Σπύρος Κουτρούλης – 16/12/2023
Το επίμετρο στη “Θεωρία του Πολέμου” του Π.Κονδύλη (εκδόσεις Θεμέλιο 1998) είναι ένα δοκίμιο που θα παραμένει πάντα απαραίτητο για κάθε σκεπτόμενο πολίτη εφόσον η γεωγραφία και η ιστορία μας καταδίκασε να έχουμε ως γείτονα την Τουρκία. Είναι χρήσιμο και αναγκαίο όχι μόνο για τα συμπεράσματα- τα οποία κάποια μπορούν να ξεπεραστούν- αλλά και για τον κριτικό λόγο που μας υποβάλει. Η σκέψη του Π.Κονδύλη απομακρύνει τόσο τις προσπάθειες να εξιδανικευτεί η σχέση μας με την γείτονα που οδηγεί στον εφησυχασμό και στην ύπνωση, όσο και οι αψίκορες φωνές που μπορούν να οδηγήσουν σε μια απροετοίμαστη πολεμική σύγκρουση και στην καταστροφή.
Ας συνοψίσουμε ορισμένες σκέψεις του:
α.”Στη σημερινή Τουρκία δρουν αχαλίνωτες στοιχειακές δυνάμεις, που ωθούν τις εσωτερικές αντιφάσεις προς επέκταση. Και πρώτη ανάμεσα τους είναι η πληθυσμιακή έκρηξη“(σελ.386).
β. Η Ελλάδα οφείλει να ξεφύγει από τον μικροελλαδισμό και να κτίζει διεθνείς συμμαχίες. Ο Π.Κονδύλης θεωρεί τον Ε.Βενιζέλο ως τον αριστοτέχνη πολιτικό που μπορούσε να αντλεί το μέγιστο για τον ελληνισμό: “Όταν ο μόνος Έλληνας πολιτικός ολκής, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ζητούσε να συνταχθεί η Ελλάδα με κάθε θυσία, ακόμα και με αντίτιμο τον εμφύλιο πόλεμο, στο πλευρό των Δυτικών Δυνάμεων, το έκανε γιατί διέβλεπε ότι η χώρα μόνον ως τοποτηρητής τους μετά τη νίκη τους θα ήταν σε θέση να πραγματώσει τα μείζονα εθνικά της όνειρα. Και δεν δίστασε να μετατρέψει τον ελληνικό στρατό ακόμα και σε μισθοφόρους των Αγγλογάλλων (π.χ. στην Ουκρανία) προκειμένου να πάρει ως αντάλλαγμα την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών. Τέτοιες αποφάσεις δεν τις υπαγόρευε η εθελοδουλεία, αλλά η πολιτική ιδιοφυϊα και το πολιτικό μεγαλείο, το ένστικτο του μεγάλου παίκτη στο μεγάλο παιγνίδι της πολιτικής”(σελ.391).
γ. Ο κυπριακός ελληνισμός αν υπάρξει νέα σύγκρουση θα πρέπει να πολεμήσει μέχρι εσχάτων, με νύχια και με δόντια: “Αυτό δυστυχώς δεν έγινε το 1974, όταν είδαμε βέβαια την τραγωδία των Κυπρίων, αλλά δεν είδαμε μιαν επίμονη παλλαϊκή αντίσταση μέχρι εσχάτων. Όμως τούτη τη φορά δεν υπάρχει νότος για να καταφύγει κανείς. Υπάρχει μόνον η θάλασσα“(σελ.395).
δ. “Κεφάλαια για επενδύσεις εξοικονομούνται από την περικοπή του παρασιτικού καταναλωτισμού. Και όσα κεφάλαια εξοικονομηθούν έτσι πρέπει με τη σειρά τους να επενδυθούν πράγματι παραγωγικά, να δώσουν δηλαδή στη χώρα μια αξιόλογη σύγχρονη βιομηχανική υποδομή…Η περικοπή του παρασιτικού καταναλωτισμού , με τον οποίο έχει συνυφανθεί πλέον ολόκληρος ο κοινωνικός ιστός της χώρας προσκρούει, πάλι στο ανυπέρβλητο εμπόδιο της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος σε πελατειακή βάση”(σελ.402,403).
ε. “Η αρχή ότι “οι λαοί δεν έχουν να μοιράσουν τίποτε μεταξύ τους αποτελεί εφεύρεση όχι των λαών, αλλά των διανοούμενων, γι’ αυτό άλλωστε δεν αποσύρεται ποτέ, όσο κι αν τη διαψεύδει η εμπειρία. Αντίθετα, η εμπειρία μεθερμηνεύεται κατάλληλα , έτσι ώστε να παραμείνει αλώβητη η αρχή”(σελ.407).
στ. Τα εκάστοτε προβλήματα με τους συμμάχους δεν πρέπει να μας οδηγήσουν στον εθνικό απομονωτισμό: “Μήπως αυτά σημαίνουν ότι η Ελλάδα οφείλει να ξεκόψει από τις σημερινές της συμμαχίες; Βεβαίως όχι, καθώς η εναλλακτική λύση δεν υπάρχει. Αλλά η ελληνική πλευρά πρέπε να κατανοήσει έμπρακτα, κι όχι μόνον λεκτικά, ότι η αξία μιας συμμαχίας για ένα της μέλος καθορίζεται από το ειδικό βάρος του τελευταίου μέσα στο σύνολο της συμμαχίας. Πιο λιανά: οι σύμμαχοι αξίζουν για σένα τόσο, όσο αξίζεις εσύ γι’ αυτούς. Καμμιά συμμαχία και καμμία προστασία δεν κατασφαλίζει όποιον βρίσκεται μαζί της σε σχέση μονομερούς εξάρτησης. Τα “δίκαια” της Ελλάδας δεν εντυπωσιάζουν κανέναν, όσο πίσως τους βρίσκεται ένας παρίας με διαρκώς απλωμένο το χέρι, κάποιος που ζει από δάνεια, επιδόματα και “προγράμματα στήριξης” “(σελ.409).
ζ. “Δεν μου είναι κατανοητό γιατί η Κύπρος, με ετήσιους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης γύρω στο 5% κατά την τελευταία δεκαπενταετία και με αύξουσα ευημερία, δεν συμβάλλει οικονομικά -τρόποι βρίσκονται- στα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα, όποιος αισθάνεται μέρος του ελληνισμού το αποδεικνύει σηκώνοντας εθνικά βάρη. Η προσπάθεια αυτή είναι απαραίτητη, γιατί στην τωρινή συγκυρία, που είναι δυσμενέστατη για την Ελλάδα, έχει προέχουσα σημασία να κερδηθεί χρόνος χωρίς να απωλεσθεί έδαφος, με την ελπίδα ότι μελλοντικές ανακατατάξεις στον πλανητικό συσχετισμό δυνάμεων θα εξασθενίσουν το γεωπολιτικό δυναμικό της Τουρκίας και θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να πάρει μιαν ιστορική ανάσα. Αν όμως απωλεσθεί έδαφος στο προσεχές διάστημα, οι απώλειες θα είναι ανεπανόρθωτες και πιθανότατα μοιραίες” (σελ.409).
η. Η τελευταία προειδοποίηση-διαπίστωση του Π.Κονδύλη είναι: “όπως στρώνει καθένας, έτσι και κοιμάται“(σελ.411).