Γράφει ο Βαλεριανός Μουρτζανάκης, φοιτητής πολιτικής επιστήμης και ιστορίας Παντείου
Είναι πλέον έκδηλο σε όλες τις πτυχές πως η Ελλάδα ως κράτος και ο εν γένει ελληνισμός βρίσκονται σε αποδρομή. Πάμπολλα τα τεκμήρια που στοιχειοθετούν τις πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και δημογραφικές παρεκκλίσεις. Ανάλογα με το εκάστοτε δυσάρεστο νέο, που λαμβάνει ο δύσμοιρος πλέον Έλληνας πολίτης, το κατηγορητήριο επ ’αυτών των τραγικών συμβάντων, το οποίο συντάσσει η κοινή γνώμη, αφορά αδιάλειπτα σ ‘ένα μονάχα υποκείμενο, την ελληνική πολιτεία. Είναι βέβαιο πως ενυπάρχουν πολλές υπαίτιες δυνάμεις για το σημερινό πολιτικό και οικονομικό –κυρίως- έκτρωμα, μα η πρωταρχική ευθύνη δυστυχώς επανέρχεται εκ νέου στο πρόσωπο του ελληνικού κράτους – ενθυμούμαι το λεγόμενο αγγλιστί «It takes two to tango» ή την λαϊκή ρήση «κανείς δεν μπορεί να ανέβει στην πλάτη σου, αν εσύ δεν σκύψεις». Δεν παραγνωρίζεται βέβαια το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος υφίσταται – ως είθισται- πιέσεις από αλλότριους εξωτερικούς πόλους ισχύος καθ ‘όλη την μεταπολιτευτική περίοδο. Είναι όμως δυνατόν να έχει συντελεστεί μιαν τέτοια επίταση της παρακμής δίχως την συνδρομή της ημών πολιτείας; Έτσι λοιπόν, αναφύονται τα ερωτήματα, που έρχονται να προστεθούν στον ειρμό της σκέψης των ελλήνων πολιτών, όταν καταλήγουν ακατάπαυστα στο ίδιο συμπέρασμα, πως «Το κράτος μας δεν κάνει τίποτα», στο οποίο και συνήθως τερματίζεται ο συλλογισμός. Γιατί το κράτος δεν πράττει τίποτα; Τι ακριβώς συμβαίνει; Είναι πράγματι το πολιτικό σύστημα τόσο σαθρό και αυτοκαταστροφικό; Υπάρχει άνωθεν εκ των έξω εντολή; Μήπως ενυπάρχει ένα στρατηγικό σχέδιο, που οι πολίτες αγνοούν;
Ο σύγχρονος ελληνισμός εδέχθη δύο καίρια πλήγματα τον περασμένο αιώνα. Πρώτο, το 1922 οπότε ο ελληνισμός συρρικνώθηκε τραγικότατα με τον διωγμόν του από τις πατρογονικές του εστίες της Μ. Ασίας. Έτσι, τελματώθηκε η «Μεγάλη Ιδέα» που διέπνεε την εσωτερική και εξωτερική κρατική πολιτική με αποτέλεσμα η χώρα να υποχρεωθεί δια πυρός και σιδήρου να αναπροσανατολίσει τους στόχους και τις επιδιώξεις της στην νέα εποχή. Δεύτερο, ήταν η επαίσχυντη τραγωδία της Κύπρου του 1974, βάσει της οποίας το ελληνικό κράτος εισήλθε στην μεταπολιτευτική περίοδο με ένα νέο ακανθώδες ζήτημα να προστίθεται στο ήδη βεβαρημένο έθνος. Αργότερα, το ταλαίπωρο κράτος θα αντιμετώπιζε και το υπάρχον προ πολλού εθνικό μακεδονικό ζήτημα, που θα ανακύψει εμφατικά στις αρχές της δεκαετίας του 1990 με την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και την ίδρυση της γνωστής παρ’ ἡμῖν πΓΔΜ προκαλώντας πλήθος αντιδράσεων στον ελληνικό χώρο. Συμπερασματικά, ο ελληνισμός εξωθείται από ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές και επιδέχεται μια ιδιάζουσα πολιτική και πολιτισμική διαμάχη εκ βορρά. Τούτων δοθέντων, ως προς την εξωτερική πολιτική την σήμερον ημέρα οι Έλληνες πολίτες μαρτυρούν την προαναφερθείσα υποχωρητικότητα, όταν λ.χ. η Τουρκία παραβιάζει ασύστολα την κυπριακή ΑΟΖ ή φυλακίζει για ένα εξάμηνο «ετσιθελικά» δυο Έλληνες στρατιώτες. Η χώρα των Ελλήνων επικαλείται διαρκώς το διεθνές δίκαιο και «παρακαλεί» τους εκ δυσμών «συμμάχους» να συμπράξουν. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: που πήγε η εθνική μας κυριαρχία; Που πήγε η Ελλάδα που με λιγότερες διπλωματικές και στρατιωτικές δυνατότητες ύψωνε αποφασιστικά το ανάστημά της;
Σήμερα η Ελλάδα, ένα κράτος χρεωκοπημένο, το οποίο από την μεταπολίτευση και έπειτα διέγραψε μια πορεία «εξευρωπαϊσμού» και επιδίωξης της ευμάρειας και των υλικών αγαθών σε μια γεωγραφική περιοχή που είναι κάθε άλλο από ευρωπαϊκή. Απότοκο της διαδρομής αυτής κατέστη ένα «παρ ‘ολίγον» ευρωπαϊκό μόρφωμα, το οποίο εσωτερίκευσε άκριτα δυτικά πρότυπα και ως εκ τούτου η επικράτηση της ύλης, του ατομικισμού και της δημογραφικής συρρίκνωσης –χαρακτηριστική η φράση « Οι έλληνες δεν κάνουν παιδιά, γιατί «κάνουν» τους ίδιους». Χωρίς να μνημονευθούν η μαζική εισροή προσφύγων και μεταναστών στην χώρα, οι τωρινοί ή μελλοντικοί δημογραφικοί συσχετισμοί και ο οικονομικός όλεθρος, τι έπραξε το ελληνικό κράτος και σ ‘αυτήν την περίπτωση; Να σημειωθεί πως το δημογραφικό ζήτημα αποτελεί το πλέον φλέγον εσωτερικό θέμα για την χώρα, καθώς συνιστά δομικό συστατικό του οικονομικού συστήματος.
Είναι πλέον ολοφάνερη η «παράλυση» του κράτους και έθνους. Οι λόγοι, για τους οποίους η ελληνική πολιτεία παρατηρεί αμήχανα τα τεκταινόμενα και δεν λαμβάνει αποφασιστικά μέτρα και αποφάσεις στην μεταπολιτευτική περίοδο, αποτελούν αντικείμενο σεναριολογίας και επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια του αναγνώστη να συνάγει συμπεράσματα. Πάντως, σίγουρο είναι πως οι Έλληνες πολίτες πρέπει να προβληματίζονται γι ‘αυτό το εκρηκτικό μείγμα οικονομικής, πολιτικής και δημογραφικής ασφυξίας, το οποίο έχει ενσκήψει στη χώρα ως σκοτεινό πέπλο. Άλλωστε, αυτός είναι και ο σκοπός του παρόντος άρθρου.