του Θεόδωρου Ράκκα,
Ο θρίαμβος του ελληνικού στρατού το 1940 αποτελεί, κατά πολλούς, την κορυφαία στιγμή του νεότερου ελληνικού κράτους. Μια χώρα η οποία ακόμα προσπαθούσε να συνέλθει από τον όλεθρο της Μικρασιατικής Καταστροφής, μόλις 18 χρόνια πριν, κατήγαγε μια νίκη τόσο αναπάντεχη όσο και περήφανη. Το γεγονός ότι ακολούθησε η γερμανική εισβολή και η συνεπαγόμενη τριπλή κατοχή της χώρας, ουδόλως μείωσε την αίγλη της τιτανομαχίας του αλβανικού μετώπου.
Αυτός είναι ένας απ’ τους λόγους, που η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που εορτάζει την αρχή και όχι το τέλος του πολέμου. Ο έτερος λόγος του εορταστικού παραδόξου είναι τα όσα διαδραματίστηκαν ύστερα από το τέλος του Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και της κατοχής. Αλληλοσπαραγμός και εμφύλιος πόλεμος, των οποίων οι πληγές είναι ακόμα ανοιχτές.
Δυστυχώς, ούτε το έπος του 1940 γλίτωσε από τη μέγγενη του διχασμού. Οι περήφανες νίκες του ελληνικού στρατού δεν μνημονεύονται όπως τους αρμόζει. Δηλαδή υπό το πρίσμα μιας πανεθνικής εποποιίας, η οποία παραμέρισε τα μίση του παρελθόντος και οδήγησε το έθνος στη δόξα. Αντ’ αυτού ιδεολογικοποιούνται υπό ένα παρανομαστή διχαστικό και εμφυλιοπολεμικό.
Από μικρό παιδί ενθυμούμαι την παρακάτω φράση «Ο Μεταξάς ήταν φασίστας και αναγκάστηκε να πει το ΟΧΙ γιατί θα ξεσηκωνόταν ο λαός». Υπό παρόμοια επιχειρηματολογία η νίκη του ελληνικού στρατού χρεώνεται αποκλειστικά στον ηρωισμό και την αυταπάρνηση του ελληνικού λαού, απέναντι σε μια ηγεσία υποτίθεται δοτική. Ουδέν ψευδέστερο και ανακριβέστερο των παραπάνω.
Προετοίμασε την Ελλάδα για τον πόλεμο του 1940
Ο Ιωάννης Μεταξάς από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε την εξουσίας το 1936, παρότι επέβαλε δικτατορικό καθεστώς, προετοίμαζε την χώρα όσο μπορούσε και προλάβαινε για τον αναπόφευκτο πόλεμο με την Ιταλία. Κατ’ αρχάς παρήγγειλε πληθώρα στρατιωτικού εξοπλισμού και αναδιοργάνωσε το στράτευμα, στα μέτρα του δυνατού. Ας σημειωθεί, πως οι ένοπλες δυνάμεις βρίσκονταν σε κατάσταση πλήρους αποδιοργάνωσης.
Το ετερόκλητο πολεμικό υλικό τυποποιήθηκε λογιστικά, εκπονήθηκαν μεθοδικά σχέδια επιστράτευσης και θωρακίστηκαν τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, διαμέσου της ανέγερσης της Γραμμής Μεταξά. Αξίζει να σημειωθεί, πως πολλά από τα παραπάνω έλαβαν χώρα υπό άκρα μυστικότητα. Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι η ιταλική επίθεση ήταν προϊόν στρατηγικού σχεδιασμού, στα πλαίσια των φιλοδοξιών του Μπενίτο Μουσολίνι για κυριαρχία στην Βαλκανική.
Οι ιταλικές προκλήσεις είχαν ξεκινήσει ήδη από το 1923 με την κατάληψη της Κέρκυρας. Μέγιστη κορύφωση τους αποτέλεσε ο τορπιλισμός του καταδρομικού “Έλλη” από ιταλικό υποβρύχιο τον Δεκαπενταύγουστο του 1940 στην Τήνο. Ας αναφέρω για την ιστορία ότι στο εν λόγω περιστατικό ο παππούς μου γράφοντος ήταν ένας εκ των τραυματιών.
Απέναντι στο νέο εχθρό
Χαρακτηριστικό της συνέπειας και του σχεδιασμού της κυβέρνησης Μεταξά είναι το γεγονός, πως απέκρυψε την εθνικότητα του υποβρυχίου, καθώς κάτι τέτοιο θα οδηγούσε νομοτελειακά σε πόλεμο. Συνεπώς ορθώς επέλεξε την αποσιώπηση, καθώς η στρατιωτική προπαρασκευή δεν ήταν ικανοποιητική και οι καιρικές συνθήκες του Αυγούστου δεν ευνοούσαν τον αμυνόμενο.
Εν κατακλείδι, σκοπός του άρθρου δεν είναι άλλος από το να καταδείξει τα εξής. Η ιστορία οφείλει πάνω απ όλα και πρωταρχικά να μας διδάσκει. Δεν προσφέρεται ούτε για καπήλευση ούτε για υποκειμενικές ιδεολογικές ερμηνείες. Ένα απ αυτά που μας διδάσκει, είναι ότι ο πόλεμος δεν είναι ούτε ρομαντικός ούτε υπερβατικός. Είναι μια διαδικασία όπου ο νικητής κρίνεται από πληθώρα παραμέτρων, μετρήσιμων και μη.
Πέραν απ’ το υψηλό ηθικό και τον ηρωισμό του απλού στρατιώτη, οι κατάλληλοι εξοπλισμοί, η μεθοδική προπαρασκευή, η ορθή διοίκηση, ο επιτελικός σχεδιασμός αλλά και οι πολιτικοί χειρισμοί, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά μια σύγκρουση, συνιστούν μεταξύ άλλων τους βασικούς παράγοντες που οδηγούν στη νίκη. Όμως, η μέγιστη προϋπόθεσή δεν είναι άλλη από τη εθνική ομοψυχία. Όταν όλες οι δυνάμεις μέσα στη χώρα εργάζονται μονιασμένες και αποφασισμένες προς τη επίτευξη ενός στόχου, οι πιθανότητες επιτυχίας πολλαπλασιάζονται δραματικά.
Στο 2019 ο ελληνισμός έχει, ξανά, απέναντι του έναν μεθοδικό αντίπαλο, που η εδαφική ακεραιότητα και η εθνική κυριαρχία της πατρίδας μας βρίσκεται στο στόχαστρο των στρατηγικών του φιλοδοξιών. Ως εκ τούτου, επιβάλλεται να πετάξουμε στα σκουπίδια τις ιδεοληπτικές φαιδρότητες κι να διδαχθούμε, εποικοδομητικά, από την ιστορία μας.