Το Υπουργείο Παιδείας, το οποίο από την μεταπολίτευση κι έπειτα ανέλαβε να προσφέρει στους νέους της χώρας μας μάλλον «παιδιάν αντί παιδείας» – με μια ιδιάζουσα πρακτική την οποία ανέλυσε διεξοδικά και με καυστική γλώσσα στο σχετικό βιβλίο του ο καθηγητής Κώστας Δάλκος – αυτή τη φορά θέλησε να δει το ζήτημα πιο σοβαρά και αποφάσισε να λειτουργήσει με επιστημονικό τρόπο.
Χαρίκλεια Τσοκανή – 17/07/2025 – Αντίφωνο
Ανέθεσε στην Τεχνητή Νοημοσύνη να συντάξει ένα κείμενο για το μάθημα της νεοελληνικής γλώσσας της Γ΄ τάξης Γυμνασίου. Πρόκειται για ένα μικρό κείμενο, το οποίο ετέθη στη θέση ενός άλλου μεγαλύτερης έκτασης που, προφανώς, κρίθηκε απρόσφορο για να απευθυνθεί «αντικειμενικά» στην ψυχή και τον νου των εκπαιδευόμενων εφήβων χωρίς να τους προκαλέσει ανεξέλεγκτη ταραχή. Προς διευκόλυνση του αναγνώστη παραθέτουμε τα δύο κείμενα: το πρώτο γραμμένο από ανθρώπινο χέρι (την καταλληλότητα του οποίου ως προς το περιεχόμενο και τη συγκεκριμένη χρήση που του έγινε, δεν θα την συζητήσουμε εδώ), το δεύτερο βγαλμένο από τον «εγκέφαλο» της μηχανής.
Kείμενο 6 Μια γενιά που της έκλεψαν το χαμόγελο…
[…] Ένας διακεκριμένος γιατρός από τη Γάζα μας είχε πει σε διεθνές συνέδριο που οργάνωσε η Παλαιστινιακή Αρχή: «Ίσως το πιο τραγικό αποτέλεσμα της κατοχής για τα παιδιά της Παλαιστίνης να μην είναι ούτε ο υποσιτισμός ούτε οι τραυματισμοί ούτε οι χαμένες ώρες στο σχολείο ούτε οι χαμένες ευκαιρίες στη ζωή. Αλλά το γεγονός ότι, κάτω από τα μάτια μας, μεγαλώνει μια γενιά που της έκλεψαν το χαμόγελο. […]
Σ’ όλο τον κόσμο, τα παιδιά παίζουν «κλέφτες και αστυνόμους». Δε θα σας προκαλέσει έκπληξη, αν σας πω ότι στην Παλαιστίνη παίζουν «Εβραίους και Άραβες». Εκείνο που ίσως σας φανεί απίστευτο είναι ότι τα πιο πολλά από τα δικά μας παιδιά προτιμούσαν να παίζουν τους… Εβραίους! Κι αυτό γιατί, στα μάτια τους, οι Εβραίοι είναι οι δυνατοί και οι Άραβες οι αδύναμοι, αυτοί που πάντα χάνουν. Κανένα παιδί δε θέλει να ‘χει θετικό ήρωα εκείνον που πάντα χάνει. Αλλά μετά τη δεύτερη Ιντιφάντα*, η εικόνα άλλαξε. Tώρα, όλοι θέλουν να παίζουν τους Άραβες και μόνο οι πιο αδύναμοι της παρέας την πληρώνουν και αναγκάζονται να παίζουν τους Εβραίους. Δεν ξέρω αν αυτό είναι καλό ή κακό.
Μερικές φορές τρομάζω όταν βλέπω πόσο δημοφιλής είναι σ’ αυτά τα παιδιά η φιγούρα του «μάρτυρα», ειδικά εκείνου που είναι αποφασισμένος να ανατιναχτεί με εκρηκτικά. Στα μάτια τους, ο καμικάζι έχει την απόλυτη ισχύ πάνω στη ζωή και στο θάνατο, είναι η απόλυτη δύναμη που κανείς και τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει. Η πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ, Γκόλντα Μεΐρ, είχε πει κάποτε ότι εξοργίζεται όχι τόσο γιατί οι εχθροί της σκότωναν Ισραηλινούς, όσο γιατί ανάγκαζαν τους Ισραηλινούς να σκοτώνουν. Tώρα είναι η δική μας σειρά να πούμε κάτι ανάλογο, από την ανάποδη. Πάντως, ένα είναι το σίγουρο: Ο φόβος, καιρό τώρα, έχει αλλάξει στρατόπεδο»!
Πέτρος Παπακωνσταντίνου, περ. «Κ», εφημ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 2003
* Iντιφάντα: ονομάζεται η αντίσταση των Παλαιστινίων ενάντια στην κατοχή της πατρίδας τους από το Iσραήλ. H δεύτερη Iντιφάντα άρχισε το Σεπτέμβριο του 2000.
Κείμενο 6 Τα παιδιά μπορεί να μεγαλώνουν διαφορετικά
Ένας ψυχολόγος που εργάστηκε από εμπόλεμες ζώνες περιγράφει σε διεθνές συνέδριο: «Ίσως το πιο θλιβερό αποτέλεσμα του πολέμου δεν είναι ούτε η πείνα ούτε οι τραυματισμοί ούτε η διακοπή της σχολικής φοίτησης. Είναι το γεγονός ότι μεγαλώνει μια γενιά παιδιών που δυσκολεύεται να γελάσει, να παίξει, να ονειρευτεί.
Σε πολλά μέρη του κόσμου, τα παιδιά παίζουν παιχνίδια φαντασίας και ρόλων. ‘Ομως στις περιοχές όπου υπάρχουν πόλεμοι, τα παιχνίδια συχνά αντικατοπτρίζουν τον φόβο και τη βία. Και αυτό γιατί κάποια παιδιά μιμούνται ήρωες που φαίνεται να έχουν τη δύναμη και τον έλεγχο, συχνά μέσα από εικόνες που έχουν δει ή ζήσει.
Μετά από χρόνια έντασης, κάποιες εικόνες αλλάζουν. Μερικά παιδιά πια επιλέγουν να μιμούνται αυτούς που αγωνίζονται για την ειρήνη, που βοηθούν άλλους, που ενώνουν αντί να διχάζουν. Δεν ξέρω αν αυτό είναι απλώς μια διαφορετική περίοδος της ζωής τους ή κάτι βαθύτερο. Ξέρω, όμως, ότι ο πόνος και ο φόβος επηρεάζουν την παιδική ψυχή και καθορίζουν τον τρόπο που τα παιδιά βλέπουν τον κόσμο, γιατί μια καθημερινότητα γεμάτη ανασφάλεια γεννάει ερωτήματα. Και αυτά τα ερωτήματα δεν έχουν πάντα εύκολες απαντήσεις».
Κείμενο που δημιουργήθηκε μέσω εφαρμογής τεχνητής νοημοσύνης
Για τον προσεκτικό αναγνώστη γίνεται ευθύς φανερό ότι η εισαγωγή του συγκεκριμένου κειμένου της Τεχνητής Νοημοσύνης σε σχολικό βιβλίο φαίνεται να εξυπηρέτησε αφενός, τον σκοπό, πρόχειρο και εργαλειακό, της άμεσης και εύκολης αντικατάστασης ενός ανεπιθύμητου, πλέον, κειμένου από ένα άλλο και αφετέρου, τον σκοπό εθισμού των εφήβων στον ουδέτερο και μηχανικό τρόπο «σκέψης» των αποκαλούμενων «έξυπνων» μηχανών. Το γεγονός ότι δεν επελέγη ανθρώπινος νους για να συντάξει το νέο κείμενο, που προοριζόταν να αντικαταστήσει το προηγούμενο, επιβεβαιώνει την πρόθεση να επισφραγισθεί η νομιμότητα παραγωγής κειμένων σε σχολικά βιβλία με την χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Όμως τα κείμενα αυτά, καθώς δεν είναι γραμμένα από ανθρώπινο χέρι, δηλώνουν ξεκάθαρα ότι είναι περιττό να τα συνοδεύουν συναισθήματα. Είναι εμφανές ότι και στο παρόν κείμενο επιβεβαιώνεται αυτή η αλήθεια. Ενώ στην τρίτη και τέταρτη σειρά από το τέλος του κειμένου εισάγεται λεκτικά το υποκείμενο σε πρώτο πρόσωπο με το ρήμα «ξέρω», στην πραγματικότητα, τα λεγόμενα δείχνουν ότι απουσιάζει ο γράφων· το κείμενο δεν απευθύνεται σε κανέναν και δεν εκπορεύεται από κανέναν που να νοιάζεται για τα παιδιά. Είναι σαν να έχει γραφεί καθ’ υπαγόρευσιν από κάποιον που διαθέτει την επαγγελματική ευσυνειδησία ενός υπάκοου γραφέα αλλά αδιαφορεί για το περιεχόμενό του.
Ο τρόπος αυτός ανάπτυξης ενός κειμένου, χαρακτηριστικός της Τεχνητής Νοημοσύνης, μπορεί να καταστεί παραδειγματικός και να διαπαιδαγωγήσει έναν νέο άνθρωπο μαθαίνοντάς τον πώς να περιγράφει κάτι έτσι ώστε να μην του επιτρέπεται κατόπιν να σκεφτεί τι περιέχεται στην περιγραφή του και τι συνεπάγεται απ’ αυτήν. Δεν είναι υπερβολικό να πούμε ότι εάν μια παρόμοια πρακτική επεκταθεί και αποκτήσει την μορφή σταθερής συνήθειας, θα καταργήσει σύντομα στο μέλλον την ικανότητα του ανθρώπου να σκέπτεται. Γιατί ο εθισμός αυτός θα τον οδηγήσει, σταδιακά, στο να υποβαθμίσει πρώτα απ’ όλα ο ίδιος την διασκεπτική του ικανότητα. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Απλούστατα, με το να «μυηθεί» ο ανθρώπινος νους στην τροπικότητα της μηχανικής σκέψης, καθώς μιμούμενός την, εισάγοντάς την δηλαδή οργανικά στον δικό του νοητικό κόσμο και συνομιλώντας μαζί της, την εξανθρωπίζει, γεγονός που είναι αρκετό για να της αναγνωρίσει κάποτε τα πρωτεία με πρωτεργάτη συνεργό του την ίδια του την οκνηρία.
Ως ασφαλέστερος Δούρειος ‘Ιππος γι’ αυτήν την επιδιωκόμενη -από ορισμένους υπερασπιστές του μετανθρωπισμού- μεταλλαγή του ανοικτού ανθρώπινου νοητικού ορίζοντα στο κλειστό νοητικό σύστημα της μηχανής, προσφέρεται σήμερα η εγκύκλια Δημόσια Μέση Εκπαίδευση, αν και ένα παρόμοιο έργο επιτελούν ήδη οι αυξανόμενες χρήσεις -από φοιτητές της Ανώτατης Εκπαίδευσης – των εφαρμογών της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Σε αντίθεση λοιπόν με ό, τι γινόταν στο παρελθόν, όπου η βασική εκπαίδευση ανελάμβανε να εντάξει τον νέο άνθρωπο στα ήθη, στις συμπεριφορές, στους ισχύοντες νόμους και, γενικά, στην όλη κοσμοαντίληψη η οποία καθόριζε την ζώσα πραγματικότητά του, η σύγχρονη εκπαίδευση στις χώρες του Δυτικού κόσμου, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, έχει αναλάβει έναν ρόλο εντελώς διαφορετικό. Πάνω απ’ όλα, ενδιαφέρεται να προετοιμάσει τους ανήλικους ώστε να κάνουν αργότερα την δουλειά των ενηλίκων. Προφανώς, στο πρόγραμμα αυτό δεν έχει θέση η μύηση του μαθητευόμενου στον επιστημονικό τρόπο θεώρησης του κόσμου, έναν τρόπο που θα έπρεπε να γνωρίσουν ακόμη κι εκείνοι που δεν θα γίνουν επιστήμονες, ούτε, ακόμη, έχει θέση η καλλιέργεια του γούστου και της ευαισθησίας μέσω της τέχνης. Συνεπώς, η σύγχρονη εκπαίδευση που είναι προσανατολισμένη στο να διαπαιδαγωγήσει το νεαρό άτομο έτσι ώστε ν’ αναζητεί εργασία και να γίνει καταναλωτής – όπως επεσήμανε άλλοτε ο Καθηγητής Πολιτισμού και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, Νιλ Πόστμαν- δεν θα μπορούσε να έχει έναν τέτοιο ανθρωπιστικό στόχο.
Άλλωστε, η πρωτοποριακή Αμερική μάς δίδαξε στο να ανεχόμαστε, όπως έγινε τη δεκαετία του 1990 στα 350.00 χιλιάδες γυμνάσια και λύκεια των ΗΠΑ, την εκπαίδευση μικρών παιδιών με τηλεοπτικά προγράμματα, όπου περιλαμβάνονταν ολιγόλεπτες διαφημίσεις με στόχο την αποτελεσματική μύησή τους στην καταναλωτική συμπεριφορά. Έπειτα από τέτοιες, ακραίες, πρωτοβουλίες σε σύγχρονες προηγμένες κοινωνίες, η εκάστοτε δική μας ηγεσία του Υπουργείου παιδείας αποενοχοποιημένη, πλέον, μπορούσε να επιβάλλει στο εξής – κυρίως σε μαθήματα με ανθρωπιστικό προσανατολισμό- ανάλογες πρακτικές εκπαίδευσης των νέων επικεντρωμένες σε ελάσσονα ζητήματα της καθημερινότητας.
Θα μπορούσε ωστόσο κανείς, στο σημείο αυτό, να διερωτηθεί. Ποιος είναι άραγε ο ρόλος των εκπαιδευτικών στην προκειμένη περίπτωση; Γιατί όσοι διδάσκουν δεν αντιδρούν σε καινοτομίες του τύπου αυτού που υπονομεύουν τον ουσιαστικό τους ρόλο στην Παιδεία; Από την εμπειρία μου γνωρίζω πως υπάρχουν εκπαιδευτικοί οι οποίοι, παραβαίνοντας σιωπηλά τις καταστροφικές καινοτόμες οδηγίες της πολιτείας, ασκούν, όσο μπορούν καλύτερα, το υψηλό τους έργο. Άλλοι, πάλι, ανήκουν στην κατηγορία εκείνων που φοβούνται τις συνέπειες εάν τολμούσαν, απειθώντας προς την καθοδήγηση του Υπουργείου, να κάνουν πράξη εκείνα που θεωρούν ότι θα προήγαν την πνευματική προσωπικότητα των παιδιών. Υπάρχει, βεβαίως, και ο μικρός αριθμός εκείνων των εκπαιδευτικών που δεν διακρίνουν στο επάγγελμά τους καμιά διαφορά από εκείνη του επαγγέλματος ενός γραφειοκράτη και που γι’ αυτό επιτελούν αδιάφορα το «καθήκον» τους, διεκπεραιώνοντας ανόρεχτα τα όσα απαιτεί από την εργασία τους η πολιτεία.
Με δεδομένη μια τέτοια κατάσταση, ο δρόμος προς την «ψηφιοποίηση» του νου των νέων στην ελληνική εκπαίδευση μοιάζει να είναι ανοικτός και οι νόες των μαθητών επαρκώς προετοιμασμένοι για να δεχτούν τα όσα καινοτόμα προς την μηχανοποίηση της σκέψης τους επιχειρεί το Υπουργείο Παιδείας, το οποίο εδώ και πολλά χρόνια στέκεται αρωγός στην ευκολία του μαθητή και του φοιτητή. Είναι τώρα μάλιστα πανέτοιμο να τον απαλλάξει μέσω της Τεχνητής Νοημοσύνης από τον χρόνιο καταναγκασμό της απομνημόνευσης. Η συκοφαντημένη λειτουργία της απομνημόνευσης, καθώς εξαντλήθηκε επί δεκαετίες βασανίζοντας τον νου πολλών νέων που υποχρεώθηκαν να απομνημονεύουν κείμενα κακογραμμένα, τετριμμένα, κοινότοπα και άχρηστα, θα τεθεί πανηγυρικά στο περιθώριο, εάν επιβληθεί το καθεστώς της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Διότι ο μαθητής δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένος να απομνημονεύει καμιά γνώση για να την μετασχηματίσει μέσω μιας εσωτερικής διεργασίας σε βίωμα, αφού τα πάντα θα του παρέχονται από μια εξωτερική ως προς αυτόν μνημονική τροφό. Δεν θα ήταν υπερβολή να μιλάμε σήμερα για την ενθρόνιση μιας καινοφανούς θεάς «Μνημοσύνης» με τα γνωρίσματα της Τεχνητής Νοημοσύνης. Όμως αυτή η νέα θεότητα είναι πολύ διαφορετική από εκείνη του αρχαίου μύθου. Δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της, αλλά αυτά της πρώτης συζύγου τού Διός, της Μήτιδος, η οποία ξεχώριζε για τις ολοκληρωτικές πρακτικές και την πανουργία της. Όπως και η μυθική Μήτις, η Τεχνητή Νοημοσύνη κρατά όλα τα μυστικά της για τον εαυτό της χωρίς να γεννά καμιά Μούσα, ενώ, αντίθετα, η μυθική Μνημοσύνη, η μητέρα των Μουσών, ήταν δημιουργική και παραγωγική αφού γονιμοποίησε τις τέχνες και τις επιστήμες του ανθρώπου.
Όλα δείχνουν πως η ανθρωπότητα χρειάζεται μια νέα θεότητα. Η παλιά κοινή θεότητα όλων των πολιτισμών, που ο ελληνικός πολιτισμός τής έδωσε το όνομα Μνημοσύνη, διαμόρφωσε τον ανθρώπινο κόσμο της μνήμης ο οποίος δημιούργησε τον άνθρωπο και επέτρεψε όλα του τα επιτεύγματα. Κάθε δημιουργία της μνήμης συνιστά μια νέα πρόταση ζωής για τον άνθρωπο, όπως κάθε Μούσα είχε την επιμέλεια ενός ξεχωριστού τομέα της ζωής. Στην ίδια ερώτηση διαφορετικών ανθρώπων κάθε Μούσα θα έδινε την δική της, μοναδική, απάντηση. Στην περίπτωση όμως της νέας θεότητας η οποία αποκαλείται Τεχνητή Νοημοσύνη αυτό είναι αδύνατον. Στην ίδια ερώτηση των πολλών η απάντηση είναι παρόμοια, χωρίς σημαντικές τροποποιήσεις.
Απομένει σε εμάς λοιπόν, εάν θέλουμε, να εμποδίσουμε τις δοκιμές που κάνει η Πολιτεία για να κάμψει τις αντιστάσεις του μυαλού μας.
*Χαρίκλεια Τσοκανή, Επ. Καθηγήτρια Μουσικής, Επικοινωνίας και Μυθολογίας, Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού, Πάντειο Πανεπιστήμιο
ΕΙΚΟΝΑ: Γαΐτης Γιάννης (1923 – 1984). Ανθρώπινα τοπία, 1979. Λάδι σε μουσαμά, 65 x 81,5 εκ. Δωρεά Νίκης Νικητοπούλου
Εθνική Πινακοθήκη