Δημήτρης Παπασταματίου, Φωκίων Κοτζαγεώργης, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ, σ. 46-47.
Κείμενο: Δημήτρης Παπασταματίου
Το σημαντικότερο πολιτικο-στρατιωτικό γεγονός για το Νέο Ελληνισμό στα μέσα του 17ου αιώνα ήταν ο πέμπτος βενετο-οθωμανικός πόλεμος, ή αλλιώς Κρητικός Πόλεμος. Ο πόλεμος ήταν αποτέλεσμα της απόφασης της Πύλης να κλείσει τον κύκλο των κατακτήσεων στην Ανατολή, καθώς η Κρήτη αποτελούσε την τελευταία βενετική κτήση στην ανατολική Μεσόγειο.

Ανεξάρτητα από τη συμβολική αξία που είχε για το οθωμανικό κράτος η κατάκτηση εδαφών απίστων, η κατάκτηση της νήσου είχε αξία από μόνη της, καθώς αποτελούσε το σπουδαιότερο κέντρο ελέγχου της εμπορικής και στρατιωτικής κίνησης στα νερά της ανατολικής Μεσογείου. Επιπλέον, για τον οθωμανικό κόσμο που βίωνε περίοδο παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα, η προσάρτηση μιας ιδιαίτερα εύφορης εδαφικής ζώνης και η πλήρης ενοποίηση του οικονομικού χώρου της ανατολικής Μεσογείου ήταν επαρκή κίνητρα για πολεμική κινητοποίηση. Τέλος, η Κρήτη, εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης της, παρέμενε βασικό ορμητήριο και κόμβος χριστιανικής πειρατικής δράσης και εκποίησης του αντίστοιχου ληστρικού προϊόντος.
Ο πόλεμος ξεκίνησε στις αρχές του καλοκαιριού του 1644 με αφορμή τη σύλληψη μουσουλμανικού πλοίου από Ιωαννίτες Ιππότες και την εκποίηση της λείας στην Κρήτη. Τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου τα πρώτα οθωμανικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν κοντά στα Χανιά, τα οποία μετά από 50 μέρες πολιορκίας παραδόθηκαν με συνθήκη στους Οθωμανούς στις 29 Αυγούστου 1644. Οι Βενετοί ως αντιπερισπασμό δημιούργησαν δεύτερο μέτωπο στο Αιγαίο, όπου ο βενετικός στόλος υπό τον Girolamo Morosini άρχισε την καταδρομική δράση του με δηώσεις Κυκλαδικών νησιών. Η κίνηση αυτή δεν είχε ουσιαστικό αποτέλεσμα, καθώς οι Οθωμανοί συνέχισαν να μεταφέρουν ενισχύσεις στο νησί και να εδραιώνουν τη θέση τους στη δυτική Κρήτη.

Το καλοκαίρι του 1646 οι Οθωμανοί κατέλαβαν με συνθηκολόγηση το Ρέθυμνο, επιβάλλοντας με αυτό τον τρόπο μέσα σε δύο χρόνια την κυριαρχία τους σε όλη τη νήσο, με εξαίρεση την πρωτεύουσα, το Μεγάλο Κάστρο. Σημαντικό ρόλο στη γρήγορη οθωμανική προέλαση έπαιξε η απάθεια ή και συνεργασία των Κρητών χωρικών απέναντι στους εισβολείς. Πρόκειται για το ίδιο φαινόμενο που διευκόλυνε την οθωμανική επιβολή και στον Κυπριακό Πόλεμο. Σε αυτό το πνεύμα, ο Οθωμανός αρχιστράτηγος Γιουσούφ Πασά εξέδωσε αυστηρές διαταγές που απαγόρευαν τις σφαγές χωρικών και τις λεηλασίες των περιουσιών τους. Επικουρικό ρόλο στην οθωμανική προέλαση έπαιξε η Ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς οι Οθωμανοί την αποκατέστησαν μετά από πολλούς αιώνες λατινοκρατίας, ιδρύοντας ξανά τις μητροπόλεις της και επανδρώνοντας τες με φιλο-οθωμανούς ιεράρχες. Φυσικά, το κήρυγμα των τελευταίων επηρέαζε τις στάσεις και συμπεριφορές των χωρικών στην κατεύθυνση της αποδοχής των νέων πολιτικών κυριάρχων.
Οι Βενετοί τα κατάφεραν πολύ καλύτερα στο θαλάσσιο αγώνα. Το Αιγαίο πέρασε στην πλήρη κυριότητά τους, επιτρέποντας έτσι στους μισθοφόρους της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας να αποβιβάζονται απρόσκοπτα στον ελλαδικό χώρο. Επιπλέον, το βενετικό ναυτικό απέκοψε τις επικοινωνίες των Οθωμανών ανάμεσα στα Δαρδανέλια και την Κρήτη, κατέλαβε την Τένεδο και τη Λήμνο το 1650 και επέβαλε αποκλεισμό της Κωνσταντινούπολης. Στην πρωτεύουσα επικράτησε πανικός και η αναμονή της βενετικής επίθεσης, η έλλειψη αγαθών και η επακόλουθη άνοδος τιμών προκάλεσαν κοινωνική αναταραχή και εξεγέρσεις των γενιτσάρων και του αστικού πληθυσμού στα 1655 και 1656. Ο οθωμανικός στόλος στην προσπάθειά του να λύσει τον αποκλεισμό υπέστη δύο συντριπτικές ήττες, την πρώτη στη Νάξο στις 10 Ιουλίου 1651, και τη δεύτερη στα Δαρδανέλια τον Ιούνιο του 1656. Η δεύτερη ήττα οδήγησε στην ανάληψη του αξιώματος του μεγάλου βεζίρη από τον Μεχμέτ Κιοπρουλού, το πρώτο μέλος της δυναστείας σε αυτή τη θέση. Μια από τις πρώτες ενέργειες του μεγάλου βεζίρη ήταν να μετριάσει τις συνέπειες της ήττας ανακαταλαμβάνοντας την Τένεδο στις 30 Αυγούστου 1657.

Η βενετική κυριαρχία στο Αιγαίο εκφράστηκε με λεηλασίες νησιών του Αιγαίου, φορολόγηση των κατοίκων τους, αποβάσεις και λεηλασίες ακτών (Μονεμβασία, Βόλος), αιχμαλωσία και μετατροπή Ελλήνων σε κωπηλάτες, και έξαρση του πειρατικού φαινομένου, καθώς πολλοί χριστιανοί πειρατές μετατράπηκαν σε κουρσάρους στο πλευρό των Βενετών. Από την άλλη, η ικανοποίηση των επισιτιστικών αναγκών του στόλου, την οποία ανέλαβαν οι κάτοικοι των νησιών τόνωσε την οικονομία του Αιγαίου και επέτρεψε τον πλουτισμό πολλών νησιωτών. Από τις τακτικές επιχειρήσεις του βενετικού στόλου ξεχώρισαν αυτές του διάσημου ναυάρχου Φρανσέσκο Μοροζίνι, ο οποίος το 1659 κατέλαβε τον ισθμό της Κασσάνδρας, ανατίναξε τις οχυρώσεις της και βομβάρδισε τη Θεσσαλονίκη. Στη συνέχεια αγκυροβόλησε στη Σίφνο, παρέλαβε με τιμές τον πρώην πατριάρχη Ιωαννίκιο Β΄, κατευθύνθηκε στις Κιτριές της Μάνης όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τους ντόπιους, και σε κοινή επιχείρηση, Βενετοί και Μανιάτες, λεηλάτησαν και έκαψαν την Καλαμάτα.

Παράλληλα, οι Οθωμανοί ενεπλάκησαν και σε τρίτο μέτωπο στη βόρεια Βαλκανική εναντίον των Αυστριακών. Στα 1663 μια μεγάλη οθωμανική στρατιά υπό την ηγεσία του Αχμέτ Κιοπρουλού προέλασε στη βόρεια Ουγγαρία με στρατηγικό στόχο την εξουδετέρωση των φρουρίων που δέσποζαν στο δρόμο προς τη Βιέννη. Η προέλαση ανακόπηκε στη μάχη του Saint Gothard την 1 Αυγούστου 1664, την πρώτη μεγάλη οθωμανική ήττα σε μάχη εκ παρατάξεως. Η συνθήκη ειρήνης του Vasvar έληξε τον πόλεμο αναγνωρίζοντας την παραχώρηση της Τρανσυλβανίας στους Οθωμανούς παρά τη στρατιωτική ήττα τους.
Ο αγώνας γύρω από το Χάνδακα πήρε τις συμβολικές διαστάσεις μιας επικής πάλης ανάμεσα στο χριστιανισμό και το Ισλάμ, και αποτέλεσε προσκλητήριο για πλήθος Δυτικών σταυροφόρων. Έτσι, αν και η Βενετία δεν εξασφάλισε την επίσημη συμμαχία κράτους, χιλιάδες ιδιώτες, κυρίως Γάλλοι, μισθοφόροι, ιδεολόγοι και τυχοδιώκτες επάνδρωσαν τις τάξεις των αμυνομένων. Η πολιορκία διήρκεσε εικοσιένα έτη και αποτέλεσε τη σημαντικότερη πολιορκητική επιχείρηση της νεώτερης ιστορίας, με χρήση όλων των τελευταίων όπλων και μεθόδων πολέμου. Φυσικά, αυτή η μακροχρόνια σύγκρουση αποτέλεσε αφόρητο οικονομικό βάρος και για τους δύο εμπολέμους, αλλά κυρίως για τη Βενετία. Η ανάληψη της ηγεσίας των οθωμανικών δυνάμεων προσωπικά από τον ίδιο τον Αχμέτ Κιοπρουλού το 1668, οι διαφωνίες ανάμεσα στους Βενετούς και τους Γάλλους εθελοντές και η αποχώρηση των τελευταίων από το Χάνδακα τον Αύγουστο του 1669 ανάγκασαν τους Βενετούς να συνθηκολογήσουν. Η συνθήκη ειρήνης που ακολούθησε προέβλεπε την πλήρη ενσωμάτωση της Κρήτης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την τυπική ανανέωση των εμπορικών προνομίων των Βενετών στην Ανατολή.