της Μαρίας Θερμού,
Και τα δύο όμως διεκδικούν το βραβείο «Ευρωπαϊκό Μουσείο της χρονιάς 2020», μεταξύ άλλων φυσικά, από όλη την Ευρώπη. Πρόκειται για το Μουσείο Άγγελου Σικελιανού στην Λευκάδα και το Αρχαιολογικό Μουσείο Αρχαίας Κορίνθου, όπως αποφασίστηκε από το Φόρουμ των Ευρωπαϊκών Μουσείων (European Museum Forum-EMF), ύστερα από επιτόπου εξέτασή τους από μέλος της διεθνούς κριτικής επιτροπής.
Και είναι τιμή για την Ελλάδα να περιλαμβάνονται στη λίστα των υποψηφίων ευρωπαϊκών μουσείων για βράβευση και δύο μικρά ελληνικά, με μόνο κοινό στοιχείο, ωστόσο μεταξύ τους, ότι σχεδιαστήκαν και κατασκευάστηκαν σε ήδη υπάρχον κέλυφος: Στη Λευκάδα πρόκειται για το σπίτι όπου γεννήθηκε ο εθνικός ποιητής και το οποίο αποκαταστάθηκε από την Εθνική Τράπεζα, ώστε να γίνει μουσείο. Και στην Κόρινθο για την ανακατασκευή και ανακαίνιση δύο πτερύγων του παλαιού μουσείου με συγχρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ 2007-2013.
Αν κάποιο από τα δύο μουσεία, πάντως, τιμηθεί με το βραβείο, αυτό θα γίνει γνωστό στην ετήσια διάσκεψη του European Museum of the Year Award που θα πραγματοποιηθεί στο Κάρντιφ της Ουαλίας, από τις 29 Απριλίου ως τις 2 Μαΐου. «…σήκωνε στην εποχή μας το βάρος του ρόλου μιας θεότητας», είχε πει για τον Άγγελο Σικελιανό ο Οδυσσέας Ελύτης, ενώ για τον Γιάννη Ρίτσο ήταν «ποιητής θεϊκός που μια νύχτα κατέβηκε από τον Όλυμπο».
Πώς λοιπόν να χωρέσει ένας τέτοιος άνθρωπος, ένας δημιουργός αυτού του βεληνεκούς σ΄ ένα σπίτι, έστω κι αν ήταν το σπίτι του… Ή όπως λέει η ιστορικός τέχνης –μουσειολόγος κυρία Ματούλα Σκαλτσά, καθηγήτρια στο ΑΠΘ και επικεφαλής της δημιουργικής ομάδας που ανέλαβε το έργο «Πώς να κλείσεις σε ένα μουσείο έναν διανοούμενο παγκόσμιων οραμάτων, έναν εθνικό ταγό, έναν πράττοντα διανοητή, έναν παρόντα πολιτικά λογοτέχνη, έναν μεγάλο λυρικό ποιητή και συνάμα έναν φθαρτό πάσχοντα άνθρωπο, ευάλωτο στον έρωτα, την οικονομική ανημπόρια, γυμνό μπροστά στον θάνατο;»
Πρόκειται για ερωτήματα που τέθηκαν ευθύς εξ αρχής, προκειμένου να στεγασθεί στο μουσείο η πολύπλευρη και πληθωρική προσωπικότητα του Σικελιανού, να καταδειχθεί το ποιητικό του έργο και η ίδια η ζωή του μέσα στο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο έζησε και, όσον αφορά στον επισκέπτη, να γνωρίσει μέσα από την έκθεση το φαινόμενο Σικελιανός και αυτή η γνώση να γίνει κτήμα του.
Στην οδό Κύπρου 1, στην πόλη της Λευκάδας βρίσκεται το δίπατο σπίτι, τυπικό για τα μέτρα και την εποχή του, στο οποίο γεννήθηκε και έζησε τα παιδικά του χρόνια ο Σικελιανός. Εδώ βρήκαν θέση τεκμήρια της ζωής και του έργου του, που πρόσφεραν μουσεία, συλλέκτες και φορείς από όλη την Ελλάδα. Όπως το νυφικό της Άννας Σικελιανού και υφαντά της, τα χειροποίητα ρούχα που ύφανε η Εύα Πάλμερ για τον εαυτό της και για τις Δελφικές Εορτές, το διαβατήριό της, η πλεξούδα από τα πυρόξανθα μαλλιά της, σπάνιες εκδόσεις και χειρόγραφα, φωτογραφικό υλικό, ταινίες και ηχογραφημένες απαγγελίες με τη φωνή του ίδιου του ποιητή.
Ο πρώτος όροφος μιλάει για το έργο του μέσα από χειρόγραφα, το μελανοδοχείο και τον κονδυλοφόρο του, πορτρέτα, αλλά και μέσα από το κοινό όραμά του με την Εύα για τις Δελφικές Εορτές: εικόνες από τα δρώμενα, τον θρίαμβο και τέλος την οικονομική καταστροφή.
Στο δεύτερο όροφο ξετυλίγεται η αφήγηση της προσωπικής ζωής του ποιητή, με φωτογραφίες, κείμενα, ταινίες και προσωπικά αντικείμενα, δικά του, αλλά και από τις «υφάντρες της ζωής του», καθώς και τη νεκρική του μάσκα. Βιντεοπροβολές και ηχητικά ντοκουμέντα με την βροντώδη φωνή του Σικελιανού σε φευγαλέους στίχους ολοκληρώνουν την εμπειρία της επίσκεψης.
Για το έργο, ας σημειωθεί, δούλεψαν επίσης οι Δέσποινα Πικοπούλου αρχαιολόγος- μουσειολόγος, Παρασκευή Νίτσιου δρ. μουσειολόγος, Κορίνα Γαβαλά ιστορικός- μουσειολόγος, Αγγελική Τσοτινού αρχαιολόγος-μουσειολόγος και Αθηνά Βογιατζόγλου καθηγήτρια. Παν. Ιωαννίνων, ειδική μελετήτρια Σικελιανού, ενώ για την αρχιτεκτονική μουσειολογική και γραφιστική μελέτη οι Πάνος Τζώνος και Στέργιος Γαλίκας, αρχιτέκτονες-μουσειολόγοι.
Δεύτερο υποψήφιο, το Μουσείο της Αρχαίας Κορίνθου, ένα από τα παλαιότερα της χώρας, αφού κτίσθηκε το 1932 στην καρδιά του αρχαιολογικού χώρου -όπως συνηθιζόταν παλιά- στεγάζει τα εξαιρετικά ευρήματα από τις ανασκαφές στην αρχαία πόλη και έχει ανακαινισθεί αρκετές φορές. Η τελευταία, για την οποία γίνεται λόγος, αφορά στις μεγάλης κλίμακας εργασίες στην ανατολική και νότια πτέρυγά του, όπου φιλοξενείται πλέον μια νέα έκθεση για την αρχαία Κόρινθο από τον 10ο π.Χ. αιώνα ως και την καταστροφή της από τους Ρωμαίους, το 146 πΧ.
Στην Ανατολική αίθουσα, μάλιστα, ανάμεσα στα ευρήματα από τις κώμες και τα ιερά της αρχαίας Κορίνθου ξεχωρίζει το επιτύμβιο σύνταγμα των δύο μαρμάρινων Κούρων με τις σαρκοφάγους τους από το νεκροταφείο της αρχαίας Τενέας. Πρόκειται για τα δύο εκπληκτικά αγάλματα του 530-520 π.Χ., που είχαν κατασχεθεί σε χέρια αρχαιοκάπηλων στην Κλένια Κορινθίας το 2010, ύστερα από επεισοδιακή επιχείρηση της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής. Στην αρχαιότητα ήταν στημένα το ένα δίπλα στο άλλο, σε περίοπτο σημείο του νεκροταφείου, ενώ στις δύο σαρκοφάγους, οι οποίες είχαν τοποθετηθεί σε κοινό λάκκο, βρέθηκαν οστά ανδρών, που είχαν πεθάνει σε ηλικία περίπου 35 χρονών.
Οι δίδυμοι Κούροι αποτελούν, μάλιστα, το μοναδικό αρχαϊκό επιτύμβιο «σύνταγμα αγαλμάτων» στον ελλαδικό χώρο. Στην ίδια αίθουσα εκτίθενται, επίσης, η «Σαρκοφάγος του Χιλιομοδίου» με την επιζωγραφισμένη καλυπτήρια πλάκα της και ο «Λέων του Κοράκου», ένα μοναδικό επιτύμβιο μνημείο, που διασώθηκε κι αυτό από τα χέρια αρχαιοκαπήλων.
Στην έκθεση της Νότιας Αίθουσας, εξάλλου, υπάρχουν αντικείμενα, που αντιπροσωπεύουν όλες τις πτυχές του δημόσιου και ιδιωτικού βίου των Κορινθίων, όπως η μαρμάρινη επιτύμβια «Σφίγγα της Αετόπετρας», αρχιτεκτονικά μέλη του Ναού του Απόλλωνα και πλήθος αντικειμένων που συνδέονται με την καθημερινή ζωή των αρχαίων Κορινθίων, αλλά και την υπερπόντια εξάπλωση της πόλης στη δυτική Μεσόγειο.
Να σημειωθεί ότι ο θεσμός του European Museum of the Year Award (EMYA), που έχει θεσπισθεί από το 1977, τελεί υπό την αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης και έχει στόχο τη βράβευση της καλύτερης μουσειακής πρακτικής στην Ευρώπη και την ενθάρρυνση των καινοτόμων δράσεων στην κοινωνία των μουσείων. Στο πλαίσιο αυτό, έτσι, δεν εξετάζεται μόνον η έκθεση κάθε μουσείου, αλλά και η επιδραστικότητά του στην κοινωνία, η έρευνα, οι σχέσεις με άλλους παρόμοιους φορείς, η εκπαιδευτική πολιτική του και το προστιθέμενο κέρδος για τις τοπικές κοινότητες.