο Ρώσος πρέσβης απέπλευσε για την Οδησσό στις, στις 10 Αυγούστου, η κήρυξη του πολέμου φαινόταν το αναπόφευκτο επόμενο βήμα.
Αλλά ο Μέττερνιχ δεν έπρεπε να παρασυρθεί. Ήξερε ότι ο Αλέξανδρος δεν επιζητούσε πολιτικές αλλά ηθικές κατακτήσεις και ότι, ως εκ τούτου, οι φιλοσοφικοί δεσμοί θα μπορούσαν να μετρήσουν περισσότερο από τις πολιτικές σχέσεις. Ήταν λοιπόν ο ίδιος αγώνας, όπως στο Λάιμπαχ, έτσι και στη συνέχεια, ο ανταγωνισμός επιλύθηκε με μια εξήγηση των θέσεών του στην Ιερά Συμμαχία. Ο Καποδίστριας υποστήριξε ότι το ηθικό καθήκον του Τσάρου τον ώθησε σε μια ενεργό πολιτική στην Ανατολή. Ο Μέττερνιχ υποστήριξε ότι η έκκληση στη θρησκεία του Τσάρου ήταν απόδειξη της πονηριάς του κακού. Αλλά αφού ο Αλέξανδρος είχε υποσχεθεί στο Λάιμπαχ να μη χωριστεί από τους συμμάχους του, η διαπραγματευτική θέση του Μέττερνιχ ήταν ισχυρότερη από ό, τι φαινόταν, παρά τις παραδόσεις της ρωσικής πολιτικής και την αδιαλλαξία των Τούρκων. Μια συμμαχία θωρακίζει μια ευρύτερη ηθική και υλική βάση δράσης μόνο αν υπάρχει ενότητα στις προθέσεις. Επειδή ο Μέττερνιχ είχε καταφέρει να επιβληθεί στον Αλέξανδρο το 1821, η Αυστρία είχε αναγάγει τη Ρωσία σε διπλωματικό δορυφόρο κατά τη διάρκεια ειρήνευσης της Ιταλίας. Επειδή ο Αλέξανδρος δεν μπορούσε να αποκτήσει παρόμοια συναίνεση από την Αυστρία, η Συμμαχία απογοήτευσε τον Καποδίστρια στις προσπάθειές του για την Ελλάδα. Το ζήτημα μεταξύ Μέττερνιχ και Καποδίστρια λύθηκε έτσι σε μια διαμάχη για το αν οι αρχές μιας νομιμοποιητικής αρχής μπορούσαν να νικήσουν τους ισχυρισμούς εθνικού συμφέροντος.
Όλη η ορμητικότητα του Καποδίστρια δεν μπορούσε να κρύψει το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα λόγια του Μέττερνιχ, «δύο παρατάξεις εναντιώνονται παντού στον κόσμο: οι Καποδίστριες και οι Μέττερνιχ. Αφού ο Τσάρος είναι ένας Μέττερνιχ οι αντίπαλοί του θα αφεθούν στη μοίρα τους». Με το λαμπρό «πορτρέτο» του Τσάρου έμελλε να αποδειχθεί ότι ο Μέττερνιχ κατάλαβε τον χαρακτήρα του Αλέξανδρου, του οποίου η αναποφασιστικότητα πήρε τη μορφή πεισματάρικης επιμονής σε όποια πορεία δράσης είχε υιοθετήσει, συνήθως μετά από πολύ δισταγμό. Επειδή ασκούσε πολιτική με διάθεση έξαρσης, ο Αλέξανδρος έτεινε να επενδύει αναπόφευκτες αποφάσεις με ένα μονόπλευρο φανατισμό, τον οποίο ταύτιζε με τις ηθικές επιταγές του. Έτσι, το 1807, μετά την ήττα στο Φρίντλαντ, το μίσος του για τον Ναπολέοντα είχε μεταβληθεί σχεδόν σε μια νύχτα σε ενθουσιώδη θαυμασμό. Αφού αναγκάστηκε να μπει στον πόλεμο το 1812, επέμεινε με πείσμα αναζητώντας την ηθική δικαίωση για το κάψιμο της Μόσχας· ομοίως μετά το 1815, η απογοήτευσή του στη Βιέννη είχε γεννήσει τη διάθεσή του για θρησκευτικό μυστικισμό. Ο Μέττερνιχ ως εκ τούτου προσπάθησε να αποτρέψει μια ρωσική αλλαγή πλεύσης με κάθε κόστος, γιατί ήξερε ότι μόλις ξεκινούσε τον πόλεμο ο Αλέξανδρος σύντομα θα τον μετατρέψει σε σταυροφορία. «Αν εκτοξευθεί ένα κανόνι, ο Αλέξανδρος θα ξεφύγει και μετά εκεί δεν θα υπάρχει πλέον όριο σε αυτό που ο ίδιος θα θεωρεί επιταγή των θεϊκών νόμων».
Σε αυτή την κατάσταση, ο Μέτερνιχ κανόνισε να στείλει μια πραγματική πλημμύρα αστυνομικών αναφορών στον ευκολόπιστο Τσάρο, αποστέλλοντας τόσους πολλούς αγγελιοφόρους, που κάποια στιγμή δεν είχε κανένα στη διάθεσή του μέσα στη Βιέννη. Και όλες αυτές οι εκκλήσεις κατέληγαν σε μια πρόταση: Το θεμελιώδες συμφέρον της Ρωσίας στην Ευρώπη ήταν να καταστείλει την κοινωνική επανάσταση, και όχι να εκδικηθεί τις φρικαλεότητες της Τουρκικής Αυτοκρατορίας, όσο επώδυνα κι αν αποδεικνύονταν αυτά στον Αλέξανδρο προσωπικά. Η διαβολική Κεντρική Επαναστατική Επιτροπή στο Παρίσι ήταν, με κάποιο ακαθόριστο τρόπο, που υποκινούσε το ξέσπασμα στον Μοριά για να υπονομεύσει τη Συμμαχία, την οποία καταδίκασε στη ματαιότητα. «Το κακό που εμείς πρέπει να πολεμήσουμε», απάντησε ο αυτοκράτορας Φραγκίσκος στην επιστολή του Τσάρου στις 11 Ιουλίου, «βρίσκεται στην Ευρώπη, παρά στην Τουρκία. … για να αποβάλουμε κάθε ψευδαίσθηση για την πραγματική φύση των στόχων τους, είναι μόνο αναγκαίο να κοιτάξουμε εκείνους που τώρα ανάβουν κερί με τόσο ενθουσιασμό για τα λεγόμενα χριστιανικά συμφέροντα: . . . Είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν σε κανέναν Θεό και δεν σέβονται ούτε τους νόμους Του ούτε τους νόμους των ανθρώπων. … Στην ενότητα των συμμαχικών αυλών, βρίσκεται η τελευταία ελπίδα να αποτρέψουμε το απειλητικό κακό» . Αυτή ήταν μια έκκληση προς τον Τσάρο του Λάιμπαχ να αγιάσει το έργο του μέσω της επιμονής στις αντιξοότητες, να αντισταθεί στους πειρασμούς της κακόβουλης πονηριάς της Κεντρικής Επιτροπής, που είχε επιχειρήσει να δημιουργήσει σύγκρουση μεταξύ του ηθικού καθήκοντος του Αλεξάνδρου και των ανθρωπιστικών επιταγών του. Όπως στο Τροπάου και στα πρώτα στάδια στο Λάιμπαχ είχε γίνει επίκληση της συμμαχικής ενότητας ώστε να δικαιολογήσει την κοινή δράση, χρησιμοποιήθηκε τώρα για την ανάπτυξη ενός δόγματος της αδράνειας. Και σε αυτή τη βάση, απροσδόκητα, ο Κάστλρεϊ επανήλθε στη Συμμαχία, σαν να μην είχε φύγει ποτέ πραγματικά.
Η Τουρκία και ο έλεγχος των Στενών δεν ήταν απομακρυσμένο, «αφηρημένο» πρόβλημα, όπως ο τρόπος καταστολής της επανάστασης στη Νάπολη. Εδώ δεν ήταν μια μεμονωμένη περίπτωση ασφάλειας που υπαγορεύει μια πολιτική αυτάρεσκης μακροθυμίας. Η καταστροφή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μπορεί να συνεπάγεται την απώλεια του ελέγχου της Μεσογείου και μάλλον της Εγγύς Ανατολής. Εδώ για πρώτη φορά ήταν ένα θέμα το οποίο αποτελούσε τόσο μεγάλη απειλή για τη Μεγάλη Βρετανία όσο και για την Αυστρία. Και ξαφνικά τίποτα δεν ακουγόταν πλέον για τη δειλία και την πολιτική ασφαλείας του Μέττερνιχ. Αν μη τι άλλο, να επικρίνει ο Κάστλρεϊ τώρα τον Metternich δεν είναι αρκετά προληπτικό. Μάλιστα τον υποπτευόταν να είναι σε συμμαχία με τον Τσάρο για τον διαμελισμό της Οθωμανής Αυτοκρατορίας. Ως εκ τούτου, παρέμεινε ψύχραιμος κατά τον Ιούνιο στις εκκλήσεις του Μέττερνιχ για κοινή δράση στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά στις 16 Ιουλίου, χωρίς καμία προσυνεννόηση με τον Μέττερνιχ, ο Κάστλρεϊ έκανε ένα άνοιγμα στον Τσάρο, το οποίο αποκάλυψε ότι ενώ τα βασικά βρετανικά συμφέροντα διακυβεύονταν, ο Κάστλρεϊ ενδιαφερόταν, επίσης, να προσφύγει στη Συμμαχία, δεχόμενος ακόμα και αυτές τις ευρύτερες αντιλήψεις της.
Γιατί αυτό που προέκυψε από μια ιδιωτική επιστολή προς τον Αλέξανδρο, σε μια σπάνια για τον Κάστλρεϊ έκρηξη ευγλωττίας, ήταν μια έκκληση προς τον Τσάρο του Τροπάου και του Λάιμπαχ, τον φύλακα της Συμμαχίας, τον μεγαλόψυχο ηγεμόνα, του οποίου η ευεργεσία θα εξασφάλιζε στην Ευρώπη την ηρεμία. Ξεχασμένες ήταν οι παρατηρήσεις της προηγούμενης χρονιάς σχετικά με την αδικαιολόγητη επέκταση της Συμμαχίας. Αγνοήθηκαν οι επικρίσεις, πριν από λίγους μόνο μήνες, του μάταιου οράματος του Τσάρου για μία ευρωπαϊκή κυβέρνηση. Ακόμη και η αρχή της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεων άλλων κρατών παραβιάστηκε, γιατί η επιστολή περιείχε ελάχιστα καλυμμένη επίθεση προς τον Καποδίστρια.
Συνεχίζεται…